Γιώργος Κουντουράς

Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες – Τι είναι και πώς αντιμετωπίζεται;

Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες – Τι είναι και πώς αντιμετωπίζεται;

Γιώργος Κουντουράς
γυναίκα πάσχει από Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες
Image credit: freepik/ freepik.com

Η ΔΜΤΣ είναι μια σοβαρή ψυχιατρική πάθηση στην οποία τα περισσότερα συμπτώματά της, αν όχι όλα, προκύπτουν από την βίωση υπερβολικού άγχους και την ασυνείδητη ενεργοποίηση διάφορων μηχανισμών προστασίας για να ανακουφιστούμε από αυτό και να αποφύγουμε πρόσωπα ή καταστάσεις που το πυροδοτούν.


Η Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες (ΔΜΤΣ ή PTSD) είναι μια ψυχιατρική πάθηση που μπορεί να εμφανιστεί σε άτομα που έχουν βιώσει ή έχουν γίνει μάρτυρες ενός τραυματικού γεγονότος, όπως είναι μια φυσική καταστροφή, ένα σοβαρό ατύχημα, μια τρομοκρατική ενέργεια, ένας πόλεμος, ένας βιασμός ή που έχουν απειληθεί με θάνατο, σεξουαλική βία ή σοβαρό τραυματισμό. Οι άνθρωποι που πάσχουν από ΔΜΤΣ τείνουν να «ζουν» ξανά πτυχές του τραυματικού γεγονότος, ιδίως όταν εκτίθενται σε γεγονότα, συνθήκες, πρόσωπα ή/και αντικείμενα που θυμίζουν την τραυματική εμπειρία. Οι επέτειοι του γεγονότος και οι ομοιότητες στα πρόσωπα, τον τόπο ή την περίσταση μπορούν να προκαλέσουν διάφορα ενοχλητικά συμπτώματα που συχνά διαταράσσουν την καθημερινή λειτουργικότητα του ατόμου.

Πιο συγκεκριμένα, τα άτομα με ΔΜΤΣ ταλαιπωρούνται από ενοχλητικές αναμνήσεις ή αναδρομές (που έχουν την μορφή ανεπιθύμητων και συναισθηματικά φορτισμένων εικόνων του παρελθόντος), βιώνουν «συναισθηματικό μούδιασμα», διαταραχές του ύπνου (λ.χ., εφιάλτες, αϋπνία), δυσκολία συγκέντρωσης, έντονο άγχος, ενοχές, θλίψη, ευερεθιστότητα, εκρήξεις θυμού, υπερευαισθησία στα εξωτερικά ερεθίσματα και εμπειρίες αντιληπτικής και γνωστικής διάσπασης (π.χ. κάτω από την επίδραση έντονου άγχους μπορεί να δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν οικεία πρόσωπα, ένα γνώριμο περιβάλλον, ακόμα και το ίδιο τους το σώμα τους). Σε κάποιες περιπτώσεις, μπορεί να εμφανίζονται και άλλα συμπτώματα όπως είναι η αποπροσωποποίηση (η αίσθηση ότι κάποιος/α «βγαίνει» από το σώμα του και το βλέπει ως εξωτερικός παρατηρητής) και η αποπραγματοποίηση (η αίσθηση ότι το περιβάλλον και όλα όσα συμβαίνουν σε αυτό δεν είναι πραγματικά).

Πολλοί άνθρωποι με ΔΜΤΣ, προσπαθούν να αποφεύγουν καταστάσεις που τους θυμίζουν την τραυματική εμπειρία για να μειώσουν την ένταση των παραπάνω συμπτωμάτων. Τις περισσότερες φορές όμως, αυτή η αποφυγή περιλαμβάνει ένα μεγάλο εύρος κοινωνικών και διαπροσωπικών καταστάσεων και ως εκ τούτου το άτομο σταδιακά αυτο-περιορίζεται, γίνεται ολοένα και πιο φοβικό και στερεί από τον εαυτό του τη δημιουργία ή τη διατήρηση αμοιβαία ικανοποιητικών σχέσεων με τους άλλους.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι αρκετοί άνθρωποι που εκτίθενται σε ένα τραυματικό γεγονός στην ενήλικη ζωή, μπορεί να βιώσουν κάποια από τα συμπτώματα που περιγράφονται παραπάνω κατά τις ημέρες που ακολουθούν το γεγονός. Ωστόσο, για να διαγνωστεί ένα άτομο με ΔΜΤΣ, τα συμπτώματα πρέπει να διαρκούν περισσότερο από ένα μήνα και να προκαλούν σημαντική δυσφορία και προβλήματα σε σημαντικούς τομείς της ζωής του ατόμου (λ.χ. εργασία, σχέσεις). Πολλά άτομα, εμφανίζουν συμπτώματα εντός τριών μηνών από την τραυματική εμπειρία, αλλά τα συμπτώματα μπορεί να εμφανιστούν ακόμα και μετά το πέρας αυτού του διαστήματος και να επιμένουν για μήνες ή για χρόνια.

Τραύμα: Η επίδρασή του κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης

Το ψυχολογικό αντίκτυπο μιας τραυματικής εμπειρίας διαφέρει σημαντικά όταν το τραύμα συμβαίνει στην παιδική ηλικία σε σύγκριση με αυτό που προκύπτει στην ενήλικη ζωή. Επίσης, υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ ενός τραύματος που συμβαίνει στην σχέση μας με κάποιον που αγαπάμε ως παιδί και ενός τραύματος που προκαλείται από κάποιον άγνωστο άνθρωπο απέναντι στον οποίο δεν έχουμε μικτά συναισθήματα (θετικά και αρνητικά) συναισθήματα.

Πιο συγκεκριμένα, τα παιδιά προσχολικής ηλικίας που βιώνουν τραύμα δεν έχουν την συναισθηματική και γνωστική ωριμότητα που απαιτείται για να το λεκτικοποιήσουν. Μέσα τους όμως, ακόμα και όταν είναι βρέφη, κινητοποιούνται έντονα αρνητικά συναισθήματα απέναντι στους φροντιστές που έχουν λειτουργήσει στερητικά, κακοποιητικά ή αδιάφορα απέναντί τους – συναισθήματα που δυσκολεύονται να επεξεργαστούν και να βιώσουν μόνα τους. Ο τρόπος για να αντιμετωπίσουν αυτά τα έντονα και επώδυνα συναισθήματα απέναντι στα αγαπημένα πρόσωπα της ζωής τους είναι να τα διώξουν, χωρίς να το καταλάβουν, στο «πίσω μέρος» του μυαλού τους, το λεγόμενο ασυνείδητο.

Αυτό συμβαίνει αυτόματα γιατί η συναισθηματική και βιολογική επιβίωση του παιδιού εξαρτάται ολοκληρωτικά από τους φροντιστές του, οπότε με τον ανώριμο νου του το παιδί πρέπει να βρει έναν τρόπο να τους προστατέψει από τα «μη αποδεκτά» και «επικίνδυνα» συναισθήματα και ταυτόχρονα να τους κρατήσει κοντά του για να ζήσει. Παρόλο η νοητική του ωριμότητα αυξάνεται καθώς μεγαλώνει, συνεχίζει να δυσκολεύεται να αποδώσει νοηματικά και συναισθηματικά αυτές τις εμπειρίες σε λεκτικές αναπαραστάσεις με αποτέλεσμα κάθε φορά που κινητοποιούνται, μέσα σε μια νέα του σχέση, τα ίδια συναισθήματα, αυτά να συσσωρεύονται στο ασυνείδητο μαζί με τα προηγούμενα, το άγχος του να αυξάνεται και το αρχικό τραύμα να βαθαίνει.

Κατά τη διάρκεια της εφηβείας, η έκθεση σε μια τραυματική εμπειρία και η ύπαρξη παιδικού τραύματος μπορεί να επηρεάσει την ικανότητα του εφήβου να διαφοροποιηθεί από τους γονείς του, να σχηματίσει τη δική του συνεκτική ταυτότητα, να λαμβάνει τις δικές του αποφάσεις, να συνδέεται ικανοποιητικά με τους συνομήλικους και να δημιουργεί το προσωπικό του σύστημα αξιών. Αργότερα, στην περίοδο της πρώιμης ενηλικίωσης, ο νεαρός ενήλικας μπορεί να δυσκολεύεται να βρει τον επαγγελματικό προσανατολισμό που του ταιριάζει, να μην μπορεί να αποχωριστεί την οικογενειακή εστία, να δυσκολεύεται να έχει ισότιμες σχέσεις και να λειτουργεί αυτόνομα στην ζωή του.

Από τα μέσα μέχρι τα τέλη της ενήλικης ζωής, η συνύπαρξη παιδικού τραύματος και η βίωση μιας τραυματικής εμπειρίας του παρόντος (λ.χ. απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου) μπορεί να δυσχεράνει την ικανότητα του ατόμου να αντιμετωπίζει τις προκλήσεις της ζωής (λ.χ. οικονομική καταστροφή, ατυχήματα, απώλεια κοινωνικής θέσης), καθώς και να αποδέχεται τις φυσιολογικές της διαδικασίες (π.χ. γήρας, μείωση νοητικής και σωματικής δύναμης, απώλεια υγείας, ομορφιάς κτλ.) με προσαρμοστικό τρόπο. Συνεπώς, ο μεσήλικας ή ο ηλικιωμένος πλέον άνθρωπος, μπορεί να βιώνει ανεξήγητη στεναχώρια, κόπωση, πεσμένη διάθεση, να έχει μειωμένη αίσθηση αυτό-αποτελεσματικότητας και να απομονώνεται.

Είναι σημαντικό να διευκρινιστεί ότι η βίωση μιας τραυματικής εμπειρίας στην ενήλικη ζωή (λ.χ. βιασμός, απειλή θανάτου, ομηρία) η ένταση της οποίας είναι πέρα από το σημείο που οι περισσότεροι από εμάς μπορούμε να καταλάβουμε και να αισθανθούμε στην καθημερινότητά μας, είναι ικανή να προκαλέσει ΔΜΤΣ χωρίς να έχει προηγηθεί παιδικό τραύμα. Ωστόσο, όταν ένας άνθρωπος έχει βιώσει και επαναλαμβανόμενα τραύματα (λ.χ. κακοποίηση, απώλεια, παραμέληση) ως παιδί, τότε η πορεία της ΔΜΤΣ γίνεται αρκετά έως πολύ δύσκολη και μπορεί να περιπλέκεται από άλλα ψυχιατρικά ζητήματα όπως είναι η κατάθλιψη και οι διαταραχές προσωπικότητας.


Διαβάστε σχετικά: Τραύμα: Οι 4 «στόχοι» της πορείας ανάκαμψης


ΔΜΤΣ: Πως δημιουργούνται τα συμπτώματα;

Ο εγκέφαλος μας είναι έτσι κατασκευασμένος ούτως ώστε να ενεργοποιεί αυτόματα διάφορους μηχανισμούς (που στην ψυχοθεραπευτική γλώσσα λέγονται άμυνες) προκειμένου να μας προστατέψει από τα έντονα και επώδυνα συναισθήματα (θυμός, φόβος, πόνος, ενοχή, λύπη) μιας τραυματικής εμπειρίας. Κάποιοι μηχανισμοί προστασίας είναι περισσότερο προηγμένοι (λ.χ. το χιούμορ, η ελαχιστοποίηση, η διανοητικοποίηση), ενώ κάποιοι άλλοι είναι λιγότερο (λ.χ. η σωματοποίηση, η άρνηση, η προβολή, οι ψευδαισθήσεις κτλ.).

Για παράδειγμα, για να αντιμετωπίσουν το συναίσθημα του φόβου, κάποιοι άνθρωποι με ΔΜΤΣ προσπαθούν να μειώσουν τόσο το τραυματικό γεγονός όσο και την ψυχολογικές του επιπτώσεις. Έτσι, καταφεύγουν σε μια καταστολή των συναισθημάτων τους, μπορεί να αρνούνται αυτό που συνέβη, να μην θέλουν να μιλήσουν γι’ αυτό και να προσπαθούν να ζήσουν σαν να… μην έγινε ποτέ, αφήνοντας την υφιστάμενη ψυχολογική δυσφορία χωρίς φροντίδα και λειτουργώντας είτε απομονωμένα, είτε αδιάφορα απέναντι στην ύπαρξη νέων αντικειμενικών κινδύνων. Από την άλλη μεριά, το άτομο για ανακτήσει την αίσθηση του ελέγχου και της ασφάλειας, μπορεί να υπερ-γενικεύει τα επικίνδυνα χαρακτηριστικά που σχετίζονται με το τραυματικό γεγονός σε άλλες καταστάσεις της πραγματικότητας, προετοιμάζοντας έτσι τον εαυτό του για κάθε πιθανό νέο κίνδυνο και βιώνοντας μια διαρκή υπερ-επαγρύπνηση.

Παραδόξως, οι άνθρωποι με ΔΜΤΣ δεν καταλαβαίνουν ότι αισθάνονται θυμό απέναντι στο άτομο που τους έχει επιτεθεί ή κακοποιήσει. Ο θυμός τους είτε καταπιέζεται, είτε μεταφέρεται ασυνείδητα στους άλλους και έπειτα βιώνονται οι άλλοι ως επικίνδυνοι και απειλητικοί κάτι που οδηγεί και πάλι σε μια διαρκή επαγρύπνηση και σε άγχος. Αν νιώσουν τον θυμό ή οργή τους, σκέφτονται ότι είναι «κακοί» (ταυτιζόμενοι με τον ρόλο του θύτη) και φοβούνται ότι θα χάσουν τον έλεγχο. Έτσι, χωρίς να το καταλαβαίνουν, αποκηρύσσουν κάποιες μη αποδεκτές πτυχές του εαυτού τους, συμπεριλαμβανομένων των επιθετικών παρορμήσεων και χάνουν την ικανότητά τους να βιώνουν φυσιολογικά συναισθήματα όπως είναι η οργή και ο θυμός.

Σε άνδρες που έχουν βιώσει τραύμα είτε στο παρόν, είτε στο παρελθόν, ο θυμός μπορεί από μόνος του να χρησιμεύσει ως ένα αμυντικό συναίσθημα, συνήθως απέναντι στις ενοχές, τον πόνο και την θλίψη γι’ αυτό που συνέβη. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο θυμός λειτουργεί ως μια προσπάθεια αποκατάστασης της κυριότητας του εαυτού μέσω της επιθυμίας του ατόμου να επιτεθεί στους άλλους για να νιώσει ξανά δυνατό και κυρίαρχο και να ανακουφιστεί από τις ενοχές του γι’ αυτό που του συνέβη.

Αρκετά συχνά, το άτομο με ΔΜΤΣ αισθάνεται τιμωρητικές ενοχές που μπλοκάρουν αρχικά τον θυμό (σαν να μην έχει δικαίωμα το άτομο να τον αισθάνεται) και έπειτα τα υπόλοιπα συναισθήματα πίσω από αυτόν (τον πόνο, τη θλίψη και την λύπη). Αυτές οι ενοχές έρχονται από μια πλευρά του εαυτού του την οποία θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε με έναν αυστηρό και σκληρό Δικαστή, ο οποίος κατηγορεί το άτομο επειδή φάνηκε αδύναμο, δεν προστάτεψε τον εαυτό του ή τους αγαπημένους του και δεν κατάφερε να αποτρέψει μια καταστροφή ή έναν θάνατο, να αντιδράσει σε ή να αποφύγει το τραυματικό συμβάν. Στη θεραπεία, η σταδιακή αποδυνάμωση αυτής της τιμωρητικής πλευράς είναι ήσσονος σημασίας για να μπορέσει το άτομο να βιώσει όλα του τα συναισθήματα και να μειωθεί η ανάγκη για αυτο-τιμωρία.

Τέλος, η αποσύνδεση/αποστασιοποίηση είναι μια ακόμη ασυνείδητη προσπάθεια του ατόμου να προφυλάξει τον εαυτό του (όπως έκανε στο παρελθόν) από μια δυνητικά επικίνδυνη κατάσταση (και από τα έντονα και επώδυνα συναισθήματα που την συνοδεύουν) προκειμένου να μην βρεθεί ξανά στη θέση του θύματος. Πολλές φορές, το άτομο με ΔΜΤΣ μπορεί να μιλάει για την τραυματική εμπειρία σαν να έχει συμβεί σε κάποιον άλλο. Στις τρέχουσες σχέσεις του, μπορεί αρκετά συχνά να χάνει την επαφή με το περιβάλλον, να μην είναι συγκεντρωμένο και να παρατηρεί τους άλλους και τον εαυτό του χωρίς να εμπλέκεται ενεργά σε όσα διαδραματίζονται στο παρόν. Σε περιπτώσεις σοβαρού τραύματος στην παιδική ηλικία, η αποστασιοποίηση λειτουργούσε ως το μοναδικό καταφύγιο προστασίας για το παιδί απέναντι σε όσα συνέβαιναν στο σπίτι που μεγάλωνε, ενώ τώρα λειτουργεί περισσότερο σαν φυλακή και αυτο-περιορισμός.

Στη θεραπεία, κάθε φορά που μιλάει το άτομο παίρνοντας μια θέση απόστασης τις σκέψεις ή τα συναισθήματα που υπάρχουν μέσα του, δυσκολεύεται να ενσωματώσει συναισθηματικά και γνωστικά τις πληροφορίες που σχετίζονται με την δυσάρεστη εμπειρία ή τις εμπειρίες που βίωσε τότε ή βιώνει τώρα. Συνεπώς, βασικός σκοπός της θεραπείας είναι αρχικά να παρατηρήσει, έπειτα να επανεκτιμήσει και τελικά να εγκαταλείψει (βλέποντας το κόστος που έχει για την ζωή του) την παθολογική χρήση αυτού του μηχανισμού προστασίας συνδεόμενος ίσως για πρώτη φορά ανοιχτά, ειλικρινά και ισότιμα με έναν νέο άνθρωπο της ζωής του, τον θεραπευτή.

ΔΜΤΣ: Ποιοι είναι οι βασικοί θεραπευτικοί στόχοι;

Όπως είδαμε παραπάνω, η ΔΜΤΣ περιλαμβάνει ένα σύνολο διαφορετικών συμπτωμάτων. Τα περισσότερα συμπτώματα της ΔΜΤΣ είναι αποτέλεσμα βίωσης υπερβολικού άγχους. Μετά από μια έντονη τραυματική εμπειρία της ενήλικης ζωής ή/και επαναλαμβανόμενα παιδικά τραύματα, το επίπεδο του άγχους του ατόμου δεν επιστρέφει στο φυσιολογικό, αλλά συνεχίζει να είναι αυξημένο ακόμα και χωρίς την παρουσία αντίστοιχων ερεθισμάτων. Τις περισσότερες φορές, τα άτομα με ΔΤΜΣ που έρχονται στη θεραπεία, δυσκολεύονται να παρατηρήσουν και να περιγράψουν τις εκδηλώσεις του άγχους στο σώμα. Απαντούν συνήθως με σκέψεις ή χρησιμοποιούν μεταφορικό λόγο.

Συνεπώς, ο πρώτος θεραπευτικός στόχος είναι η ρύθμιση του άγχους μέσα από την παρατήρηση των εκδηλώσεών του στο σώμα και την παράλληλη σύνδεση του με τα αναδυόμενα συναισθήματα που το προκαλούν. Οι συχνότερες ερωτήσεις που γίνονται από την πλευρά του θεραπευτή είναι: «Πόσο παρόν/ουσα είσαι αυτή την στιγμή εδώ μαζί μου;», «Πως καταλαβαίνεις το άγχος σου στο σώμα;», «Λίγο πριν αγχωθείς, παρατήρησες να ήρθε κάποια σκέψη, κάποια εικόνα ή κάποιο συναίσθημα μέσα σου;»

Ο δεύτερος θεραπευτικός στόχος, είναι να βοηθήσουμε το άτομο να καταλάβει την λειτουργία των μηχανισμών προστασίας που ενεργοποιεί ασυνείδητα για να προστατέψει τον εαυτό του από τον έξω κόσμο με συνέπεια όμως να απομονώνεται ολοένα και περισσότερο. Αν πέρα από την τραυματική εμπειρία της ενήλικης ζωής, υπάρχουν επαναλαμβανόμενα τραύματα στην πρώιμη παιδική, το άτομο βασίζεται σε δύο βασικούς μηχανισμούς προστασίας για να μπορέσει να ελέγξει τα συναισθήματά του για όσα του συνέβησαν: την προβολή (projection) και τον διαχωρισμό (splitting).

Μέσω του διαχωρισμού, κρατά σε απόσταση κάποιες πλευρές του εαυτού του (λ.χ. «θύτης-θύμα», «ιδανικός φροντιστής-παραμελημένος/υποτιμημένος φροντιζόμενος») που δημιουργήθηκαν στην σχέση του με πρόσωπα του παρελθόντος και παράλληλα προβάλλει κάποιες από αυτές τις πλευρές στους άλλους βλέποντας τον εαυτό του και εκείνους μόνο μέσα από αυτούς τους πολωμένους αμοιβαίους ρόλους. Για παράδειγμα, αν το άτομο με ΔΜΤΣ προβάλλει τις ασυνείδητες επιθετικές παρορμήσεις του στους άλλους, τότε οι άλλοι γίνονται στο μυαλό του θύτες και έπειτα φοβάται τις πράξεις τους μένοντας στον ρόλο του θύματος και λειτουργώντας μέσα σε ένα αβάσιμο πλαίσιο αδυναμίας σε πολλές καταστάσεις της ζωής του.

Συνεπώς, ο θεραπευτής σε συνεργασία με τον θεραπευόμενο πρέπει να διερευνήσουν όλες αυτές τις πλευρές, να καταλάβουν μαζί πότε και για ποιο λόγο δημιουργήθηκαν στο παρελθόν, πότε ενεργοποιούνται στο παρόν και τι συναισθήματα φέρει μέσα της η κάθε πλευρά με σκοπό να δημιουργηθεί ένας πιο συγκροτημένος εαυτός και να σταματήσει το άτομο να αποφεύγει πρόσωπα και καταστάσεις που εκλύουν υπερβολικό άγχος.

Αφού έχει γίνει αυτή η προπαρασκευαστική δουλειά, ο τρίτος θεραπευτικός στόχος είναι να μπορέσει σταδιακά το άτομο με ΔΜΤΣ να βιώσει κάποια συναισθήματα στην σχέση του με τον θεραπευτή, τα τρέχοντα πρόσωπα της ζωής του και όσους εμπλέκονταν στη τραυματική εμπειρία που είχε στην ενήλικη ζωή. Όσο το άγχος είναι ελεγχόμενο και έχουν απενεργοποιηθεί οι μηχανισμοί της προβολής και του διαχωρισμού, το άτομο με ΔΤΜΣ μπορεί να αφομοιώσει ευκολότερα τόσο σε γνωστικό, όσο και σε συναισθηματικό επίπεδο τις πληροφορίες που σχετίζονται με το τραυματικό συμβάν και έπειτα να κάνει συνδέσεις με την βοήθεια του θεραπευτή με πρόσωπα και καταστάσεις του παρελθόντος που κινητοποιούν μέσα του τα ίδια συναισθήματα.

Συμπέρασμα

Η ΔΜΤΣ είναι μια σοβαρή ψυχιατρική πάθηση που περιπλέκεται σημαντικά όταν υπάρχει παιδικό τραύμα. Τα περισσότερα συμπτώματά της, αν όχι όλα, προκύπτουν από την βίωση υπερβολικού άγχους και την ασυνείδητη ενεργοποίηση διάφορων μηχανισμών προστασίας για να ανακουφιστούμε από αυτό και να αποφύγουμε πρόσωπα ή καταστάσεις που το πυροδοτούν. Η θεραπευτική αντιμετώπιση της ΔΜΤΣ βασίζεται τόσο στη ρύθμιση του άγχους όσο και στην αναγνώριση και τη βίωση των συναισθημάτων που βρίσκονται κάτω από αυτό.

Για πολλά άτομα με ΔΜΤΣ, η πρώτη ασφαλής σχέση για να διερευνηθούν αυτά τα συναισθήματα είναι η σχέση με τον θεραπευτή. Ο θεραπευτής μας αποκαλύπτει τα βάθη που φοβόμασταν και μας στηρίζει όσο τα αντέχουμε. Για να θεραπευτούμε, πρέπει μαζί να αγκαλιάσουμε όσα αισθανόμασταν προηγουμένως ως αφόρητα: την πραγματικότητα και τα συναισθήματά μας γι' αυτήν. Το άγχος δεν βγάζει ποτέ νόημα για εμάς μέχρι να αντιμετωπίσουμε τα γεγονότα που συνέβησαν στην ζωή μας και να τα συνδέσουμε μεταξύ του. Το άγχος είναι ένας τρόπος του σώματος να μας μιλήσει για την προσωπική μας ιστορία και να μας υπενθυμίσει όσα παραμένουν ακόμα ανομολόγητα μέσα μας.


*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*

2. banner diafhmishs mypsychologist koino

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...