Μιρέλλα Κορομπίλια

Βιβλιοπροτάσεις: «Η κυρία που λυπάται»

Βιβλιοπροτάσεις: «Η κυρία που λυπάται»

Μιρέλλα Κορομπίλια

Αφιερωμένο σε όσους ζουν με το βάσανό της μνήμης, οι σκοτεινές στιγμές τους νιώθουν ότι υπερέχουν των φωτεινών και πορεύονται στο δρόμο της συμφιλίωσης με το παρελθόν.


ΥΠΟΘΕΣΗ

Ο Ισίδωρος Ζουγανέλης, ένας σαραντάχρονος ψυχολόγος με τραυματικό παρελθόν, συγγραφέας βιβλίων αυτοβελτίωσης και τηλεοπτική περσόνα. Διατηρεί την εκπομπή Πες το σ’ εμένα και χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια του όταν η σύμβασή του με το ιδιωτικό κανάλι Kronos δεν ανανεώνεται. Η δεύτερη φαινομενική ευκαιρία που θα του προσφερθεί, θα τον οδηγήσει στα παρασκήνια μιας σαγηνευτικής όσο κι επικίνδυνης υπόθεσης και μάλλον στο προσωπικό του χείλος της αβύσσου.

Ο Πέτρος Τατσόπουλος, Στην Κυρία που λυπάται συνδυάζει στοιχεία από το σύγχρονο ψυχολογικό θρίλερ και την αχαλίνωτη μαύρη κωμωδία με τον αισθησιασμό και το μυστήριο ενός παραδοσιακού pulp fiction. Κλείνει το μάτι στις θεωρίες συνωμοσίας και ρίχνει ένα διεισδυτικό όσο και συμπονετικό βλέμμα σ’ έναν κόσμο που αρνείται πεισματικά ν’ αναγνωρίσει το είδωλό του στον καθρέφτη.

Το αφήγημα φαίνεται να καταπιάνεται με τα βαθιά και διαχρονικά προβλήματα και παθογένειες της εποχής μας. Το μυθιστόρημα αποκτά μία κριτική ματιά απέναντι φιλανθρωπία ως πρόσχημα, θέαμα, ξέπλυμα συνειδήσεων και χρήματος, αλλά και ως μέσο κατασκευής της δημόσιας εικόνας. Διανύουμε μία εποχή που παρέχει επιδερμική και λανθασμένη αναπαραγωγή της "θετικής" ψυχολογίας.

Ενός κυρίαρχου επιστημονικού μοντέλου που έχει παραποιηθεί η κατανόηση της ανθρώπινης εμπειρίας δίνοντας μικρή σημασία στο πλαίσιο που δημιουργούνται τα ατομικά και συλλογικά ψυχολογικά φαινόμενα. Περιτριγυρισμένοι λοιπόν όπως γράφει και ο συγγραφέας από βιβλία αυτοβελτίωσης και ειδικούς ψυχικής υγείας οι οποίοι επιτάσσουν την άρνηση του φόβου και της αγωνίας προσφέροντας αφειδώς την ταμπέλα του "ειδικού" πλανεύοντας όλους όσους χρειάζονται μια "συμβουλή" παγιδεύοντας μας εκτός από τα σπίτια μας και μέσα στις σκέψεις μας.

Ένα βιβλίο απομυθοποίησης στην αναζήτηση ενός μαγικού χαπιού για να αντέξουμε το άγχος και την αβεβαιότητα της όποιας πρωτόγνωρης συγκυρίας που ζούμε. Σε εποχές όπως αυτή η φύση της ύπαρξης μας έρχεται αντιμέτωπη με το γεγονός ότι βαθιές πεποιθήσεις μας όπως «να ελέγχουμε…» ή «να προβλέπουμε…» μετατρέπονται σε μύθοι.

Αφιερωμένο ιδιαίτερα σε ανθρώπους που βρίσκονται αποκλεισμένοι σε σπίτια βίας και κακοποίησης είτε συνοδευόμενοι από τα φαντάσματα και τις σκιές του παρελθόντος είτε με τις στερήσεις του παρόντος και τις ανασφάλειες του μέλλοντος.

Τελικά η κρίση που βιώνουμε εξαιτίας του Covid-19 κινδυνεύει να γίνει από μια ευκαιρία αλληλεγγύης, αναστοχασμού και νοηματοδότησης σε μια αφορμή για ακόμη μεγαλύτερα φαινόμενα ναρκισσισμού, κοινωνικής αποστασιοποίησης και ατομικισμού;

Το παρακάτω απόσπασμα είναι γραμμένο από την Μαρία Δ. κατά τη διάρκεια της θεραπευτικής διαδικασίας

KyriaLypatai e

Σκέψεις για το βιβλίο «Η κυρία που λυπάται» του Πέτρου Τατσόπουλου

Ανατρέχω για άλλη μία φορά στις σελίδες του βιβλίου. Σταματώ στις ίδιες φράσεις. Φράσεις που με καθορίζουν και με «στοιχειώνουν». Φράσεις που θα μπορούσα να έχω γράψει και εγώ.

Εκείνο το πρωινό, με το κεφάλι μου έτοιμο να εκραγεί, είχα ανοίξει πάλι το Κουτί της Πανδώρας. Είχα απελευθερώσει τα δαιμόνια που κρατούσα επί είκοσι πέντε χρόνια κλειδαμπαρωμένα. Είχα επιστρέψει στη Μύκονο του περασμένου αιώνα. Στο νησί της παιδικής και της εφηβικής μου ηλικίας. Της νοσταλγίας και της οδύνης μου. (σελ.128)

Τόσοι και τόσοι συγγραφείς και ποιητές μιλούν για την «παιδική ηλικία ως την πατρίδα του καθενός». Αναρωτιέμαι για εμάς που η παιδική και εφηβική μας ηλικία ταυτίζει τη νοσταλγία με την οδύνη. Σε ποια πατρίδα να πιστέψουμε; Σε ποια πατρίδα να ανατρέξουμε;

Ντυνόμαστε κάθε φορά αυτό που οι άλλοι θέλουν από εμάς για να δούμε στα μάτια τους-έστω για μια στιγμή- το θαυμασμό και την αγάπη που ποτέ δεν πήραμε από Εκείνη ή ακόμα και αν πήραμε λίγα ψίχουλα αγάπης, ήταν μεταμφιεσμένα γιατί είμαστε τα παιδιά που έχουν μεγαλώσει σε σπίτια που τα παράθυρα που μανταλώνουν έχουν όλα τα δωμάτια, εκτός από το δικό μας (σελ.129).

Και έτσι μας τρελαίνει εκείνη η μυρωδιά σαν προσδοκία που δεν πρόκειται να εκπληρωθεί (σελ.130) και ψάχνουμε όλη μας τη ζωή σε φίλους, συντρόφους, εραστές, συζύγους, παιδιά να καλύψουμε αυτό το κενό, να ικανοποιήσουμε αυτή την προσδοκία αλλά μάταια… Είναι κάτι που χάθηκε και το μόνο που μας μένει είναι να συμφιλιωθούμε με την χαμένη μας ευκαιρία, διαφορετικά είμαστε καταδικασμένοι σε ένα ατέλειωτο κυνήγι του Ανέφικτου που θα μας αφήνει εξουθενωμένους.

Μαρία Δ.

Αφιερωμένο σε όσους ζουν με το βάσανό της μνήμης, οι σκοτεινές στιγμές τους νιώθουν ότι υπερέχουν των φωτεινών και πορεύονται στο δρόμο της συμφιλίωσης με το παρελθόν. Επιθυμώντας να προχωρήσουμε σε ένα κόσμο με το δικαίωμα να αφεθούμε στις επιθυμίες μας, νιώθοντας λιγότερο απειλούμενοι και συγκατασκευάζοντας ένα αλλιώτικό «μαζί» υπάρξεων.

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...