Άννα Βουλγαροπούλου

Θα ήθελα μία συμβουλή: Τι σημαίνει;

Θα ήθελα μία συμβουλή: Τι σημαίνει;

Άννα Βουλγαροπούλου
σκίτσο με ένα θεραπευόμενο να μιλάει με την θεραπεύτριά του

Θα ήθελα να μου δώσετε μία συμβουλή, είναι ένα αίτημα που ακούς, συχνά, από ανθρώπους που έρχονται για πρώτη φορά σε επαφή με τη θεραπευτική διαδικασία.


Όπως; είναι η συνήθης ερώτηση- απάντηση. Άλλες φορές ο θεραπευόμενος δηλώνει ότι δεν ξέρει, ενώ άλλες εκφράζει αυτό που θα ήθελε να ακούσει. Δίνει, δηλαδή, ο ίδιος τη συμβουλή που ζητάει στον εαυτό του. Με άλλα λόγια, ήδη του επιτρέπεται να ακούσει τη φωνή του, αυτό που θέλει ο ίδιος. Τι σημαίνει, όμως, συμβουλή και γιατί δεν συμβουλεύουμε τους ανθρώπους στη θεραπευτική διαδικασία;

Πρώτα από όλα, συμβουλεύω σημαίνει ξέρω τι είναι κατάλληλο για τον άλλο και του το προτείνω. Αλλά είναι δυνατόν ένας επαγγελματίας ψυχικής υγείας να γνωρίζει τι είναι επιθυμητό για τον άλλο; Όχι, βέβαια. Ταυτόχρονα, όταν συμβουλεύω, αναλαμβάνω την ευθύνη του άλλου. Παίρνω τη θέση του γονέα- ενήλικου που γνωρίζει και υποδεικνύει.

Κατά συνέπεια, αφήνω τον άλλο σε μία παιδική θέση, όπου περιμένει την έτοιμη πληροφορία, σύμφωνα με την οποία να κινηθεί στη ζωή του.

Πως, όμως, οργανώνεται αυτή η αλληλεπίδραση; Μια προσεχτική διερεύνηση μπορεί να αποκαλύψει αντίστοιχα σχήματα και δυναμικές στις οικογενειακές σχέσεις του θεραπευόμενου. Συχνά, εντοπίζουμε μία γονεϊκή φιγούρα που κατέχει κεντρική θέση στην επικοινωνία, λεκτική και συναισθηματική, μέσα στο οικογενειακό σύστημα. Οι πληροφορίες και τα συναισθήματα διέρχονται μέσω εκείνου. Ως κεντρικός πρωταγωνιστής, λαμβάνει, μεταφράζει και διοχετεύει πληροφορίες και εντολές που οι υπόλοιποι καλούνται να εκτελέσουν ή να φέρουν σε πέρας. Μοιάζει με ένα γαϊτανάκι, όπου ο πρωταγωνιστής κρατά για τον εαυτό του την κεντρική θέση, ενώ τα υπόλοιπα μέλη του συστήματος κινούνται ολόγυρα του. Συνήθως, δεν υπάρχει άμεση διαπροσωπική επικοινωνία ανάμεσα στα περιφερειακά μέλη, παρά μόνο μέσω του κεντρικού συντελεστή, δηλαδή μέσω τριγώνων.

Στόχος της θεραπευτικής διαδικασίας, κάθε φορά, είναι να κάνει μία διόρθωση. Να σπάσει ένα δυσλειτουργικό μοτίβο που δυσχεραίνει τη ζωή μας. Να διευκολύνει τις σχέσεις. Να κάνει άμεση την επικοινωνία. Να συνδράμει στην ενηλικίωση του θεραπευόμενου, που μπορεί σε ένα ψυχικό ή συναισθηματικό κομμάτι να έχει καθηλωθεί σε ένα παιδικό στάδιο. Και αυτό να συνυπάρχει, ταυτόχρονα, με μία καταξιωμένη επαγγελματική πορεία.

Μέσα από την ψυχοθεραπευτική διαδικασία μπορεί κανείς να αναδείξει τους λόγους που οδηγούν στην αναζήτηση συμβουλών, ή αλλιώς στη γνώμη του άλλου. Να φωτίσει το φόβο της ανάληψης της ευθύνης της επιθυμίας και των αποφάσεων μας. Να σπάσει τα δυσλειτουργικά μοτίβα που μας δυσκολεύουν και να τα αντικαταστήσει με πιο λειτουργικά που μας ταιριάζουν. Με τον ψυχοθεραπευτή στη θέση του συνοδού και συνοδοιπόρου στην πορεία να βρούμε τη δική μας φωνή και όχι στη θέση του συμβούλου.


Βιβλιογραφία

  • Freud, S. (1917). Εισαγωγή στην ψυχανάλυση. Αθήνα : Επίκουρος
  • Παπαδιώτη- Αθανασίου, Β. (2006). Οικογένεια και όρια. Συστημική Προσέγγιση. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...