PsychologyNow Team

Εμπιστοσύνη: το συναίσθημα που συγκρατεί και προάγει τις ανθρώπινες σχέσεις

Εμπιστοσύνη: το συναίσθημα που συγκρατεί και προάγει τις ανθρώπινες σχέσεις

PsychologyNow Team
δύο γυναίκες αγκαλιάζονται με εμπιστοσύνη
Image credit: Hannah Busing / unsplash.com

Και είναι αντίδοτο στην αρνητική εσωτερική φωνή.


Γίνεται όλο και πιο δύσκολο να παραμείνουμε ευάλωτοι, καλόπιστοι και ανοιχτοί στη ζωή σε αυτή την εποχή της αβεβαιότητας, της παγκόσμιας αναταραχής, των διαζυγίων και της διαταραγμένης οικογενειακής ζωής. Ευτυχώς, πολλοί από εμάς έχουμε φίλους και μέλη της οικογένειας στους οποίους μπορούμε να βασιστούμε, ή μια/έναν σύντροφο που μπορούμε να στραφούμε ως ασφαλές καταφύγιο και να σταματήσουμε να είμαστε σε επιφυλακή, να χαλαρώσουμε και να είμαστε ο εαυτός μας. Αλλά μερικές φορές ακόμη και εδώ τα πράγματα μπορεί να αγριέψουν.

Όταν τα καθημερινά άγχη εισβάλλουν στον προστατευμένο χώρο μας ή ένα αναπάντεχο πρόβλημα στη σχέση διαταράσσει την ηρεμία μας, μπορεί να αρχίσουμε να αισθανόμαστε ανασφάλεια και να αμφισβητούμε τον εαυτό μας.

Επίσης μπορεί να αρχίσουμε να αμφιβάλλουμε για την αγάπη του συντρόφου μας, την αφοσίωση και την αξιοπιστία. Χωρίς να το συνειδητοποιούμε μπορεί να αντιδρούμε σε αυτές τις αμφιβολίες με την απομάκρυνσή μας από τους αγαπημένους μας με αδιόρατους τρόπους.

Γιατί η εμπιστοσύνη στηρίζεται σε τόσο ασταθείς βάσεις; Από την άλλη, δεν θα ήταν παρακινδυνευμένο να είμαστε πολύ αφελείς και καλόπιστοι;

Τι είδους θέματα εμπιστοσύνης αντιμετωπίζουν τα ζευγάρια σήμερα που ήταν κυριολεκτικά ανύπαρκτα μόνο μια δεκαετία πριν;

Πώς μπορούμε καλύτερα να διαχειριστούμε γεγονότα ή καταστάσεις που απειλούν να διαβρώσουν την εμπιστοσύνη και τη σιγουριά;

Τι είναι η εμπιστοσύνη;

Η εμπιστοσύνη ορίζεται ως «μια σταθερή πίστη στην αξιοπιστία, την αλήθεια, την ικανότητα, ή δύναμη κάποιου ανθρώπου ή κάποιου αντικειμένου». Για παράδειγμα, εμπιστευόμαστε τους ανθρώπους που είναι καλοπροαίρετοι μαζί μας, που έχουν ακεραιότητα και των οποίων οι πράξεις ανταποκρίνονται στα λόγια τους.

Εμπιστευόμαστε κάποιον που μπορούμε να βασιστούμε ότι θα κάνει με συνέπεια το «σωστό». Σε μια στενή σχέση, εμπιστευόμαστε την/τον σύντροφό μας αν είναι προβλέψιμος, αξιόπιστος και ειλικρινής. Η εμπιστοσύνη μπορεί επίσης να οριστεί ως ρήμα: ως πράξεις που βασίζονται στην εμπιστοσύνη στον εαυτό μας. Σε επίπεδο δράσης, η εμπιστοσύνη περιλαμβάνει να μπορούμε να «κάνουμε κάτι χωρίς φόβο ή αμφιβολία».

Αυξάνονται τα προβλήματα εμπιστοσύνης;

Μερικοί ψυχολόγοι ανέφεραν πρόσφατα ότι τα προηγούμενα 10 χρόνια υπήρξε πρωτοφανής αύξηση στα προβλήματα εμπιστοσύνης μεταξύ των ζευγαριών που αποζητούσαν συμβουλευτική. Σύμφωνα με τον Τζο Μπαβονέζε από το Ινστιτούτο Σχέσεων στο Royal Oak του Μίτσιγκαν, μέρος αυτής της αύξησης οφείλεται στις πρόσφατες τεχνολογικές εξελίξεις που το κάνουν ευκολότερο για τους συντρόφους να απατούν, για παράδειγμα, να κρύβουν γραπτά μηνύματα, λίστες κλήσεων κινητού, μηνύματα και email φίλων στο Facebook.

Σήμερα, εκατοντάδες μπλογκ, άρθρα και στήλες συμβουλών προσφέρουν προτάσεις σχεδιασμένες να βοηθήσουν τα ζευγάρια να επιλύσουν προβλήματα εμπιστοσύνης που τους ταλαιπωρούν. Υπάρχουν πολλά ερωτηματολόγια που μετράνε την εμπιστοσύνη στα πλαίσια της σχέσης (εμπιστοσύνη σε έναν σύντροφο) καθώς και συνολική εμπιστοσύνη (εμπιστοσύνη στην ανθρώπινη φύση). Ξεκάθαρα, η εμπιστοσύνη έχει μεγάλη σημασία για πολλούς ανθρώπους, ιδιαίτερα για εκείνους από εμάς που αγωνίζονται για μια σχέση αγάπης που μας γεμίζει.

Πώς αναπτύσσουμε αρχικά την εμπιστοσύνη;

Το πώς μαθαίνουν τα παιδιά να εμπιστεύονται, ήταν μια θεμελιώδης ερώτηση που ερευνήθηκε από πολλούς διακεκριμένους αναπτυξιακούς ψυχολόγους του 20ου αιώνα και κυρίως από τους Έρικ Έρικσον, Τζον Μπόουλμπυ και Ντ.Γ.Γουίνικοτ. Ο καθένας από αυτούς έγραψε εκτενώς σχετικά με την εμπιστοσύνη και τον καίριο ρόλο που παίζει στην ανάπτυξη και την εξέλιξη των παιδιών.

Ο Έρικσον πρότεινε ότι τα παιδιά αναπτύσσουν τη βασική εμπιστοσύνη όταν έχουν επιλύσει επιτυχώς την πρώτη ψυχοκοινωνική κρίση (ή ευκαιρία) στη ζωή, τη σύγκρουση μεταξύ εμπιστοσύνης και δυσπιστίας. Ένα μωρό που μεγαλώνει με ενήλικες που ανταποκρίνονται με συνέπεια στις ανάγκες του αναπτύσσει εμπιστοσύνη μέχρι το τέλος του πρώτου έτους. Ο Έρικσον υποστήριξε ότι ο κρίσιμος παράγοντας σε αυτό το στάδιο της ανάπτυξης ήταν η αναλογία εμπιστοσύνης προς δυσπιστία.

Υψηλότερα επίπεδα εμπιστοσύνης σε παιδιά σχετίζονται στενά με ασφαλή μοτίβα σύνδεσης. Τα νήπια που εμπιστεύονται το περιβάλλον τους είναι σε γενικές γραμμές εκείνα που επίσης έχουν σχηματίσει μια ασφαλή σύνδεση με τους γονείς ή τους φροντιστές τους.

Για την ακρίβεια, ο θεωρητικός της σύνδεσης Τζον Μπόουλμπυ συμπέρανε ότι η βασική εμπιστοσύνη, σύμφωνα με τον ορισμό του Έρικσον, είναι απολύτως απαραίτητη για την υγιή ψυχολογική ανάπτυξη του ατόμου κατά τη διάρκεια της ζωής του.

Περιέγραψε τα ασφαλή και ανασφαλή μοτίβα σύνδεσης που προσδιορίσθηκαν από τη Μέρυ Ένσγουόρθ σε νήπια ενός έτους ως ισχυρούς δείκτες του επιπέδου εμπιστοσύνης τους. Σύμφωνα με τον Μπόουλμπυ, «Η διάσταση της ασφάλειας-ανασφάλειας… μοιάζει να αναφέρεται ξεκάθαρα στο ίδιο χαρακτηριστικό της παιδικής ηλικίας που ο Έρικσον αναφέρεται ως [βασική εμπιστοσύνη]. Ως τέτοιο αξιολογεί μια πλευρά της προσωπικότητας που σχετίζεται άμεσα με την ψυχική υγεία».

Ο ψυχαναλυτής/παιδίατρος Ντ. Γ. Γουίνικοτ πίστευε ότι η «προβλεψιμότητα» από την πλευρά των γονιών ήταν κρίσιμη για το χτίσιμο εμπιστοσύνης του μωρού τους. Στο βιβλίο του, Talking to Parents, έγραψε, «Οι γονείς και ειδικά η μητέρα στην αρχή, παιδεύονται πολύ για να προστατέψουν το παιδί από αυτό που είναι απρόβλεπτο.» Σύμφωνα με τον Ρόμπερτ Φάιρστοουν, τέτοιοι γονείς είναι επίσης «χαρακτηριστικά ζεστοί, τρυφεροί και ευαίσθητοι στο τάισμα και στη φροντίδα του παιδιού τους και τους προσφέρουν έλεγχο, κατεύθυνση και καθοδήγηση.»

Εμπειρίες της παιδικής ηλικίας που συμβάλλουν σε προβλήματα εμπιστοσύνης

Υπάρχουν πολλές απεχθείς εμπειρίες της παιδικής ηλικίας που συμβάλλουν στην έλλειψη εμπιστοσύνης των παιδιών και έλλειψη αυτοπεποίθησης. Για παράδειγμα, οι ασυνεπείς αντιδράσεις των γονιών ή η αποτυχία τους να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους δημιουργούν ανασφάλεια και δυσπιστία στα παιδιά τους.

Οι τρομακτικές εκρήξεις οργής ενός γονέα μπορούν να κομματιάσουν την εμπιστοσύνη ενός παιδιού σε έναν προβλέψιμο κόσμο. Η προδοσία της εμπιστοσύνης που συμβαίνει με την παιδική σεξουαλική κακοποίηση καθώς και με περιστατικά βαριάς σωματικής κακοποίησης μακροπρόθεσμα, μπορούν να προκαλέσουν διασχιστικές καταστάσεις σε νεαρά θύματα.

Αυτά τα γεγονότα μπορούν επίσης να θέσουν τις προσδοκίες για μελλοντικές προδοσίες ή να οδηγήσουν σε συγκεκριμένα τυφλά σημεία στην ικανότητα ενός ατόμου να κρίνει με ακρίβεια την αξιοπιστία των άλλων.

Οι ανέντιμοι τρόποι που πολλοί γονείς επικοινωνούν μεταξύ τους και με το παιδί τους επίσης καταστρέφουν την εμπιστοσύνη του παιδιού. Οι γονείς που χαρακτηρίζονται από έλλειψη ακεραιότητας τείνουν να είναι διπρόσωποι στις επικοινωνίες τους, δηλαδή, οι πράξεις τους δεν αντιστοιχούν με τα λόγια τους. Τα διπλά μηνύματα μπερδεύουν τα παιδιά και είναι ολέθρια για την αίσθηση τους για την πραγματικότητα.

Ο Γκρέγκορυ Μπέιτσον εστίασε σε αυτή τη σημαντική δυναμική, το «δίλημμα» στο βιβλίο του Steps Toward an Ecology of Mind. Βασισμένος σε κλινικές έρευνες, συμπέρανε ότι τα παιδιά μαθαίνουν να μην εμπιστεύονται την αντίληψή τους στις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις όταν έχουν σαστίσει και μπερδευτεί από τα διπλά μηνύματα που βίωσαν στην οικογένειά τους.

Αυτά τα επώδυνα γεγονότα στην παιδική ηλικία αφήνουν αθέατες πληγές και έχουν βαθύ αντίκτυπο επάνω μας σε όλη τη ζωή. Σε μια προσπάθεια να προστατεύσουμε τους εαυτούς μας, χτίζουμε ένα σύστημα αμυνών ενάντια στον πόνο μας, στη σύγχυσή μας και στην απογοήτευση. Κάποιοι από εμάς ορκίζονται να μην εμπιστευτούν κανέναν ποτέ ξανά, άλλοι βρίσκονται σε συνεχή επαγρύπνηση και αισθάνονται αποφασισμένοι να μην γίνουν ξανά «κορόιδα».

Αν πληγωθήκαμε από την ανειλικρίνεια των γονιών μας, μπορεί να βλέπουμε τους άλλους ανθρώπους από μια στρεβλή σκοπιά και αναπτύσσουμε σκληρές και κυνικές στάσεις απέναντί τους. Αυτές οι αυτοπροστατευτικές άμυνες μας βοηθούν να διατηρήσουμε μια ψευδαίσθηση ότι είμαστε δυνατοί και δεν είμαστε ευάλωτοι, όμως αυτές οι ίδιες άμυνες περιορίζουν την ικανότητά μας να εμπιστευόμαστε τους άλλους και την εύρεση ικανοποίησης σε μια στενή σχέση.

Προβλήματα εμπιστοσύνης στις σχέσεις

Σε μια στενή σχέση η εμπιστοσύνη είναι πάρα πολύ σημαντική. Οι ψυχολόγοι τονίζουν ότι οι στενές σχέσεις εξαρτώνται από την εντιμότητα και την ειλικρίνεια. Χτίζονται και διατηρούνται μέσω της πίστης ότι μπορούμε να πιστέψουμε αυτά που μας λένε.

Για την ακρίβεια, η εμπιστοσύνη μπορεί να θεωρηθεί ως η κόλλα που συγκρατεί μια σχέση επειδή διευκολύνει μια θετική συναισθηματική σύνδεση μεταξύ συντρόφων με βάση την τρυφερότητα, την αγάπη και την αφοσίωση. Η αμοιβαία εμπιστοσύνη στα ευτυχισμένα ζευγάρια ενισχύεται από την παρουσία της οξυτοκίνης, ένα νευροπεπτίδιο στον εγκέφαλο που διευκολύνει τη σύνδεση μεταξύ του νεογέννητου και της μητέρας του. Οι τρυφερές, γεμάτες αγάπη και σεξουαλικές συνδιαλλαγές μεταξύ συντρόφων επίσης απελευθερώνουν οξυτοκίνη, η οποία σύμφωνα με κάποιους επιστήμονες, «καθιστά τους ανθρώπους καλόπιστους, όχι εύπιστους».

Αντιθέτως, η δυσπιστία μπορεί να διαταράξει ακόμη και την πιο στοργική σχέση. Υπάρχουν πολλές καταστάσεις που προκύπτουν κατά τη διάρκεια μιας σχέσης που μπορούν να παράγουν συμπεριφορές δυσπιστίας και υποψίας στον έναν ή και στους δύο συντρόφους. Οι περισσότεροι άνθρωποι ανταποκρίνονται στην εξαπάτηση ή στο ψέμα από έναν σύντροφο με πολύ παρόμοιο τρόπο με αυτόν που αντιδρούσαν στα ψέματα των γονιών τους, την ανειλικρίνεια και τα μπερδεμένα μηνύματα.


Διαβάστε σχετικά: Δημιουργείς εμπιστοσύνη όταν οι πράξεις σου συμβαδίζουν με τα λόγια σου


Ανάμικτα μηνύματα και προβλήματα εμπιστοσύνης

Τα ανάμικτα μηνύματα δημιουργούν μια ατμόσφαιρα σύγχυσης και αποξένωσης στα ζευγάρια καταστρέφοντας τα συναισθήματα της αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Κάποιοι άνθρωποι αρχίζουν να αμφιβάλλουν ή να δυσπιστούν στον/στην σύντροφό τους σχεδόν αμέσως όταν δεσμεύονται επειδή, βαθιά μέσα τους φοβούνται την οικειότητα και το πλησίασμα.

Για παράδειγμα, μια νέα γυναίκα σκεφτόταν ότι ο νέος σύντροφός της περνούσε λιγότερο χρόνο μαζί της σε σχέση με πριν. Όταν το ανέφερε, αυτός επέμενε ότι την αγαπούσε όπως πάντα. Όμως, τα λόγια του δεν κατάφεραν να την καθησυχάσουν επειδή οι πράξεις του δεν συμφωνούσαν με τις φαινομενικά υποστηρικτικές δηλώσεις του.

Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι σημαντικό να δίνουμε περισσότερη βαρύτητα στις πράξεις της/του συντρόφου μας παρά να βασιζόμαστε μόνο σε αυτά που λένε.

Εξαπάτηση, απιστία, αυτοκαταστροφική συμπεριφορά και προβλήματα εμπιστοσύνης

Οι αντιδράσεις των ανθρώπων στην ανεντιμότητα και το ψέμα βασίζονται κυρίως στις προηγούμενες εμπειρίες τους με γονείς που μπορεί να πρόδωσαν την εμπιστοσύνη τους. Οι συνέπειες μιας εξωσυζυγικής σχέσης, φανερώνει ότι τα άτομα που δεν ανέπτυξαν τη βασική εμπιστοσύνη κατά την παιδική ηλικία είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στην εξαπάτηση από έναν αγαπημένο. Η απιστία επαναφέρει όλες εκείνες τις παιδικές πληγές για ένα πρόσωπο που του είπαν ψέματα.

Η εξαπάτηση ή η προδοσία της εμπιστοσύνης μπορούν να έχουν πιο καταστροφικό αντίκτυπο στη σχέση παρά η σχέση αυτή καθαυτή. Τα ψέματα και η απάτη συντρίβουν την πραγματικότητα των άλλων, διαβρώνοντας την πεποίθηση στην ακρίβεια της αντίληψής τους και την υποκειμενική εμπειρία. Η προδοσία της εμπιστοσύνης που προκύπτει από την κρυφή σχέση ενός συντρόφου με κάποιο άλλο άτομο οδηγεί σε μια σοκαριστική και επώδυνη διαπίστωση από την πλευρά του απατημένου μέρους ότι το άτομο με το οποίο σχετίζεται έχει μια κρυφή ζωή και ότι υπάρχει μια πλευρά του/της συντρόφου για την οποία δεν είχε γνώση.

Η εμπιστοσύνη μπορεί επίσης να καταστραφεί λόγω της αδιαφορίας ενός συντρόφου, της επίκρισης, της περιφρόνησης και των απορριπτικών συμπεριφορών, φανερών και κρυμμένων. Η απόκρυψη ή εξαπάτηση ενός συντρόφου σχετικά με την κατάχρηση αλκοόλ ή ναρκωτικών μπορεί να καταστρέψει την εμπιστοσύνη.

Η εξαπάτηση και τα ψέματα σχετικά με τα χρήματα, τα οικογενειακά οικονομικά ή άλλα κρυφά σχέδια μπορούν να εξαφανίσουν την εμπιστοσύνη και την πίστη των ανθρώπων στην αξιοπιστία της/του συντρόφου.

Πώς η εσωτερική κριτική φωνή ενισχύει θέματα εμπιστοσύνης σε μια σχέση

Η δυσπιστία, οι αμφιβολίες και οι υποψίες επηρεάζονται πάρα πολύ από την κριτική εσωτερική φωνή. Αυτή η καταστροφική διαδικασία σκέψης είναι μέρος του αμυντικού συστήματος που χτίσαμε ως παιδιά και αποτελείται από έναν εσωτερικό διάλογο που ανταγωνίζεται τα συμφέροντά μας και είναι κυνικός απέναντι στους άλλους ανθρώπους. Η κριτική εσωτερική φωνή είναι ο ένοχος που πυροδοτεί τα προβλήματα εμπιστοσύνης στις στενότερες σχέσεις των ανθρώπων.

Ο τρόπος που η φωνή συχνά λειτουργεί στις αρχικές φάσεις μιας σχέσης είναι ο εξής: Αν αμφισβητούμε τον εαυτό μας, βλέπουμε τον εαυτό μας ως ανεπαρκή ή αισθανόμαστε κυνισμό προς τους άλλους ανθρώπους, είναι λιγότερο πιθανό να αναζητήσουμε αγάπη και ικανοποίηση σε μια σχέση.

Όταν βρούμε κάποιον που μας αναγνωρίζει αυθεντικά και μας αγαπάει, μπορεί να αρχίσουμε να αισθανόμαστε άγχος επειδή η θετική του άποψη για εμάς συγκρούεται με την αρνητική αυτοεικόνα μας. Σε αυτό το σημείο, η δυσπιστία και η αυτοαμφισβήτηση μπορούν να κυριεύσουν τη λογική σκέψη μας. Η κριτική εσωτερική φωνή δυναμώνει λέγοντάς μας ότι δεν αξίζουμε αγάπη. Ή μπορεί να εστιάζει και να μεγαλοποιεί τα ελαττώματα του ανθρώπου που μας αγαπά και αρχίζουμε να γινόμαστε ιδιότροποι και επικριτικοί.

Τα στερεότυπα των φύλων και οι σεξιστικές συμπεριφορές αντιπροσωπεύουν μια επέκταση της κριτικής εσωτερικής φωνής σε ένα πολιτιστικό πλαίσιο. Εστιάζουν σε συγκεκριμένα αρνητικά γνωρίσματα που θεωρούνται «χαρακτηριστικά» των αντρών ή γυναικών και προωθούν έντονη δυσπιστία και κυνισμό μεταξύ των φύλων. Οι διαστρεβλωμένες απόψεις όπως «Οι άντρες είναι τόσο αναίσθητοι. Δεν ενδιαφέρονται για συναισθήματα, ή για τις γυναίκες ή τα παιδιά» και «Οι γυναίκες είναι τόσο παιδαριώδεις και υπερ-συναισθηματικές, δεν καταλαβαίνουν τα πρακτικά ζητήματα» είναι παραδείγματα αυτού του είδους σκέψης.

Ειρωνικά, κάποιες από τις εσωτερικές φωνές μπορεί να μας ακούγονται ως φιλικές και προστατευτικές. Αυτές οι φωνές μας προειδοποιούν για τους κινδύνους να είμαστε ευάλωτοι, ανοιχτοί, ή καλόπιστοι, μερικές φορές όταν έχουμε μόλις ξεκινήσει μια καινούρια σχέση, «Μην ενθουσιάζεσαι πολύ μαζί του/της, Μην δένεσαι πολύ, απλά θα πληγωθείς ή θα απορριφθείς.»

Πολλοί άνθρωποι βιώνουν την κριτική εσωτερική φωνή ως ένα είδος εσωτερικού «προπονητή» που προσφέρει κακές συμβουλές για τον τρόπο χειρισμού μιας σχέσης. «Να θυμάσαι, πρέπει να βάλεις το δυνατό σου πόδι μπροστά. Ένα λάθος βήμα και θα καταλήξεις μόνος/μόνη.» Η φωνή μπορεί να αμφισβητεί τη δέσμευση ή την αγάπη του συντρόφου μας, «Γιατί δεν είναι πιο τρυφερός/ή;» «Γιατί είναι πάντα με τους φίλους της/του;» «Μάλλον δεν νοιάζεται πραγματικά για σένα.» Άλλες καταστροφικές σχέσεις ενισχύουν τις όποιες αμφιβολίες μπορεί να έχουμε ήδη για τον εαυτό μας, «Δεν είναι παράξενο που σε έστησε. Είχε δεύτερες σκέψεις.» «Μόλις σε γνωρίσει θα ανακαλύψει ποια/ποιος είσαι πραγματικά.»

Κάποιες από τις πιο μοχθηρές φωνές είναι εκείνες που μας βομβαρδίζουν με σκέψεις που προκαλούν άγχος προβλέποντας την απόρριψη και την απώλεια, ιδιαίτερα σε καταστάσεις που υπάρχει μια πιθανή/ός αντίζηλος, για παράδειγμα, «Καλύτερα να προσέχεις! Θα τον/την χάσεις. Τι κάνει! Πού πάει; Καλά θα κάνεις να μάθεις. Τι θα γίνει αν γνωρίσει κάποιον/α άλλον/η στη δουλειά, σε εκείνο το πάρτυ; Δεν μπορείς να ανταγωνιστείς αυτόν/αυτήν. Δεν θα μπορέσεις να το αντέξεις! Δεν θα μπορέσεις ποτέ να γνωρίσεις κανέναν/καμία άλλον/η. Η ζωή σου θα τελειώσει.»

Χτίζοντας ξανά την εμπιστοσύνη

Για να ξαναχτίσουν την εμπιστοσύνη μετά την προδοσία, οι σύντροφοι χρειάζεται να εντοπίσουν την κριτική εσωτερική φωνή που συνεχίζει να πυροδοτεί τη δυσπιστία και να τους κρατάει κολλημένους στο παρελθόν. Αν η απιστία προκάλεσε ρήξη της εμπιστοσύνης, χρειάζεται να κάνουν μια εκτεταμένη συζήτηση για αυτά που θέλει ο καθένας και αν θα αφοσιωθούν εκ νέου στη σχέση ή θα ακολουθήσουν ξεχωριστούς δρόμους. Η εμπιστοσύνη δεν μπορεί να κερδηθεί με όρκους πίστης… Το αντίδοτο (στη μυστικότητα, εξαπάτηση και άλλοθι μιας κρυφής σχέσης)… είναι η διαφάνεια, η ανάληψη ευθυνών και η ειλικρίνεια.

Η συμπόνια για το άλλο άτομο είναι αυτό που κάνει τη συγχώρεση εφικτή… Και οι δύο σύντροφοι πρέπει να ζητήσουν και να δώσουν συγχώρεση για το ρόλο που έπαιξαν στα συζυγικά προβλήματα που προηγήθηκαν της απιστίας ή για συμπεριφορές που πλήγωσαν που ακολούθησαν την αποκάλυψη της προδοσίας.

Τέσσερις γενικές αρχές για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης σε μια στενή σχέση:

  • Ειλικρίνεια και Ακεραιότητα: Προσπαθήστε να είστε περισσότερο έντιμοι και διαφανείς σε όλες τις προσωπικές σας αλληλεπιδράσεις. Αυτό απαιτεί να μπεις στη διαδικασία να γνωρίσεις πραγματικά τον εαυτό σου και ίσως να αντιμετωπίσεις πλευρές της προσωπικότητάς σου που μπορεί να είναι δυσάρεστες.

Όμως, αυτή η αυξημένη αυτογνωσία θα σε βοηθήσει να αναπτύξεις σταδιακά περισσότερη εμπιστοσύνη στον εαυτό σου και στις σκέψεις σου, τα συναισθήματά σου και τις αξίες σου. Όταν ζεις με ακεραιότητα, σύμφωνα με τις αξίες και τις αρχές σου, γίνεσαι ένας άνθρωπος που αξίζει να τον εμπιστευτούν.

  • Μη αμυντική στάση: μάθε να είσαι λιγότερο αμυντικός όταν επικοινωνείς με τον/την σύντροφό σου. Η έλλειψη αμυντικότητας σημαίνει ότι έχεις μια ρεαλιστική άποψη του εαυτού σου και του συντρόφου σου και είσαι ανοιχτός να λάβεις ανατροφοδότηση.

Ψάξε για την αλήθεια σε όποια ανατροφοδότηση ή κριτική λάβεις από τον/την σύντροφό σου. Μπορεί να ανακαλύψεις ότι είσαι υπερβολικά ευαίσθητος στην κριτική σχετικά με συγκεκριμένα θέματα, αλλά είσαι ανοιχτός να συζητήσεις άλλα θέματα. Σε μια μακροχρόνια σχέση, οι σύντροφοι μαθαίνουν γρήγορα ποια θέματα είναι «ταμπού» και σταματούν να τα φέρνουν στις συζητήσεις. Όμως, αυτό είναι ακριβώς το είδος της λογοκρισίας που οδηγεί στη δυσπιστία και στην ένταση σε μια σχέση.

  • Κατανόηση: Αποδεχτείτε και εκτιμήστε τις διαφορές μεταξύ σας των διαφορών αντί να επιτρέψετε σε αυτές να εκφυλιστούν σε διαφωνίες που προωθούν τη δυσπιστία. Η ώριμη αγάπη περιλαμβάνει την εκτίμηση και το σεβασμό για τη μοναδικότητα του άλλου ανθρώπου. Αυτό σημαίνει να βλέπεις τον/την σύντροφό σου ως ένα ξεχωριστό άτομο με τις δικές του/της γνώμες και απόψεις.
  • Άμεση επικοινωνία: Απόκτησε μεγαλύτερη αντίληψη των αποκλίσεων μεταξύ των λέξεων και των πράξεων. Αυτό το είδος της αυτεπίγνωσης βοηθάει τους συντρόφους να αναπτύξουν αυξημένη εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλον. Προκειμένου να ενισχύσουν αυτή την αμοιβαία εμπιστοσύνη, οι σύντροφοι επίσης χρειάζεται να μάθουν πώς να επικοινωνούν τις επιθυμίες τους πιο άμεσα. Όταν οι άνθρωποι είναι ξεκάθαροι όταν ζητάνε αυτό που θέλουν σε μια στενή σχέση, αισθάνονται πιο ευάλωτοι και ανοιχτοί να αγαπήσουν και να αγαπηθούν.

Στην εξερεύνηση των διαφορετικών εννοιών της εμπιστοσύνης, είναι σημαντικό να διακρίνουμε μεταξύ της εμπιστοσύνης χωρίς όρους (αφέλεια) και στην εμπιστοσύνη με όρους που βασίζεται στην υγιή κρίση και προηγούμενη εμπειρία. Αξίζει, επίσης να διακρίνουμε μεταξύ του υγιούς σκεπτικισμού, που είναι ώριμη στάση και του κυνισμού, που είναι ανώριμος και δυσλειτουργικός.

Όταν η κριτική εσωτερική φωνή υπερέχει στο σκεπτικό μας, τείνουμε να γίνουμε κυνικοί και περιφρονητικοί προς τους άλλους ανθρώπους. Αυτές οι αρνητικές συμπεριφορές διαβρώνουν το ανθρώπινο πνεύμα και πληγώνουν και εμάς και τους αγαπημένους μας. Η στάση του υγιούς σκεπτικισμού είναι ένα μέρος του αληθινού εαυτού, ενώ ο κυνισμός ανήκει στον αντι-εαυτό, εκείνο το μέρος της προσωπικότητας που καταστρέφει την αυτοεκτίμησή μας και παρεμβαίνει στις σχέσεις μας.

Συμπερασματικά, η εμπιστοσύνη έχει πολύ μεγάλη σημασία, βοηθάει στη διατήρηση της αγάπης, της τρυφερότητας και της φροντίδας που αισθάνονται οι σύντροφοι μεταξύ τους κατά τη διάρκεια των αρχικών φάσεων της σχέσης τους. Αυτά τα συναισθήματα της αμοιβαίας εμπιστοσύνης συνεχίζουν να τους συντηρούν μέσα στα αναπόφευκτα σκαμπανεβάσματα, τα πάνω και τα κάτω σε κάθε σχέση, που θα συναντήσουν στα χρόνια που θα ακολουθήσουν.


EFH MES 3N
Απόδοση: Έφη Μεσιτίδου

Επιμέλεια: PsychologyNow.gr
Πηγή

 

*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*

2. banner diafhmishs mypsychologist koino

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...