PsychologyNow Team

H ανάπτυξη και η θεραπεία της αντικοινωνικής συμπεριφοράς

H ανάπτυξη και η θεραπεία της αντικοινωνικής συμπεριφοράς

PsychologyNow Team
antisocial behaviour

Ένας ψυχολόγος από το Πανεπιστήμιο του Michigan, χρησιμοποιώντας τα υψηλής τεχνολογίας εργαλεία ενός καινούριου επιστημονικού πεδίου που ονομάζεται νευρογενετική και μερικές απλές ερωτήσεις για γονείς, ξεκίνησε να μελετά ποια αγόρια μπορούν να συμπεριφέρονται σαν απλά παιδιά και ποια μπορεί να κατευθύνονται προς αντικοινωνικές συμπεριφορές.


Ο ψυχολόγος Lucas Hyde, ο οποίος μελετά την ανάπτυξη και την αντιμετώπιση της αντικοινωνικής συμπεριφοράς υποστηρίζει ότι όταν τα παιδιά από μικρά λένε ψέματα ή κλέβουν, οι γονείς πιθανόν  να αναρωτιούνται αν μεγαλώνοντας το πρόβλημα μπορεί να ενταθεί και να εξελιχθεί. Ο Hyde, επίκουρος καθηγητής ψυχολογίας και συνεργάτης του Ινστιτούτου Κοινωνικών ερευνών (ISR) στις ΗΠΑ, εξηγεί πως τα γονίδια, η εμπειρία και ο εγκέφαλος, συνεργάζονται για να αυξήσουν ή να μειώσουν τους κινδύνους των φυσιολογικών "παραβατικών" συμπεριφορών της παιδικής ηλικίας στο να εξελιχθούν σε διαταραχές αντικοινωνικής συμπεριφοράς κατά την εφηβεία και την πρώιμη ενήλικη ζωή.

Συνεχίζοντας, υποστηρίζει ότι ο επιπολασμός αυτής της διαταραχής κυμαίνεται περίπου στο 10%, με ιδιαίτερη αύξηση να παρατηρείται στο αντρικό γένος καθώς και στα χαμηλά κοινωνικοοικονομικά στρώματα. "Το συνολικό κόστος για την κοινωνία είναι τεράστιο, δεδομένου ότι αυτές οι συμπεριφορές είναι συχνά χρόνιες και με διάρκεια στην ενήλικη ζωή", υποστηρίζει ο Hyde.

Με συνάδελφούς από το πανεπιστήμιο του Michigan, του Duke και του Pittsburgh, καθώς και από άλλα ιδρύματα, ο Hyde εξερεύνησε το ρόλο των περιβαλλοντικών και βιολογικών συνθηκών σχετικά με τον τρόπο που αλληλεπιδρούν με τη πάροδο του χρόνου, διαμορφώνοντας και καθορίζοντας την ανθρώπινη συμπεριφορά. Συγκεκριμένα, χρησιμοποιεί τις τεχνικές ενός νέου πεδίου που ονομάζεται νευρογενετική, η οποία συνδυάζει τη γενετική, την νευροεπιστήμη και τη ψυχολογία, προκειμένου να μελετήσει πώς τα γονίδια και οι νευρωνικές διαδικασίες αλληλεπιδρούν με ένα βίαιο και σκληρό περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένων των επικίνδυνων γειτονιών και των βίαιων γονέων καθώς και με τα επίπεδα του ίδιου του παιδιού στην ενσυναίσθηση και στα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, ώστε να αυξηθεί ο κίνδυνος της αντικοινωνικής συμπεριφοράς.

Σε μια πρόσφατη μελέτη, για παράδειγμα, ο Hyde και οι συνεργάτες του μελέτησαν άτομα που παρουσίαζαν υπερδιέγερση της αμυγδαλής. Η αμυγδαλή, που βρίσκεται στον εγκέφαλο, έχει σχήμα αμυγδάλου και αποτελεί μέρος του πρωτόγονου μεταιχμιακού συστήματος που σχετίζεται με τη διαδικασία του φόβου καθώς και άλλων συναισθημάτων. Έχει συσχετιστεί επίσης με τη παρορμητική, επιθετική συμπεριφορά, καθώς και διαταραχές άγχους και κατάθλιψης.

Κατά τον Hyde, προηγούμενη έρευνα δείχνει ότι η αμυγδαλή παρουσιάζει υπερδραστηριότητα σαν αποτέλεσμα τόσο των γενετικών ιδιοτήτων όσο και της εμπειρίας. Και όταν η αμυγδαλή παρουσιάζει αυξημένη δραστηριότητα, οι άνθρωποι τείνουν να συμπεριφέρονται με ανησυχία, αντιδρώντας με υπερβολικό τρόπο σχετικά με συνθήκες που είναι δυνητικά απειλητικές. 

Η παρούσα έρευνα διαπιστώνει ότι η τάση αυτή επηρεάζεται από το περιβάλλον ενός ατόμου, συμπεριλαμβανομένης και της κοινωνικής υποστήριξης που λαμβάνει. Αν δεν υπάρχει υποστηρικτικό οικογενειακό πλαίσιο ή το παιδί δεν έχει ευρύτερη στήριξη από φίλους, γείτονες ή επαγγελματίες, τότε η σύνδεση μεταξύ αμυγδαλής και ανησυχητικής συμπεριφοράς είναι ακόμη πιο ισχυρή.

Σε μια άλλη μελέτη, ο Hude και οι συνεργάτες του έδειξαν ότι τα παιδιά που είναι παρορμητικά, έχουν υψηλότερο ρίσκο να παρουσιάσουν αντικοινωνική συμπεριφορά, αν ζουν σε επικίνδυνες γειτονιές. Επεσήμανε επίσης συγκεκριμένα στοιχεία που ερευνούν τη συμπεριφορά στη παιδική ηλικία, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν νωρίς, ακόμα και από την ηλικία των τριών ετών για να εντοπίσουν παιδιά που θα έχουν ενδεχομένως χειρότερη πρόγνωση για επίδειξη αντικοινωνικής συμπεριφοράς, σε σχέση με άλλα παιδιά που έχουν παρόμοια προβλήματα συμπεριφοράς, όπως οι εκρήξεις θυμού.

Αυτά τα στοιχεία αξιολογούν παρατηρήσιμες συμπεριφορές που συμπεριλαμβάνουν αν το παιδί είναι σκληρό με τα ζώα ή όταν δεν αισθάνεται ενοχές μετά από μια απρεπή συμπεριφορά, είναι ύπουλο, λέει ψέματα, είναι εγωιστικό ή δεν μπορεί να μοιραστεί και δεν μπορεί να βελτιώσει τη συμπεριφορά του, ως αποτέλεσμα τιμωρίας. Ο Hyde συνεχίζει λέγοντας ότι τα αποτελέσματα αυτής της δοκιμής δεν έχουν αντικειμενική αξία, μέχρι την ηλικία των τριών περίπου ετών. Πριν από αυτή την ηλικία, οι συμπεριφορές είναι αρκετά κοινές και δεν προβλέπουν τίποτα.

Όμως μετά την ηλικία των τριών ετών, εάν τα παιδιά εξακολουθούν να συμπεριφέρονται με αυτό τον τρόπο, είναι πιο πιθανό η συμπεριφορά αυτή να κλιμακωθεί με το πέρασμα των χρόνων, παρά να επιδείξει βελτίωση.

Τα καλά νέα έχουν να κάνουν με το ό,τι τα παιδιά που παρουσίαζαν υψηλή βαθμολογία σε αυτή τη δοκιμασία ωφελήθηκαν, όπως ακριβώς τα άλλα παιδιά που ακολούθησαν κάποια θεραπευτική παρέμβαση. Αυτές οι παρεμβάσεις, που συχνά εστιάζουν στην εκπαίδευση των γονέων,  επικεντρώνονται στην παροχή πιο βελτιωμένων δεξιοτήτων προς στους γονείς, προκειμένου να διαχειριστούν προβλήματα συμπεριφοράς που παρουσιάζουν τα παιδιά, συμπεριλαμβανομένων της εκπαίδευσης τους ώστε να περνούν περισσότερο θετικό χρόνο  με τα παιδιά τους, κάνοντας διαλείμματα για να βοηθήσουν το παιδί να επεξεργαστεί και να σκεφτεί αντί να το τιμωρήσουν και να επιβραβεύσουν την καλή συμπεριφορά των παιδιών, δίνοντας τους ενθάρρυνση και ενίοτε ανταμοιβή.

O Hyde υποστηρίζει τέλος, ότι οι γονείς χρειάζεται να γνωρίζουν πως παρόμοιες παρεμβάσεις, οδηγούν σε καλά αποτέλεσματα, ειδικά αν αναζητήσουν έγκαιρα βοήθεια, μόλις δουν σημάδια που τους προβληματίζουν. Οι κλινικοί ψυχολόγοι, ανάμεσα σε άλλους ειδικούς ψυχικής υγείας, έχουν τη γνώση και τη θεραπευτική εμπειρία να βοηθήσουν αποτελεσματικά τα παιδιά, ειδικά σε αυτή την περίοδο.


Πηγή: Proceedings of The National Academy of Science of USA
Photo credit: Thomas Robson
Απόδοση - Επιμέλεια: PsychologyNow.gr

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...