Μαρία Σαββίδου

Ο ρόλος της Κοινωνικής Ψυχολογίας

Ο ρόλος της Κοινωνικής Ψυχολογίας

Μαρία Σαββίδου
άνθρωποι σε μια πλατεία
Image credit:  Davi Pimentel / pexels.com

«Ο άνθρωπος είναι ον φύσει κοινωνικό και πολιτικό. Αυτός που μπορεί να ζήσει μακριά απ’ τις ανθρώπινες κοινωνίες είναι θηρίο ή θεός». Αριστοτέλης


Ο άνθρωπος έχει την έμφυτη τάση να ζει σε κοινωνίες, να οργανώνεται και να εξελίσσεται μέσα σε αυτές.

Σύμφωνα με τους όρους της Κοινωνικής Ψυχολογίας, ακόμη και αν κανείς απομονώνεται και ζει μακριά από τις οργανωμένες κοινωνίες σε κάποιο ερημικό μέρος, συνεχίζει να είναι μέρος αυτής της κοινωνίας και να διαμορφώνει μέχρι έναν βαθμό (μικρότερο ή μεγαλύτερο) τον κοινωνικό της ιστό.

Αν θέλαμε να σχηματοποιήσουμε αυτή τη σχέση, θα μπορούσαμε να φανταστούμε το άτομο να υπάρχει σε ένα μεγαλύτερο κοινωνικό δίκτυο, για παράδειγμα αυτό της οικογένειας, και αυτό το δίκτυο παράλληλα να ανήκει σε ένα ακόμη πιο μεγάλο κοινωνικό δίκτυο, αυτό μιας πόλης, της πόλης σε ένα ευρύτερο γεωγραφικό συγκρότημα και ούτω καθεξής.

Σύμφωνα με τον Gergen, το πεδίο της Ψυχολογίας ορίζεται τυπικά ως η επιστήμη της ανθρώπινης συμπεριφοράς και η Κοινωνική Ψυχολογία ορίζεται, ως παρακλάδι αυτής της επιστήμης, που μελετά την ανθρώπινη αλληλεπίδραση.

Όπως υποστήριξε όμως ο Beck (1963) η κοινωνική αλληλεπίδραση συμβαίνει σε εντελώς διαφορετικά πλαίσια, για αυτό σκοπός του κοινωνικού επιστήμονα είναι να συλλέξει και να «αποδομήσει», να αποκωδικοποιήσει δηλαδή, τα μηνύματα και τις χρήσιμες πληροφορίες για την επιστήμη του, οι οποίες μπορεί να συμβάλλουν στη διαμόρφωση ενός παραγωγικού επικοινωνιακού συστήματος. Κατά κάποιο τρόπο λοιπόν ο κοινωνικός επιστήμονας επικοινωνεί τα αποκωδικοποιημένα μηνύματα στην κοινότητα, έτσι ώστε αυτή να κερδίσει από τη σημαντικότητά της (Gergen, 1973).

Πράγματι, η άνθιση της Κοινωνικής Ψυχολογίας προσέφερε σημαντικές γνώσεις που εφαρμόστηκαν σε πολλούς τομείς: στην εκπαίδευση, στην εργασία, στη διαφήμιση και στην πολιτική. Πολλοί ψυχολόγοι εκδήλωσαν την επιθυμία να εφαρμοστεί η ψυχολογική γνώση επιπρόσθετα και σε κοινωνικό επίπεδο, με ωφέλιμους τρόπους για την κοινότητα.

Έτσι, τα πρώτα ζητήματα, τα οποία μελετήθηκαν ήταν η μετανάστευση, οι φυλετικές διακρίσεις και οι μειονοτικές ομάδες, αρχικά στην Αμερική και στη συνέχεια στην Ευρώπη (περίπου τη δεκαετία του ‘50), με έναν μάλιστα αρκετά «θετικιστικό», μηχανιστικό τρόπο. Τη δεκαετία του ’70 αρχίζουν οι πρώτες αμφισβητήσεις για τον κοινωνικό ρόλο της Κοινωνικής Ψυχολογίας, αλλά και για τον τρόπο με τον οποίο μελετούν οι κοινωνικοί ψυχολόγοι τα παραπάνω ζητήματα.


Διαβάστε σχετικά: Κοινωνική Δυσπραξία: Η δυσκολία των νέων για κοινωνικοποίηση


Πιο συγκεκριμένα, αρχίζει και γίνεται περισσότερη συζήτηση για τις γενικότερες αρχές της κοινωνικής δικαιοσύνης, του κοινωνικού ακτιβισμού και της παρεμβατικής έρευνας, αναπτύσσοντας μια κριτική θεώρηση στην μελέτη των μειονοτικών ομάδων και άλλων κοινωνικών φαινομένων (Δικαίου, 2009).

Όλοι μας γνωρίζουμε ότι όταν περιγράφουμε γεγονότα του παρελθόντος, τα σχηματοποιούμε και τα συνδέουμε με άλλα γεγονότα, αποδίδοντάς τους διαστάσεις, που πιθανόν να μην υπήρχαν πριν. Η ιστορία άλλωστε γράφεται πάντα εκ των υστέρων, προκρίνοντας συγκεκριμένες ερμηνείες και αποσιωπώντας άλλες. Αναπαράγουμε το παρελθόν, ενώ παράλληλα αξιολογούμε το παρόν και σχηματοποιούμε το μέλλον. Αυτή η αναπαραγωγή δεν είναι μια απλή άσκηση μνήμης, αλλά μια κοινωνική πράξη δημιουργίας ενός κοινωνικού πλαισίου, μέσα στο οποίο εντάσσουμε τις δραστηριότητές μας.

Σύμφωνα με τον Mark Freeman (1993) υπάρχει σαφής διάκριση ανάμεσα σε ένα απλό χρονικό του παρελθόντος και σε μια ιστορία, με την έννοια ότι με το πρώτο γίνεται απλή καταγραφή των γεγονότων του παρελθόντος, ενώ με το δεύτερο συμβαίνει η ενεργή εμπλοκή του κοινωνικού υποκειμένου στην επαναδόμηση των γεγονότων (Δικαίου, 2009).

Συνοψίζοντας, ο κλάδος της Κοινωνικής Ψυχολογίας, τόσο με την τεκμηριωμένη θεωρητική γνώση που ενυπάρχει στο πεδίο αυτό, όσο και με τις πρακτικές εφαρμογές της στην κοινότητα, δύναται να συμβάλλει δυναμικά στην αντιμετώπιση κοινωνικών φαινομένων που χρήζουν επίλυσης, καταρρίπτοντας τα επιφανειακά και αβάσιμα μοντέλα διαχείρισης των κοινωνικών αυτών ζητημάτων, τα οποία προέρχονται κυρίως από τους χώρους της πολιτικής και της μαζικής επικοινωνίας.

Ο κοινωνιοψυχολογικός λόγος, σε μια εποχή που επικρατεί ο ατομικισμός και η κοινωνική αποξένωση, μας ξαναθυμίζει και μπορεί να συμβάλλει στην ενδυνάμωση της σχέσης μεταξύ του ατόμου και της κοινωνίας, μεταξύ του ψυχολογικού και του κοινωνικού.


Βιβλιογραφία:

  • Gergen, K.J. (1973). Social Psychology as history, Journal of Personality and Social Psychology, Vol. 26 (2), 309-320.
  • Δικαίου, Μ. (2009). Οδεύοντας προς μια Κοινωνική Ψυχολογία των Πολιτών. Συμμετοχή του Πολίτη και Κοινωνική Αλλαγή. Στο Μ. Δικαίου, Ε. Γεωργάκα, Π. Μεταλλίδου και Α. Ξενικού (Επιμ. Έκδ.), Επιστημονική Επετηρίδα του Τμήματος Ψυχολογίας, Τόμος Η: Προς τιμήν της καθηγήτριας Δ. Παπαδοπούλου. Θεσσαλονίκη, Υπηρεσία Δημοσιευμάτων του Α.Π.Θ.

*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*

NEO BANNER ODHGOS SPOUDWN 21 22 ARXIKH

2. banner diafhmishs mypsychologist koino

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...