PsychologyNow Team

Μύθοι και αλήθειες της ενδοοικογενειακής βίας: συνέντευξη με την ψυχολόγο Ελένη Κουλοσούσα

Μύθοι και αλήθειες της ενδοοικογενειακής βίας: συνέντευξη με την ψυχολόγο Ελένη Κουλοσούσα

PsychologyNow Team

Στην προσπάθειά μας να δούμε τι συμβαίνει πίσω από τις κλειστές πόρτες της ενδοοικογενειακής βίας, χρειάστηκε να απευθυνθούμε στις ειδικούς που αντιμετωπίζουν το φαινόμενο καθημερινά.


 Η ψυχολόγος Ελένη Κουλοσούσα MSc, εργάζεται στο Συμβουλευτικό Κέντρο Γυναικών- Πολύκεντρο στα Εξάρχεια και όλα αυτά τα χρόνια έχει συναντήσει και συμβουλεύσει εκατοντάδες περιστατικά γυναικών. Η οπτική της είναι πολύτιμη και μέσα από τη συνέντευξη που πολύ ευγενικά μας παραχώρησε, φωτίζει ζόρικα μονοπάτια και αποδομεί μύθους της ενδοοικογενειακής βίας.

Ποιοι άνθρωποι μπορούν να απευθυνθούν στα Συμβουλευτικά Κέντρα της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων (ΓΓΙΦ);

Στα Συμβουλευτικά Κέντρα της ΓΓΙΦ μπορούν να απευθυνθούν γυναίκες που υφίστανται ή έχουν υποστεί στο παρελθόν οποιασδήποτε μορφής βία από τον σύζυγο ή τον σύντροφό, σεξουαλική παρενόχληση, βιασμό, trafficking, καθώς και γυναίκες που υφίστανται πολλαπλές διακρίσεις, όπως μονογονείς και γυναίκες με αναπηρία. Τα Συμβουλευτικά Κέντρα είναι στελεχωμένα με κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό και παρέχουν υπηρεσίες ψυχολογικής και κοινωνικής στήριξης, καθώς και νομικής συμβουλευτικής. Οι υπηρεσίες παρέχονται δωρεάν και καλύπτονται από το απόρρητο της συμβουλευτικής.

Πώς ορίζεται η ενδοοικογενειακή βία;

Η βία μεταξύ ερωτικών συντρόφων προσδιορίζεται ως μια συμπεριφορά, η οποία χαρακτηρίζεται από την άσκηση ελέγχουν και την κατάχρηση της δύναμης από τον έναν, συνήθως τον άντρα, στον άλλο, συνήθως τη γυναίκα, στο πλαίσιο μια στενής ερωτικής σχέσης. Μπορεί δε να εκδηλωθεί με διάφορους τρόπους, όπως σωματική, συναισθηματική, σεξουαλική και οικονομική βία, επιβολή κοινωνικής απομόνωσης αλλά και συνδυασμό όλων των παραπάνω. (Greater London Authority, 2001)

Αξίζει να σημειωθεί ότι η βία αυτής της μορφής αποτελεί ουσιαστικά μια επιλεγμένη συμπεριφορά, η οποία χρησιμοποιείται ως μέσο για την απόκτηση αλλά και τη διατήρηση της άσκησης ελέγχου (ΚΕΘΙ, 2003).

Ποιο είναι το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο γύρω από την κακοποίηση της γυναίκας;

H κακοποίηση των γυναικών αποτελεί πάνω από όλα καταστρατήγηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με προεκτάσεις σε πολλούς τομείς, καθώς έχει επιπτώσεις σε ατομικό, πολιτικό, κοινωνικό αλλά και οικονομικό επίπεδο. Συγκεκριμένα, εκτός από το μέλος που υφίσταται τη βία, επηρεάζει και τα άλλα μέλη της οικογένειας, έχει αρνητικές επιπτώσεις στην σωματική και ψυχική υγεία, συνηγορεί υπέρ τις αναπαραγωγής διαστρεβλωμένων κοινωνικών ρόλων, ενώ επιφέρει μεγάλο κόστος στον κρατικό προϋπολογισμό δεδομένης της ενεργοποίησης στρατηγικών πρόληψης και αντιμετώπισης του φαινομένου. (ΚΕΘΙ, 2003)

Η βία μεταξύ ερωτικών συντρόφων, παντρεμένων ή μη, αποτελεί μια αθέατη βία που συμβαίνει πίσω από κλειστές πόρτες και θεωρείται, δυστυχώς ακόμα και σήμερα, αυστηρά οικογενειακή υπόθεση. Αντιθέτως, αν ένα αντίστοιχο περιστατικό κακοποίησης συνέβαινε μεταξύ αγνώστων στο δρόμο, η βίαιη συμπεριφορά θα θεωρείτο από όλους μας μια αξιόποινη πράξη.

Ποιες θεωρίες μπορούν να ερμηνεύσουν το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας;

Υπάρχουν πάρα πολλές θεωρίες που προσπαθούν να ερμηνεύσουν τη βία - η συμπεριφοριστική, η γνωστική, η θεωρία της υποκουλτούρας της βίας, της κοινωνικής μάθησης, των οικογενειακών συστημάτων κτλ. Παρά το πλήθος τους καμία από αυτές δεν είναι επαρκής από μόνη της να ερμηνεύσει το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας. Πρόκειται για ένα σύνθετο φαινόμενο με ποικίλες προεκτάσεις, του οποίου η αντιμετώπιση θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη, όσο αυτό είναι δυνατόν, όλες τις ενδογενείς και εξωγενείς μεταβλητές που το χαρακτηρίζουν. Κατ΄ επέκταση, η ερμηνεία του θα πρέπει να στηρίζεται στη διερεύνηση από τη μια του ατομικού παράγοντα, δηλαδή της προσωπικότητας θύματος και δράστη, και από την άλλη των εξωγενών- κοινωνικών παραγόντων που συντελούν στην εμφάνισή του, όπως είναι ο ρόλος των φύλων εντός και εκτός γάμου, η μαθημένη από την οικογένεια συμπεριφορά ανάλογα με το φύλο, οι σχέσεις εξουσίας που αναπτύσσονται και ρυθμίζουν τις αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στα μέλη της κοινωνίας. (ΚΕΘΙ, 2003)

Σε ποια θεωρία βασίζεται η συμβουλευτική στα Συμβουλευτικά Κέντρα;

Στα Συμβουλευτικά Κέντρα της ΓΓΙΦ εφαρμόζεται η συμβουλευτική με την οπτική του φύλου, στο πλαίσιο της οποίας οι παραδοσιακές συμβουλευτικές/ ψυχοθεραπευτικές θεωρίες μορφοποιούνται, ώστε να είναι ευαίσθητες σε θέματα κοινωνικού φύλου και πολιτισμού.  Στόχος είναι η ενδυνάμωση, η αλλαγή, η ισότητα, η εκτίμηση της διαφορετικότητας. Η φεμινιστική συμβουλευτική δεν στοχεύει στην εξάλειψη των συναισθημάτων, όπως π.χ. ο πόνος ή η στεναχώρια, μέσω της προσαρμογής του ατόμου σε μία κατάσταση, αλλά η συνειδητοποίηση και η επακόλουθη δραστηριοποίηση για αλλαγή, καθώς τα συναισθήματα (πόνος, στεναχώρια) αποτελούν, ενδεχομένως, ενδείξεις υγιούς αντίδρασης του ατόμου στο περιβάλλον. (Δεληγιάννη-Κουϊμτζή, Αθανασιάδου & Στογιαννίδου, 2010)

Τι ακριβώς πρεσβεύει η φεμινιστική προσέγγιση σε σχέση με την βία κατά των γυναικών;

Σύμφωνα με την φεμινιστική προσέγγιση η κοινωνία με τις πατριαρχικές δομές της παραβλέπει, ενθαρρύνει και διαιωνίζει την επικυριαρχία των ανδρών στις γυναίκες, οι οποίες θεωρούνται υποδεέστερες (ΚΕΘΙ, 2003). Η προσέγγιση αυτή επικεντρώνει στα κοινωνικά μηνύματα που επικυρώνουν την χρήση βίας και επιθετικότητας από τους άντρες και τους προδιαγεγραμμένους ρόλους που υπαγορεύουν πως θα πρέπει να συμπεριφέρονται οι άντρες και οι γυναίκες στις προσωπικές τους σχέσεις (Amaral, 2011., όπ. αναφ. στο Pence & Paymar, 1993). Στα πλαίσια της κοινωνικοποίησης των δυο φύλων οι άνδρες ενθαρρύνονται να είναι επιθετικοί, ενώ αντίστοιχα οι γυναίκες να είναι γλυκές, υπομονετικές και φροντιστικές. Βασική αιτία της συντροφικής βίας είναι η ζωή σε μια κοινωνία που συγχωρεί τις επιθετικές συμπεριφορές που διαπράττονται από άντρες και παράλληλα κοινωνικοποιεί τις γυναίκες, ώστε να μην είναι βίαιες (Amaral, 2011).

Η φεμινιστική προσέγγιση αναγνωρίζει ότι οι γυναίκες μπορεί να είναι, επίσης, βίαιες στις σχέσεις τους με τους άντρες, ωστόσο δεν το βλέπει ως σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα που αξίζει την ίδια προσοχή και υποστήριξη, όπως η βία ενάντια στις γυναίκες (Amaral, 2011, όπ. αναφ. στο Kurz, 1997). 

Ποια είναι τα χαρακτηριστικά μια βίαιης προσωπικής σχέσης;

Η περιγραφή της πορείας και των χαρακτηριστικών μιας βίαιης σχέσης είναι πολύ σημαντικά προκειμένου να καταλάβουμε την ψυχική κατάσταση του ατόμου που υφίσταται βία.  Στην συντριπτική τους πλειοψηφία οι σχέσεις αυτές χαρακτηρίζονται από ένα συγκεκριμένο κύκλο, τον αποκαλούμενο κύκλο της βίας, ο οποίος συσκοτίζει το πρόβλημα και εγκλωβίζει τη γυναίκα.

Παρά τα όσα μπορεί να νομίζει κάποιος, αρχικά στη σχέση, συνήθως, δεν υπάρχει βία. Η βία κλιμακώνεται με το πέρασμα του χρόνου, τόσο σε συχνότητα όσο και σε σοβαρότητα, και με αυτό τον τρόπο η αναγνώριση αυτών των συμπεριφορών από το θύμα ως επιζήμιων ή επικίνδυνων είναι δύσκολη. Δεν εκδηλώνεται ως μεμονωμένο περιστατικό ή κάτι που συμβαίνει μόνο μια φορά. Αντίθετα επαναλαμβάνεται και έχει τις εξής τρεις φάσεις:

1. Δημιουργία έντασης: Στην φάση αυτή το άγχος στην σχέση σταδιακά κλιμακώνεται. Η γυναίκα προσπαθεί να ελέγξει τον θυμό του συντρόφου της είτε με το να γίνεται περιποιητική και υποχωρητική είτε με το να κρατάει αποστάσεις, ενώ παράλληλα αρνείται τον δικό της θυμό. Το ζευγάρι μπορεί να παραμείνει σε αυτή τη φάση για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η αναμονή, ωστόσο, επιβαρύνει την ψυχική κατάσταση της γυναίκας, η οποία γίνεται αγχώδης και μπορεί να παραπονιέται για αυπνίες, να νιώθει συνεχώς κουρασμένη, να διαταράσσεται η όρεξή της, να υποφέρει από πονοκεφάλους, ταχυκαρδίες κτλ.

2. Έκρηξη: Σε αυτή τη φάση η συσσωρευμένη ένταση της προηγούμενης φάσης εκτονώνεται και συνήθως προκύπτουν κάποιες μορφές σωματικής βίας. Είναι η πιο τρομακτική φάση και παράλληλα η πιο σύντομη, καθώς διαρκεί συνήθως από δυο (2) έως είκοσι τέσσερις (24) ώρες. Σε αυτή τη φάση η γυναίκα σκέφτεται να εγκαταλείψει τον δράστη και συχνά το κάνει.

3. Ο μήνας του μέλιτος:  Είναι μια φάση ευπρόσδεκτη και από τα δυο μέλη του ζευγαριού. Χαρακτηριστικά της είναι η υπερβολική αγάπη, η ευγένεια και η μεταμέλεια από την μεριά του δράστη, ο οποίος μπορεί να υπόσχεται ότι δεν θα το ξανακάνει, να παραδέχεται ότι η συμπεριφορά του ήταν λανθασμένη, αλλά να μην αναλαμβάνει την ευθύνη για αυτή μεταθέτοντάς την στο θύμα, το οποίο τον εξώθησε να συμπεριφερθεί με αυτό τον τρόπο. Ουσιαστικά σε αυτή τη φάση η γυναίκα εγκλωβίζεται και θυματοποιείται, καθώς αναλαμβάνει την ευθύνη για την άσχημη συμπεριφορά του δράστη, ενώ παράλληλα επιλέγει την τρυφερή πλευρά του ως χαρακτηριστική του «πραγματικού» του εαυτού δυσκολευόμενη να συμπεριλάβει στην εικόνα που έχει για τον αυτόν το βίαιο κομμάτι της συμπεριφοράς του.  Πρόκειται για μια φάση που χρονικά είναι μεγαλύτερη από τη δεύτερη, αλλά μικρότερη από την πρώτη. Σύντομα ο κύκλος θα επαναληφθεί με την κλιμάκωση της έντασης.

Γιατί η γυναίκα δεν μπορεί να φύγει από την κακοποιητική σχέση;

Πρόκειται για ένα ερώτημα που προκύπτει συχνά: γιατί η γυναίκα δεν φεύγει από τη βίαιη σχέση; Καταρχήν το ότι η γυναίκα θα φύγει από τη σχέση δεν σημαίνει ότι η βία θα σταματήσει. Συχνά,  υφίσταται βία από τον σύζυγο ή τον σύντροφό της, ακόμα και αφού έχει φύγει από τη σχέση, καθώς ο δράστης μπορεί να την παρακολουθεί, να την καταδιώκει, να συνεχίζει να την απειλεί, ενώ, όταν υπάρχουν παιδιά μπορεί, για παράδειγμα, να την κακοποιεί κατά την επιστροφή των παιδιών στο σπίτι που μένουν με την μητέρα. Η περίοδος δε που η γυναίκα φεύγει ή ετοιμάζεται να φύγει από τη σχέση είναι η πιο επικίνδυνη για την ίδια και τα παιδιά της. Ας μην ξεχνάμε ότι ο φόβος είναι ένα από τα πιο ενδεικτικά συναισθήματα που μπορεί να βιώνει μια γυναίκα που βρίσκεται ή βρισκόταν σε μια κακοποιητική σχέση.

Όσον αφορά στο βασικό ερώτημα του «γιατί δεν φεύγει» θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας τόσο τις ψυχολογικές επιπτώσεις της κακοποίησης στη γυναίκα που της προσδίδουν χαρακτηριστικά θύματος, όσο και τους οικονομικούς, πολιτισμικούς, κοινωνικούς και διαπροσωπικούς παράγοντες που την εγκλωβίζουν στην κακοποιητική σχέση (Δρούγα, Παπαθανασίου & Τσονίδης, 2001). Η γυναίκα που υφίσταται βία αναπτύσσει μια μαθημένη αδυναμία αντίδρασης με αποτέλεσμα να νιώθει ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει, ότι δεν μπορεί η ίδια να ελέγξει την κατάσταση και ότι δεν έχει άλλη επιλογή από το να την δεχτεί παθητικά με στόχο την ελαχιστοποίηση του κινδύνου (Δρούγα κ.ά., 2001, όπ. αναφ. στο Walker, 1993). Έτσι παγιδεύεται στη σχέση και ελπίζει στην αλλαγή του συντρόφου, προκειμένου να βελτιωθεί η κατάσταση. Στην συμβουλευτική δε διαδικασία η γυναίκα μπορεί να φέρει ως αίτημα το τι μπορεί να κάνει προκειμένου να αλλάξει τη συμπεριφορά του.

Επιπλέον, κοινωνικοί παράγοντες όπως, η οικονομική εξάρτηση από τον σύζυγο ή τον σύντροφο, η αγωνία για το μέλλον της ίδιας και των παιδιών, οι ενοχές για το ότι τα παιδιά θα χάσουν τον πατέρα τους, η δυσκολία στην ανεύρεση εργασίας, ειδικά στις μέρες μας, η έλλειψη υποστηρικτικού περιβάλλοντος, το στίγμα του μονογονέα και ο φόβος ως προς τις αντιδράσεις του συζύγου απέναντι σε μια απόφαση φυγής, αποθαρρύνουν την γυναίκα από το να εγκαταλείψει την κακοποιητική σχέση. Μέσα από αυτή την οπτική η γυναίκα παίρνει έναν ρόλο μη παθητικό, αλλά, αντίθετα, κοινωνικά ενεργό, καθώς προσπαθεί να προστατέψει τον εαυτό της και τα παιδιά της από συνθήκες και καταστάσεις που, αν μη τι άλλο, δεν υποστηρίζουν το θύμα της βίας. Η ενεργή στάση δε των γυναικών διαφαίνεται μέσα από την επαφή τους με  φορείς, όπως είναι η αστυνομία, τα συμβουλευτικά κέντρα, οι ξενώνες, οι δικηγόροι και οι κοινωνικές υπηρεσίες. (Δρούγα κ.ά., 2001)

Τι συμβαίνει με τους δράστες; Μήπως δεν μπορούν να ελέγξουν τον θυμό τους και για αυτό συμπεριφέρονται βίαια;

Η σοβαρότητα του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας έχει αναγνωριστεί σχετικά πρόσφατα και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να επικρατεί σύγχυση γύρω από αυτό και να περιβάλλεται από αρκετούς μύθους. Ένας από αυτούς είναι ότι όσοι κακοποιούν δεν αντέχουν την πίεση ή δεν μπορούν να ελέγξουν τον θυμό τους. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν ισχύει και ακυρώνεται ουσιαστικά μέσα από το κοινωνικό προφίλ του δράστη που στις περισσότερες περιπτώσεις είναι άψογο. Αυτό δείχνει ότι μπορεί να ελέγξει το που, πότε και σε ποιον θα είναι βίαιος και επομένως έχει επίγνωση των πράξεών του και δεν είναι εκτός ελέγχου.

Ένας άλλος μύθος είναι ότι οι γυναίκες μπορούν να σταματήσουν τη βία, αν αλλάξουν τη συμπεριφορά τους. Η βία μέσα στην σχέση ή την οικογένεια είναι μια εκούσια συμπεριφορά που μπορεί να καταλογιστεί μόνο σε αυτόν που την επιλέγει. Κανείς δεν αναγκάζει, άλλωστε, τον δράστη να χρησιμοποιήσει βία και αυτός είναι ο μόνος υπεύθυνος για αυτή. (ΚΕΘΙ, 2003)

Συχνά, όταν ακούμε για βία μέσα στη σχέση, το μυαλό μας πάει σε οικογένειες ή συντρόφους με χαμηλό εισόδημα ή/και μετανάστριες. Πρόκειται, όμως, για ακόμα έναν μύθο που οι μελέτες και οι στατιστικές καταλύουν, καθώς δείχνουν με σαφήνεια ότι η ενδοοικογενειακή βία είναι ανεξάρτητη από το μορφωτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο του ατόμου. Υποστηρικτικά ως προς αυτό είναι και τα στατιστικά που μας δίνει η ΓΓΙΦ από τα δυο χρόνια λειτουργίας της Γραμμής SOS 15900. Συγκεκριμένα, από το σύνολο των γυναικών που απευθύνθηκαν στη Γραμμή SOS 15900 το 20% περιγράφουν την οικονομική τους κατάσταση ως κακή, το 19% ως μέτρια και το 11% ως καλή. Όσον αφορά στο μορφωτικό τους επίπεδο, το 0,1% είναι τυπικά αναλφάβητες, το 9% έχουν ολοκληρώσει την πρωτοβάθμια ή κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση,  το 10% την ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, το 5% τη μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση μη τριτοβάθμιου επιπέδου και το 13% την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Τέλος, από το σύνολο των γυναικών που απευθύνθηκαν στην τηλεφωνική γραμμή το μεγαλύτερο ποσοστό (68%) είναι Ελληνίδες, ενώ μόλις το 8% είναι μετανάστριες. (ΓΓΙΦ, 2013)

Ένας ακόμα πολύ συχνός μύθος είναι ότι η ενδοοικογενειακή βία οφείλεται στην κατάχρηση αλκοόλ ή/και ναρκωτικών. Η κατάχρηση ουσιών ή/και αλκοόλ μπορεί να επιβαρύνει την βίαιη συμπεριφορά, αλλά δεν έχει αποδειχθεί ότι από μόνη της ενοχοποιείται για την βίαιη συμπεριφορά.  Οι δράστες μπορεί να είναι βίαιοι και χωρίς να την χρήση αλκοόλ ή ουσιών, ενώ συχνά προβάλουν την  κατάχρηση ως δικαιολογία. Αξίζει να σημειώσουμε ότι οι γυναίκες που υφίστανται ενδοοικογενειακή βία μπορεί να καταφεύγουν στο αλκοόλ ή τις ουσίες ως μια διέξοδο.

Τέλος, τι γίνεται με τις γυναίκες που κακοποιούν; Οι έρευνες γύρω από την κακοποίηση δείχνουν ότι ένα ποσοστό γυναικών ασκεί βία στους συντρόφους ή τους συζύγους τους. Πρόκειται, όμως, για περιπτώσεις που οι γυναίκες συνήθως βρίσκονται σε θέση άμυνας, ενώ η βία από την μεριά τους δεν έχει την σφοδρότητα αλλά ούτε και τις επιπτώσεις της βίας που ασκεί ο άντρας στη γυναίκα. (ΚΕΘΙ, 2003)

Πώς μπορεί μια γυναίκα να αναγνωρίσει ότι βρίσκεται σε μια βίαιη σχέση;

Υπάρχουν κάποιες συμπεριφορές που μπορούν να λειτουργήσουν ως ενδείξεις για τη γυναίκα, ώστε να αντιληφθεί ότι βρίσκεται σε μια κακοποιητική σχέση. Η υπερβολική ζήλεια του συντρόφου απέναντι σε συγγενείς, φίλους, συναδέλφους της συντρόφου ή ακόμα και προς τα παιδιά και η υπερβολική κτητικότητα αποτελούν τέτοιες συμπεριφορές. Μια γυναίκα που νιώθει ότι δεν της επιτρέπεται να έχει ελεύθερα επαφή με συγγενείς και φίλους ή που νιώθει ότι δεν έχει το δικαίωμα της άποψής της ή το δικαίωμα να ορίσει την ζωή της, ίσως να βιώνει κακοποίηση μέσα στη σχέση της. Ένας σύντροφος που κάνει αρνητικά σχόλια για την σύντροφό του, που δεν σέβεται την σωματική και ψυχική της υγεία, που την κατηγορεί για τα προβλήματά του, που δείχνει να είναι νευρικός και να θυμώνει εύκολα, που μοιάζει να έχει διπλή προσωπικότητα, καθώς δείχνει φιλικός και ευχάριστος στους άλλους, αλλά είναι επιθετικός προς την σύντροφό του και που έχει ιστορικό βίας στην πατρική του οικογένεια, ίσως είναι ένας κακοποιητικός σύντροφος. Χαρακτηριστικό δε συναίσθημα που βιώνει μια γυναίκα που υφίσταται βία στη σχέση ή τον γάμο της είναι ο φόβος.

Ως ψυχολόγοι, πώς δουλεύετε με τα περιστατικά που έρχονται στο Συμβουλευτικό Κέντρο Γυναικών;

Στο πλαίσιο λειτουργίας του Συμβουλευτικού Κέντρου, προσαρμόζουμε την ψυχοθεραπευτική μας προσέγγιση στην συμβουλευτική με την οπτική του φύλου συνδέοντας την συμβουλευτική διαδικασία με τον τρόπο με τον οποίο δομούνται οι ταυτότητες του φύλου και με το κοινωνικό πλαίσιο των έμφυλων σχέσεων, στο οποίο ζουν γυναίκες και άντρες (Δεληγιάννη- Κουϊμτζή κ.ά., 2010, σελ. 13). Η συμβουλευτική με την οπτική του φύλου χαρακτηρίζεται από μια ισότιμη σχέση ανάμεσα στην/στον σύμβουλο και την συμβουλευόμενη, με την/τον πρώτη/-ο να την συντροφεύει στη λήψη αποφάσεων και όχι να την καθοδηγεί, να εκτιμά και να σέβεται την ανάγκη της για υποστήριξη. Ας μην ξεχνάμε ότι η γυναίκα βρίσκεται σε σύγκρουση. Η/Ο σύμβουλος, λοιπόν, καλείται να την βοηθήσει να καταλάβει τα συναισθήματά της, αλλά και να κατακτήσει την δική της ανεξάρτητη σκέψη. Η παροχή πληροφοριών είναι σημαντική, καθώς η συμβουλευόμενη ίσως χρειαστεί να ενημερωθεί για θέματα που την μπερδεύουν, όπως ο κύκλος της βίας. Πολλές δε γυναίκες προέρχονται από καταπιεστικά περιβάλλοντα ή έχουν βιώσει καταπιεστικές καταστάσεις και δεν έχουν επίγνωση της προσωπικής τους αξίας. Η επιβεβαίωση της μοναδικότητας του ατόμου και η αξία του για σεβασμό αποτελούν μέρος της συμβουλευτικής διαδικασίας. (Δεληγιάννη- Κουϊμτζή κ.ά., 2010) 

Ποιο είναι το πλαίσιο λειτουργίας του Συμβουλευτικού Κέντρου της ΓΓΙΦ που λειτουργεί στα Εξάρχεια;

Αρχικά, η γυναίκα επικοινωνεί με το Κέντρο είτε τηλεφωνικά είτε δια ζώσης. Σε αυτή τη φάση παίρνονται κάποια πρώτα στοιχεία και διατυπώνεται το αρχικό της αίτημα. Στη συνέχεια γίνεται μια πρώτη επαφή από την/τον Κοινωνική/-ό Λειτουργό του Κέντρου, κατά τη διάρκεια της οποίας λαμβάνεται ένα εκτενές κοινωνικό ιστορικό, διασαφηνίζεται περαιτέρω η ανάγκη της και γίνονται οι αντίστοιχες εσωτερικές (νομικό, ψυχολόγο) ή/και εξωτερικές παραπομπές.

Όσον αφορά στο κομμάτι της ψυχολογικής στήριξης, η συμβουλευτική διαδικασία έχει ως ανώτατο όριο τις δώδεκα (12) συνεδρίες. Πρόκειται για ένα συμβόλαιο, με το οποίο η γυναίκα έχει ήδη συμφωνήσει πριν από την έναρξη των συνεδριών με ψυχολόγο, καθώς έχει λάβει την σχετική ενημέρωση από την/τον Κοινωνική/-ό Λειτουργό.  Πέραν  των ατομικών συνεδριών γίνονται και ομαδικές συναντήσεις, οι οποίες είναι πολύ βοηθητικές, ώστε η γυναίκα να καταλάβει ότι δεν είναι ούτε μόνη αλλά ούτε και η μοναδική που βιώνει βία στην σχέση ή τον γάμο της. Στην παρούσα φάση και πέραν των συμβουλευτικών συνεδριών εφαρμόζεται πιλοτικά, σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Δίκτυο κατά της Βίας και το Libera Università dell'Autobiografia di Anghiari, πρόγραμμα ενδυνάμωσης των γυναικών που έχουν υποστεί βία μέσα από την χρήση της αυτοβιογραφικής γραφής. 

Αφού η γυναίκα έχει ολοκληρώσει τις συνεδρίες ψυχολογικής υποστήριξης, σε τι ψυχολογική κατάσταση φεύγει από το συμβουλευτικό κέντρο;

Όπως αναφέρθηκε και πριν, στόχος της συμβουλευτικής με την οπτική του φύλου είναι η ενδυνάμωση, η αλλαγή, η ισότητα, η εκτίμηση της διαφορετικότητας. Πέραν αυτού θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν ότι οι γυναίκες που απευθύνονται στο Συμβουλευτικό Κέντρο έχουν η κάθε μια την δική της προσωπική ιστορία, ενώ μπορεί να βρίσκονται σε διαφορετικό επίπεδο ψυχολογικής ετοιμότητας, ώστε να κάνουν αλλαγές στη ζωή τους. Επομένως, είναι δύσκολο να δώσουμε μια γενικευμένη και συνολική απάντηση στο ερώτημα αυτό, πέραν του ότι ως σύμβουλοι του Κέντρου καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να ανταποκριθούμε στο αίτημα της κάθε γυναίκας ξεχωριστά και να την βοηθήσουμε, ώστε η ίδια να επιλέξει το δικό της δρόμο δράσης και να πάρει αποφάσεις για τη ζωή της.

Μετά την ολοκλήρωση των συνεδριών παρακολουθείτε τις γυναίκες και αν ναι, πως;

Το ότι η γυναίκα έχει ολοκληρώσει τον κύκλο των συμβουλευτικών συναντήσεων ψυχολογικής στήριξης δεν σημαίνει ότι παύει και η συνεργασία της με το Κέντρο. Όλοι οι σύμβουλοι (ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, νομικός, υποδοχή) είμαστε στη διάθεση της γυναίκας σε περίπτωση που χρειαστεί περαιτέρω βοήθεια σε κοινωνικό, ψυχολογικό και νομικό επίπεδο.

Με την ολοκλήρωση της συμβουλευτικής διαδικασία συμφωνείται με την γυναίκα ένα follow-up, συνήθως μετά από τρεις μήνες, ενώ, παράλληλα, διερευνούμε μαζί της την ανάγκη της από εδώ και πέρα. Σε περίπτωση που διαφανεί ανάγκη για ψυχοθεραπευτική στήριξη γίνεται η αντίστοιχη παραπομπή. Αν δε κριθεί σκόπιμο και διευκολυντικό προτείνεται στη γυναίκα η ένταξη σε ομάδα.

Έχετε παρατηρήσει ενδοιασμούς ως προς την προσέλευση των γυναικών στο Συμβουλευτικό Κέντρο;

Οι γυναίκες που υφίστανται βία από τον σύζυγο ή τον σύντροφό τους φοβούνται να μιλήσουν για αυτό, ενώ συχνά λόγω της ενοχής και της ντροπής διστάζουν να παραδεχτούν το πρόβλημα. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, συχνά, να αρνούνται ότι είναι θύματα βίας και να μην το παραδέχονται ακόμα και στον ίδιο τους τον εαυτό. Οι γυναίκες, ωστόσο, που απευθύνονται σε εμάς έχουν ήδη αποδεχτεί ως ένα βαθμό την ύπαρξη της βίας στη σχέση τους, καθώς το Κέντρο μας είναι εξειδικευμένο πάνω στα θέματα αυτά. 

Η εργασία σας ως ψυχολόγοι, ολοκληρώνεται με τις συμβουλευτικές συνεδρίες;

Οι δράσεις όλων των συμβούλων του Κέντρου δεν σταματούν μόνο στο κομμάτι της συμβουλευτικής. Από την έναρξη της λειτουργίας του Κέντρου τον Απρίλιο του 2012 εμπλεκόμαστε ενεργά στο κομμάτι της δικτύωσης με άλλους φορείς, όπως αστυνομικά τμήματα, κοινωνικές υπηρεσίες, νοσοκομεία, κέντρα ψυχικής υγείας, προκειμένου να ενημερώσουμε για την ύπαρξή μας, αλλά και να διασφαλίσουμε την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση της συμβουλευόμενης, σε θέματα που ξεπερνούν τις δυνατότητες του Συμβουλευτικού Κέντρου, όπως για παράδειγμα το αίτημα της φιλοξενίας. Επιπλέον, τόσο σε επίπεδο ανάπτυξης δικτύου συνεργασιών, όσο και σε επίπεδο ενημέρωσης και πρόληψης του φαινομένου της βίας κατά των γυναικών συμμετέχουμε σε ομιλίες. Μέχρι και σήμερα έχουμε διεξάγει αρκετές ομιλίες σε σχολεία, πανεπιστήμια, νοσοκομεία, μη κυβερνητικές οργανώσεις (Μ.Κ.Ο). 

Ελένη Κουλοσούσα
Ψυχολόγος, Msc
Συμβουλευτικό Κέντρο Γυναικών- Πολύκεντρο
Χαριλάου Τρικούπη 51 & Βαλτετσίου, Αθήνα (Εξάρχεια) Τ.Κ. 10681
Τηλ.: 210 3898085/ Φαξ: 210 3898079
E-mail: polykentro@isotita.gr


Βιβλιογραφικές Αναφορές

Amaral, R. (2011). Ανακτήθηκε 8 Μαΐου, 2014, από  http://knowledgeforgrowth.wordpress.com/2011/03/21/explaining-domestic-violence-using-feminist-theory/

Greater London Authority (2001), The London Domestic Violence Strategy. In Guy’s and St Thomas’ NHS Foundation Trust (2005), Domestic violence Guidelines for Midwives and Obstetricians.

Kurz, D. (1997). No: Physical Assaults by male partners: A major social problem, in: M. R. Walsh (Ed.), Women, men, & gender: Ongoing debates (pp. 222-246). New Haven: Yale University Press.

Pence, E., & Paymar, M. (1993). Education groups for men who batter. London: Springer

Walker, L.E.A. (1993). The battered woman syndrome. In R.J. Gelles and D.R. Loseke (Eds), Current Controversies on Family Violence. London: Sage

Γενική Γραμματεία Ισότητας των Φύλων [ΓΓΙΦ] (2013, 27 Μαρτίου). 2 χρόνια λειτουργίας της τηλεφωνικής γραμμής SOS 15900. Ανακτήθηκε 8 Μαΐου, 2014, από  http://www.isotita.gr/var/uploads/PRESS%20%28APO%20SEP%202010%29/DT_27-3-13_GRAMMI-SOS.pdf

Δεληγιάννη- Κουϊμτζή, Β., Αθανασιάδου, Χ. & Στογιαννίδου, Α. (2010). Συμβουλευτική με την οπτική του φύλου. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Δρούγα, Κ., Παπαθανασίου, Μ. & Τσονίδης, Α. (2001). Θύμα ή επιζώσα; Η ρητορική κατασκευή ταυτοτήτων στη συμβουλευτική για την κακοποίηση γυναικών: μια ανάλυση περίπτωσης. Θεσσαλονίκη: ΚΕΘΙ.

Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας [ΚΕΘΙ] (2003). Ενδο-οικογενειακή βία κατά των γυναικών: Πρώτη Πανελλαδική επιδημιολογική έρευνα. Αθήνα: ΚΕΘΙ

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...