Η μαγνητική τομογραφία αποτελεί μία αγχογόνο διαδικασία για τον ευάλωτο ψυχισμό του παιδιατρικού πληθυσμού.
Τι είναι η μαγνητική τομογραφία
Η μαγνητική τομογραφία αποτελεί μία ασφαλή και ανώδυνη απεικονιστική μέθοδο για τη δημιουργία εικόνων από διάφορα μέρη του σώματος. Μέσω του μαγνητικού τομογράφου παράγονται λεπτομερείς εικόνες των δομών του σώματος, οι οποίες στη συνέχεια μελετώνται και επεξεργάζονται με σκοπό την ανάδειξη των παθήσεων.
Σε αντίθεση με την αξονική τομογραφία, η μαγνητική τομογραφία δε βασίζεται στη χρήση ιονίζουσας (βλαπτικής) ακτινοβολίας και για το λόγο αυτό προτιμάται έναντι της αξονικής. Ανάμεσα στα πλεονεκτήματα της συγκεκριμένης μεθόδου συγκαταλέγονται, επίσης, η καλύτερη απεικόνιση των μαλακών ιστών και η απεικόνιση υψηλής ανάλυσης (Zaitsev κ.ά., 2015).
Πότε πραγματοποιείται
Τα θετικά σημεία της μαγνητικής τομογραφίας την καθιστούν εξέταση εκλογής για την απεικονιστική διάγνωση διαφόρων παθήσεων, ιδιαίτερα στους παιδιατρικούς ασθενείς. Η μελέτη του εγκεφάλου λόγω διαφορετικών συμπτωμάτων, όπως κακώσεις, σπασμοί και πυρετός, αποτελεί την συχνότερη ένδειξη διενέργειας μαγνητικής τομογραφίας σε παιδιατρικούς πληθυσμούς.
Ανάλογα με τις ενδείξεις και τα συμπτώματα των παιδιών, μαγνητική τομογραφία πραγματοποιείται και για την εξέταση πολλαπλών συστημάτων, όπως το κυκλοφορικό, και ανατομικών περιοχών, όπως κοιλιά και τράχηλος.
Διαβάστε σχετικά: Πως η ανάκληση ευχάριστων αναμνήσεων μας ηρεμεί σε στρεσογόνες καταστάσεις
Προκλήσεις κατά την εξέταση
Η μαγνητική τομογραφία είναι εξαιρετικά ευαίσθητη στην κίνηση και η διαδικασία της εξέτασης διαρκεί κατά μέσο όρο μία ώρα. Κατά την εκτέλεση της εξέτασης απαιτείται συμμόρφωση από την πλευρά του ασθενούς, ώστε τα απεικονιστικά ευρήματα να είναι ευκρινή και αξιόπιστα.
Παράλληλα, τα εξεταζόμενα άτομα κατά τη διάρκειά της πρέπει να παραμένουν ακίνητα, σε έναν εξαιρετικά περιορισμένο χώρο, με δυνατό θόρυβο και με την πιθανότητα ενδοφλέβιας χορήγησης σκιαγραφικού μέσου (ουσία που βοηθάει στην καλύτερη απεικόνιση των δομών του σώματος). Οι παράγοντες αυτοί καθιστούν την μαγνητική τομογραφία μία ιδιαίτερα αγχογόνο διαδικασία.
Σημαντικό ποσοστό ασθενών βιώνει αρνητικά συναισθήματα κατά τη διάρκεια της εξέτασης, με το αυξημένο άγχος και την κλειστοφοβία, να αυξάνουν την κινητικότητά τους και να οδηγούν σε χαμηλής ποιότητας απεικονιστικά αποτελέσματα. Επομένως, η επιτυχής εξέταση, κυρίως παιδιατρικών πληθυσμών, καθίσταται εξαιρετικά μεγάλη πρόκληση (De Amorim e Silva κ.ά., 2006; Raschle κ.ά., 2012).
Παράγοντες όπως η ηλικία και η διάγνωση του κάθε παιδιού που πρόκειται να υποβληθεί σε εξέταση μαγνητικής τομογραφίας καθιστούν τις δυσκολίες που πρέπει να αντιμετωπιστούν περισσότερο συγκεκριμένες. Για παράδειγμα, παιδιά ηλικίας κάτω των 6 ετών μπορούν δυσκολότερα να υπακούσουν στην οδηγία να παραμείνουν ακίνητα, συγκριτικά με παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας (Hallowell κ.ά., 2008).
Παράλληλα, παιδιά που βρίσκονται, για παράδειγμα, στο φάσμα του αυτισμού παρουσιάζουν έντονες στερεοτυπικές κινήσεις που τα εμποδίζουν να παραμείνουν ακίνητα για αρκετή ώρα (Goldman κ.ά., 2009) ή ενοχλούνται έντονα από τον θόρυβο κατά τη διάρκεια της εξέτασης (Nordahl κ.ά., 2008), με αποτέλεσμα η εξέταση συχνά να διακόπτεται.
Προετοιμασία των παιδιών
Καθώς η μαγνητική τομογραφία αποτελεί μία ιδιαίτερα αγχογόνο και απαιτητική διαδικασία, πλήθος ερευνών έχει αξιολογήσει την εφαρμογή διαφόρων μεθόδων, ώστε η εξέταση να καταστεί όσο το δυνατόν λιγότερο τραυματική για τα παιδιά. Στις περισσότερες περιπτώσεις παιδιών κάτω των 6 ετών χορηγείται καταστολή ή γενική αναισθησία (Sury κ.ά., 2005), προκειμένου να επιτευχθεί η συμμόρφωσή τους στην εξέταση.
Στις περιπτώσεις των παιδιών όμως που δεν χορηγείται καταστολή/αναισθησία, παρόλο που δεν απαιτείται ειδική προετοιμασία πριν από την εξέταση, καλό είναι να γίνεται η κατάλληλη ενημέρωση, ώστε να αντιμετωπίζεται το άγχος και να επιτυγχάνεται η συμμόρφωση στην εξέταση.
Η εφαρμογή των εξομοιωτών μαγνητικών τομογράφων (παιχνίδια – τομογράφοι που μιμούνται το περιβάλλον των πραγματικών τομογράφων) στην κλινική πράξη έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματική, καθώς ελαττώνει το άγχος των εξεταζόμενων παιδιών, μειώνει την κινητικότητά τους και βελτιώνει την ποιότητα των απεικονίσεων (Barnea-Goraly κ.ά., 2014).
Διαβάστε σχετικά: 7 τρόποι για να αναπτυχθούν νέοι νευρώνες σε οποιαδήποτε ηλικία
Καθώς όμως δεν διαθέτουν όλες οι κλινικές εξομοιωτές τομογράφους, η προετοιμασία των παιδιών μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω της χρήσης οπτικοακουστικού υλικού, όπως βίντεο κινουμένων σχεδίων και ενημερωτικών φυλλαδίων σε μορφή παραμυθιού, με πληροφορίες για την εξέταση ή με τη μορφή παιχνιδιού.
Οι γονείς μπορούν επίσης να προετοιμάσουν κατάλληλα το παιδί, σύμφωνα πάντα με την ηλικία και το νοητικό επίπεδό του, συζητώντας και εξηγώντας του την διαδικασία της εξέτασης, ενημερώνοντάς το ότι θα βρίσκονται μέσα στην αίθουσα μαζί του κατά τη διάρκεια της εξέτασης, ώστε να το κάνουν να αισθανθεί ασφάλεια. Είναι σημαντικό κάθε παιδί πριν από τη μαγνητική τομογραφία να κατανοήσει ότι η εξέταση αποτελεί ανώδυνη διαδικασία που όμως απαιτεί τη συνεργασία του.
Συμπερασματικά
Η μαγνητική τομογραφία αποτελεί μία αγχογόνο διαδικασία για τον ευάλωτο ψυχισμό του παιδιατρικού πληθυσμού. Καθώς όμως αποτελεί μία ασφαλή και ανώδυνη απεικονιστική μέθοδο για τη σαφή ανάδειξη των παθήσεων, είναι απαραίτητη η κατάλληλη προετοιμασία των παιδιών, ώστε να μειωθούν τα επίπεδα άγχους και να επιτευχθεί η συμμόρφωσή τους στην εξέταση. Αυτό μπορεί να εξασφαλιστεί κερδίζοντας την εμπιστοσύνη τους και καθησυχάζοντάς τα είτε λεκτικά είτε με τη μορφή παιχνιδιού.
Βιβλιογραφία:
- Barnea-Goraly, N., Weinzimer, S. A., Ruedy, K. J., Mauras, N., Beck, R. W., Marzelli, M. J., Mazaika, P. K., Aye, T., White, N. H., & Tsalikian, E. (2014). High success rates of sedation-free brain MRI scanning in young children using simple subject preparation protocols with and without a commercial mock scanner–the Diabetes Research in Children Network (DirecNet) experience. Pediatric radiology, 44(2), 181–186.
- De Amorim e Silva, C., Mackenzie, A., Hallowell, L., Stewart, S., & Ditchfield, M. (2006). Practice MRI: reducing the need for sedation and general anaesthesia in children undergoing MRI. Australasian radiology, 50(4), 319–323
- Goldman, S., Wang, C., Salgado, M. W., Greene, P. E., Kim, M., & Rapin, I. (2009). Motor stereotypies in children with autism and other developmental disorders. Developmental Medicine & Child Neurology, 51(1), 30–38.
- Hallowell, L. M., Stewart, S. E., e Silva, C. T. de A., & Ditchfield, M. R. (2008). Reviewing the process of preparing children for MRI. Pediatric radiology, 38(3), 271.
- Nordahl, C. W., Simon, T. J., Zierhut, C., Solomon, M., Rogers, S. J., & Amaral, D. G. (2008). Brief report: Methods for acquiring structural MRI data in very young children with autism without the use of sedation. Journal of autism and developmental disorders, 38(8), 1581–1590.
- Raschle, N., Zuk, J., Ortiz-Mantilla, S., Sliva, D. D., Franceschi, A., Grant, P. E., Benasich, A. A., & Gaab, N. (2012). Pediatric neuroimaging in early childhood and infancy: Challenges and practical guidelines. Annals of the New York Academy of Sciences, 1252, 43–50. PubMed.
- Sury, M., Harker, H., Begent, J., & Chong, W. (2005). The management of infants and children for painless imaging. Clinical radiology, 60(7), 731–741.
- Zaitsev, M., Maclaren, J., & Herbst, M. (2015). Motion artifacts in MRI: a complex problem with many partial solutions. Journal of Magnetic Resonance Imaging, 42(4), 887–901.