Μπορεί να μη μάθουμε ποτέ γιατί οι θεραπευόμενοι σταματούν να έρχονται στις συνεδρίες, όμως ένας θεραπευτής με αυτογνωσία και διορατικότητα πρέπει να εξετάσει το πώς πιθανώς συμβάλλει ο ίδιος στην απόρριψη της θεραπείας από έναν θεραπευόμενο και τι μπορεί να κάνει γι’ αυτό.
Σε όλους τους θεραπευτές έχει συμβεί. Ενώ νομίζουν ότι η θεραπεία προχωρά καλώς, ξαφνικά ένας θεραπευόμενος σταματάει να έρχεται στις συνεδρίες. Μερικές φορές, στέλνει ένα μήνυμα ή ένα email στο οποίο γράφει ότι θα επικοινωνήσει ξανά μαζί τους για να κανονιστεί ένα επόμενο ραντεβού, όταν αυτό που εννοεί είναι ότι δε θα ξαναέρθει.
Είναι πολύ εύκολο να κατηγορήσουμε τους θεραπευόμενους ότι παρατούν τη θεραπεία. Μπορεί να καταλήξουμε μάλιστα εύκολα σε κλινικά συμπεράσματα όπως ότι δεν ήταν πρόθυμοι να δουλέψουν ή ότι φτάσαμε σε ένα σημείο στο οποίο έπρεπε να διαχειριστούν πολλά και δύσκολα πράγματα και δεν άντεξαν. Αν και μπορεί να υπάρχει μια δόση αλήθειας σε όλα αυτά, αξίζει να αναρωτηθούμε αν σαν θεραπευτές ενημερώνουμε σωστά τους θεραπευόμενους για τη διαδικασία τερματισμού της θεραπείας.
Είναι μεγάλο προνόμιο να μπορεί να δουλεύει ένας θεραπευτής με τον ίδιο άνθρωπο από την αρχή ως το τέλος του ταξιδιού της θεραπείας, αλλά δεν συμβαίνει συχνά. Πολλές φορές μπορεί να χάσουμε θεραπευόμενους διότι η ζωή αυτών των ανθρώπων μπορεί να γέμισε από υποχρεώσεις και για άλλους λόγους τους οποίους μπορεί να μη μάθουμε και ποτέ.
«Που έφταιξα εγώ;»
Πολλοί ψυχοθεραπευτές θα αναρωτηθούν αν τους ξέφυγε κάτι στις προηγούμενες συνεδρίες ή τι πήγε λάθος με το συγκεκριμένο θεραπευόμενο. Μπορεί να σκεφθούν: τι θα μπορούσα να κάνω διαφορετικάΜήπως η παρέμβασή μου δεν ήταν τόσο κατάλληλη; Μήπως δεν ήταν η σωστή χρονική στιγμή να κάνω αυτή την παρέμβαση, αν και το πίστευα; Βλέπετε πόσο εύκολα μπορούμε να μπούμε σε ένα διαρκή κύκλο αυτό-κατηγόριας.
Μπορεί να μη μάθουμε ποτέ γιατί οι θεραπευόμενοι σταματούν να έρχονται στις συνεδρίες, όμως ένας θεραπευτής με αυτογνωσία και διορατικότητα πρέπει να εξετάσει το πώς πιθανώς συμβάλλει ο ίδιος στην απόρριψη της θεραπείας από έναν θεραπευόμενο και τι μπορεί να κάνει γι’ αυτό. Παρακάτω ακολουθούν μερικές χρήσιμες προτάσεις.
Διαβάστε σχετικά: Διακοπή θεραπείας ή drop out
1. Μιλήστε για το τέλος της θεραπείας από την αρχή
Με το να μιλήσουμε εξαρχής στους θεραπευόμενους για το τέλος της συνεργασίας μας, τους βοηθάμε να καταλάβουν ότι η θεραπεία είναι μία διαδικασία με αρχή, μέση και τέλος. Επίσης, από τις πρώτες μας συναντήσεις ενημερώνουμε τους θεραπευόμενους για το πώς μπορούμε να τους βοηθήσουμε και για το τι μπορούν να περιμένουν από τη συνεργασία μας.
Όπως συζητάμε για το απόρρητο, τις μεθόδους πληρωμής και τη συγκατάθεση, έτσι οφείλουμε να συζητάμε και για το πώς θα συζητήσουν και ο θεραπευτής και ο θεραπευόμενος ότι η διαδικασία βαίνει προς το τέλος της. Ρωτήστε τους θεραπευόμενους σας πώς φαντάζονται ότι θα είναι η ζωή τους όταν τελειώσει η θεραπεία.
Τι θα είναι διαφορετικό; Τι δεξιότητες θα έχουν αναπτύξει τις οποίες τώρα δεν έχουν; Αυτό θα τους βοηθήσει να καταλάβουν ότι έχετε και εσείς στο μυαλό σας πως η θεραπεία έχει τέλος και ότι θα συνεργαστείτε για την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων.
Ως θεραπευτές, χρειάζεται να έχουμε κατά νου τη μεγάλη εικόνα και τους μακροπρόθεσμους στόχους. Όμως, οι θεραπευόμενοι συχνά σκέφτονται τις άμεσες ανησυχίες τους. Φυσικά, οι στόχοι μπορεί να αλλάξουν καθώς η θεραπεία εξελίσσεται και αυτό γίνεται συχνά.
Όταν προκύπτουν ζητήματα που ο θεραπευόμενος δεν ήξερε καν ότι υπάρχουν, ανανεώνουμε και ενσωματώνουμε νέους στόχους στο συμβόλαιο της θεραπείας μας. Μόλις μοιραστώ με το θεραπευόμενο ότι ο τερματισμός της θεραπείας είναι μια διαδικασία και όχι ένα απότομο τέλος, μπορούμε από κοινού να ελέγξουμε την πορεία της θεραπείας.
2. Ενθαρρύνουμε την ειλικρινή και ανοιχτή ανατροφοδότηση για το βίωμα της θεραπευτικής εμπειρίας
Αυτό μπορεί να γίνει σε τουλάχιστον δύο φάσεις μέσα στη θεραπεία. Η πρώτη φάση είναι στις πρώτες συνεδρίες, στο πλαίσιο της ενημέρωσης των θεραπευόμενων για τη συνεργατική φύση της σχέσης μας και των αμφίδρομων προσδοκιών.
Είναι αναγκαίο ο θεραπευτής να ενημερώσει εξαρχής ότι μπορεί να ζητήσει από τον θεραπευόμενο να κάνει κάποιες εργασίες στο σπίτι και ότι θα του ήταν πολύ χρήσιμη η ανατροφοδότηση του. Σε περίπτωση που δεν ήταν χρήσιμες ή αποτελεσματικές, με αυτή την πληροφορία μπορούμε να κατευθύνουμε τις συνεδρίες προς άλλη πορεία, με αναγκαία προϋπόθεση το ότι τα συναισθήματά μας δε θα πληγωθούν.
Η δεύτερη φάση, είναι το να ζητάμε άμεση ανατροφοδότηση σε όλη τη διαδικασία, ώστε να δημιουργήσουμε την αμφίδρομη σχέση για την οποία συζητήσαμε στα πρώτα ραντεβού. Κάντε ερωτήσεις στους θεραπευόμενους. Ειδικά σε κάποιες συνεδρίες όπου αποκαλύπτονται πιο ευάλωτες πλευρές του εαυτού τους, ρωτήστε τους πώς βίωσαν αυτή την αποκάλυψη και πώς αυτή επηρέασε τη σχέση και την εμπιστοσύνη τους.
Ρωτήστε επίσης για το ρυθμό της θεραπείας. Νιώθουν ότι είναι πολύ αργός ή γρήγορος; Βλέπουν την πρόοδο που επιθυμούσαν; Τι δουλεύει στη θεραπεία και τι όχι; Αυτού του είδους οι ερωτήσεις δημιουργούν μία ασφαλή ατμόσφαιρα για να δοθεί ειλικρινής ανατροφοδότηση.
Διαβάστε σχετικά: Διακοπή ψυχοθεραπείας: τι μας δυσκολεύει πραγματικά στη θεραπεία;
3. Τι μπορείτε να κάνετε όταν ένας θεραπευόμενος σταματήσει να έρχεται στις συνεδρίες
- Διερευνήστε τα συναισθήματά σας. Νιώθετε ενοχλημένοι; Ανησυχείτε για την οικονομική ανασφάλεια; Αναγνωρίστε ότι αυτά τα συναισθήματα είναι δικά σας και μη τα βάζετε σε διάλογο με το θεραπευόμενο.
- Μην το παίρνετε προσωπικά. Συχνά, η εγκατάλειψη της θεραπείας σχετίζεται περισσότερο με το τι συμβαίνει στον ίδιο το θεραπευόμενο παρά με τους θεραπευτές και το τι είπαν ή δεν είπαν. Η τεχνολογία πλέον έχει καταστήσει πολύ πιο εύκολο το να σταματήσει κανείς τη θεραπεία στέλνοντας απλώς ένα μήνυμα ή ένα emailχωρίς να έχει να αντιμετωπίσει τον ίδιο τον θεραπευτή εξηγώντας προσωπικά τους λόγους για τους οποίους δε θέλει να ξαναέρθει.
- Δείξτε ενσυναίσθηση όταν οι πελάτες δεν έρχονται ή ακυρώνουν τα ραντεβού. Ο σκοπός είναι να καταστήσετε σαφές το ότι εσείς είστε διαθέσιμοι και όχι τιμωρητικοί απέναντί τους. Να αφήσετε μία ανοιχτή πόρτα για μία πιθανή επιστροφή στη θεραπεία. Ένα τηλεφώνημα είναι πιο προσωπικό, όμως αν δε λάβετε απάντηση, μπορείτε να στείλετε ένα e-mail μετά από μία εβδομάδα ή αργότερα. Μετά από αυτό, θα νιώσετε ότι παρέχετε μία ασφαλή πρόσκληση για να επιστρέψουν στη θεραπεία.
Αυτή η προσέγγιση δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι κανένας θεραπευόμενος δε θα διακόψει ξαφνικά τη θεραπεία χωρίς εξηγήσεις. Ωστόσο, ενθαρρύνεται μία ανοιχτή επικοινωνία που μπορεί να μειώσει τη φθορά στη θεραπευτική σχέση.
Ορισμένοι θεραπευόμενοι μπορεί να νιώθουν ντροπή να επιστρέψουν στις συνεδρίες αν δεν έχουν εμφανιστεί για κάποια χρονική περίοδο. Αυτά τα ζητήματα είναι κοινά για τους θεραπευτές και πρέπει να τα διευθετούν. Προσωπικά, αν και μπορεί να ένιωθα ενόχληση για το ότι υπάρχει κενό στο πρόγραμμά μου, η μεγαλύτερη ανησυχία μου θα ήταν αν ο θεραπευόμενος είναι εντάξει.
Το πιο βασικό είναι να επικοινωνούμε στους θεραπευόμενους ότι νοιαζόμαστε για αυτούς. Διαφορετικά, θα προκύπτουν αναπάντητα ερωτήματα. Ήταν χρήσιμη η θεραπεία για αυτούς; Μερικές φορές χρειάζεται απλώς να εξοικειωθούμε με το ό,τι μπορεί να μη μάθουμε ποτέ.
Συγγραφέας: Ηilary Akman
Πηγή: Goodtherapy.org
Απόδοση: Γλυκερία Αποστολοπούλου, Ψυχολόγος
Επιμέλεια: PsychologyNow.gr