Νέα μελέτη δείχνει ότι ορισμένοι ασθενείς με ψυχικές νόσους όπως η σχιζοφρένεια, στην πραγματικότητα πάσχουν από αυτοάνοσα νοσήματα που «επιτίθενται» στον εγκέφαλό τους. Ο ρόλος του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος» στη θεραπεία αυτών των ψυχικά πασχόντων, που κερδίζουν το δικαίωμα σε μια νέα ζωή.
Η νεαρή γυναίκα ήταν κατατονική. Στο ψυχιατρικό ίδρυμα όπου διαβιούσε την έβρισκε κάποιος πάντα στην ίδια θέση στο γραφείο των νοσοκόμων – ακίνητη, χωρίς να ανοιγοκλείνει καν τα βλέφαρα, χωρίς να γνωρίζει πού βρίσκεται. Το όνομά της, Εϊπριλ Μπάρελ.
Η Εϊπριλ ήταν κάποτε ένα εξωστρεφές άτομο, μια άριστη φοιτήτρια Λογιστικής στο Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ East Shore. Ωστόσο, μετά από ένα τραυματικό γεγονός που βίωσε στα 21 έτη της, παρουσίασε ξαφνικά ψύχωση και «χάθηκε» σε μια μόνιμη κατάσταση οπτικών και ακουστικών παραισθήσεων. Δεν ήταν πλέον σε θέση να επικοινωνεί και να αυτοεξυπηρετείται.
Η βαριά διάγνωση της σχιζοφρένειας
Διαγνώσθηκε με μια σοβαρή μορφή σχιζοφρένειας – η σχιζοφρένεια είναι συχνά μια άκρως «δύσκολη» ψυχική νόσος, που πλήττει περίπου το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού, επιδρώντας καταλυτικά στη συμπεριφορά και στην αντίληψη της πραγματικότητας.
Ήταν η πρώτη ασθενής που είδα ποτέ ανέφερε σε εκτενές άρθρο της εφημερίδας Washington Post o Σάντερ Μαρξ, διευθυντής του Τμήματος Ψυχιατρικής Ακριβείας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, ο οποίος ήταν ακόμη φοιτητής Ιατρικής όταν, το 2000, πρωτοσυνάντησε την Εϊπριλ. Παραμένει ακόμη και σήμερα η πιο βαριά ασθενής που έχω δει ποτέ.
Θα περνούσαν περίπου δύο ακόμη δεκαετίες προτού οι δρόμοι τους διασταυρωθούν ξανά. Το 2018 μια άλλη τυχαία συνάντηση του Δρ Μαρξ και της Εϊπριλ οδήγησε σε μια αναπάντεχη διάγνωση, που θύμιζε σκηνή από το γνωστό βιβλίο «Ξυπνήματα», το οποίο μεταφέρθηκε με επιτυχία στον κινηματογράφο το 1990 και αφορούσε το «ξύπνημα» κατατονικών ασθενών από τον βρετανό νευρολόγο, φυσιοδίφη και συγγραφέα Ολιβερ Σακς.
Χάνοντας την Εϊπριλ…
Ως έφηβη στη Βαλτιμόρη, η Εϊπριλ ζούσε με τον πατέρα της, πρώην στρατιωτικό, τη μητριά της και τα έξι αδέλφια της. Ήταν άριστη μαθήτρια, αγαπούσε πολύ τα μαθηματικά και ιδιαίτερα τους υπολογισμούς, γι’ αυτό και βοηθούσε τον πατέρα της με όλα τα λογιστικά του. Επαιζε βόλεϊ στο λύκειο, είχε πολλά ταλέντα. Η Εϊπριλ ήταν άριστη σε πολλά πεδία. Ήταν φιλική, εξωστρεφής. Αγαπούσε τη ζωή ανέφερε ο μεγαλύτερος ετεροθαλής αδελφός της, Γκάι Μπάρελ.
Ωστόσο, το 1995 η οικογένειά της έλαβε ένα εφιαλτικό τηλεφώνημα από έναν από τους καθηγητές της από το Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ, όπου η Εϊπριλ σπούδαζε λογιστική. Δεν επικοινωνούσε με το περιβάλλον της και είχε εισαχθεί για νοσηλεία. Αιτία φαίνεται ότι στάθηκε μια τραυματική εμπειρία, η οποία δεν περιγράφεται στην εφημερίδα προκειμένου να προστατευθεί η ιδιωτικότητα της ασθενούς.
Μετά από μερικούς μήνες βραχυχρόνιας νοσηλείας σε ψυχιατρική κλινική, ήρθε η διάγνωση της σχιζοφρένειας. Η Εϊπριλ χρειαζόταν μόνιμη φροντίδα, έτσι το 2000 εισήχθη στο Ψυχιατρικό Κέντρο Pilgrim για μακροχρόνια νοσηλεία. Η οικογένειά της την επισκεπτόταν όσο πιο συχνά μπορούσε, κάνοντας με το αυτοκίνητο την τετράωρη διαδρομή από το Μέριλαντ στο Λονγκ Αϊλαντ. Αλλά η Εϊπριλ ήταν πλέον «κλειδωμένη» στον κόσμο της ψύχωσης – συχνά «ζωγράφιζε» με τα δάχτυλά της στον αέρα, πιθανότατα αριθμούς, και μιλούσε στον εαυτό της για οικονομικές συναλλαγές. Δεν αναγνώριζε κανέναν, ούτε την οικογένειά της. Δεν ήθελε να την αγγίζουν, να την αγκαλιάζουν, να τη φιλούν. Είχε χαθεί…
Όταν έγινε η διάγνωση της σχιζοφρένειας στην Εϊπριλ, ο Μαρξ ήταν ακόμη ένας υποσχόμενος φοιτητής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Αμστερνταμ. Το 2000, ως υπότροφος του Ιδρύματος Fulbright, βρέθηκε στο πολιτειακό Ψυχιατρικό Κέντρο Pilgrim, όπου τη συνάντησε για πρώτη φορά. Εκείνη η πρώτη συνάντηση τον σημάδεψε. Απλώς κοιτούσε το κενό. Δεν έκανε μπάνιο, δεν έβγαινε έξω, δεν γελούσε ποτέ είπε ο Μαρξ. Ως φοιτητής δεν ήταν σε θέση να τη βοηθήσει. Προχώρησε επαγγελματικά, αλλά πάντα το μυαλό του γυρνούσε σε αυτή τη γυναίκα που παρέμενε «παγωμένη» στην ίδια θέση μέσα στο ίδρυμα.
…και ξαναβρίσκοντάς τη
Σχεδόν δύο δεκαετίες αργότερα, ο Μαρξ είχε δικό του εργαστήριο στις ΗΠΑ και οι συνεργάτες του παρακολουθούσαν ασθενείς στο Κέντρο Pilgrim. Σε μια απίθανη σύμπτωση, ένας εκπαιδευόμενος τού μίλησε για μια κατατονική ασθενή που βρισκόταν συνεχώς στο γραφείο των νοσοκόμων κοιτάζοντας το κενό. Τότε ο Μαρξ τον ρώτησε: «Μήπως τη λένε Εϊπριλ;». Έμεινε άναυδος μόλις άκουσε ότι ελάχιστα είχαν αλλάξει για αυτή την ασθενή μετά από 20 χρόνια, παρότι είχε υποβληθεί σε πλήθος διαφορετικών θεραπειών – αντιψυχωτικά, σταθεροποιητές της διάθεσης, ηλεκτροσπασμοθεραπεία.
Ο Μαρξ έλαβε τη συγκατάθεση της οικογένειας προκειμένου να διεξαγάγει νέες ενδελεχείς εξετάσεις στην ασθενή. Συγκέντρωσε μια ομάδα περισσότερων από 70 ειδικών από όλον τον κόσμο –νευροψυχιάτρους, νευρολόγους, νευροανοσολόγους, ρευματολόγους– προκειμένου να ψάξει εξονυχιστικά την περίπτωση της Εϊπριλ.
Οι εξετάσεις αίματός της ήταν οι πρώτες που «μίλησαν». Εδειξαν ότι το ανοσοποιητικό σύστημα της Εϊπριλ παρήγαγε μεγάλες ποσότητες διαφορετικών τύπων αντισωμάτων, που επιτίθεντο στους ιστούς της. Απεικονιστικές εξετάσεις του εγκεφάλου αποκάλυψαν ότι τα αντισώματα αυτά κατέστρεφαν τους κροταφικούς λοβούς του εγκεφάλου της, περιοχές που εμπλέκονται στη σχιζοφρένεια και στην ψύχωση. Η ερευνητική ομάδα υπέθεσε ότι τα αντισώματα αυτά τροποποιούσαν τους υποδοχείς στους οποίους προσδένεται το γλουταμινικό οξύ, ένας πολύ σημαντικός νευροδιαβιβαστής, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται προβλήματα στην επικοινωνία μεταξύ των νευρώνων.
Η «επίθεση του λύκου» και η θεραπεία του
Παρότι η Εϊπριλ είχε όλα τα κλινικά σημάδια της σχιζοφρένειας, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η υποβόσκουσα αιτία της κατάστασής της ήταν ο λύκος, μια σύνθετη αυτοάνοση διαταραχή όπου το ανοσοποιητικό σύστημα στρέφεται λανθασμένα ενάντια στους υγιείς ιστούς του σώματος, παράγοντας πλήθος αντισωμάτων που επιτίθενται στο δέρμα, στις αρθρώσεις, στους νεφρούς και σε άλλα όργανα.
Έτσι, η Εϊπριλ ξεκίνησε εντατική θεραπεία για την αντιμετώπιση του νευροψυχιατρικού λύκου της. Κάθε μήνα, επί έξι μήνες, λάμβανε ενδοφλέβια στεροειδή επί πέντε ημέρες, καθώς και μια δόση κυκλοφωσφαμίδης, ενός ισχυρού ανοσοκατασταλτικού φαρμάκου που χρησιμοποιείται συνήθως στη χημειοθεραπεία. Λάμβανε επίσης ριτουξιμάμπη, ένα φάρμακο που αναπτύχθηκε αρχικώς για το λέμφωμα. Το θεραπευτικό αυτό σχήμα είναι βαρύ και γι’ αυτό απαιτείται διάλειμμα ενός μήνα μεταξύ των έξι θεραπευτικών κύκλων, προκειμένου να αναρρώσει το ανοσοποιητικό σύστημα. Η Εϊπριλ, πάντως, άρχισε να δείχνει σημάδια βελτίωσης σχεδόν αμέσως.
Το τεστ του ρολογιού
Ήταν χαρακτηριστικό ότι σε ένα από τα πιο διαδεδομένα γνωστικά τεστ, που ονομάζεται Γνωστική Εκτίμηση Μόντρεαλ (MoCA), στο οποίο ζητείται από τους ασθενείς να σχεδιάσουν ένα ρολόι, η Εϊπριλ πριν από τη θεραπεία είχε σκορ που αντιστοιχούσε σε εκείνο ενός ασθενή με άνοια, αφού σχεδίαζε ακατανόητα σχήματα. Ωστόσο, μετά τους πρώτους δύο κύκλους θεραπείας ήταν σε θέση να ζωγραφίσει μισό ρολόι – σαν το ένα ημισφαίριο του εγκεφάλου της να ξυπνούσε. Μετά τον τρίτο κύκλο θεραπείας το ρολόι που σχεδίασε ήταν σχεδόν τέλειο.
Παρά τη γνωστική βελτίωση, η ψύχωση παρέμενε. Μια μέρα, όμως, όταν ο Δρ Μαρξ πήγε στο νοσοκομείο να δει την Εϊπριλ περιμένοντας να αντικρίσει την ίδια εικόνα της κατατονικής ασθενούς, έμεινε άναυδος. Δεν έμοιαζε καθόλου με τον άνθρωπο που ήταν τα 20 τελευταία χρόνια. Η Εϊπριλ είχε ξυπνήσει.
Επανασύνδεση με την οικογένειά της
Το 2020 κρίθηκε ικανή να εξέλθει από το ψυχιατρικό νοσοκομείο, όπου είχε ζήσει επί τουλάχιστον δύο δεκαετίες, και μεταφέρθηκε σε ένα κέντρο αποκατάστασης. Το επόμενο μεγάλο στοίχημα ήταν να συναντήσει την οικογένειά της. Εξαιτίας των περιορισμών λόγω της πανδημίας της Covid-19, η δια ζώσης συνάντηση έγινε μόλις πέρυσι. Ο αδελφός της Εϊπριλ, η σύζυγός του και τα παιδιά τους την επισκέφθηκαν. Ήταν μια συνάντηση γεμάτη χαρά αλλά και δάκρυα.
Η Εϊπριλ θυμήθηκε τα παιδικά της χρόνια στη Βαλτιμόρη, τους βαθμούς που έπαιρνε στο σχολείο, το ότι ήταν παράνυμφος στον γάμο του αδελφού της – θυμήθηκε τα πάντα μέχρι τη στιγμή που η αυτοάνοση φλεγμονώδης διαδικασία επηρέασε τον εγκέφαλό της.
Αναγνώρισε μέχρι και την ανιψιά της, την οποία είχε δει τελευταία φορά όταν ήταν μικρό παιδί, και πλέον ήταν μια νέα γυναίκα. Όταν μίλησε σε βιντεοκλήση με τον πατέρα της, του είπε: Ω, έχασες τα μαλλιά σου και ξέσπασε σε γέλια, αφηγήθηκε ο αδελφός της, Γκάι.
Η οικογένεια ένιωσε ότι έγινε μάρτυρας ενός θαύματος. Με αγκάλιαζε, κρατούσε το χέρι μου. Ήταν σαν να γύρισε πίσω. Δεν πιστεύαμε ποτέ ότι κάτι τέτοιο θα ήταν δυνατό ανέφερε ο Γκάι.
Ανακαλύπτοντας και άλλους «ξεχασμένους» ασθενείς
Ο Μαρξ θυμήθηκε ότι ως έφηβος είχε δει την ταινία «Ξυπνήματα», με τον Ρόμπιν Γουίλιαμς και τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο, η οποία βασίστηκε στο βιβλίο του Ολιβερ Σακς. Η ταινία αυτή τον στοίχειωσε. Μάλιστα, πριν από τον θάνατό του, το 2015, ο Σακς είχε μιλήσει με τον Μαρξ για τις ανακαλύψεις του που αφορούσαν ασθενείς όπως η Εϊπριλ. Ο Σακς, επίσης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, είχε προσωπικό ενδιαφέρον για την έρευνα του Μαρξ, αφού ο αδελφός του έπασχε από σχιζοφρένεια.
Η δουλειά σου μου δίνει ελπίδα για αυτά που μπορούμε να επιτύχουμε για τους ασθενείς μας, τα οποία δεν θα ονειρευόμουν ποτέ ότι θα μπορούσαν να γίνουν πραγματικότητα, αφού πρόκειται για πραγματικές περιπτώσεις “Ξυπνημάτων”. Οι ασθενείς επιστρέφουν πίσω στα σπίτια και στις οικογένειές τους για να ζήσουν μια κανονική ζωή είπε ο Σακς στον Μαρξ.
Μετά την αναπάντεχη και εκπληκτική ανάρρωση της Εϊπριλ, ο Δρ Μαρξ και οι συνεργάτες του άρχισαν να αναζητούν και άλλους ασθενείς με ψυχική νόσο, που διέθεταν δείκτες αντισωμάτων οι οποίοι παρέπεμπαν σε αυτοάνοσο νόσημα. Λίγους μήνες αργότερα, η Ανκα Ασκανάσι, ρευματολόγος στο Κολούμπια, η οποία συμμετείχε στην ιατρική ομάδα που χορήγησε τη θεραπεία στην Εϊπριλ, ανέφερε στον Μαρξ ότι βρήκε άλλη μια υποψήφια ασθενή.
Το «ξύπνημα» της Ντιβάιν
Όταν η Ντιβάιν Κρουζ ήταν εννέα ετών, άρχισε να ακούει φωνές. Για περισσότερο από μια δεκαετία μπαινόβγαινε σε νοσοκομεία για θεραπείες. Τα συμπτώματά της περιελάμβαναν οπτικές και ακουστικές παραισθήσεις που δεν της επέτρεπαν να έχει μια φυσιολογική ζωή. Διαγνώστηκε με μια διαταραχή που εκδηλώνεται με συμπτώματα τόσο σχιζοφρένειας όσο και διπολικής διαταραχής. Διαγνώστηκε επίσης με νοητική ανεπάρκεια.
Έπαιρνε φάρμακα με τις «χούφτες» –δύο αντιψυχωσικά φάρμακα, λίθιο, κλοναζεπάμη, λοραζεπάμη, βενζατροπίνη–, τα οποία της προκαλούσαν πολλές παρενέργειες χωρίς να αντιμετωπίζουν πλήρως τα συμπτώματά της. Είχε επίσης λύκο, με τον οποίο είχε διαγνωστεί στα 14 έτη της, παρότι οι γιατροί δεν είχαν κάνει ποτέ τη σύνδεση μεταξύ του αυτοάνοσου και της ψυχικής υγείας της. Όταν ο Μαρξ και η ομάδα του βρήκαν τη Ντιβάιν ήταν 20 ετών και είχε μια εμμονική παραίσθηση σχετικά με το ότι ήταν έγκυος, παρότι είχε κάνει πολλαπλά τεστ εγκυμοσύνης που είχαν βγει αρνητικά. Τον περασμένο Αύγουστο η ομάδα ξεκίνησε στη νεαρή ασθενή τη χορήγηση μηνιαίων ενέσεων κορτικοστεροειδών και χημειοθεραπευτικών φαρμάκων – ένα σχήμα παρόμοιο με εκείνο που είχε λάβει η Εϊπριλ.
Έως τον Οκτώβριο η Ντιβάιν είχε ήδη παρουσιάσει πολύ μεγάλη βελτίωση. Άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι οι φωνές στο κεφάλι της ήταν διαφορετικές από τις αληθινές φωνές, σημάδι ότι επανασυνδεόταν με την πραγματικότητα. Ολοκλήρωσε τον έκτο και τελευταίο κύκλο θεραπείας τον περασμένο Ιανουάριο.
Οι τρομακτικές φωνές στο κεφάλι της
Η Ντιβάιν θυμάται ακόμα πώς ακούγονταν οι φωνές στο κεφάλι της, θυμόταν τις παραισθήσεις της: ένα χέρι που έβγαινε μέσα από το ταβάνι καθώς ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι της, μια τρομακτική νοσοκόμα με μαύρα δόντια που την προσέγγιζε στο νοσοκομείο. Θυμάται την παράνοια που ένιωθε: Νόμιζα ότι ο κόσμος τελειώνει. Νόμιζα ότι με κυνηγά η αστυνομία. Θυμάται όμως και το πρώτο εκείνο τηλεφώνημα που της έκανε ο Μαρξ και έμαθε ότι ο λύκος της ίσως επηρέαζε τον εγκέφαλό της.
Η ανάρρωσή της είναι αξιοσημείωτη για πολλούς λόγους, σύμφωνα με τους γιατρούς της. Οι φωνές και τα οράματα σταμάτησαν και πλέον δεν πληροί τα διαγνωστικά κριτήρια της σχιζοφρένειας, της διπολικής διαταραχής ή της νοητικής ανεπάρκειας. Σε μια πρόσφατη νευροψυχιατρική εκτίμηση, η Ντιβάιν σχεδίασε ένα τέλειο ρολόι.
Σήμερα ζει με τη μητέρα της και είναι πολύ πιο ενεργητική. Τη βοηθάει στο μαγείρεμα, κάνει ψώνια για το σπίτι, παίρνει τα μέσα μαζικής μεταφοράς για να πάει στα ραντεβού της, γράφει ποίηση. Κάνει ακόμη και babysitting στα παιδιά των αδελφών της –ακούει μαζί τους μουσική και βλέπουν ταινίες, τα πηγαίνει στο πάρκο–, πράγματα που η οικογένειά της δεν φανταζόταν ποτέ ότι θα καταφέρει να κάνει. Και ονειρεύεται στο μέλλον να γίνει θεραπεύτρια μέσω της τέχνης, για να βοηθήσει άλλους ανθρώπους.
Η νεαρή ασθενής είναι ευγνώμων για τη θεραπεία που της έδωσε πίσω τη ζωή της, αλλά και για την ομάδα των ειδικών που την έκανε πραγματικότητα. Χωρίς τη βοήθειά τους δεν θα ήμουν εδώ. Νιώθω ότι ένα νέο κεφάλαιο της ζωής μου αρχίζει είπε στην Washington Post.
Το Κέντρο για την Ψυχιατρική Ακριβείας του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος»
Παρότι πιθανώς μόνο μια υπο-ομάδα ασθενών με σχιζοφρένεια έχει και κάποιο αυτοάνοσο νόσημα, ο Μαρξ και άλλοι γιατροί πιστεύουν ότι υπάρχουν πολύ περισσότεροι ασθενείς των οποίων οι ψυχικές διαταραχές προκαλούνται ή επιδεινώνονται εξαιτίας αυτοάνοσων προβλημάτων.
Οι περιπτώσεις της Εϊπριλ και της Ντιβάιν συνέβαλαν, μάλιστα, στην ίδρυση του Κέντρου για την Ψυχιατρική Ακριβείας του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος» στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, το οποίο παρείχε στο Κέντρο χρηματοδότηση της τάξεως των 75 εκατ. δολαρίων, τον περασμένο Απρίλιο. Στόχος του είναι η ανάπτυξη νέων θεραπειών με βάση συγκεκριμένες γενετικές και αυτοάνοσες αιτίες των ψυχικών νοσημάτων.
Ο Δρ Μαρξ έχει ξεκινήσει θεραπεία σε 40 ασθενείς από τη στιγμή που άνοιξε το Κέντρο έως σήμερα. Μάλιστα, το Κέντρο συνεργάζεται με την αρμόδια Υπηρεσία Ψυχικής Υγείας της Πολιτείας της Νέας Υόρκης με στόχο τη διεξαγωγή αλληλούχησης ολόκληρου του γονιδιώματος και «σάρωσης» για πιθανή ύπαρξη αυτοάνοσων νοσημάτων σε ασθενείς που βρίσκονται σε ψυχιατρικά ιδρύματα της Πολιτείας. Αυτή τη στιγμή γίνονται συζητήσεις ώστε οι γενετικές αναλύσεις και η εξέταση για αυτοάνοσα νοσήματα να περιλάβουν και τους 20.000 εξωτερικούς ασθενείς του συστήματος ψυχικής υγείας της Νέας Υόρκης.
Προς μια νέα εποχή στην ψυχιατρική φροντίδα
Πόσοι ασθενείς θα ωφεληθούν τελικά από αυτή την πρωτοποριακή έρευνα παραμένει αντικείμενο συζήτησης στην επιστημονική κοινότητα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, αυτή η ερευνητική προσπάθεια έδειξε έναν νέο δρόμο προκειμένου να κατανοήσουμε καλύτερα τι συμβαίνει στον εγκέφαλο ατόμων με σοβαρές ψυχικές διαταραχές.
Ολοένα και περισσότερες μελέτες μαρτυρούν ότι η φλεγμονή και οι ανοσολογικές δυσλειτουργίες παίζουν ρόλο σε πλήθος νευροψυχιατρικών διαταραχών, όπως η σχιζοφρένεια, η κατάθλιψη και ο αυτισμός. Είναι χαρακτηριστική μια μελέτη που δημοσιεύθηκε πέρυσι στο επιστημονικό περιοδικό «Molecular Psychiatry» από ερευνητές της Πανεπιστημιακής Ιατρικής Κλινικής του Freiburg στη Γερμανία, η οποία κατέδειξε ότι σε 91 ψυχιατρικούς ασθενείς με πιθανό αυτοάνοσο νόσημα, η ανοσοθεραπεία ωφέλησε τους περισσότερους.
Στη Βρετανία, ειδικοί του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης συλλέγουν ασθενείς για συμμετοχή σε κλινικές δοκιμές, όπου θα εξεταστεί η αποτελεσματικότητα της ανοσοθεραπείας σε ψυχωτικούς ασθενείς με αυτοάνοσα νοσήματα. Εκτός από τις πιο κοινές αυτοάνοσες διαταραχές, ερευνητές έχουν εντοπίσει και 17 ασθένειες που εκδηλώνονται με διαφορετικά νευρολογικά και ψυχιατρικά συμπτώματα, στις οποίες τα αντισώματα στοχεύουν συγκεκριμένα τους νευρώνες του εγκεφάλου.
Όλη αυτή η έρευνα έχει οδηγήσει στο να εξετάζονται οι ασθενείς με ψύχωση στη Γερμανία για ανοσολογικούς δείκτες. Και ο Μαρξ διεξάγει αντίστοιχες εξετάσεις στους ασθενείς του. Πιστεύει ότι πολύ ευαίσθητα και χωρίς υψηλό κόστος τεστ αίματος, τα οποία θα ανιχνεύουν διαφορετικά αντισώματα, θα πρέπει να γίνουν μέρος του διαγνωστικού πρωτοκόλλου για την ψύχωση.
Στον ορίζοντα υπάρχει ακόμη και η ανάπτυξη πιο στοχευμένων ανοσοθεραπειών για τους ασθενείς με ψυχική νόσο, όπως σημείωσε ο Τζορτζ Γιανκόπουλος, συνιδρυτής και πρόεδρος της φαρμακευτικής εταιρείας Regeneron. Πιστεύω ότι βρισκόμαστε στο ξεκίνημα μιας νέας εποχής είπε.
Το άρθρο αναδημοσιεύεται από το www.protagon.gr