«Αν δεν βρεθεί το σώμα, ένα μέλος, η στάχτη έστω, δεν μπορεί να αρχίσει το πένθος», λέει ο ψυχίατρος-ψυχαναλυτής Σάββας Σαββόπουλος ανατέμνοντας το ψυχικό τραύμα που βαραίνει τη χώρα και όσα θα ακολουθήσουν για τους συγγενείς των θυμάτων του τραγικού δυστυχήματος στα Τέμπη.
«Δεν έχω λόγια». Αυτό αρθρώνει όλη η Ελλάδα από χθες, αφού ο μαζικός θάνατος κυρίως νέων ανθρώπων στα Τέμπη από τη σύγκρουση των δύο τρένων, δεν μπορεί να αποτυπωθεί με λογικούς ειρμούς και σκέψεις. Καθώς όλη η Ελλάδα πενθεί, τα μάτια πέφτουν στους συγγενείς των θυμάτων, στους συντρόφους, στους φίλους που μπήκαν βίαια σε μια τεράστια επικράτεια τραύματος, που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με ιδιαίτερο τρόπο.
Ο διακεκριμένος ψυχίατρος και ψυχαναλυτής Σάββας Σαββόπουλος μάς μιλά για τα χαρακτηριστικά αυτού του θρήνου, του πένθους, του ψυχισμού και ξεκαθαρίζει είναι επιτακτική ανάγκη να βρεθούν και να δοθούν όλα τα σώματα ή έστω ένα μέλος τους στους συγγενείς. Για να εκκινήσει το πένθος. Και εξηγεί τις δοκιμασίες που θα ζήσουν οι συγγενείς ως και την απώλεια της ταυτότητάς τους.
Δεν μπορεί να αρχίσει το πένθος αν δεν παραδοθεί το σώμα, έστω μέρος του
Το πιο βασικό είναι να βρεθεί το σώμα. Αν χαθεί η υλικότητα, το πένθος δεν μπορεί να αρχίσει. Έχει μάθει μια μάνα, ένας πατέρας, ο αδελφός, η φίλη, να σκέφτεται ένα αγαπημένο πρόσωπο μέσω της υλικότητας του σώματος του. Η σχέση που έχει μαζί του καθορίζεται από το άγγιγμα, την αγκαλιά στο σώμα. Για αυτό και ο διαμελισμός είναι μια τρομακτική εμπειρία. Πολύ περισσότερο η εξαφάνιση του σώματος. Ανθρωποι που δεν έχουν βρει κάτι από τους δικούς τους, έστω τη στάχτη τους δεν έχουν κάποιο απομεινάρι. Δεν μπορούν να αρχίσουν το πένθος.
Είναι βασικό για να αρχίσεις το πένθος: πρέπει να δεις το υλικό πειστήριο του θανάτου. Να πεις “το έχασα το παιδί μου”. To ζήτημα είναι πρώτον να βρεις το πτώμα για να τιμήσεις τον ίδιο τον άνθρωπο, να τον πάρεις στην καλύτερη και την πιο αξιοπρεπή μορφή που είναι δυνατόν και να τον κηδεύσεις. Να τον παρουσιάσεις στους δικούς του. Είναι σαν την περίπτωση της Χρύσας Σπηλιώτη και του Δημήτρη που χάσαμε στο Μάτι.
Αυτή τη στιγμή, υποχρέωση των αρχών είναι να βρουν και να αποκαταστήσουν ως εύρημα τα σώματα, τα κομμάτια του σώματος. Να αποκατασταθεί κατά το δυνατόν μια συνεκτική οντότητα που να δίνει στον άλλο, έστω, ένα μέλος του παιδιού του. Να φτιάξει ένα περίγραμμα με αυτό. Πάνω στο σώμα, διαβάζεις τη βιογραφία του εκλιπόντος. Βλέπεις το σημάδι από τότε που έπεσε από το ποδήλατο, την ελιά, το σημάδι με το οποίο γεννήθηκε. Διηγούνται τη ζωή του. Διηγούνται την κοινή ζωή σας.
Γιατί δεν βρίσκουμε λέξεις να μιλήσουμε για την τραγωδία στα Τέμπη
Ανείπωτη. Είναι αυτό που λέμε συνέχεια για αυτή την τραγωδία, την καταστροφή. Δεν μπορείς να μιλήσεις. Αυτό που συμβαίνει στις μαζικές καταστροφές είναι ότι τα θύματα είναι άνθρωποι που θα μπορούσαμε και εμείς να είμασταν στη θέση τους. Τα παιδιά μας. Ταυτιζόμαστε μαζί τους. Όλοι έχουμε πάρει το τρένο. Θα μπορούσαμε να είμαστε εμείς. Συνειδητοποιείς ότι δεν υπάρχει πουθενά ασφάλεια. Ένας μαζικός θάνατος έρχεται σαν καταιγίδα, σαν τσουνάμι, χωρίς να τον έχουμε προβλέψει. Και γίνεται ανείπωτο όλο αυτό όταν βλέπεις ότι χτυπήθηκαν τόσα παιδιά, τόσοι άνθρωποι στην ορμή της ζωής τους. Κάθε σταθερά μπαίνει σε αμφισβήτηση. Χάνεις τον προσανατολισμό σου.
Το γεγονός ότι τα περισσότερα θύματα είναι νέοι το κάνουν ακόμα πιο οδυνηρό. Σαν αμνοί επί σφαγή. Είναι τα καθαρά θύματα, τα αγνά παιδιά. Δεν έφταιγαν, δεν είχαν καν προλάβει να αμαρτήσουν. Παιδιά που πάνε να μάθουν μια δουλειά ή μια επιστήμη. Ο άσπιλος. Ελπίζεις το παιδί σου να πάει, να σπουδάσει και βλέπεις αυτή τη τραγωδία και λες που πάω;
Το τραύμα, η απώλεια του προσανατολισμού, η ενοχή του επιβιώσαντος
Υπάρχουν δύο κατηγορίες. Εμείς που ταυτιζόμαστε με τα θύματα και τους συγγενείς των θυμάτων. Και υπάρχουν και οι απευθείας ενεχόμενοι της ιστορίας, οι συγγενείς, οι φίλοι. Χάνεται η γη κάτω από τα πόδια τους. Γίνεται μια ρήξη του ψυχισμού. Αυτό είναι το τραύμα, η ρήξη του ψυχικού ιστού που είναι τόσο συνθλιπτική, ιδιαίτερη, δυνατή. Σου καταργεί κάθε δυνατότητα να σκεφθείς την κατάσταση, να την απεικονίσεις και πολύ περισσότερο να την πεις.
Αυτό που χαρακτηρίζει ένα τέτοιο τραύμα, είναι πολύ συχνά ένα πάγωμα. Παγώνει ο ψυχισμός σου. Είναι αυτό που λέμε «μου πάγωσε το αίμα». Υπάρχουν άνθρωποι που δεν άντεξε η καρδιά τους, τόσο βίαιοι και ξαφνικοί θάνατοι όπως αυτοί από τη σύγκρουση των τρένων, μπορούν να οδηγήσουν σε μια αγωνία η οποία αποδιοργανώνει όλους τους ψυχικούς μηχανισμούς που έχουμε για να αμυνόμαστε σε ερεθίσματα, να επεξεργαζόμαστε αυτά που συμβαίνουν στο εξωτερικό περιβάλλον.
Υπάρχει και η ενοχή του επιβιώσαντος συγγενούς. Μια πολύ μεγάλη ενοχή: γιατί να μην τον κρατήσω, γιατί να μην το σκεφτώ, είχα ακούσει ότι οι σιδηρόδρομοι είναι σε κακή κατάσταση. Αν μάλιστα μπουν σε βαριά καταθλιπτική δυναμική, τότε μπορούν να φτάσουν και σε παραλήρημα. Τότε πια πρόκειται για παθολογική κατάσταση.
Χρειάζεται να μιλήσει κάποιος για αυτό. Να μιλήσει πολύ. Να είμαστε δεκτικοί και να ακούσουμε αυτό το άτομο. Χωρίς όμως να το ενοχλήσουμε. Και εδώ είναι σημαντικός ο ρόλος του Τύπου. Πρέπει να είσαι προσεκτικός με αυτό το άτομο. Συχνά υπάρχει μια αρρωστημένη περιέργεια, από δημοσιογράφους ή αγνώστους, που πραγματικά ζορίζει όσους πενθούν. Το έχουν ζήσει ιδιαιτέρως συγγενείς θυμάτων τρομοκρατίας, που νιώθουν πόσο έχουν διεισδύσει στον ψυχισμό τους εξωτερικοί παράγοντες. Μπορούν να τους σπρώξουν έξω από τη δική τους ιστορία και προσωπικότητα. Το χειρότερο είναι ότι ακυρώνεις την ταυτότητα του άλλου έτσι. Γίνεσαι ο αδελφός του νεκρού, όχι ο Γιάννης που σπουδάζει, αγαπά τα σπορ έχει τη δική του ιστορία.
Η ώρα να κινηθούν οι διαδικασίες του μετατραυματικού πένθους
Ο θάνατος είναι η αρχή, το τραύμα. Οι διαδικασίες του μετατραυματικού πένθους μπορούν να κρατήσουν χρόνο. Ίσως και μια ζωή. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις: κάποιοι συγκρατούν τον εαυτό τους, ή φεύγουν προς τον πανικό, επιτίθενται σαν να έχουν παλαβώσει. Άλλοι είναι σαν παγωμένα ρομπότ, αποδιοργανωμένοι. Γνωρίζω την περίπτωση μιας γυναίκας που το παιδί της σκοτώθηκε σε τροχαίο. Στην κηδεία ήταν σαν να βρίσκεται αλλού. Αυτό που ονομάζουμε περιτραυματική αποσύνδεση. Ένα πάγωμα, μια αναστολή. Πήγε στην κηδεία με κόκκινο ταγιέρ. Πρέπει κάποιος να βοηθήσει τους ανθρώπους αυτούς να μην κάνουν υπεραντιδράσεις, πρέπει να τους βάλουν σε ησυχία.
Το άρθρο αναδημοσιεύεται από το www.iefimerida.gr