Το ζήτημα των παιδικών φόβων απασχολεί τους γονείς αλλά και όσους ασχολούνται με παιδιά.
Ο Αθανάσιος Αλεξανδρίδης, παιδοψυχίατρος και ψυχαναλυτής μιλάει με τη Μαγδαληνή Γεωργιάκου, κλινική ψυχολόγο, αποκλειστικά για το PsychologyΝow.gr με αφορμή το νέο του βιβλίο του «Παιδικοί Φόβοι», δεύτερο βιβλίο της σειράς ΣΧΟΛΗ ΑΝΗΣΥΧΩΝ ΓΟΝΕΩΝ.
ΜΓ: Το καινούριο σας βιβλίο έχει τίτλο «παιδικοί φόβοι». Πως προέκυψαν οι «παιδικοί φόβοι» μετά τους «παιδικούς έρωτες»;
ΑΑ: Ένα χρόνο μετά την έκδοση των «Παιδικών ερώτων» έρχεται ο συμπληρωματικός τόμος των «Παιδικών φόβων». Αν σκεφθεί κανείς ότι ο Έρωτας, η ενόρμηση ζωής κατά τους ψυχαναλυτές ή η Φιλία κατά τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους, ενώνει τα πράγματα αυτού του κόσμου, ήταν αναγκαίο μετά τον Έρωτα να δούμε τη δράση της επιθετικότητας με στόχο να τα ενώσει βίαια ή να τα χωρίσει και να τα καταστρέψει όταν αυτά ανθίστανται.
Όταν στο μείγμα Έρωτας και εχθρότητα, Νείκος κατά τους αρχαίους Έλληνες, υπερισχύει η τελευταία τότε δημιουργούνται όλα τα φαινόμενα του φόβου, από τον τρόμο και τον πανικό μέχρι τον καθεαυτό φόβο ή την ανησυχία.
ΜΓ: Όταν μιλάμε για «παιδικούς φόβους» σε τι αναφερόμαστε; Σε τι ηλικίες αντιστοιχούν;
ΑΑ: Το βιβλίο επιχειρεί μια εκτενή περιγραφή των φόβων των παιδιών αλλά και των φόβων των γονέων σχετικά με τη διαμόρφωση των παιδιών τους. Ακολουθεί την αναπτυξιακή πορεία και έτσι μετά από μια εισαγωγή στην έννοια του φόβου, μελετά τους χρόνιους και ευκαιριακούς φόβους, τον εκφοβισμό μέσα και έξω από την οικογένεια, τον φόβο της απώλειας και του θανάτου, τον υπαρξιακό φόβο, τον του αποχωρισμού, της κατασκήνωσης, του εθισμού στη χρήση ηλεκτρονικών μέσων, τον φόβο της διαφοροποίησης, της πολιτικοποίησης και της τρομοκρατίας.
Κατά κάποιον τρόπο μπορούμε να πούμε ότι η αφήγηση ξεκινά από τους φόβους του πολύ μικρού παιδιού, αυτούς που ψυχαναλυτικά αποκαλούμε αρχαϊκά άγχη, και που αφορούν το θέμα της ύπαρξης στον κόσμο «εν ζωή ή εν θανάτω» – που βιωματικά το νιώθουμε πολύ νωρίς αν και θα πάρει πολλά χρόνια μέχρι να το νοήσουμε- και προχωρά στους φόβους που σχετίζονται με το ότι έχω ανακαλύψει τον άλλο άνθρωπο ως κάποιον που τον έχω ανάγκη ή που τον επιθυμώ, και άρα φοβάμαι την εγκατάλειψη από αυτόν, τον θυμό του, την απόρριψή του, την απόσυρση της αγάπης του από εμένα.
Μελετάται η ανάμειξη των γονέων σε αυτούς τους φόβους που είναι αρκετά σύνθετοι γιατί συχνά ανακαλούν ή και αναπαράγουν και δικούς τους παιδικούς ή διαχρονικούς φόβους. Καθ’ όλη την πορεία του βιβλίου αποτελεί σταθερό μέλημα η είσοδος του κοινωνικού μέσα στην οικογένεια το οποίο ως ρόλοι, κανόνες ή προκαταλήψεις είναι πάντα παρόν, επιτακτικό και ανάλογα με την ικανότητα της οικογένειας να το ενσωματώσει, οργανωτικό ή αποδιοργανωτικό.
ΜΓ: Πώς νομίζετε ότι η εποχή και η κοινωνία στην οποία ζούμε επηρεάζει τους γονείς στο ρόλο τους και στη διαχείριση των φόβων των παιδιών τους;
ΑΑ: Η εποχή της διαρκούς και διεθνούς κοινωνικής κρίσης επηρεάζει πάρα πολύ τους γονείς στη διαχείριση των ψυχικών ζητημάτων των παιδιών τους. Η επαγγελματική και η οικονομική ανασφάλεια και η σχετική αφερεγγυότητα των θεσμών έχουν διεγείρει στους περισσότερους γονείς και τους ενήλικους φόβους αλλά και τους διαχρονικούς παιδικούς και εφηβικούς που φέρουν μέσα τους.
Κατά συνέπεια έχουν μικρότερη ανεκτικότητα στις δυσκολίες είτε αυτές έρχονται από το περιβάλλον είτε από τα παιδιά τους. Αν δεχθούμε ότι οι περισσότεροι επιθυμούν να είναι καλοί γονείς και συχνά ενοχοποιούνται στην ιδέα ότι δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες των παιδιών τους, οι φόβοι των παιδιών αποτελούν ένα ισχυρό σήμα ότι δεν έχουν εγγραφεί επαρκώς στον ψυχισμό των παιδιών τους ως ικανοί να τα προστατέψουν. Αυτό συνάδει και με την ανησυχία που τους προκαλεί η απρόβλεπτη κοινωνική ρευστότητα.
ΜΓ: Πότε οι γονείς πρέπει να ανησυχήσουν με τους φόβους των παιδιών τους;
ΑΑ: Κάθε φορά που θα ανησυχήσουν! Μπορεί να μοιάζει αυτό που λέω αστείο, αλλά δεν είναι. Το ότι θα ανησυχήσουν είναι σαφές δείγμα ότι κάτι συμβαίνει που το παιδί, οι ίδιοι και το οικογενειακό σύστημα δεν μπορούν να οργανώσουν ή αλλιώς, ψυχαναλυτικά, να μεταβολίσουν. Βέβαια εσείς με την ερώτησή σας ζητάτε να μάθετε με ποια συμπτώματα είναι δυνατόν να εκδηλωθούν εμμέσως οι παιδικοί φόβοι εκτός από την άμεση και ρητή έκφρασή τους.
Επειδή μπορούν να εκδηλωθούν έμμεσα με όλα τα δυνατά συμπτώματα στο επίπεδο της σωματικής δυσλειτουργίας, της διαταραχής της συμπεριφοράς και της ψυχικής οδύνης –και επειδή δεν επιθυμώ οι γονείς να το «παίζουν ψυχολόγοι»- γι’ αυτό έθεσα το ψυχοδυναμικό κριτήριο της ανησυχίας των γονέων ως αρκετό για να ζητήσουν τη γνώμη ενός ειδικού. Καμιά φορά αρκούν και πολύ λίγα ραντεβού για να διευθετηθεί ένα πρόβλημα. Άλλες φορές , ο φόβος μπορεί να είναι ένα πρώιμο σύμπτωμα που θα επιτρέψει την έγκαιρη διάγνωση και την αρχή μιας παρακολούθησης ή θεραπείας.
ΜΓ: Τι συμβαίνει με τους φόβους των γονέων; Πόσο αυτοί οι φόβοι μπορεί να επηρεάσουν τη ζωή των παιδιών τους ;
ΑΑ: Υπάρχουν δυστυχώς φόβοι των γονέων ή και των γονέων των γονέων που μπορεί να περάσουν στο παιδί. Πρόκειται για αυτά που καλούμε «διαγενεαλογικά τραύματα». Δυστυχώς δεν έχουμε εδώ τον χώρο για να αναπτύξουμε ένα τόσο σοβαρό θέμα. Μπορεί πάντως ο φόβος ενός παιδιού να αναδείξει ένα τέτοιο τραύμα και να οδηγήσει τον «κομιστή» του τραύματος, π.χ. τον πατέρα ή τη μητέρα, σε θεραπεία. Θέλω πάντως κλείνοντας αυτήν την απάντηση να τονίσω την πίστη που έχω στη δημιουργικότητα των παιδιών και το γεγονός ότι πολλές φορές και με λίγη βοήθεια καταφέρνουν πολλά πράγματα.
ΜΓ: Στα δώδεκα κεφάλαια του βιβλίου κάνετε λεπτομερή αναφορά σε διάφορες μορφές παιδικών φόβων, όπως οι διαχρονικοί (φόβος θανάτου, αρρώστιας, εγκατάλειψης) και οι σύγχρονοι όπως ο φόβος εξάρτησης από τα ηλεκτρονικά, ο φόβος από τον σχολικό εκφοβισμό κ.α. Πώς συνδέονται, αν συνδέονται, μεταξύ τους οι δύο κατηγορίες φόβων;
ΑΑ: Η ερώτησή σας υπονοεί ήδη και την απάντηση! Φυσικά προκύπτει από το κοινό ψυχαναλυτικό υπόβαθρο που έχει η σκέψη μας. Για να απαντήσω απλά για τους αναγνώστες: οι διαχρονικοί φόβοι είναι το ψυχικό υπόστρωμα . Επάνω τους σε κάθε εποχή εκδηλώνονται και οι ιδιαίτεροι φόβοι της κάθε εποχής, όπως για παράδειγμα ο λεγόμενος σχολικός εκφοβισμός αλλά και ο φόβος του κοινωνικού στιγματισμού και αποκλεισμού. Θεωρώ ότι η βασική δουλειά πρέπει να γίνεται αναφορικά με τους διαχρονικούς φόβους από την οικογένεια και το σχολείο με κύριους άξονες την αναγνώριση του παιδιού, από τις μικρές του κιόλας ηλικίες, ως αξιόπιστου παρτενέρ για τη σύναψη και τήρηση συμβολαίων!
ΜΓ: Τα παιδιά δεν θα αισθανθούν να τα βαραίνει υπερβολικά μια τέτοια θεώρηση;
ΑΑ: Όχι, αν τα συμβόλαια και οι απαιτήσεις τους ανταποκρίνονται στις δυνατότητες της ηλικίας τους. Αντιθέτως, αισθάνονται περισσότερη εμπιστοσύνη στον εαυτό τους όταν ο ενήλικας τα θεωρεί ως άτομα ικανά εμπιστοσύνης. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη ασπίδα απέναντι στους φόβους από το να νιώθω εμπιστοσύνη στον εαυτό μου. Δείτε τα λαϊκά παραμύθια: συνήθως αρχικά ο πρωταγωνιστής είναι ένα μικρό παιδάκι που βρίσκεται σε δύσκολη θέση και φοβάται. Όταν όμως ένας μεγάλος, π.χ. ένα τζίνι του δείξει εμπιστοσύνη, ή μια ομάδα συντρόφων που θα τον χρίσει αρχηγό, τότε αυτή η εμπιστοσύνη τον κάνει να ξεπερνά τους φόβους του και να βάζει το μυαλό του, αλλιώς το ψυχονοητικό πρόγραμμα της ανάπτυξής του, σε λειτουργία.
ΜΓ: Βγάλαμε είδηση; Να υποθέσω ότι ετοιμάζετε κάποιο βιβλίο για τα παραμύθια;
ΑΑ: Δεν φοβάμαι να το παραδεχθώ! Έχω όμως κάποιον φόβο αν θα τα καταφέρω.
ΜΓ: Μετά από τόσα βιβλία που έχετε εκδώσει μπορεί ακόμη να έχετε τέτοιους φόβους;
ΑΑ: Όπως λέω και στο βιβλίο μου, ο φόβος , αν είναι πολύς γίνεται αποδιοργανωτικός, αν είναι αντιμετωπίσιμος αποδεικνύεται χρήσιμος και οργανωτικός γιατί κινητοποιεί την εργατικότητά μας και την εφευρετικότητά μας.
ΜΓ: Θέλω να κλείσουμε με το θέμα της βίας και της τρομοκρατίας που είναι πολύ παρούσες στην εποχή μας και βρίσκουν επαρκή ανάπτυξη στο βιβλίο σας. Ο φόβος τρομοκρατικών χτυπημάτων ή βίαιων συγκρούσεων συχνά ωθούν τους γονείς να περιορίζουν τα παιδιά τους. Πόσο αυτός ο φόβος πρέπει να καθορίζει τις αποφάσεις των γονέων για το παρόν και το μέλλον των παιδιών τους;
ΑΑ: Αν χρειαζόταν να συνοψίσω σε δύο φράσεις θα έλεγα: α) ο περιορισμός δεν αποτελεί λύση β) η λύση είναι η ανάπτυξη της πολιτικής σκέψης των παιδιών και η καλλιέργεια του αισθήματος ότι είναι υπό διαμόρφωση πολίτες από την πολύ μικρή ηλικία. Τα πεδία ανάπτυξης αυτής της θεμελιώδους ιδιότητας είναι η οικογένεια και το σχολείο. Στα θέματα αυτά θα αφιερωθεί ο τρίτος τόμος της σειράς που θα αναφέρεται στο Σχολείο και στην Κοινωνία.
Διαβάστε περισσότερα για το βιβλίο του Αθανάσιου Αλεξανδρίδη “Παιδικοί φόβοι”.
Λίγα λόγια για τον Συγγραφέα:
Ο Αθανάσιος Αλεξανδρίδης είναι ψυχίατρος, παιδοψυχίατρος, διδάσκων ψυχαναλυτής της Ελληνικής, της Γαλλικής και της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Ένωσης. Είναι διδάκτωρ της Ιατρικής και της Φιλοσοφικής. Από το 1982 έχει ανακοινώσει μεγάλο αριθμό εργασιών σε ελληνικά και διεθνή συνέδρια, επιστημονικά περιοδικά, συλλογικούς τόμους και ατομικά βιβλία. Η κλινική και θεωρητική του εργασία καλύπτει ένα ευρύτατο φάσµα της ψυχοπαθολογίας, µε κύριους άξονες τη δηµιουργία και την αποδιοργάνωση της ταυτότητας, της ψυχοσωµατικής ενότητας και της γλώσσας. Τα πιο πρόσφατα βιβλία του είναι: Φύση και Λόγος στην ψυχανάλυση (Ίκαρος, 2011), Το παιδικό ψυχόσωµα (Γαβριηλίδης, 2014) Παράλληλα, από το 1992 άρχισε τη συστηματική παρουσίαση της ποίησή του. Οι πρόσφατες συλλογές του είναι SMS (Ίκαρος, 2008), Υπέρθλιψη (Ίκαρος, 2011) και Αλγόρυθμος (Ίκαρος, 2016) Το 2016 δημοσίευσε το πρώτο του μυθιστόρημα, Το πρωτάκι (εκδόσεις Καστανιώτη).
Επιμέλεια Συνέντευξης: H Μαγδαληνή Γεωργιάκου είναι Κλινικός Ψυχολόγος. Σπούδασε Ψυχολογία στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και ειδικεύτηκε στην Κλινική Ψυχολογία στο University of Indianapolis. Είναι υποψήφιο μέλος της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρίας (ΕΨΕ) από το 2012. Στο παρελθόν είχε σπουδάσει Διοίκηση Επιχειρήσεων και εξειδικεύτηκε στη Χρηματοοικονομία. Εργάστηκε στον τραπεζικό κλάδο μέχρι το 2000. Ως ψυχολόγος έχει συνεργαστεί με το Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας του Παιδιού και του Εφήβου (ΙΨΥΠΕ). Διατηρεί γραφείο στον Πειραιά όπου ασκεί την ψυχανάλυση και την ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία.