Ο Ίρβιν Γιάλομ αναπολεί τις συναρπαστικές στιγμές της πορείας του ως ψυχοθεραπευτής και συγγραφέας σε μία σπάνια συνέντευξη. Από την πρώτη παρουσίαση περιστατικού στη σχολή και τι τον παρακίνησε να γίνει συγγραφέας μέχρι το άγχος του θανάτου και την εξοικείωση με το δικό του θάνατο.
Αυτό το απόσπασμα από το βιβλίο Psychotherapy and the Human Condition με συγγραφέα την Ruthellen Josselson, ξεκινάει με τον ίδιο τον Γιάλομ να μιλάει για την πρώτη παρουσίαση περιστατικού ψυχοθεραπείας που έκανε στην Ιατρική Σχολή.
Από το κεφάλαιο 1: Οι ρίζες
RUTHELLEN JOSSELSON: Αυτή ήταν η πρώτη σας παρουσίαση περιστατικού.
IRVIN YALOM: Σωστά. Είχα αρκετό άγχος τότε. Θυμάμαι την ασθενή μου πολύ καθαρά: μια γυναίκα με κόκκινα μαλλιά, με φακίδες, μερικά χρόνια μεγαλύτερη από μένα. Έπρεπε να κάνω θεραπεία μαζί της για οκτώ εβδομάδες. Στην πρώτη συνεδρία μου είπε ότι ήταν ομοφυλόφιλη.
Αυτό δεν ήταν για μένα ένα καλό ξεκίνημα γιατί δεν ήξερα τι εννοούσε κανείς με τον όρο «ομοφυλόφιλη». Δεν τον είχα ακούσει ποτέ πριν. Πήρα τότε μια άμεση απόφαση ότι ο μόνος τρόπος με τον οποίο θα μπορούσα πραγματικά να συνδεθώ μαζί της, ήταν να είμαι ειλικρινής και να της πω ότι δεν ήξερα τι σημαίνει «ομοφυλόφιλη». Οπότε, της ζήτησα να με διαφωτίσει και στις οκτώ αυτές εβδομάδες αναπτύξαμε μια στενή σχέση. Ήταν η ασθενής που παρουσίασα στην σχολή.
Καθώς είχα πάει σε πολλές παρουσιάσεις νωρίτερα με άλλους φοιτητές, τις είχα βρει τρομακτικές. Κάθε ένας από τους καθηγητές που σχολίαζαν μετά, προσπαθούσε να ξεπεράσει τον άλλον με πομπώδεις πολύπλοκες διαπιστώσεις και κριτικές. Έδειχναν λίγη ενσυναίσθηση για τον σπουδαστή, ο οποίος συχνά συνθλιβόταν και απογοητευόταν από την ανελέητη κριτική.
Εγώ απλά σηκώθηκα τότε και μίλησα για την ασθενή μου, σαν να έλεγα μια ιστορία. Δεν νομίζω ότι χρησιμοποίησα καν σημειώσεις. Είπα το πώς συναντηθήκαμε. Το πώς έμοιαζε. Αυτά που ένιωσα. Πώς εξελίχθηκε η συνεδρία. Της είπα για την άγνοιά μου. Με δίδαξε. Είχα βαθύ ενδιαφέρον για αυτά που μου είπε. Άρχισε να με εμπιστεύεται. Προσπάθησα να της είμαι βοηθητικός όσο καλύτερα μπορούσα, αν και ένιωθα αρκετά αμήχανα.
Στο τέλος της ομιλίας μου, επικρατούσε μια δυνατή, μακρά σιωπή. Ήμουν μπερδεμένος. Είχα κάνει κάτι που ήταν εξαιρετικά εύκολο και φυσικό για μένα. Και, ένας-ένας, οι καθηγητές -οι τύποι που δεν μπορούσαν να σταματήσουν να ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον- είπαν: Λοιπόν, αυτή η παρουσίαση μιλάει από μόνη της. Δεν μπορούμε να πούμε τίποτα. Πρόκειται για μια καταπληκτική και τρυφερή σχέση.
Και το μόνο που είχα κάνει ήταν να πω απλά μια ιστορία, η οποία αποτυπώθηκε τόσο φυσικά και αβίαστα από μένα. Αυτή ήταν σίγουρα μια εμπειρία που μου άνοιξε τα μάτια: Εκείνη τη στιγμή ανακάλυψα ότι βρήκα τη θέση μου στον κόσμο.
Αυτή η ανάμνηση είναι ίσως μια καθοριστική στιγμή για τη ζωή του Γιάλομ. Καθώς τη θυμάται και μιλάει γι’ αυτήν, είναι βαθιά συγκινημένος. Με κάποιο τρόπο, το έργο του από τότε ήταν να λέει ιστορίες, ιστορίες για τις συναντήσεις του με τους ανθρώπους ως θεραπευτές, ιστορίες που μας διδάσκουν πώς να συνδεθούμε ουσιαστικά με τους άλλους. Έχει διατηρήσει την ουσιαστική ταπεινότητά του: επιτρέπει ακόμα στους άλλους να τον διδάξουν για την πραγματικότητά τους καθώς προσπαθεί να τους συναντήσει στο βαθύτερο τους
Είναι και να τους προσφέρει μια σχέση με την οποία μπορούν να θεραπευθούν. Αυτή η στιγμή σήμανε επίσης για τον Γιάλομ μια πορεία, έξω από την ανωνυμία που είχε βιώσει σε όλη την εκπαίδευσή του. Παρά τις ακαδημαϊκές επιτυχίες του, κανείς δεν είχε αναγνωρίσει ότι διέθετε ένα ιδιαίτερο ταλέντο και είχε μόνο μία αφηρημένη αίσθηση ότι είχε κάποια ξεχωριστή ικανότητα. Για πρώτη φορά, αναγνωρίστηκε- κάνοντας κάτι που οι καθηγητές του δεν είχαν δει ποτέ ξανά.
RJ: ΑΠΟ πού πήρατε το θάρρος να το κάνετε αυτό;
IY: Θυμάμαι ότι δεν ένιωθα θαρραλέος, αλλά αυτό συνέβη πριν από πενήντα χρόνια, δεν είχα τότε άλλες επιλογές. Ήταν η δική μου σειρά να παρουσιάσω ένα περιστατικό και αυτός ήταν ο τρόπος μου να το παρουσιάσω. Και έπειτα, κάθε φορά που παρουσίαζα μια περίπτωση, κάθε φορά που παρουσίαζα σε συνέδρια ή σε μια διάλεξη, τραβούσα την πλήρη προσοχή του κοινού. Είχα πάντα αυτή την ικανότητα.
Διαβάστε σχετικά: Ίρβιν Γιάλομ: «Όσο αναζητούμε σκόπιμα το νόημα της ζωής, τόσο λιγότερο πιθανό είναι να το βρούμε»
RJ: Οπότε εκείνη τη στιγμή, όταν κάνατε την παρουσίαση και οι καθηγητές έμειναν σιωπηλοί καθώς δεν μπόρεσαν να απαντήσουν με τους συνήθεις τρόπους τους και να αρχίσουν να ανταγωνίζονται μεταξύ τους, αισθανθήκατε ότι σας αναγνώρισαν και ότι κάνατε κάτι σημαντικό;
IY: Ω, ναι, σίγουρα. Αν προσπαθήσω να το καταλάβω τώρα μετά από όλες αυτές τις δεκαετίες, νομίζω ότι ήταν επειδή μιλούσα για μια ψυχιατρική περίπτωση, αλλά μιλούσα μέσω ενός εντελώς διαφορετικού πλαισίου, ενός λογοτεχνικού πλαισίου, γεμάτου ιστορίες. Και οι παρατηρήσεις τους δεν είχαν καμιά δύναμη πάνω του. Η φρασεολογία, οι ερμηνείες, όλα αυτά δεν είχαν καμία σχέση με την ιστορία που τους είπα. Φυσικά αυτή είναι η σκέψη μου: Θα ήθελα πολύ να πάω πίσω στο χρόνο και να μάθω τι πραγματικά σκέφτονταν.
RJ: Υπάρχουν τόσοι πολλοί διαφορετικοί τρόποι για να πεις μια ιστορία, συμπεριλαμβανομένης της συνήθους παρουσίασης ενός περιστατικού που είναι επίσης ένας τρόπος. Αλλά αυτός ήταν ένας διαφορετικός τρόπος για να πεις μια ιστορία.
IY: Δεν γνώριζα τίποτα για το πως να αφηγηθώ μια ιστορία ή το πώς έπρεπε να αφηγηθώ μια ιστορία με τεχνικούς όρους, αλλά κατά κάποιο τρόπο ήξερα πώς να βάλω τα πράγματα μαζί για να δημιουργήσω μία πλοκή.
RJ: Με τον εαυτό σας μέσα σε αυτή.
IY: Ναι, με τον εαυτό μου μέσα σε αυτή. Πώς τη συνάντησα, πώς δεν ήξερα τίποτα για το ότι ήταν ομοφυλόφιλη, πόσο μπερδεμένος ήμουν, πώς υπέθεσα ότι πρέπει να αισθάνεται να δουλεύει με έναν θεραπευτή που παραδέχθηκε ότι αγνοεί εντελώς τον τρόπο ζωής της, πώς πρέπει να ανησυχεί για την αποδοχή της, πώς της έδωσα μία αναπαράσταση ενός ολόκληρου κόσμο που αγνοούσε και που θα μπορούσε πιθανώς με κάποιο τρόπο να την περιθωριοποιήσει.
RJ: Δεν την επικρίνατε ή προβάλλατε μία ψυχοπαθολογία πάνω της. Συνδεθήκατε μαζί της με έναν πολύ ανθρώπινο τρόπο.
IY: Ναι. Νομίζω ότι αυτό είναι αλήθεια. Δεν την περιθωριοποίησα – ακριβώς το αντίθετο. Νομίζω ότι ομολογώντας την άγνοιά μου, ήρθαμε πιο κοντά σε μια σχέση που σφυρηλατήθηκε με ειλικρίνεια.
RJ: Σε αντίθεση με τον ψυχιατρικό τρόπο ή τον ψυχαναλυτικό τρόπο που θα την θεωρούσε φορέα συμπτωμάτων και παθολογίας.
IY: Ακριβώς, προσωπικά έβρισκα πολύ άσχημες και δυσάρεστες τις παρατηρήσεις περιστατικών που επικεντρώνονταν στενά στην παθολογία.
RJ: Ήταν προσβλητικό ακόμα και για την ιατρική σχολή.
IY: Ακόμη και στην ιατρική σχολή δεν μου άρεσε η μακρινή,αδιάφορη στάση πολλών ψυχιάτρων που γνώρισα.
RJ: Παρ΄όλα αυτά, ήταν ξεκάθαρο σε εσάς ότι θέλατε να ακολουθήσετε την ψυχιατρική, παρ΄όλο που βρίσκατε μη ελκυστικό τον τρόπο που προσέγγιζαν οι ψυχίατροι τον ασθενή.
IY: Σωστά. Αμφιταλαντεύτηκα για λίγο γιατί υπήρχαν τόσα πράγματα που μου άρεσαν στην ιατρική. Μου άρεσε να φροντίζω τους ανθρώπους, μου άρεσε να τους μεταβιβάζω αυτό που μου είχε μεταδώσει ο Δρ. Μάντσεστερ. Αλλά ποτέ δεν μου άρεσε να κάνω τίποτα άλλο στην ιατρική. Οπότε, είχα δεσμευτεί. Σε εκείνο το σημείο αρχίζω ήδη να διαβάζω πολλά για την ψυχιατρική.
Από το κεφάλαιο έξι: Οι σκέψεις του Γιάλομ για το έργο του
RJ: Είμαι εντυπωσιασμένη από το πόση πολλή φιλοσοφία έχετε διαβάσει και ενσωματώσει στο έργο σας ως θεραπευτής και συγγραφέας.
IY: Πέρασα 10 χρόνια διαβάζοντας φιλοσοφικά έργα γράφοντας το βιβλίο Υπαρξιακή Ψυχοθεραπεία (Existential Psychotherapy). Ένας καλός φίλος, ο Άλεξ Κόμφορτ με συμβούλεψε ότι ήρθε η ώρα να σταματήσουμε να διαβάζουμε και να αρχίσουμε να γράφουμε. Αλλά συνεχίζω να διαβάζω φιλοσοφία από τότε.
Το βιβλίο Υπαρξιακή Ψυχοθεραπεία αποτέλεσε ένα βιβλίο αφετηρίας για όλα όσα έχω γράψει από τότε. Όλα τα βιβλία των ιστοριών και των μυθιστορημάτων που έχω γράψει, ήταν τρόποι προέκτασης μιας ή άλλων πτυχών του Existential Psychotherapy.
RJ: Δεν σκέφτεστε όμως την Υπαρξιακή Ψυχοθεραπεία ως μια σχολή ψυχοθεραπείας;
IY: Όχι. Ποτέ δεν το έχω σκεφτεί. Δεν μπορείς απλά να εκπαιδευτείς ως υπαρξιακός ψυχοθεραπευτής. Κάποιος πρέπει να είναι ένας άρτια εκπαιδευμένος θεραπευτής και στη συνέχεια να αναπτύξει μια ευαισθησία στα υπαρξιακά ζητήματα. Πάντα προέβαλα αντίσταση στην ιδέα της δημιουργίας ενός ινστιτούτου ή ενός εκπαιδευτικού προγράμματος κατάρτισης. Έχω μια τόσο δυνατή έλξη προς το γράψιμο. Μου αρέσει πραγματικά να γράφω.
RJ: Ξεκινήσατε να γράφετε περισσότερο για το ευρύ κοινό, μετά την ευρεία επιτυχία των βιβλίων που αφορούσαν τα περιστατικά σας και το πρώτο σας μυθιστόρημα;
IY: Όχι, πάντα σκέφτηκα ότι το κοινό μου ήταν ο νεαρός θεραπευτής, νέοι φοιτητές της ψυχιατρικής και ψυχολογίας και σύμβουλοι.
RJ: Οπότε, δεν σκεφτήκατε ποτέ να γράψετε για το ευρύ κοινό; Ίσως να κρυφάκουγαν καθώς μιλούσατε στους θεραπευτές.
IY: Ναι, θα κρυφάκουγαν επειδή θα είχαν κάνει θεραπεία ή θα ενδιαφέρονταν για το θέμα της θεραπείας. Νομίζω ότι η περιγραφή στο οπισθόφυλλο του βιβλίου Ο Δήμιος του Έρωτα περνά το μήνυμα ότι αυτό το βιβλίο ήταν και για θεραπευτές και για θεραπευόμενους. Και σκέφτηκα επίσης ότι οι άνθρωποι με φιλοσοφικό υπόβαθρο θα ενδιαφέρονταν ειδικά για τα βιβλία των Nietzsche και Schopenhauer. Η συγκεκριμένη ψυχοβιογραφία του Schopenhauer ήταν πρωτότυπη – δεν υπάρχει άλλο τέτοιο έργο.
RJ: Πώς επιλέξατε τονSchopenhauer; Για τον Nietzsche μου είναι σαφές, γιατί είστε πολύ κοντά στη φιλοσοφία του.
IY: Ο Schopenhauer υπήρχε πάντα στο παρασκήνιο. Πρέπει να θυμάστε ότι ήταν ο δάσκαλος του Nietzsche. (Εννοώ διανοητικά – δεν συναντήθηκαν ποτέ.) Αλλά ο Nietzsche στράφηκε εναντίον του τελικά και αυτή η ρήξη με γοήτευε για πολύ καιρό.
Ήταν πολύ ενδιαφέρον για μένα ότι ξεκίνησαν από το ίδιο σημείο, είχαν τις ίδιες παρατηρήσεις για την ανθρώπινη φύση, αλλά ο ένας από τους δυο κατέληξε να ανυψώνει τη ζωή ενώ ο άλλος να την ακυρώνει. Γιατί έγινε αυτό; Υποψιάστηκα ότι η τάση τους καθοδηγήθηκε από ζητήματα χαρακτήρα ή προσωπικότητας.
Και ο Freud επίσης ενδιαφέρθηκε για τον Schopenhauer. Ήταν ο σημαντικότερος Γερμανός φιλόσοφος κατά την περίοδο εκπαίδευσής του. Πολλές από τις μεγάλες ιδέες του Freud αποτυπώνονται στο έργο του Schopenhauer. Το έργο του ήταν πολύ πλούσιο. Έγραψε αρκετά δοκίμια και για πολλά άλλα θέματα όπως η πολιτική, η μουσικολογία και η αισθητική, αλλά εγώ επικεντρώθηκα αποκλειστικά στα γραπτά του για τη ζωή και την ύπαρξη.
Χρειάζεται να αναγνωρίσουμε την ανθρώπινη φύση, πριν να καταλάβουμε πώς να την αντιμετωπίσουμε. Ο Schopenhauer μπορεί να μας ενημερώνει για τη ματαιότητα της επιθυμίας και την αναπόφευκτη λήθη, αλλά τελικά είναι η Νιτσεχική ιδέα για τον εναγκαλισμό της ζωής που είναι η βιώσιμη απάντηση σε αυτό το δίλημμα.
Διαβάστε σχετικά: Ο Irvin Yalom μοιράζεται τις σκέψεις του σχετικά με τις προκλήσεις και τα δώρα της Ψυχοθεραπείας
RJ: Σε πολλές από τις ιστορίες σας καθώς και τα μυθιστορήματά σας, υπάρχει επανάληψη των θεμάτων της σεξουαλικής εμμονής και της εμμονής της αγάπης. Μπορείτε να μου πείτε πώς σας αιχμαλώτισαν το ενδιαφέρον σας;
IY: Πάντα ήμουν ερωτευμένος με την ιδέα της ρομαντικής αγάπης και την απώλεια του εαυτού με αυτόν τον τρόπο, κάτι που συχνά χαρακτήριζα ως “το μοναχικό Εγώ που διαλυόταν σε Εμείς”. Επομένως, χάνετε την αίσθηση της προσωπικής ξεχωριστότητας και βρίσκετε άνεση στην έλλειψη μοναξιάς.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ανέκαθεν ενθουσιάστηκα με τη διατύπωση του Otto Rank του να πηγαίνω μπροστά και πίσω ανάμεσα στους πόλους του άγχους της ζωής και του άγχους του θανάτου. Και επίσης ο Ernest Becker, ο οποίος είναι πολύ Ρανκιανός και ανέπτυξε τις ιδέες του Rank στο υπέροχο βιβλίο του, The Denial of Death.
Πάντα με έλκυε αυτή η ιδέα της ρομαντικής αγάπης, αλλά και της θρησκευτικής υποταγής, η οποία είναι παρόμοια – και οι δύο σχετίζονται με την τελική ανησυχία της απομόνωσης. Και αυτό το ζήτημα της εμμονής υπήρξε ένα κυρίαρχο θέμα στο βιβλίο για τον Nietzsche.
Πρόσφατα έβλεπα έναν ασθενή που είχε εμμονή με μια γυναίκα με την οποία είχε χωρίσει αλλά δεν μπορούσε να την βγάλει από το μυαλό του. Διάβασε το βιβλίο για τον Nietzsche και στην επόμενη συνεδρία είπε ότι τον ωφέλησε περισσότερο από τα δύο χρόνια θεραπείας που είχαμε κάνει.
RJ: Οπότε, προσπαθούμε να είμαστε αυτόνομοι αλλά αντιμετωπίζουμε δυσκολίες στην αντιμετώπιση της ανεξαρτοποίησής μας;
IY: Ναι, και επίσης κάτω από την ψυχαναγκαστική δραστηριότητα κρύβεται πολύ άγχος για το θάνατο. Συχνά το άγχος του θανάτου παραβλέπεται εξαιτίας άλλων θεμάτων όπως η οργή.
RJ: Οπότε, μέσα στον πόνο της υπαρξιακής απομόνωσης, το μοναχικό Εγώ συνδέεται με την οργή η οποία συνδέεται με το άγχος του θανάτου. Και ο φόβος και η οργή αφορούν τόσο την μοναχικότητα όσο και το θάνατο. Μας αφήνουν μόνους μας σε αυτή την πεπερασμένη ύπαρξη. Στο μυθιστόρημα του Nietzsche και σε μερικές από τις ιστορίες, ο στόχος είναι να βοηθήσουμε τους ανθρώπους να εγκαταλείψουν την εμμονή.
IY: Βοηθώντας τους να βρουν έναν πιο αυθεντικό τρόπο σύνδεσης με τους άλλους.
RJ: Βλέπετε την εμμονή της αγάπης και τη σεξουαλική εμμονή ως το ίδιο πράγμα;
IY: Τις βλέπω σαν «πρώτα ξαδέλφια». Στο βιβλίο Η θεραπεία του Σοπενάουερ, το άγχος του Φίλιπ κατευνάστηκε από τη σεξουαλική ένωση, αλλά η ανακούφιση ήταν φευγαλέα. Στη ρομαντική αγάπη, η ζωή δεν μπορεί να βιωθεί χωρίς σύντροφο και αν τον/την χάσεις, είσαι σε συνεχή θλίψη – αυτό υπήρξε το πρόβλημα για πολλούς από τους θεραπευόμενούς μου.
RJ: Πώς μπορούμε να διακρίνουμε τη διαφορά ανάμεσα στην αυθεντική, ουσιαστική σύνδεση και την εμμονή στην αγάπη;
IY: Η βασική διάκριση έγκειται στον ορθολογισμό, όχι στην σκέψη που χαρακτηρίζεται από παράλογους όρους. Η ερωτική εμμονή είναι εξαιρετικά παράλογη. Αποδίδει χαρακτηριστικά στον άλλο που δεν υπάρχουν, δεν βλέπει τον άλλο όπως πραγματικά είναι, δεν είναι σε θέση να δει τον άλλο ως ένα πεπερασμένο, ξεχωριστό πρόσωπο που δεν έχει μαγικές δυνάμεις. Μια ερωτική εμμονή προέρχεται από την απόδοση εξουσίας στους άλλους, όπως και στην περίπτωση της θρησκείας.
RJ: Πιστεύετε ότι όταν οι άνθρωποι αγαπούν ο ένας τον άλλο, κάνουν κάποια πράγματα από αυτά που είπατε-εξιδανικεύουν, καθιστώντας το άλλο πρόσωπο ιδιαίτερα ξεχωριστό;
IY: Νομίζω ότι σε μια αληθινή σχέση αγάπης φροντίζεις για την ύπαρξη και την εξέλιξη του άλλου προσώπου και έχεις τη σωστή ενσυναίσθηση για αυτό φροντίζοντας το με οποιοδήποτε τρόπο μπορείς. Αλλά αυτό μπορεί να μην είναι το επίκεντρο μιας εμμονής στην αγάπη. Όπως και η πρώτη ιστορία στο βιβλίο Ο Δήμιος του Έρωτα όπου ένα από τα μέλη του ζευγαριού δεν γνώριζε καν ότι το άλλο είχε μια ψυχωτική εμπειρία.
Οι άνθρωποι θα ερωτευτούν κάποιον που γνωρίζουν ελάχιστα. Στην αληθινή αγάπη, βλέπουμε το άλλο πρόσωπο ακριβώς ως άνθρωπο, σαν τον εαυτό μας. Ερωτευόμαστε κάποιον βλέποντας ποιοι είναι και τι είναι οπότε δεν αναγκάζονται να γίνουν κάποιοι που δεν είναι. Για μένα, το είδος της ερωτικής σχέσης που θέλω να εναγκαλιάσω είναι εκείνο όπου τα μάτια και των δύο είναι ορθάνοιχτα.
RJ: Οπότε, αυτό θα ήταν ένα μέτρο της ορθολογικότητας της σχέσης.
IY: Ναι.
RJ: Στο βιβλίο σας, Staring at the Sun, επιστρέφετε στο θέμα του θανάτου. Γιατί τώρα;
IY: Ασχολούμαι περισσότερο με αυτό εξαιτίας της ηλικίας μου. Είμαι τώρα 76ετών, μια ηλικία που οι άνθρωποι πεθαίνουν και βλέπω τους φίλους μου να γερνούν και να πεθαίνουν. Βλέπω τον εαυτό μου να ζεί με δανεισμένο χρόνο. Μιλώ για ένα μεγάλο μέρος αυτού του θέματος στο συγκεκριμένο βιβλίο.
RJ: Τι σημαίνει για εσάς να γράφετε αυτό το βιβλίο σε αυτή την ηλικία;
IY: Ήμουν τόσο εξοικειωμένος, τόσο βυθισμένος σε αυτό το θέμα. Αρχικά, σκεφτόμουν να γράψω μια σειρά συνδεδεμένων φανταστικών ιστοριών για την αντιμετώπιση του άγχους του θανάτου. Διάβασα πολύ τον Πλάτωνα και τον Επίκουρο και σκέφτηκα ότι θα γράψω μια σειρά από ιστορίες που θα συνδέονταν μεταξύ τους. Ήμουν εμπνευσμένος από ένα βιβλίο του Murukami που ονομάζεται After the Quake, στο οποίο όλες οι ιστορίες συνδέονταν με ένα πράγμα: το σεισμό του Κόμπε.
Είχα έξι ιστορίες στο μυαλό μου και το σχέδιό μου ήταν να ξεκινήσω κάθε ιστορία με τον ίδιο εφιάλτη για το θάνατο. Σε κάθε ιστορία ο ονειροπόλος ξυπνάει σε πανικό για το θάνατο, αφήνει το σπίτι και ψάχνει για κάποιον που μπορεί να τον βοηθήσει με το άγχος του θανάτου. Η πρώτη ιστορία αναφερόταν στο 348 π.Χ. και ο ονειροπόλος βγαίνει προς αναζήτηση του Επίκουρου.
Μια δεύτερη ιστορία θα περιλάμβανε έναν Πάπα από τους μεσαιωνικούς χρόνους, στη συνέχεια θα μεταφερόταν στην εποχή του Φρόιντ και μετά σε πιο σύγχρονες ιστορίες. Αλλά πέρασα τόσο πολύ χρόνο στην έρευνα για την πρώτη ιστορία για τον Επίκουρο -διαβάζοντας τι έτρωγαν οι αρχαίοι Έλληνες για πρωινό, πως είναι ένα ελληνικό καφενείο, τι ρούχα φορούσαν –και τότε άρχισα να διαβάζω μυθιστορήματα για την αρχαία Ελλάδα, ένα μυθιστόρημα για τον Αρχιμήδη και τις ιέρειες στους Δελφούς, ώσπου είχαν περάσει έξι μήνες και συνειδητοποίησα ότι θα μπορούσα να κάνω αυτή την έρευνα στο παρελθόν για χρόνια, οπότε απέρριψα με λύπη την ιδέα αυτή, η οποία νομίζω ότι είναι μια εξαιρετική ιδέα. Ίσως ένας από τους αναγνώστες αυτής της συνέντευξης να γράψει αυτό το βιβλίο κάποια μέρα.
Οπότε, μετακινήθηκα στο άλλο έργο που είχα κατά νου, μια αναθεώρηση του βιβλίου Υπαρξιακή Ψυχοθεραπεία. Το ξαναδιάβασα προσεκτικά και υπογράμμισα τα πράγματα που ήθελα να αλλάξω και μάζεψα μια ομάδα φοιτητών που θα το διάβαζαν μαζί μου και θα με βοηθούσαν να επιλέξω το σωστό υλικό. Τελικά, το όλο εγχείρημα με συνεπήρε, ειδικά το εύρος της βιβλιογραφικής έρευνας ανατρέχοντας στην εμπειρική έρευνα για τις απώτερες ανησυχίες που είχαν συσσωρευτεί στα είκοσι πέντε χρόνια από την πρώτη δημοσίευση αυτού του βιβλίου.
Οπότε, το παράτησα αυτό και έγραψα ένα βιβλίο για αυτό που είχα μάθει για την υπαρξιακή προσέγγιση στα χρόνια που πέρασαν από τότε που έγραψα το βιβλίο. Στη συνέχεια, ο ατζέντης μου, παρατηρώντας ότι το 75% του βιβλίου απευθυνόταν στο άγχος του θανάτου, πρότεινε να προσδιορίσω πιο αυστηρά το βιβλίο προς το άγχος του θανάτου.
Στο τέλος, το βιβλίο υποβλήθηκε σε μια ακόμη μεταμόρφωση όταν ο εκδότης μου πρότεινε να το κατευθύνω περισσότερο στο ευρύ κοινό. Συμφώνησα να το πράξω, αλλά επέμεινα να υπάρχει ένα τελευταίο κεφάλαιο που θα απευθυνόταν στους θεραπευτές. Πιστεύω ότι το πιο δυνατό κεφάλαιο είναι ένα προσωπικό κεφάλαιο που ασχολείται με την αναγνώριση της συνείδησης για το δικό μου θάνατο.
RJ: Θα λέγατε ότι γράφοντας αυτό το βιβλίο σας κάνει λιγότερο φοβισμένο για το θάνατο από ό,τι όταν το ξεκινήσατε;
IY: Νομίζω πως ναι. Αλλά γράφοντας για το άγχος του θανάτου, δεν ήταν μια προσπάθεια να θεραπεύσω τον εαυτό μου από αυτό. Ποτέ δεν έχω απορροφηθεί με το άγχος του θανάτου. Είχε προκύψει ως ένα θεραπευτικό ζήτημα πριν πολύ καιρό όταν άρχισα να δουλεύω με καρκινοπαθείς στο τελευταίο στάδιο. Είχα εξοικειωθεί με το βαθμό του άγχους του θανάτου μου. Τώρα νιώθω ότι έχω γίνει αποτελεσματικός στη βοήθεια θεραπευόμενων που βιώνουν το άγχος του θανάτου και είμαι βέβαιος ότι μπορώ να βοηθήσω.
Ο Ίρβιν Γιάλομ στη συνέχεια μοιράστηκε μαζί μας μερικά email που δέχεται καθημερινά από ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Αυτές είναι ειλικρινείς (συχνά σπαραχτικές) επιστολές από ανθρώπους που εκφράζουν την εκτίμησή τους για τους τρόπους με τους οποίους τα κείμενα του έχουν αλλάξει τη ζωή τους.
Δεν είναι αρκετό να σας πω ότι τα λόγια σας με έχουν συγκινήσει και επηρεάσει βαθύτατα. Όταν στο τέλος [του βιβλίου «Η θεραπεία του Σοπενάουερ»] η Πάμ έβαλε τα χέρια της στον Φίλιπ και του είπε τι είχε ανάγκη να ακούσει… οι λέξεις στη σελίδα άρχισαν να θολώνουν, το μόνο που θα μπορούσα να κάνω ήταν να γύρω το κεφάλι μου πίσω, να αντισταθώ στην επίθεση των δακρύων και να περιμένω τις ικανότητές μου να επιστρέψουν .. Ήταν η κάθαρση που χρειαζόμουν.
Ή από ένα άλλο μήνυμα: Ξέρω ότι είμαι μόνος και πεπερασμένος, αλλά αισθάνομαι συνδεδεμένος με την υπόλοιπη ανθρωπότητα μέσα από την ανάγνωση των βιβλίων σας επειδή όλοι οι άλλοι, συνειδητοποιώ, ότι βρίσκονται στην ίδια μοίρα με εμένα και σας ευχαριστώ για αυτή τη διορατικότητα.
Και από έναν καθηγητή στην Τουρκία: Σας γράφω για την εκτίμησή μου που μου κρατήσατε εξαιρετική συντροφιά μέσα στις δύσκολες ώρες της ημέρας: όταν είμαι μόνος ή ακόμα χειρότερα ( ή καλύτερα;) όταν νομίζω ότι είμαι μόνος.
Άλλες επιστολές προέρχονται από ανθρώπους που λαχταρούν να βρουν κάποια ανακούφιση για τον συναισθηματικό τους πόνο, ανακούφιση όπως εκείνη που προσφέρει στους θεραπευόμενούς του. Απαντά σε κάθε μία από αυτές τις επιστολές προσωπικά, αναγνωρίζοντας το νόημά τους γι’ τον/την αποστολέα ή όταν μπορεί, δίνοντας συμβουλές.
RJ: Τι σημαίνουν αυτές οι επιστολές για εσάς;
IY: Είναι σαν να έχω ένα δεύτερο γραφείο που βλέπω θεραπευόμενους. Γνωρίζω ότι σημαίνω πολλά για μερικούς από τους αναγνώστες μου. Γνωρίζω ότι με εμπλουτίζουν με πολύ περισσότερη σοφία από ό, τι έχω και θέλουν να συνδεθούν μαζί μου. Προσπαθώ να απαντήσω σε κάθε επιστολή, ακόμη και αν είναι απλώς να τους πω ευχαριστώ για τη επιστολή τους. Αυτή η αλληλογραφία μου δίνει μία ασυνήθιστη επίγνωση για τους αναγνώστες μου.
Συνταξιοδοτήθηκα από το Τμήμα Ψυχιατρικής πριν από δέκα χρόνια. Ένας από τους κύριους λόγους μου ήταν ότι η ψυχιατρική είχε γίνει εκ νέου ιατρικοποιημένη και οι φοιτητές μου έδειχναν ελάχιστο ενδιαφέρον για την ψυχοθεραπεία και αντί αυτού ενδιαφέρονταν πολύ περισσότερο για τη βιοχημεία, τη φαρμακολογική έρευνα και την κλινική άσκηση. Δεν είχα πραγματικά σπουδαστές που ενδιαφέρονταν για αυτά που ήθελα να διδάξω.
Έτσι λοιπόν, τώρα αισθάνομαι ότι η διδασκαλία μου γίνεται μέσω της συγγραφής μου. Δεν μου λείπει η διδασκαλία στην τάξη επειδή αισθάνομαι ότι τώρα έχω ένα άλλο τρόπο διδασκαλίας. Θεωρώ ότι η συγγραφή μου είναι διδασκαλία και όταν λαμβάνω αυτές τις επιστολές νιώθω πλήρης σε αυτό τον τομέα.
Διαβάστε σχετικά: Ίρβιν Γιάλομ: “αυτό που έχει σημασία στην ψυχοθεραπεία είναι η προσωπική εντιμότητα και διαφάνεια”
RJ: Ποιο μήνυμα προσπαθείτε να μεταδώσετε;
IY: Όπως είπα, κάποιοι άνθρωποι απλά εκφράζουν την εκτίμησή τους για τα βιβλία ή μου λένε ότι τους έκαναν νόημα στη ζωή τους και τους δηλώνω απλώς ότι αισθάνομαι καλά ότι τα βιβλία μου είχαν θετικό αντίκτυπο. Μερικές φορές λέω ότι οι συγγραφείς στέλνουν τα βιβλία τους σαν πλοία στη θάλασσα και χαίρομαι που ένα βιβλίο έφτασε στο σωστό λιμάνι.
Υπάρχουν άλλοι αναγνώστες που ζητούν βοήθεια για κάποιο προσωπικό ζήτημα και, εάν χρειάζεται, τους παροτρύνω να αναζητήσουν θεραπεία. Κάποιοι γράφουν για δεύτερη φορά και με ευχαριστούν που τους παρότρυνα στη λήψη βοήθειας. Ορισμένοι αναγνώστες σχολιάζουν ότι η τρέχουσα θεραπεία τους δεν βοηθάει και ζητούν θεραπεία μέσω email. Δεν κάνω θεραπεία μέσω email, όμως τους παροτρύνω να είναι ευθείς με τον θεραπευτή τους και να εκφράσουν ανοιχτά αυτά τα συναισθήματα.
Υποστηρίζω ακόμη και ότι η απόκρυψη αυτών των συναισθημάτων από τη θεραπεία, μπορεί να έχει καθοριστικό ρόλο στο να μην τους είναι χρήσιμη η θεραπεία τους. Η δουλειά τους στη θεραπεία είναι να μοιράζονται όλα τα συναισθήματα και τις επιθυμίες τους με τους θεραπευτές τους. Οι ικανοί θεραπευτές θα υποδεχτούν αυτή την ειλικρίνεια. Το κύριο μήνυμα μου όμως είναι να τους ενημερώσω ότι έχω διαβάσει την επιστολή τους.
RJ: Με θλίβει να ακούω ότι είχατε φοιτητές που δεν ήθελαν να μάθουν αυτά που θέλατε να διδάξετε. Τι λέει αυτό για το μέλλον της ψυχοθεραπείας;
IY: Νιώθω ότι υπάρχει ένα εκκρεμές που ταλαντεύεται, ακόμη και στην ψυχιατρική. Ακούω ακόμα ότι δημιουργούνται περισσότερα θεραπευτικά προγράμματα. Πολλοί σύγχρονοι θεραπευτές εκπαιδεύονται σε χειριστικές μηχανιστικές τεχνικές οι οποίες όμως αποφεύγουν τη δυνατότητα της αυθεντικής συνάντησης. Μετά από μερικά χρόνια πρακτικής, όμως, πολλοί από αυτούς τους θεραπευτές έρχονται να εκτιμήσουν την επιπολαιότητα της προσέγγισής τους και να αναζητήσουν κάτι πιο βαθύ, κάτι πιο εκτεταμένο και διαρκές.
Αυτή τη στιγμή οι θεραπευτές μπαίνουν σε προγράμματα κατάρτισης ή παρακολούθησης μεταπτυχιακών εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Και μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι ποτέ δεν αναζητούν έναν θεραπευτή που ασκεί μηχανιστική, συμπεριφορική ή χειριστική θεραπεία. Οδεύουν στην αναζήτηση μιας αυθεντικής συνάντησης που θα αναγνωρίσει την πρόκληση που είναι εγγενής στην αντιμετώπιση της ανθρώπινης κατάστασης.
Παρακολουθήστε ψυχοθεραπευτικές συνεδρίες με τον Irvin Yalom:
Irvin Yalom: Κατανοώντας την Ομαδική Θεραπεία
Irvin Yalom: Ομαδική Θεραπεία σε ενδονοσοκομειακό πλαίσιο
Συμβουλευτική Εποπτεία με τον Irvin Yalom