Μια «Κραυγή» σιωπής γεμάτη αγωνία στο θέατρο Faust. Η Μιρέλλα Κορομπίλια μίλησε με τους πρωταγωνιστές οι οποίοι μέσα από το έργο, βλέπουν τον ίδιο τους τον εαυτό. Μία ενδοσκόπηση με συνεχή ερωτήματα για την παιδική ηλικία, την ανθρώπινη εξέλιξη και αν τελικά ο άνθρωπος ξεφεύγει από τα βιώματα της παιδικής ηλικίας.
ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ
Κεντρικοί ήρωες της Κραυγής είναι δύο αδέλφια στη ζωή, που εργάζονται ως ηθοποιοί, ο Φελίς και η Κλαιρ. Λίγο πριν ανοίξει η αυλαία, σε κάποιο «θέατρο μιας άγνωστης επαρχίας» όπου παίζουν, τους εγκαταλείπει ο θίασός τους. Μόνοι τους πια, βλέπουν το κοινό να κάθεται και να περιμένει. Αποφασίζουν να παίξουν το «Έργο των δύο χαρακτήρων», ένα έργο πολύ προσωπικό, το οποίο βασίζεται στον αυτοσχεδιασμό.
Καθώς ο Φελίς δεν ξέρει πώς τελειώνει το έργο και η Κλαιρ δεν θυμάται τις ατάκες της, αναγκάζονται να το συμπληρώσουν και να το εξελίξουν μπροστά στο κοινό κατά τη διάρκεια της παράστασης. Πρόκειται για μία παράσταση που οι πρωταγωνιστές ταλανεύονται ανάμεσα στη πραγματικότητα και την ψευδαίσθηση, σε αναμνήσεις και βιώματα που κατοικούν μέσα τους.
Το βαθύτερο νόημα του έργου μπορεί να αποδοθεί, όπως μας ενημέρωσαν οι πρωταγωνιστές του Α.Συσσοβίτης και Μ.Παπαδημητρίου από τη ρήση του ίδιου του συγγραφέα: «Είμαστε όλοι καταδικασμένοι σε μοναχικό εγκλεισμό μέσα στο ίδιο μας το δέρμα –ισόβια».
Δυο αδέρφια με τραυματική παιδική ηλικία, μεγαλωμένα σε μία οικογένεια με έντονη ψυχοπαθολογία, ιδεοληψίες και στερεότυπα. Εκείνος με μια εξαρτητική σχέση με την αδερφή του και εκείνη με το συνεχές άγχος της εγκατάλειψης εκτίθενται στην σκηνή και αναμετρώνται με τις φοβίες, τα απωθημένα και τις αδυναμίες τους. Η αυτοέκθεση τούς οδηγεί σε ένα επίπονο παιχνίδι αποκαλύψεων και ενδοσκόπησης, στο πλαίσιο του οποίου δοκιμάζονται τα όρια μεταξύ συνειδητού και ασυνείδητου.
Οι ήρωες της παράστασης, αγγίζοντας τα όρια των διαταραχών τους, ύστερα από την αδυναμία τους να αντεπεξέλθουν στην σκληρή πραγματικότητα της εγκατάλειψης και του εγκλωβισμού που τους καταδιώκει, επιλέγουν την ασφαλή επιστροφή στο «έργο των δύο χαρακτήρων», το οποίο επαναλαμβάνεται εμμονοληπτικά. Μονάχα ο ονειρικός κόσμος της σκηνής, με την πρόφαση της υποκριτικής διαδικασίας και την φυγή από την αβάστακτη πραγματικότητα, τους χαρίζει μικρές στιγμές ηρεμίας.
Και ύστερα ακολουθεί η αναπαράσταση της ζωής στην πατρική οικία, που συμβολίζει την πρωταρχική πηγή της γέννησης των τραυμάτων και των φοβιών, καθώς και το ξεδίπλωμα των οικογενειακών σχέσεων. Ένα σπίτι γεμάτο κρυμμένα οκογενειακά μυστικά, που όσο και έαν δεν θέλουν να επικοινωνηθούν, αυτά πιέζουν να βγουν έξω από τα όρια του σπιτιού. Οι ήρωες, όσο και έαν παλεύουν, δείχνουν ανήμποροι να ξεφύγουν από τους αόρατους τοίχους του πατρικού σπιτιού και ό,τι αυτό συμβολίζει.
Η Μάνια Παπαδημητρίου ενσαρκώνει με εξαιρετική ευαισθησία την εύθραυστη Κλαιρ, που, γεμάτη ψυχαναγκασμούς και φοβίες, αρνείται να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα. Ιδιαίτερα τολμηρή και συγχρόνως εύθραυστη, καταφέρνει να αποτυπώσει ακριβώς αυτόν τον φόβο για αλλαγή, την μοναξιά και την εγκατάλειψη. Ο Αλέκος Συσσοβίτης, εξίσου εξαιρετικός, ενσαρκώνει τον Φελίζ, ο οποίος αναπτύσσει μια σχέση εξάρτησης με την αδερφή του, που φθάνει ακόμη και στα όρια της αιμομικτικής σχέσης. Με την έντονη σκηνική του παρουσία, δεν διστάζει να εκτεθεί στο κοινό καινα αποτυπώσει τον βαθμό που οι σχέσεις αυτής της οικογένειας είναι συγχωνευμένες και το οικογενειακό σύστημα παρουσιάζει απόλυτη ομοιόσταση.
ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
Η αναφορά στα προσωπικά τραύματα και η διάπλαση του εαυτού στην οικογένεια μέσα από τη ματιά αυτού του έργου.
Α. Συσσοβίτης: Εγώ παρατηρώ, ότι στα 52 μου που έχω φτάσει τώρα, ναι μεν σαν άνθρωπος εξελίσσω μερικά πράγματα και διαφοροποιούμαι σχετικά θα έλεγε κανείς με τους προγενέστερούς μου, αλλά αποδέχομαι και παραδέχομαι ότι στη βάση του, στη ρίζα του, δεν μπορώ να αλλάξω τον Αλέκο. Έχω καταβολές από την παιδική ηλικία οι οποίες με έχουν στιγματίσει πάρα πολύ δηλαδη…
Έχω μεγαλώσει σε ένα σπίτι που συνέβαιναν διάφορα, τα οποία εμένα με επηρέασαν πάρα πολύ σε αυτή την παιδική ηλικία και δεν το καταλάβαινα νεοτερος ή έφηβος ή αν θέλεις ωριμάζοντας αργότερα και μέχρι τα 40 αν θέλεις ακόμα… ότι, ναι… εκείνη η παιδική περίοδος για εμένα ήταν καταλυτική και φαίνεται ότι ανεξίτηλα χάραξε μέσα μου κάποια πράγματα – να μην πω πληγές αλλά και γιατί όχι – που διέπλασαν τον χαρακτήρα μου. Εδώ πιάνουμε ένα έργο, που φαίνεται ότι, μετά από μία μεγάλη πορεία στη ζωή του, ο Τένεσι Ουίλιαμς θρηνώντας τον θάνατο ενός πολύ στενού του φίλου και σκεπτόμενος το παρελθόν, αναρωτιέται:
Τελικά προς τι όλα αυτά που κάνουμε, μπορούμε να αλλάξουμε και σε πιο βαθμό; Ναι, υπάρχει εξέλιξη στον άνθρωπο. Αλλά μήπως ο άνθρωπος είναι πλασμένος και πρέπει να αποδειχθεί τη φύση του και η φύση του είναι αυτή; Δηλαδή να κουβαλάει περγαμηνές του παρελθόντος;
Αυτό έχει το καλό ότι, εάν εμείς οι μεγαλύτεροι συνειδοποιούμε τι σημαίνει να περνάς τα ψυχολογικά σου προβλήματα στα παιδιά σου, ίσως κάποιοι που γίνονται γονείς, γιατί εμείς οι δύο τυχαίνει να μην ήμαστε, θα έχουν μια έγνοια επ’ αυτού.. δηλαδη οι δικοί μου όσο και να το ήθελαν δεν μπορούσαν. Τα προβλήματά τους τα περνούσαν σε μένα…. Και εγώ μεγάλωνα… ένα παιδί με καταβολές ισχυρές, οι οποίες επαναλαμβάνω με στιγμάτισαν. Καλό είναι, δηλαδή, αν υπάρχει κάτι που μπορούμε να πούμε στους γονείς για να έχουν μια μεγαλύτερη φροντίδα ούτως ώστε τα των σχέσεων και τα προσωπικά υπαρξιακά τους να τα επικοινωνούν με έναν πιο προσεκτικό τρόπο στα παιδιά τους.
Μ. Παπαδημητρίου: Και εγώ ακριβώς το ίδιο με τον Αλέκο με άλλες καταβολές αλλά … μπορώ να πω και κάτι περισσότερο … έχω παρατηρήσει ότι όσο και να προσπαθείς να ξεφύγεις από την παιδική σου ηλικία δεν μπορείς…και κυρίως δεν ξεφεύγουν αυτοί που δεν το παραδέχονται…(γέλια) και πολλές φορές φτάνουν και πολύ ψηλά και καθορίζουν την δική μας τη ζωή. Εκείνοι δεν το παραδέχονται αλλά όλοι οι άλλοι το έχουν καταλάβει.
Η αλήθεια είναι, βέβαια, ότι τα δύο πρόσωπα που περιγράφει ο Τένεσι Ουίλλιαμς έχουν σε αρρωστημένο βαθμό αυτήν – δεν ξέρω εάν ο ψυχολογικός όρος είναι καθήλωση – και εμάς μας αρέσει να παίζουμε αυτό το παιχνίδι επί σκηνής, γιατί μας απελευθερώνει. Συμβαίνει κάτι πολύ περίεργο. Αυτό, το οποίο στη ζωή εμφανίζεται ως ασθένεια, στη σκηνή εμφανίζεται ως απελευθέρωση δηλαδή… Η τρέλα, σκηνικά εμφανίζεται ως ελευθερία και αυτό απελευθερώνει και εμάς που παίζουμε και το θεατή που έχει ανάλογα βιώματα και μπορεί να επικοινωνήσει γιατί υπάρχουν θεατές που δεν επικοινωνούν καθόλου με αυτήν την πλευρά της ύπαρξης τους. Αυτοί καλό θα ήταν να αποφύγουν να το δουν γιατί μπορεί να τους εκνευρίσει.
Ο Τένεσι Ουίλλιαμς φαίνεται ότι είχε μια τέτοια πλευρά και ήταν συμφιλιωμένος μαζί της. Δεν την είχε σε τέτοιο βαθμό όσο η αδελφή του, την οποία, από ότι φαίνεται, την είχαν κλείσει σε ψυχιατρείο. Ωστόσο την είχε με κάποιο τρόπο. Είναι μια πλευρά μιας παιδικότητας που δεν λέει να φύγει, που αρνείσαι να την πετάξεις από πάνω σου ή για κάποιο λόγο δεν μπορείς, γιατί τότε συνέβη κάτι πολύ σημαντικό ή – εν πάση περιπτώσει – σε πολύ σημαντικές στιγμές της ζωής σου επανέρχεσαι σε αυτή.
Αυτό πραγματεύεται το έργο και μας δείχνει τον κλειστό κύκλο μέσα στον οποίο ζουν – τον ασφυκτικό κύκλο μέσα στον οποίο ζουν αυτά τα δυο παιδιά , που φαίνεται ότι και τα δυο πάσχουν από αυτό το παιδικό τραύμα. Επειδή όμως το θέατρο πραγματεύεται τέτοια ζητήματα και δίνει την ευκαιρία στους ηθοποιούς να κάνουν σκηνικά πολύ ενδιαφέροντα πράγματα. Μέσα από αυτήν την καθήλωση στη παιδικότητα δημιουργούνται ενδιαφέρουσες ιστορίες στην σκηνή, τις οποίες ο θεατής παρακολουθεί και συμμετέχει. Οι ιστορίες αυτές έχουν και πολύ χιούμορ και συχνά μας θυμίζουν δικά μας πράγματα.
Α.Σ.: Ξεκινάει με τον φόβο. Πραγματικά, μικροί είμαστε ανυποψίαστοι. Δεν γνωρίζουμε, δεν έχουμε πλάσει χαρακτήρα. Είναι ευαίσθητος ο άνθρωπος όταν είναι παιδί. Οποισδήποτε επιρροές έχει τις φιλτράρει με έναν πολύ ευαίσθητο τρόπο – έχει μεμβράνες, δηλαδή, παλλόμενες. Είναι πολύ ευαίσθητο νευρικό του σύστημα. Λογικό είναι να φοβάται περισσότερο. Όλα τα συναισθήματά του είναι υπερμεγενθυμένα. Οπότε μεγαλώνοντας βλέπουμε ότι ο συγκεκριμένος φόβος τον χαρακτήρα αυτόν, τον Τένεσι και την αδελφή του, συνεχίζει και τους διακατέχει και μάλιστα όταν γίνεται πανικός, η συνείδηση θολώνει, χάνεται ο έλεγχος πραγματικά.
‘Όλοι μας φοβόμαστε την καθημερινή απόρριψη και φοβόμαστε τον πανικό, ένα εγώ, το οποίο είναι πολύ εύθραυστο. Στο τέλος του έργου, φτάνουμε στη διαπίστωση ότι οι φόβος ξεπερνιέται, όταν αποδεχτούμε το χαρακτήρα μας, αυτό που είμαστε, το παρελθόν μας και βαδίζουμε γενναίοι ακόμα και στον θάνατο. Είναι ένα πολύ γενναίο δίδαγμα από όλο αυτό το έργο.
Θα μπορούσε, δηλαδή, κανείς να πει ότι το κομβικό σημείο του εν λόγω έργου, που διατρέχει και καταγράφει – όπως είπε και η Μάνια – όλες τις εκφάνσεις του φόβου αυτού και πώς οι συγκεκριμένοι άνθρωποι κατορθώνουν, παρέα με τον φόβο, που συνιστά πλέον γενναιότητα, να βγουν έξω από το σπίτι και να δράσουν έξω από τον εαυτό τους, ασχέτως εάν θα φάνε τα μούτρα τους ως το ύψιστο σημείο να οδηγηθούν στον θάνατο – συνειδητοποιημένα πλέον: ότι, εφόσον αυτοί είμαστε, εάν αποδεχτούμε τον εαυτό μας έχουμε ήδη κάνει το μεγαλύτερο βήμα. Είναι ένα πολύ μεγάλο κεφάλαιο πως διαχειρίζεται καθένας τον φόβο στη ζωή του.
Μ.Π.: Όπως ο φόβος του θανάτου. Δηλαδή, αυτό που έχουμε όλοι μας, ο φόβος της απόρριψης είναι μια εκδοχή του φόβου του θανάτου. Εκείνο που διαπιστώνουμε στο έργο είναι ότι κανένας από τους δυο δεν κατάφερε να γίνει ο εαυτός του – σαν να ήταν ένα με το σπίτι.
Μιρέλλα: Είναι ένα θέμα που δεν θέλει να συζητάει κανείς όπως και ίσως το γιατί οι άνθρωποι νιώθουν την ανάγκη να κάνουν παιδιά. Είναι και αυτό μια έκφανση του φόβου του θανάτου. Στο έργο παρατηρείται μία επανάληψη της ιστορίας των γονιών στα παιδιά, όλοι πρόγονοι και μεταγενέστεροι είναι δέσμιοι του σπιτιού και μεταξύ τους. Νομίζω ότι το συγκεκριμένο έργο είναι πάρα πολύ δυνατό γιατί διακινεί πάρα πολλά συναισθήματα, θέματα ταμπού, θέματα που ακόμα ό κόσμος φοβάται και δεν θέλει να τα ακουμπήσει .
Μ.Π.: Όπως το αιμομικτικό;
Μιρέλλα: Ναι, την αυτοκτονία την αφήνει πίσω της …. Το έργο σου γεννά ερωτήματα όπως το τί σημαίνει αφήνω το σπίτι? πόσο κουβαλάω το σπίτι και ότι συμβολίζει μαζί μου? Προσωπικά νομίζω ότι είναι έντονος ο συμβολισμός στο έργο που δείχνει πολύ ξεκάθαρα ότι όπου και να πάς κουβαλάς το σπίτι «μέσα» σου. Παραδείγματος χάρη υπάρχουν παιδιά που φεύγουν από την πατρική κατοικία αλλά στην πραγματικότητα δεν νιώθουν να έχουνε φύγει ποτέ και για κάποιο λόγο οι σχέσεις και οι δυναμικές που συμβόλιζε και εκπροσωπούσε το «σπίτι» τους τραβάει πάλι πίσω. Εσείς και οι δυό σας, μου αρέσατε πάρα πολύ και αποτυπώσατε όλα αυτά στη σκηνή.
Μ.Π.: Το σπίτι θεωρητικά στα όνειρα δεν είναι το σώμα μας;
Α.Σ.: Έτσι είναι, διότι μέσα στον ύπνο μας επεξεργαζόμαστε ανεκπλήρωτα κομμάτια της ημέρας.
Μ.Π.:.Το θέμα είναι ότι μοιάζουν αυτοί οι δύο μέσα στο έργο, δεν ξέρω έαν εσείς το είδατε έτσι σαν να μην μπόρεσε ποτέ κανείς να γίνει ο εαυτός του. Σαν μην μπόρεσαν ποτέ να ξεκολλήσουνε.
Α.Σ.: Σαν σιαμαίοι.
Μ.Π.:Σαν να μην μπόρεσαν ποτέ να ξεκολλήσουνε από τα έπιπλα ας πούμε δηλαδή μεταξύ τους και από τα έπιπλα σαν να ήτανε ένα με το σπίτι .
Α.Σ.: Ε ναι, είχαν αγοραφοβία τρελή, κλείστηκαν τόσο πολύ…
Μιρέλλα: Δεν ξέρω εάν μπορούμε να το ονομάσουμε μόνο αγοραφοβία ή ίσως ολοκληρώσανε μία ανύπωτη οικογενειακή ιστορία… εγώ εκεί είδα μία κυκλικότητα στα οικογενειακά μοτίβα, δηλαδή έκαναν κάτι οι γονείς τους και οι πρωταγωνιστές επανέλαβαν το μοτίβο άθελά τους όμως, ενώ προσπαθήσαν να ξεφύγουν, εγίναν ηθοποιοί για να ζούν άλλες «ζωές» και να πάλι μέσα στο έργο με κάποιο τρόπο ξανακυλίσαν στο ίδιο μοτίβο.
Α.Σ.: Η ισχυρότητα του DNA; δηλαδή εαν είναι κάτι μέσα μας και το κουβαλάμε εμείς και οι γονείς μας μία από τα ίδια δεν είναι;
Μ. Π.: Επίσης εγώ πιστεύω ότι το έργο μιλάει πολύ για τους εξαρτημένους ανθρώπους δηλαδή εγώ απο τους ανθρώπους που έχω γνωρίσει ελάχιστοι είναι αυτοί που δεν έχουν καμία εξάρτηση. Επίσης λίγοι άνθρωποι μπορούνε να ξεφύγουν από τις εξαρτήσεις τους εύκολα οι περισσότεροι κολλάνε, κολλάμε. Υπάρχει μία κατηγορία όμως ανθρώπων που εύκολα κόβουν τις κακές συνήθειες. Άρα μια μεγάλη κατηγορία ανθρώπων στις δύσκολες στιγμές κολλάνε, πιστεύω ότι μιλάει πολύ για αυτούς τους ανθρώπους. Σαν να είναι αυτό ένα έλλειμμα αγάπης που το αναπληρώνεις με την ουσία γιατί μοιάζει να έπαιρνε δίαφορα χάπια και τέτοια τότε που το έγραφε έτσι δεν είναι?…
Α.Σ.: Καταρχάς το έργο το έγραψε σε μία περίοδο που πέθανε ο σύντροφος του, έπιασε πάτο και προφανώς θα ήταν υπό την επήρεια ουσιών μερικές φορές σου δείχνει έτσι…. λαβυρινθικό έργο, δηλαδή λες και ήταν σε παραίσθηση αλλά αυτό παρουσιάζει ένα ενδιαφέρον. Μέσα από το έργο καταλαβαίνουμε οτι μερικά πράγματα έχουν άλλο μέγεθος που δεν χωράει στο ανθρώπινο κεφαλι και είναι ενας τρόπος αυτός γιατί ξέρεις, όλοι μας στραγγίζουμε το μυαλό μας να καταλάβουμε, να καταλάβουμε και αν δεν καταλάβουμε περι τινος πρόκειται τότε παθαίνουμε πανικό και δεν αποδεχόμαστε και τους άλλους και την πραγματικότητα.. τη ζωή δηλαδή… εδώ προτάσει κάτι.
Μιρέλλα: Σκεφτόμουν ότι αυτό που κάνετε στο θέατρο είναι πολύ απελευθερωτικό για τον κόσμο, τους θεατές, … είναι ζητήματα-θέματα ταμπού που ο καθένας μας δε θέλει να συζητήσει υπάρχουνε στις σκέψεις μας, μέσα στο κάθε άνθρωπο που έρχετε στο θεατρο… βλέπει ένα έργο και νιώθει καλύτερα… δηλαδή… αυτό που μπορεί να σκέφτειται και να πιστεύει ότι δεν είναι νόμιμο είτε δεν είναι φυσιολογικό αλλα μπορεί να ειναι κομμάτι του ειναι πολύ απελευθερωτικό να πας να το δείς να διαδραματίζεται σε μια σκηνή.
Α.Σ.: Εντελώς κι αυτό ήθελα να πω πριν οτι για εμάς κάνει μια βουτιά στο ασυνείδητο, πάει κάπου πέρα από τα ασφαλή πλαίσια της θεατρικής γραφής κι αν θέλεις και της διαδρομής αυτογνωσίας της ψυχανάλυσης, γίνεται λίγο πιο αφοριστικός και οχι μόνο, πάει και χτυπάει στο βάθος των πραγμάτων, όταν ο θεατής το παρατηρεί αυτό επι σκηνής και μαλιστα είναι και αποστασιοποιημένος, δεν εμπλέκεται ο ίδιος οπότε με μια ησυχία και γαλήνη μπορεί να το δεχτεί, ξερεις… δεν καλείτε να αποδείξει … λοιπόν όταν το βλέπει αυτό μπορεί να το νοήσει όλο πλήρως αλλά επειδή κάτι κουβαλάει μέσα του γίνεται μια διεργασία που μετά απο 2,3,4 ημέρες μπορεί να βγεί στην επιφάνεια και ουσιαστικά αυτό που πρέπει να καταλάβει ο άλλος είναι οτι πράγματα τα οποία θεωρούμε αφύσικα και κοινωνικός μη αποδεκτά δεν ειναι τίποτε άλλο παρά η φύση μας η ίδια … για αυτό βάζει και το αιμομικτικό και πολυ τολμηρά γιατί το να γράψεις.
Ένας απο τους 5 μεγαλύτερους συγγραφείς σε μια περίοδο που πραγματικά είναι στάρ παρόλο που ο ίδιος νιώθει οτι είναι στην καμπή της καριέρας του γιατί όλοι μας το θέλουμε αυτό όταν μας πιάνει η ματαιοδοξία αλλά ένας τόσο γνωστός άνθρωπος να γράψει και να δηλώσει ακόμα και την αιμομικτική σχέση του λογω ελλείψεως αγάπης απο τον περίγυρο, καλλιτεχνικό περίγυρο ή τον περιγυρο της κοινωνίας γενικά ειναι κάτι πολύ τολμηρό και φυσικά ο ίδιος το θεωρεί πολύ φυσιολογικό.
Μ.Π.: Ναι και πρέπει να ειναι βουτιά στο ασυνείδητο γιατί μιλάνε πολύ για το υποσυνείδητο δηλαδή μοιάζουν να ξέρουν πολύ καλά τι τους συμβαίνει δεν μπορούν να ξεφύγουν παρόλο που ξέρουν τι τους συμβαίνει, επαναλανβάνουν και επαναλαμβάνουν την ίδια ιστορία ενω καταλαβαίνουν οτι πρέπει να βγουν έξω απο το σπίτι αλλα δεν μπορούν… κάθε φορά που είναι να βγούνε κάτι τους τρομάζει και μένουν μέσα.. όταν λέμε «σπιτι» εννοώντας αυτή τη σχέση τελοσπάντων …
Μιρέλλα: … Ναί το έργο ειναι πάρα πολύ συμβολικό ώς προς τις σχέσεις…
Α.Σ.: … Έτσι οπως λες… γνωρίζουν … παίρνουν την πρωτοβουλία και αυτή και αυτός και τελικά κάτι τους έχει επιστρέψει πίσω και αυτό το κάτι ειναι το ασυνείδητο ….. είναι αρχετυπικό… τελείως αρχετυπικό αυτό το πράγμα… και εδώ είναι το ενδιαφέρον … ότι πάει στα βαθιά συναισθήματα αυτά που ουσιαστικά κατευθύνουν τον άνθρωπο.
Μιρέλλα: Κλείνοντας ήθελα να πώ ότι η αίθουσα και οι θεατές είχαν γεμίσει σκέψεις και συναισθήματα όσο παρατηρούσα γύρω…, άλλοι βούρκωσαν, άλλοι ένιωθαν μάλλον αμηχανία, κάποιοι παρατηρούσες κουνιόντουσαν τα χέρια τα πόδια κοιτούσαν γύρω τους…
Α.Σ.: Τώρα εδώ είναι το ερώτημα .. σε αμηχανία ειναι ένας ο οποίος παρακολουθεί και του συμβαίνει κατι σημαντικό ή αν είναι ένας που δεν μπορεί – Όπως είπε και η Μάνια πριν – να ενταχθεί μέσα σε αυτό το πλαίσιο … γιατί απλά δεν ειναι υποψιασμένος ποτέ δεν ξέρουμε… γιατι εμείς μερικές φορές νοιώθουμε οτι αυτός δεν εντάσσεται… αλλά όπως το λες εσύ ειναι η αμηχανία ενός ανθρώπου που κάτι του συμβαίνει … γιατί… ξέρεις είναι να σαν να σε τσιγκλίζουν, να σου πετούν βελόνες και εσύ λες τώρα τί συμβαίνει, αφήστε με στην ησυχία μου …. είναι λοιπόν ένα θεατρικό έργο πολυ παραγωγικό για το θεατή και το κάνει με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο, σχεδόν ενοχλητικό τρόπο θα έλεγε κανείς.
«Κραυγή»
Δράμα του Τένεσι Ουίλλιαμς
Διάρκεια: 100′
Σκηνοθεσία:Έλλη Παπακωνσταντίνου
Ερμηνεύουν: Αλέκος Συσσοβίτης, Μάνια Παπαδημητρίου