Η τρέλα είναι εκείνη που ανοίγει τον δρόμο στην καινούρια σκέψη, που λύνει τα ξόρκια ενός αξιοσέβαστου εθίμου και δεισιδαιμονίας.
Αν, παρά εκείνο τον φοβερό ζυγό της «ηθικότητας των ηθών», κάτω από τον οποίο έζησαν όλες οι ανθρώπινες κοινότητες, αν, για χιλιετίες πριν από τη δική μας έναρξη μέτρησης του χρόνου και στην τελευταία αυτή μέχρι τις μέρες μας (εμείς οι ίδιοι κατοικούμε στον μικρό κόσμο των εξαιρέσεων και ούτως ειπείν στην κακή ζώνη), αν, λέγω φύτρωναν, μολαταύτα, πάντα καινούριες και διαφορετικές σκέψεις, αξιολογήσεις και παρορμήσεις, αυτό συνέβη κάτω από μια φοβερή συνοδεία: παντού σχεδόν, η τρέλα είναι εκείνη που ανοίγει τον δρόμο στην καινούρια σκέψη, που λύνει τα ξόρκια ενός αξιοσέβαστου εθίμου και δεισιδαιμονίας.
Καταλαβαίνετε γιατί έπρεπε να είναι αυτό η τρέλα; κάτι στη φωνή και στη συμπεριφορά τόσο τρομακτικό και απρόβλεπτο και τα δαιμονικά καπρίτσια του καιρού και της θάλασσας, και γι’ αυτό τον λόγο εξίσου ανάξιο για φόβο και προσοχή; Κάτι που έφερε τόσο φανερά το σημάδι μιας ολότελα αθέλητης εκδήλωσης όσο και οι σπασμοί και ο αφρός που βγάζει απο το στόμα ο επιληπτικός, που έμοιαζε να αναγνωρίζει τον παράφρονα σαν μάσκα και φερέφωνο μιας θεότητας; Κάτι που ενέπνεε, ακόμη και στον φορέα μιας καινούριας σκέψης, σεβασμό και φόβο προς τον εαυτό του, και επιπλέον τύψεις, και τον παρακινούσε να γίνει προφήτης και μάρτυράς του;
Ενώ σήμερα μας δίνουν συνεχώς να καταλάβουμε οτι η μεγαλοφυϊα διαθέτει αντί για ένα σπυρί λογικής ένα σπυρί τρέλας, όλοι οι προγενεστέροι άνθρωποι βρίσκονταν πιο κοντά στην ιδέα ότι εκεί όπου υπάρχει τρέλα υπάρχει επίσης ένα σπυρί μεγαλοφυϊας και σοφίας – κάτι «θεϊκό», όπως ψυθύριζαν. Ή μάλλον το εξέφραζαν πιο καθαρά: «Από την τρέλα ήρθαν τα μεγαλύτερα αγαθά στην Ελλάδα», έλεγε ο Πλάτωνας μαζί με όλη την αρχαία ανθρωπότητα.
Ας προχωρήσουμε ένα βήμα ακόμη: όλοι εκείνοι οι ανώτεροι άνθρωποι, που ωθούνταν ακατανίκητα να σπάσουν τον ζυγό οποιασδήποτε ηθικότητας και να θέσουν καινούριους νόμους, δεν έιχαν τίποτε άλλο να κάνουν, αν δεν ήταν πράγματι παράφρονες, από το να γίνουν τρελοί ή να παραστήσουν πως ήταν τέτοιοι – και τούτο ισχύει για τους καινοτόμους σε όλα τα πεδία, όχι μόνο για εκείνους των ιερατικών και πολιτικών θεσμών: – ακόμη και ο καινοτόμος του ποιητικού μέτρου όφειλε να επικυρωθεί από την τρέλα. (Ακόμη και σε εποχές πολύ πιο μετριοπαθείς, η τρέλα παρέμενε ένας είδος σύμβασης μεταξύ των ποιητών: αυτήν χρησιμοποίησε, παραδείγματος χάρη, ο Σόλωνας όταν κέντριζε τους Αθηναίους να καταλάβουν την Σαλαμίνα). Πώς γίνεται κανείς τρελός, όταν δεν είναι και δεν τολμάει να παραστήσει πως είναι τέτοιος
Σχεδόν όλοι οι εξέχοντες άνθρωποι των αρχαιότερων πολιτισμών έιναι παραδομένοι σ’αυτές τις τρομακτικές σκέψεις˙ μια μυστική διδασκαλία, φτιαγμένη από τεχνάσματα και διατητικές υποδείξεις, διαδόθηκε γι’αυτό το θέμα, μαζί με το συναίσθημα της αθωότητας και μάλιστα της αγιότητας αυτών των ενασχολήσεων και αυτών των σχεδίων.
Οι συνταγές για να γίνεις γιατρός στους Ινδιάνους, άγιος στους χριστιανούς του Μεσσαίωνα «angekok» στους Γροιλανδούς, «paje» στους Βραζιλιάνους, είναι ουσιαστικά οι ίδιες: παράλογες νηστείες, μόνιμη σεξουαλική αποχή να πηγαίνεις και να κάθεσαι στην έρημο ή στην κορυφή ενός βουνού ή ενός στύλου ή «να κάθεσαι πάνω σε μια αιωνόβια ιτιά που να βλέπει τη λίμνη» και, ιδίως, να μην σκέφτεσαι τίποτε άλλο παρά μόνον ό,τι μπορεί να φέρει έκσταση και αταξία του πνεύματος. Ποιος τολμάει να ρίξει μια ματιά στον αγριότοπο των πιο πικρών και των πιο περιττών ψυχικών αγωνιών όπου πιθανόν να αναλώθηκαν οι πιο γόνιμοι άνθρωποι όλων των εποχών!
Ποιος τολμάει να ακούσει εκείνους τους αναστεναγμούς των μοναχικών και των διαταραγμένων:
Αχ, δώστε μου τρέλα, εσείς επουράνιοι! Τρέλα, για να πιστέψω επιτέλους στον εαυτό μου! Δώστε μου παραληρήματα και σπασμούς, ξαφνικά φώτα και σκοτάδια, τρομάξτε με με κρύα και με ζέστες που ποτέ άλλος θνητός δεν δοκίμασε, με εκκωφαντικούς θορύβους και περιδινούμενες μορφές, αφήστε με να ουρλιάζω και να μουγκρίζω και να έρπω σαν ζώο: αρκεί να βρώ πίστη στον εαυτό μου! Η αμφιβολία με κατατρώει, σκότωσα τον νόμο, ο νόμος με τρομάζει όπως τον ζωντανό ένα πτώμα: αν δεν είμαι εγώ κάτι περισσότερο από τον νόμο, τότε είμαι ο βδελυρότερος όλων. Το καινούριο πνεύμα που βρίσκεται μέσα μου, από πού έρχεται σε μένα, αν όχι από σας; Αποδείξτε μου λοιπόν ότι είμαι δικός σας˙ μόνον η τρέλα μού το αποδείχνει.
Και πάρα πολλές φορές η θέρμη αυτή πετύχαινε τον σκοπό της: την εποχή που ο χριστιανισμός απέδειχνε περισσότερο τη γονιμότητα του σε αγίους και αναχωρητές, πιστεύοντας πως έτσι έδινε αποδείξεις για τον εαυτό του, υπήρχαν στην Ιερουσαλήμ μεγάλα φρενοκομεία για ατυχήσαντες αγίους, για εκείνους που είχαν θυσιάσει το τελευταίο τους σπυρί λογικής.
Απόσπασμα: Φρίντριχ Νίτσε, Χαραυγή
Εκδόσεις: Πανοπτικόν