PsychologyNow Team

Άσχημα νέα για τους εξαιρετικά ευφυείς ανθρώπους

Άσχημα νέα για τους εξαιρετικά ευφυείς ανθρώπους

PsychologyNow Team

Οι ερευνητές φέρνουν στο φως αποτελέσματα της μελέτης που διεξήχθη στην καρδιά της υψηλής νοημοσύνης: στα μέλη της Mensa.


Η εξυπνάδα έχει πολλά πλεονεκτήματα. Οι άνθρωποι που τα πηγαίνουν καλά στα τεστ νοημοσύνης τείνουν να είναι πιο επιτυχημένοι στο σχολείο και στο χώρο εργασίας τους. Παρ’ όλο που οι λόγοι δεν είναι πλήρως κατανοητοί, τείνουν επίσης να ζουν περισσότερο, να είναι πιο υγιείς και είναι λιγότερο πιθανό να βιώσουν αρνητικά γεγονότα, όπως είναι για παράδειγμα η πτώχευση.

Ωστόσο, πρόσφατα ευρήματα αναδεικνύουν κάποιες άσχημες ειδήσεις για τους εξαιρετικά ευφυείς ανθρώπους. Σε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Intelligence", η ερευνήτρια Ruth Karpinski του πανεπιστημίου "Pitzer" και οι συνεργάτες της, διεξήγαγαν μία έρευνα σχετικά με τις ψυχολογικές και σωματικές διαταραχές στα μέλη της Mensa.

Η Mensa αποτελεί μια "κοινωνία υψηλού δείκτη ευφυίας" και απαιτεί τα μέλη της να έχουν τον υψηλότερο δείκτη ευφυίας που έχουν μόλις το 2% των ανθρώπων. Για τα περισσότερα τεστ νοημοσύνης, αυτό αντιστοιχεί σε δείκτη ευφυίας περίπου 132 ή υψηλότερο. (Ο μέσος δείκτης ευφυίας του γενικού πληθυσμού είναι 100.) Τα αποτελέσματα της έρευνας ανέδειξαν ότι τα εξαιρετικά ευφυή μέλη της Mensa είχαν περισσότερες πιθανότητες να υποφέρουν από μια σειρά σοβαρών διαταραχών.

Η έρευνα μελέτησε διαταραχές της διάθεσης (κατάθλιψη, δυσθυμία και διπολική διαταραχή), διαταραχές άγχους (γενικευμένη, κοινωνική και ιδεοψυχαναγκαστική), διαταραχή υπερκινητικότητας και έλλειψη προσοχής και αυτισμό. Επίσης περιελάμβανε περιβαλλοντικές αλλεργίες, άσθμα και αυτοάνοσες διαταραχές. Οι ερωτηθέντες κλήθηκαν να αναφέρουν εάν είχαν ποτέ διαγνωσθεί επισήμως με κάθε διαταραχή ή υποψιάστηκαν ότι υπέφεραν από αυτή. Με ποσοστό απαντήσεων που άγγιξε σχεδόν το 75%, η Karpinski και οι συνεργάτες της συνέκριναν το ποσοστό των 3.715 ερωτηθέντων που ανέφεραν κάθε διαταραχή, με το ποσοστό του εθνικού μέσου όρου.

Οι μεγαλύτερες διαφορές μεταξύ της ομάδας Mensa και του γενικού πληθυσμού παρατηρήθηκαν για τις διαταραχές της διάθεσης και τις διαταραχές άγχους. Περισσότερο από το ένα τέταρτο (26,7%) του δείγματος ανέφερε ότι είχε διαγνωστεί επισήμως με διαταραχή της διάθεσης, ενώ το 20% ανέφερε διαταραχή άγχους –σε ποσοστό πολύ υψηλότερο από τους εθνικούς μέσους όρους, της τάξεως του 10%. Οι διαφορές ήταν μικρότερες, αλλά ακόμα στατιστικά σημαντικές και πρακτικά σημαντικές, για τις περισσότερες από τις άλλες διαταραχές. Ο επιπολασμός των περιβαλλοντικών αλλεργιών ήταν τριπλάσιος του εθνικού μέσου όρου (33% έναντι 11%).

Για να εξηγήσουν τα ευρήματά τους, η Karpinski και οι συνάδελφοί της πρότειναν τη θεωρία υπέρ-εγκεφάλου / υπέρ-σώματος. Αυτή η θεωρία υποστηρίζει ότι η υψηλή ευφυΐα σχετίζεται με ψυχολογικές και σωματικές "υπερεκμεταλλεύσεις". Μια ιδέα που εισήγαγε ο Πολωνός ψυχίατρος και ψυχολόγος Kazimierz Dbrowski στη δεκαετία του 1960, η "υπερεκμετάλλευση" είναι μια ασυνήθιστα έντονη αντίδραση σε μια περιβαλλοντική απειλή ή προσβολή. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει οτιδήποτε, από έναν εντυπωσιακό ήχο έως μια αντιπαράθεση με ένα άλλο άτομο.

Οι ψυχολογικές "υπερεκμεταλλεύσεις" περιλαμβάνουν μια έντονη τάση για ανησυχία, ενώ οι φυσιολογικές "υπερεκμεταλλεύσεις" προκύπτουν από την ανταπόκριση του σώματος στο άγχος.

Σύμφωνα με τη θεωρία υπέρ-εγκεφάλου/υπέρ-σώματος, αυτοί οι δύο τύποι "υπερεκμεταλλεύσεων" είναι πιο συνηθισμένοι σε πολύ ευφυείς ανθρώπους και αλληλεπιδρούν μεταξύ τους σε έναν "φαύλο κύκλο" για να προκαλέσουν ψυχολογική και σωματική δυσλειτουργία. Για παράδειγμα, ένα εξαιρετικά ευφυές άτομο μπορεί να αναλύσει υπερβολικά ένα αποδοκιμαστικό σχόλιο από έναν προϊστάμενο, σκεφτόμενο αρνητικά αποτελέσματα που απλά δεν θα συνέβαινε σε κάποιον λιγότερο έξυπνο. Αυτό μπορεί να προκαλέσει την ανταπόκριση στο στρες του σώματος, η οποία μπορεί να κάνει το άτομο ακόμα πιο ανήσυχο.

Τα ευρήματα αυτής της μελέτης πρέπει να ερμηνευθούν προσεκτικά επειδή είναι αποτέλεσμα συσχετίσεων.

Υποστηρίζοντας ότι μια διαταραχή είναι πιο συχνή σε ένα δείγμα ατόμων με υψηλό δείκτη ευφυίας σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό, δεν αποδεικνύει ότι η υψηλή νοημοσύνη είναι η αιτία της διαταραχής.

Είναι επίσης πιθανό οι άνθρωποι που βρίσκονται στη Mensa να διαφέρουν από τους άλλους ανθρώπους με τρόπους διαφορετικούς από τον δείκτη ευφυίας. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι που ασχολούνται με πνευματικές επιδιώξεις μπορεί να δαπανούν λιγότερο χρόνο από τον μέσο άνθρωπο για σωματική άσκηση και κοινωνική αλληλεπίδραση, τα οποία έχουν αποδειχθεί ότι έχουν ευρύτατα οφέλη για ψυχολογική και σωματική υγεία.

Ωστόσο, οι διαπιστώσεις της Karpinski και των συναδέλφων της έθεσαν τα θεμέλια για περαιτέρω έρευνα που υπόσχεται να ρίξει νέο φως στη σχέση μεταξύ νοημοσύνης και υγείας. Μια πιθανότητα είναι ότι η σχέση μεταξύ της νοημοσύνης και της υγείας αντικατοπτρίζουν την "πλειοτροπία", η οποία συμβαίνει όταν ένα γονίδιο επηρεάζει φαινομενικά άσχετα χαρακτηριστικά. Υπάρχουν ήδη ορισμένα στοιχεία που δείχνουν ότι αυτό συμβαίνει. Σε μια μελέτη του 2015, η Rosalind Arden και οι συνεργάτες της κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η σχέση μεταξύ νοημοσύνης και μακροζωίας εξηγείται κυρίως από γενετικούς παράγοντες.

Από πρακτική άποψη, αυτή η έρευνα μπορεί τελικά να οδηγήσει σε πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο βελτίωσης της ψυχολογικής και σωματικής ευημερίας των ανθρώπων. Εάν οι "υπερεκμεταλλεύσεις" αποδειχθούν ότι είναι ο μηχανισμός που αποτελεί τη βάση για τη σχέση μεταξύ νοημοσύνης και υγείας, τότε οι παρεμβάσεις που αποσκοπούν στον περιορισμό αυτών των ενίοτε ακατάλληλων απαντήσεων, μπορεί να βοηθήσουν τους ανθρώπους να έχουν περισσότερη ευτυχία και υγεία στη ζωή τους.


Πηγή: scientificamerican.com
Έρευνα: High intelligence: A risk factor for psychological and physiological overexcitabilities
Απόδοση: Χρυσάνθη Λιούπη, Ψυχολόγος
Επιμέλεια: Psychologynow.gr

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...