PsychologyNow Team

Tι είναι η πολιτιστική νοημοσύνη και πώς εκπαιδεύεται κανείς σε αυτήν;

Tι είναι η πολιτιστική νοημοσύνη και πώς εκπαιδεύεται κανείς σε αυτήν;

PsychologyNow Team

Κάποτε το IQ ήταν o μοναδικός δείκτης νοημοσύνης που μετρούσαν οι άνθρωποι. Τώρα, έχουν έρθει στο προσκήνιο, και είναι άμεσα διαθέσιμα, ένα πλήθος μέτρησης ανθρωπίνων δυνατοτήτων όπως η Συναισθηματική Νοημοσύνη, η Νοημοσύνη Ενσυναίσθησης και η Νοημοσύνη Ορθολογισμού.


Ο ολοένα αυξανόμενα διασυνδεδεμένος και ποικιλόμορφος χώρος της παγκοσμιοποίησης αλλά και πιο εξειδικευμένα πεδία όπως εκείνο της εργασίας, έχει αυξήσει το ενδιαφέρον σε μία νέα μορφή νοημοσύνης, την Πολιτιστική Νοημοσύνη.

H πολιτιστική νοημοσύνη μπορεί να γίνει κατανοητή ως η ανθρώπινη ικανότητα της αποτελεσματικής προσαρμογής και εύρυθμης λειτουργίας σε όλους τους πολιτισμούς. Αρχικά, ο όρος πολιτισμική νοημοσύνη και η συντομογραφία "CQ" αναπτύχθηκε από την έρευνα που έγινε από τους Soon Ang και Linn Van Dyne ως ερευνητικός τρόπος μέτρησης και πρόβλεψης της διαπολιτισμικής απόδοσης. Ο όρος είναι σχετικά πρόσφατος και πρωτοεμφανίστηκε στο βιβλίο των Earley και Ang Cultural Intelligence: Individual Interactions Across Cultures (2003). 
 
Σύμφωνα με τους  Earley, Ang και Van Dyne, πολιτιστική νοημοσύνη μπορεί να οριστεί ως "η ικανότητα ενός ατόμου να προσαρμοστεί καθώς αλληλεπιδρά με άλλους ανθρώπους από διάφορους πολιτισμούς" και έχει συμπεριφοριστικές, μεταγνωστικές πτυχές και κίνητρα (Earley, P. Christopher, 2002). Χωρίς την πολιτιστική νοημοσύνη, τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι στρατιωτικοί φορείς που επιθυμούν να εντάξουν ξένο πληθυσμό, είναι επιρρεπείς σε υποκειμενικό καθρέφτισμα (Pilon, Juliana, 2009). 

Μαζί με αυτήν, ακολουθούν και σειρές εκπαιδευτικών μαθημάτων που υπόσχονται να προετοιμάσουν τους φοιτητές ώστε να συνεργάζονται με συναδέλφους, συνεργάτες και πελάτες που έχουν διαφορετικές αξίες και πρότυπα. Μια νέα μελέτη διερευνά πόσο αποτελεσματική μπορεί να είναι στην πραγματικότητα αυτή η εκπαίδευση πάνω στην Πολιτιστική Νοημοσύνη.

Οι ερευνητές, με επικεφαλή τον Jacob Eisenberg διερεύνησαν την εκπαίδευση στην Πολιτιστική Νοημοσύνη μέσα από μια στενή, ακαδημαϊκή εστίαση, προβλέποντας ότι ο αντίκτυπος της θα περιοριστεί στις πιο πνευματικές πτυχές της:

  • στη γνωστική Πολιτιστική Νοημοσύνη, (εντοπίζοντας τάσεις και συγκεντρώνοντας συγκεκριμένη γνώση σχετικά με το πώς λειτουργούν οι πολιτισμοί) και
  • στη μετα-γνωστική Πολτιστική Νοημοσύνη (η επίγνωση του τι κάνει κανείς και τι δε γνωρίζει για άλλους πολιτισμούς)

Η εκπαίδευση περιελάμβανε διαλέξεις και σεμινάρια από καθηγητές στα πρότυπα ενός παραδοσιακού ακαδημαϊκού προγράμματος. Αυτές οι, οικονομικά αποδοτικές, μέθοδοι αντικατοπτρίζουν εκείνες που χρησιμοποιούνται συνήθως σε αυτόν τον εκπαιδευτικό κλάδο.

Η πρώτη μελέτη συμπεριλάμβανε φοιτητές (κυρίως Αυστριακούς) σε ένα πρόγραμμα σπουδών στο εξωτερικό που είχε ως στόχο να αυξήσει τις γλωσσικές τους γνώσεις, μέσα από την έκθεσή τους σε διαφορετικούς πολιτισμούς και να τους εισαγάγει σε διαφορετικές μεθόδους διδασκαλίας. Οι φοιτητές σε αυτό το πρόγραμμα ολοκλήρωσαν επίσης μια 3ήμερη σειρά μαθημάτων, όσον αφορά στην πολιτιστική διαχείριση.

Στο τέλος της σειράς των μαθημάτων, οι μαθητές αξιολόγησαν τους εαυτούς τους σημαντικά βελτιωμένους στα γνωστικά και μετα-γνωστικά χαρακτηριστικά, αλλά όχι σε άλλες πτυχές της Πολιτιστικής Νοημοσύνης, συμπεριλαμβανομένης της κινητήριας Πολιτιστικής Νοημοσύνης (το εύρος των συναισθηματικών αποθεμάτων που έθεταν προς την πολιτιστική ευαισθησία), καθώς και της συμπεριφορικής Πολιτιστικής Νοημοσύνης (την υιοθέτηση συμπεριφορών όπως του κατάλληλου τόνου φωνής ή την αναγνώριση του προσωπικού χώρου).

Τα ευρήματα αυτά  αναπαράχθηκαν και σε μια δεύτερη μελέτη με ένα πιο ποικιλόμορφο δείγμα φοιτητών από 46 εθνικότητες, οι οποίοι έλαβαν σύντομη εκπαίδευση κατάρτισης, σε πέρας αρκετών μηνών, ως μέρος του Διεθνούς Μεταπτυχιακού τους στην Διοίκηση.

Η ομάδα του Eisenberg προέβλεψε ότι οι συμμετέχοντες που είχαν ζήσει σε περισσότερες χώρες (με ελάχιστη διαμονή τους έξι μήνες) θα έπρεπε να έχουν υψηλότερη Πολιτιστική Νοημοσύνη σε σχέση με τους συνομηλίκους τους που δεν είχαν την ίδια εμπειρία, αλλά και ότι η εκπαίδευση θα έπρεπε να γεφυρώσει αυτό το κενό. Αυτό εν μέρει επιβεβαιώθηκε. Στην πρώτη μελέτη, το ιστορικό διαμονής ήταν πιο στενά συνδεδεμένο με επίπεδα πριν την εκπαίδευση,  από ό,τι με τα επίπεδα μετά την εκπαίδευση  όσον αφορά στη γνωστική και μετα-γνωστικής Πολιτιστική Νοημοσύνη. Εν τω μεταξύ, ο συσχετισμός μεταξύ του ιστορικού διαμονής και της κινητήριας Πολιτιστικής Νοημοσύνης ήταν αμετάβλητος από την εκπαίδευση, ενισχύοντας την υπόθεση ότι η ακαδημαϊκή κατάρτιση στην Πολιτιστική Νοημοσύνη επηρεάζει μόνο τις γνωστικές πτυχές.

Στη δεύτερη μελέτη, η οποία έδειξε γενικά ασθενέστερες επιδράσεις (ίσως επειδή οι φοιτητές που διέθεταν μία πιο πολυπολυτισμική κουλτούρα είχαν λιγότερα να κερδίσουν από την εκπαίδευση) αυτές οι τάσεις δεν έφθασαν σε σημαντικά επίπεδα.  

Η δεύτερη μελέτη περιέλαβε επίσης μια ομάδα ελέγχου χωρίς εκπαίδευση, η οποία απέτυχε να εμφανίσει τα οφέλη που κέρδισε η ομάδα εκπαίδευσης στην Πολιτιστική Νοημοσύνη. Ωστόσο, είναι κρίμα που η αντιστοίχιση βρέθηκε πολύ μικρή -  η ομάδα ελέγχου επανεξετάστηκε μετά από τρεις εβδομάδες, ενώ παρήλθαν οκτώ εβδομάδες κατά μέσο όρο πριν επαναληφθεί η εξέταση στην ομάδα εκπαίδευσης. Ίσως η αύξηση της Πολιτιστικής Νοημοσύνης να βρέθηκε μόνο στην ομάδα που εκπαιδεύτηκε, επειδή πέρασε πέντε επιπλέον εβδομάδες στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα της και περιβαλλόταν από σπουδαστές από διαφορετικούς πολιτισμούς, πριν την οριστική δοκιμή;

Εξετάζοντας τα αποδεικτικά στοιχεία, υπάρχει μια καλή πιθανότητα να ισχυριστούμε ότι τα γνωστικά χαρακτηριστικά της πολιτιστικής νοημοσύνης μπορούν να αναπτυχθούν επιλεκτικά μέσω της ακαδημαϊκής εκπαίδευσης, λαμβάνοντας επίγνωση του πόσο ακόμη δεν γνωρίζει κανείς για τους άλλους πολιτισμούς. Αλλά μια τέτοιου είδους εκπαίδευση δεν φαίνεται να βοηθά τους ανθρώπους να αλλάξουν πραγματικά τη συμπεριφορά τους, ούτε να διατηρούν μια  επιθυμία για διαφορετικά πολιτισμικά περιβάλλοντα, το οποίο είναι αναμφισβήτητα ακόμη πιο ζωτικής σημασίας για την προσαρμογή σε έναν πολιτισμό. Οι μέθοδοι έχουν σημασία, και αν θέλει κανείς οι άνθρωποι να αισθάνονται ή να συμπεριφέρονται με διαφορετικό τρόπο, ο παραδοσιακός τρόπος διδασκαλίας δεν φαίνεται  να είναι αρκετός, όσο βολικό μπορεί να είναι για μια βιομηχανία να το παρέχει.


Πηγή έρευνας

Photo credit: Gizem Vural

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...