Δρ. Γιώργος Γιαννούσης

Η σημασία της αυτορρύθμισης στη συγκρότηση της προσωπικότητας του ατόμου στην παιδική ηλικία

Η σημασία της αυτορρύθμισης στη συγκρότηση της προσωπικότητας του ατόμου στην παιδική ηλικία

Δρ. Γιώργος Γιαννούσης
οικογένεια καταλαβαίνει τη σημασία της αυτορρύθμισης στη συγκρότηση της προσωπικότητας του ατόμου στην παιδική ηλικία
Image credit: Nate Johnston / unsplash.com

Η αυτορρύθμιση είναι η ικανότητα ενός ανθρώπου να «ρυθμίζει» την συμπεριφορά του προς όφελος της λειτουργικότητάς του. Σύμφωνα με τον Bandura επηρεάζει την αυτοπαρατήρηση, την αυτοαξιολόγηση και την αυτό-αντίδραση (Καραγεωργίου, 2015). Στην ουσία αποτελεί το μετα-γνωστικό οπλοστάσιο ενός ανθρώπου για να καταστεί ψυχικά και κοινωνικά ώριμος.


Αποτελεί με άλλα λόγια την στρατηγική του ικανότητα να συνθέτει και να ανασυνθέτει τις πληροφορίες από το περιβάλλον και να τις επεξεργάζεται, να τις μετασχηματίζει σε νέα γνώση και να τις αξιοποιεί προς όφελος ενός σκοπού ή μιας συστοιχίας στόχων. Η αυτορρύθμιση ανάγεται στην ικανότητα του κάθε ανθρώπου να μαθαίνει πως να μαθαίνει και να αναστοχάζεται πάνω στις βιωμένες εμπειρίες ώστε αυτές να μετουσιώνονται σε νέα γνώση.

Συνεπώς στα παιδιά αυτή η ικανότητα έχει μέγιστη σημασία διότι εισχωρεί στην διαδικασία της συγκρότησης της προσωπικότητάς τους, τόσο σε ενδοψυχικό, όσο και σε διαπροσωπικό επίπεδο. Η αυτορρύθμιση καθιστά το παιδί και εν συνεχεία τον ενήλικα κοινωνικό ον και του επιτρέπει να ελίσσεται δημιουργικά στο σύμπαν του κόσμου.


Διαβάστε σχετικά: Γιατί καταλήγουμε να αναθρέφουμε λάθος τα παιδιά μας


Η σημασία της αυτορρύθμισης στη συγκρότηση της προσωπικότητας του ανθρώπου στην παιδική ηλικία

Οι παράγοντες που επηρεάζουν την ικανότητα της αυτορρύθμισης είναι βιολογικοί, ψυχικοί, οικογενειακοί, περιβαλλοντικοί, κ.α. Η αυτό-ρυθμιστική ικανότητα διατρέχει όλο το σύμπαν της προσωπικότητας ενός ανθρώπου και παράλληλα ενσαρκώνεται από και στις κοινωνικές του αναφορές. Γίνεται επομένως σαφές και αντιληπτό πως το περιβάλλον που μεγαλώνει κάθε παιδί επηρεάζει τον βαθμό και τον ρυθμό με τον οποίο αναπτύσσεται η ικανότητα της αυτορρύθμισης.

Δηλαδή, πέρα κι έξω από τους βιολογικούς και ενδοψυχικούς παράγοντες, σημαντική είναι η καταγραφή της επιρροής των κοινωνικών παραγόντων. Αυτό εξηγεί πως η διαδικασία της αυτορρύθμισης μπορεί να ιδωθεί με μια διττή οπτική, ως εσωτερική διεργασία κι ως διαδικασία εκπαίδευσης. Στην δεύτερη οπτική κατανοούμε πως είναι πολύ σημαντική η παρέμβαση του πλαισίου στο οποίο κοινωνικοποιείται και εκπαιδεύεται το άτομο.

Καθώς οι κοινωνικοπολιτισμικές συνθήκες αποτελούν την μέγιστη επιρροή για την συγκρότηση της υποκειμενικότητας. Η οποία βεβαίως, ακολουθώντας την πρώτη οπτική, ως εσωτερική διεργασία, καθίσταται μοναδική για τον κάθε άνθρωπο, υπό την έννοια πως στον καθένα δύναται η επιλογή να μετουσιώνει διαφορετικά τις εξωτερικές επιρροές, δηλαδή να έχει την ευθύνη της αυτό-ρυθμιστικής ικανότητας.

Η αυτορρύθμιση ως δυνάμενη ικανότητα ακουμπά σε ένα ευρύ φάσμα παραγόντων τάσεων, κλίσεων και δεξιοτήτων. Αναφερόμαστε σε στοιχεία όπως το ταπεραμέντο, η ενσυναίσθηση, ο έλεγχος των προθέσεων (effortful control) και των παρορμήσεων, της εστίασης και της προσοχής, καθώς και την εκμάθηση των κοινωνικά αποδεκτών συμπεριφορών και του εν γένει ηθικού κώδικα της κοινωνίας (Shanker 2009, 2010).

Η αυτορρύθμιση αντλεί επομένως τη ζωτικότητά της από τις ενδοψυχικές συνιστώσες, ενδυναμώνεται όμως κυρίως μέσα από την εξάσκηση του ατόμου στο πεδίο των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων. Είναι ως εκ τούτου σημαντικό να αναζητούμε τις διαδικασίες με τις οποίες επηρεάζουν την ικανότητα αυτορρύθμισης οι κοινωνικοί παράγοντες, όπως η οικογένεια, το σχολείο, η παρέα των συνομηλίκων, τα μέσα μαζικής δικτύωσης, τα οποία αποτελούν τον νέο τρόπο έκφρασης και επικοινωνίας του σύγχρονου ανθρώπου, τα κυρίαρχα πρότυπα συμπεριφοράς, κ.ά.

Η αυτορρύθμιση ως ικανότητα προκειμένου να αναπτυχθεί απαιτεί ένα υγιές λειτουργικό πλαίσιο αναφοράς. Παραδείγματος χάρη η οικογένεια και το σχολείο, ως οι βασικοί συντελεστές της κοινωνικοποίησης είναι σημαντικό να στοχεύουν στην ανάπτυξη της ικανότητας αυτορρύθμισης των παιδιών, μέσω παιδαγωγικών μέσων και στόχων που αποσκοπούν στην αύξηση της ενσυνειδητότητας του ατόμου, της αναγνώρισης των πηγών του άγχους του, της ενσυναίσθησης, της ικανότητας δηλαδή να κατανοεί κανείς και τα συναισθήματα των άλλων, καθώς και την ανάπτυξη γνωστικών και συμπεριφορικών λειτουργιών που βοηθούν στην κοινωνική ένταξη. Ουσιαστικά τόσο η οικογένεια, όσο και το σχολείο συνιστούν το σώμα εκμάθησης των τρόπων με τους οποίους το κάθε παιδί και ο κάθε μαθητής θα αναπτύξει την ικανότητα αυτορρύθμισης.

Τι γίνεται λοιπόν σε ένα οικογενειακό περιβάλλον που τραυματίζει την προσωπικότητα του παιδιού; Πόσο μπορεί να αναπτυχθεί η αυτό-ρυθμιστική ικανότητά του όταν στερείται της βασικής φροντίδας, υποστήριξης και ασφάλειας; Η απάντηση είναι πως το παιδί που αναπτύσσεται σε ένα τραυματικό οικογενειακό σύστημα έχει περισσότερες πιθανότητες να απορυθμιστεί η προσωπικότητά του.

Επίσης σημαντικό είναι να καθορίζει το κάθε οικογενειακό σύστημα με σαφήνεια τα όρια του. Τα σαφή και ξεκάθαρα όρια βοηθούν στην ομαλή ανάπτυξη της εσωτερικής οργάνωσης της προσωπικότητας του παιδιού και καταδεικνύουν πως η αυτορρύθμιση ως εσωτερικοποίηση των συμπεριφορών είναι μια διαδικασία που ναι μεν πατά στις βιολογικές και ενδοψυχικές συνιστώσες, αναπτύσσεται παρά ταύτα στο πεδίο της λειτουργικής εκπαίδευσης του παιδιού από το οικογενειακό και κατ’ επέκταση το σχολικό και το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον (Vygotsky, 2008).

Στην ουσία μιλώντας για την αυτορρύθμιση αναφερόμαστε παράλληλα στην ιδιοσυγκρασία του παιδιού και στην διαδικασία ανατροφής. Οι δύο αυτοί πυλώνες της ανθρώπινης συμπεριφοράς συναντιούνται στο σημείο της αυτορρύθμισης και εννοιολογούν την προσωπικότητα του ατόμου. Το εύρος της αποτύπωσης της αυτό-ρυθμιστικής ικανότητας διατρέχει όλο το μήκος μιας προσωπικότητας, από την αρμονική και υγιή έως την διαταραγμένη ψυχικά και κοινωνικά.

Πολλές αντικοινωνικές συμπεριφορές και διαταραχές του συναισθήματος, καθώς και πολλά σωματικά προβλήματα, απορρέουν από την δυσαρμονία της αυτό-ρυθμιστικής ικανότητας ενός παιδιού. Παιδιά παρορμητικά, με διάσπαση προσοχής, με εμφανή σημάδια έλλειψης ενδιαφέροντος, με δυσκολίες στον ύπνο, βαριεστημάρα, έντονο θυμό και αντικοινωνική συμπεριφορά, είναι μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα που συνδέονται με μια χαμηλή ικανότητα αυτορρύθμισης.

Η σημαντικότερη ασφαλιστική δικλείδα για την ανάπτυξη της ικανότητας αυτορρύθμισης ενός παιδιού είναι ένα ασφαλές οικογενειακό και κατά προέκταση σχολικό και κοινωνικό περιβάλλον. Η έννοια της ασφάλειας διαχέεται σε όλους τους τομείς της ζωής ενός ανθρώπου, από τον βιολογικό τομέα, όπου κάποιος δεν κινδυνεύει από πείνα, δίψα, ασθένειες, κλπ., τον κοινωνικό τομέα, όπου μεγαλώνει σε ένα βιώσιμο οικονομικά και πολιτισμικά περιβάλλον και τέλος τον ψυχικό τομέα, όπου ένα παιδί μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον όπου νιώθει πως δεν απειλείται η συναισθηματική του ακεραιότητα.

Σε ένα ασφαλές περιβάλλον το κάθε παιδί, αξιοποιώντας τις βιολογικές και ιδιοσυγκρασιακές του ιδιαιτερότητες θα επιτρέψει στον εαυτό του να αναπτύσσει την ικανότητα της αυτορρύθμισης, να μαθαίνει δηλαδή πως να μαθαίνει για τη ζωή.

Η ικανότητα της αυτορρύθμισης μεγαλώνει όταν το οικογενειακό περιβάλλον εκπαιδεύει τα παιδιά με αυθεντικότητα, με σαφήνεια και με νοηματοδότηση των στόχων της καθημερινότητας. Όταν επιτρέπει την λειτουργική αλληλεπίδραση και την συναισθηματική έκφραση. Όταν αναγνωρίζει τα σημάδια της δυσαρμονίας και ενεργεί έγκαιρα.

Όταν οι αξίες, οι αρχές και τα όρια διαχέονται μέσω της συναίνεσης κι όχι μέσω της πειθαρχίας και όταν όλοι μαζί επιχειρούν να στήσουν ένα σκηνικό ενσυνείδητης καθημερινότητας. Τότε το οικογενειακό περιβάλλον φαντάζει στην συνείδηση των παιδιών ένα ασφαλές οχυρό, ορμώμενοι από το οποίο μπορούν να ρισκάρουν να αλλάζουν και να επιχειρούν νέα πράγματα, να νιώθουν επομένως ότι ανήκουν και παράλληλα ότι αυτονομούνται.

Η ικανότητα αυτορρύθμισης συνδέεται με την αύξηση της ψυχικής ανθεκτικότητας, μια έννοια που προσδίδει στην προσωπικότητα των ανθρώπων στέρεα στηρίγματα για την προσωπική τους εξέλιξη και αυτονομία και επιπροσθέτως την ομαλή κοινωνικοποίηση του ατόμου στο ανθρωπογενές περιβάλλον του.

Η αυτορρύθμιση συνδέεται επίσης με την ικανότητα αυτοπροσδιορισμού, δηλαδή την ικανότητα της αυτογνωσίας και της γνώσης των κοινωνικών ορίων. Όσο ο άνθρωπος ορίζει τις προσωπικές του συντεταγμένες, εσωτερικές και εξωτερικές, τόσο δύναται να λειτουργεί αυτορυθμιστικά.

Συνδέεται με την ικανότητα της ευελιξίας, δηλαδή με την ικανότητα να μπορεί κάποιος να αξιοποιεί τις πληροφορίες του περιβάλλοντος προκειμένου κατανοώντας τις κοινωνικές διαφοροποιήσεις να επιτρέπει και την διαφοροποίηση του εαυτού.

Σε όλες τις παραπάνω παραμέτρους της αυτορρύθμισης σημαντικός είναι και ο ρόλος του σχολικού περιβάλλοντος, δηλαδή των παιδαγωγών και των ομάδων των συνομηλίκων. Ο παιδαγωγός έχει έναν σημαντικό ρόλο στη ζωή του μαθητή και δύναται να γίνει αγωγός νέων σημαντικών (ή όχι) ανακαλύψεων για τον μαθητή. Στην μαθησιακή διαδικασία ενσαρκώνεται η ρήση του Μ. Αλεξάνδρου «στους γονείς μου οφείλω το ζην, αλλά στον δάσκαλό μου το ευ ζην».

Ο παιδαγωγός ως φορέας αξιών, γνώσεων και αυθεντικών στάσεων ζωής γίνεται ο τροφοδότης ενός νέου κόσμου νοημάτων για τον μαθητή. Δύναται να τον συμπαρασύρει σε νέους σκοπούς και τρόπους συμπεριφοράς. Η ικανότητα της αυτορρύθμισης ενισχύεται όταν ο παιδαγωγός λειτουργεί ως διαμεσολαβητής του μαθητή με τον κόσμο, μαθαίνοντάς του, είτε εμπειρικά, μέσα δηλαδή από το παράδειγμά του, είτε γνωσιακά, μέσα από την εκμάθηση και την ενθάρρυνση και τέλος μέσα από την εμπιστοσύνη.

Μιλώντας για την οικογένεια και το σχολείο ως φορέων ενίσχυσης της αυτό-ρυθμιστικής ικανότητας, είναι σημαντικό να ορίσουμε έναν ακόμη παράγοντα που επισυμβαίνει στο περιθώριο της δράσης τους, δηλαδή συμβαίνει μεν υπό την αιγίδα τους, αλλά διαδραματίζεται κυρίως στο πεδίο των συνομηλίκων: αναφερόμαστε στο παιχνίδι. Το παιχνίδι ως προσομοίωση της ενήλικης ζωής μαθαίνει στο παιδί να κινείται προς την κατεύθυνσή της, ή αλλιώς μαθαίνει να αναπτύσσεται και να ωριμάζει.

Ποιος είναι ο ρόλος του διαδικτύου σε όλες τις παραπάνω παραμέτρους της αυτορρύθμισης; Ο ψηφιακός άνθρωπος του διαδικτύου αντανακλά σε μεγάλο βαθμό το σύγχρονο πρόσωπο του ατόμου τουλάχιστον στον δυτικό πολιτισμό. Το διαδίκτυο όπως έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε τον νέες τεχνολογικές δυνατότητες του σύγχρονου κόσμου συνδέεται με αντίστοιχες πολιτισμικές μεταβολές και μετασχηματισμούς, όμοιους με εκείνους προηγουμένων «επαναστάσεων» της ανθρώπινης ύπαρξης.

Οι νέες ανακαλύψεις δεν δημιουργούν δηλαδή απλά ένα νέο σκηνικό και δεν εκπαιδεύουν απλά σε μια νέα κουλτούρα τους ανθρώπους, αλλά τους ωθούν σε ένα νέο υπόδειγμα ανθρώπου, τον ψηφιακό άνθρωπο, τα χνάρια του οποίου έχουν αρχίσει ήδη να ιχνηλατούνται.

Ο νέος τεχνολογικός κόσμος μας αφορά όλους και πριν από όλους τα παιδιά, τα οποία γεννιούνται σε ένα περιβάλλον εξοικείωσης με τα τεχνολογικά μέσα της εποχής. Ως εκ τούτου το διαδίκτυο διαδραματίζει ένα μεγάλο ρόλο στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους και θέτει νέες προκλήσεις στην διαδικασία της κοινωνικοποίησης τους.

Ενδιαμέσως των νέων μετασχηματισμών των κοινωνιών αλλάζουν ενδεχομένως και οι περιηγήσεις στους τρόπους με τους οποίους συγκροτεί το άτομο την προσωπικότητά του, ενισχύει την αυτορρύθμισή του και κοινωνικοποιείται στα ευρύτερα συστήματα αναφοράς. Στον νέο και ίσως άγνωστο κόσμο του διαδικτύου βασική μέριμνα των γονιών χρειάζεται να είναι η δική τους ισχυρή αυτορρυθμιστική ικανότητα ως προς τη χρήση του διαδικτύου, προκειμένου να καταστούν ευεργετικοί δάσκαλοι της ορθής αξιοποίησης του.

Παράλληλα το διαδίκτυο ανοίγει ένα σωρό διαδρόμους εμπειριών, οι οποίοι μπορούν να αξιοποιηθούν από το οικογενειακό σύστημα ως κανάλια ανατροφοδότησης νέων γνώσεων. Για να συμβεί αυτό χρειάζεται αφενός, όπως προαναφέρθηκε, ορθή χρήση του διαδικτύου κι από τους γονείς, όσο και ένα ασφαλές και λειτουργικό οικογενειακό μοντέλο επικοινωνίας.

Οι γονείς και οι παιδαγωγοί, κυρίως λόγω της ανάπτυξης των διαδικτυακών επιρροών έρχονται αντιμέτωποι με ισχυρά ανταγωνιστικά πρότυπα τα οποία διαχέονται στις συνειδήσεις των παιδιών με ισχυρή ταχύτητα και ένταση. Σε αυτό το ανταγωνιστικό πεδίο προτύπων και μοντέλων συμπεριφοράς οι γονείς χρειάζεται να αναπτύσσουν ολοένα και περισσότερο ισχυρούς πόλους αλληλεπίδρασης και να ισχυροποιούν όσο μπορούν το δικό τους αξιακό σύστημα.

Και κυρίως να μην αντιμάχονται όσα έρχονται απ’ έξω, αλλά κυρίως να ενδυναμώνουν τις εσωτερικές τους αντιστάσεις και οριοθετήσεις, μαθαίνοντας έτσι στα παιδιά τους να αναπτύσσουν ολοένα και πιο λειτουργικά την ικανότητα της αυτορρύθμισης σε ένα κόσμο που ολοένα και περισσότερο απορρυθμίζεται.


Διαβάστε σχετικά: Πώς να διδάξουμε στα παιδιά την ενσυνειδητότητα 


Επίλογος

Εν κατακλείδι η αυτορρύθμιση μπορεί να θεωρηθεί ως ικανότητα του ατόμου, αλλά και ως έναν μαθησιακό στόχο της κοινωνίας, διά μέσου των οργανωμένων θεσμών της, όπως παραδείγματος χάρη η οικογένεια και το σχολείο. Είναι δηλαδή μια ικανότητα που αναπτύσσεται ενδοψυχικά, αλλά παράλληλα μαθαίνεται μέσα στο κοινωνικο-πολιτισμικό πλαίσιο αναφοράς του κάθε ανθρώπου.

Από την στιγμή που την εντάσσουμε στο πεδίο των ικανοτήτων αυτομάτως διαπερνά τόσο τις ψυχικές συνιστώσες, όσο και την ικανότητα της εκάστοτε κοινωνίας να εμπνέει τα άτομα και να τους διδάσκει τρόπους αυτό-αναφορικότητας και αυτορρύθμισης. Είναι σημαντικό προκειμένου να κατανοήσουμε την παραπάνω αντίληψη να εντάξουμε την έννοια της αυτορρύθμισης σε ευρύτερα συστήματα αναφοράς, διότι ως αρχή διέπει κάθε ζωντανό ή άυλο σύστημα.

Η αυτορρύθμιση δηλαδή αφορά όχι μόνο τον άνθρωπο, αλλά και όλα τα συστήματα, θεσμικά, εργασιακά, άυλα, όπως παραδείγματος χάρη, οι διομαδικές σχέσεις, η οικογένεια, το σχολείο, η εργασία, το κράτος, κλπ. Στα συστήματα η αυτορρύθμιση αποτελεί μια ικανότητα του ίδιου του συστήματος να αυτοελέγχεται, να αυτό-προστατεύεται και να αυτό-εξελίσσεται, καταδεικνύοντας τη μέγιστη σημασία που έχει η κουλτούρα του εκάστοτε οργανισμού και της ικανότητας του να αναπαράγει νέα γνώση.

Η αυτορρύθμιση είναι μια διαδικασία που επισυμβαίνει στον ψυχισμό ακολουθώντας μια διττή διαδρομή, από μέσα προς τα έξω κι από έξω προς τα μέσα. Υπό την έννοια αυτή ο ρόλος της οικογένειας, του σχολείου, της παρέας των συνομηλίκων, των κυρίαρχων προτύπων συμπεριφοράς και βεβαίως των μέσων μαζικής δικτύωσης είναι το ίδιο καθοριστικός, με τις ατομικές και ψυχικές συνιστώσες, για την υγιή και λειτουργική ανάπτυξη της αυτό-ρυθμιστικής ικανότητας του κάθε παιδιού στην προσπάθειά του συγκροτήσει έναν υγιή ψυχισμό και να ενταχθεί λειτουργικά στο κοινωνικό σύνολο.


Βιβλιογραφία

  • Καραγεωργίου, Ε. (2015). Αυτορρύθμιση και κίνητρα επίτευξης σε μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες και ήπια νοητική ανεπάρκεια. (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, διπλωματική εργασία).
  • Παναγάκος, Ιωάννης & Τζανάκη, Χαρίκλεια (2007). «Ένα μοντέλο αυτορρυθμιζόμενης μάθησης». Στο: Επιστημονικό Βήμα, 6, 90-96.
  • Χουρζούμη, Μ. (2015). Σχέσεις συνομηλίκων, αυτορρύθμιση και επίλυση συγκρούσεων σε μαθητές δημοτικού σχολείου με μαθησιακές δυσκολίες και νοητική ανεπάρκεια. (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, διπλωματική εργασία).
  • Jeffrey Liew. (2012). Effortful Control, Executive Functions, and Education.
  • Shanker, S. (2013). 3 Ways to Develop Self- Regulation. Ανακτήθηκε 16/2/2020 από https://www.habitsforwellbeing.com/3-ways-to-develop-self-regulation/
  • Vygotsky Lev S. ΣΚΕΨΗ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΑ, εκδ. ΓΝΩΣΗ, Αθήνα, 2008)
  • Zimmerman, Barry (1989). “A social cognitive view of self-regulated academic learning”. In: Journal of Educational Psychology, 81, 329-339.
  • Zimmerman, Barry, Bonner, Sebastian & Kovach, Robert (1996). Developing Self-Regulated learners: Beyond achievement to self-efficacy. Washington DC: American Psychological Association.

*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*

2. banner diafhmishs mypsychologist koino

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...