Οι γονείς πιστεύουν ότι ο έντονος ανταγωνισμός μεταξύ των παιδιών είναι καλή προετοιμασία για την ενήλικη ζωή. Τα παιδιά όμως μέσα από το παιχνίδι, θέλουν απλά να κάνουν φίλους και να το χαρούν.
Η Χίλαρυ Φρίντμαν μέσα από τη διατριβή της για τον ανταγωνισμό των παιδιών, ενδιαφερόταν γιατί πολλοί γονείς, επενδύουν μεγάλα χρηματικά ποσά και χρόνο σε ανταγωνιστικές, εξωσχολικές δραστηριότητες για τα παιδιά τους. Προκειμένου να απαντήσει σε αυτή την ερώτηση, εντόπισε γονείς που έκαναν τέτοιες επενδύσεις, για παιδιά του δημοτικού που συμμετείχαν σε διαγωνιστικό σκάκι, χορό ή ποδόσφαιρο. Συνολικά, πήρε συνεντεύξεις από γονείς 95 τέτοιων οικογενειών και σε κάποιες περιπτώσεις πήρε συνεντεύξεις και από τα παιδιά.
Αυτοί οι γονείς ξόδευαν μεγάλα ποσά για κόστη συμμετοχής, προπόνησης και ταξιδιών και αφιέρωναν πολύ χρόνο στη μεταφορά των παιδιών τους σε προπονήσεις και εκδηλώσεις, ενθάρρυναν τα παιδιά τους να εργάζονται σκληρά στη δραστηριότητα και σε κάποιες περιπτώσεις μελετούσαν τη δραστηριότητα οι ίδιοι για να βοηθήσουν τα παιδιά τους να αποδώσουν καλά. Γιατί το έκαναν αυτό;
Με λίγα λόγια, η Φρίντμαν έμαθε ότι οι γονείς πίστευαν ότι ο έντονος ανταγωνισμός είναι καλή προετοιμασία για την ενήλικη ζωή. Οι γονείς, ο ένας μετά τον άλλον είπαν ότι ζούμε σε μια εξαιρετικά ανταγωνιστική κοινωνία και η επιτυχία απαιτεί μια ανταγωνιστική στάση και ικανότητες που ενθαρρύνουν τον ανταγωνισμό. Πρέπει να θέλεις να κερδίζεις, να εστιάζεις στη νίκη, να δουλεύεις σκληρά για να κερδίσεις και να κάνεις συγκεκριμένες θυσίες σε άλλους τομείς της ζωής σου για να κερδίσεις.
Για τους περισσότερους γονείς ο τομέας της δραστηριότητας στον οποίο ανταγωνιζόταν το παιδί τους δεν είχε πολλή σημασία. Δεν περίμεναν από τα παιδιά τους να γίνουν επαγγελματίες σκακιστές, χορευτές ή ποδοσφαιριστές. Το σημαντικό για αυτούς ήταν τα παιδιά αναπτύξουν την επιθυμία να κερδίζουν καθώς και το είδος της πειθαρχίας που μπορεί να προωθήσει τη νίκη σε οποιονδήποτε τομέα.
Αυτό, πίστευαν, ότι θα εξυπηρετήσει τα παιδιά τους καλά σε τέτοιες μελλοντικές δραστηριότητες όπως να εισαχθούν σε ένα κολλέγιο υψηλού επιπέδου, να έχουν ένα υψηλά αμειβόμενο επάγγελμα και να παίρνουν προαγωγές. Η Φρίντμαν επινόησε τον όρο κεφάλαιο ανταγωνιστικού παιδιού για να αναφερθεί στην ανταπόδοση που περίμεναν οι γονείς από την επένδυσή τους.
Προκειμένου να ενθαρρύνουν την επιθυμία για νίκη, πολλοί από τους γονείς αντάμειβαν τα παιδιά τους με υλικά βραβεία για τις νίκες που πήγαιναν πολύ πιο μακριά από τα φτηνά τρόπαια και τις κορδέλες που πρόσφεραν οι διοργανωτές των εκδηλώσεων.
Για παράδειγμα, η άνοδος ενός παιδιού σε συγκεκριμένη κατηγορία στο σκάκι μπορεί να οδηγούσε σε ταξίδι στη Ντίσνεϋλαντ ή αύξηση στο χαρτζιλίκι. Κάποιοι επίσης δωροδοκούσαν τα παιδιά τους για να εξασκούνται. Είτε εκούσια ή ακούσια, οι γονείς δεν ενίσχυαν μόνο την επιθυμία για νίκη αλλά επίσης δίδασκαν τα παιδιά τους ότι οι υλικές ανταμοιβές έχουν μεγαλύτερη αξία από το εγγενές ενδιαφέρον.
Στις συνεντεύξεις της με τα παιδιά, η Φρίντμαν έμαθε ότι ενδιαφέρονταν λιγότερο να κερδίσουν από τους γονείς τους, αν και τους άρεσαν οι ανταμοιβές. Πολλά από τα παιδιά είπαν ότι αυτό που τους άρεσε περισσότερο σχετικά με τους διαγωνισμούς ήταν η ευκαιρία να γίνουν φίλοι με παιδιά που δεν θα είχαν γνωρίσει αλλιώς.
Κάποια είπαν ακόμη ότι αισθάνονταν άσχημα αν κέρδιζαν ένα φίλο, επειδή αυτό θα σήμαινε ότι ο φίλος έχασε. Σπάνια μιλούσαν τα παιδιά για την ίδια τη δραστηριότητα. Αντιθέτως, σύμφωνα με τη Φρίντμαν, κανένας από τους γονείς δεν ανέφερε τη διευκόλυνση των παιδιών τους να κάνουν φίλους ως λόγο για την επένδυσή τους.
Η συνεργατική φύση των παιδιών και του παιχνιδιού
Τα παιδιά που παίζουν ανέμελα, χωρίς εποπτεία ή παρέμβαση από ενήλικα, σπάνια παίζουν ανταγωνιστικά. Ακόμη και όταν παίζουν ένα υποθετικά ανταγωνιστικό παιχνίδι, συνήθως ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο να κάνουν φίλους, να διασκεδάσουν και να σιγουρευτούν ότι οι σύντροφοί τους στο παιχνίδι διασκεδάζουν παρά να κερδίσουν. Συχνά, δεν κρατούν καν βαθμολογία.
Το αληθινό παιχνίδι, δηλαδή, το παιχνίδι που ξεκινάει και καθοδηγείται από τα ίδια τα παιδιά απαιτεί συνεργασία και μπορεί να καταστραφεί από τον ανταγωνισμό. Ο ανταγωνισμός καταστρέφει τη διασκέδαση, τουλάχιστον για αυτόν που χάνει συνεχώς, και όταν δεν είναι διασκεδαστικό δεν είναι πλέον παιχνίδι. Η πιο θεμελιώδης ελευθερία στο παιχνίδι είναι η ελευθερία να το παρατήσεις και αυτή είναι μια δύναμη που οδηγεί τους παίκτες να συνεργάζονται.
Αν θέλεις να συνεχίζεις να παίζεις, πρέπει να κρατήσεις τους συμπαίκτες σου χαρούμενους. Αν τους κερδίζεις με οποιονδήποτε φανερό τρόπο, ειδικά αν το κάνεις επανειλημμένα, δεν τους κρατάει χαρούμενους. Τα παιδιά το γνωρίζουν αυτό, και αν το ξεχάσουν, το θυμούνται όταν οι συμπαίκτες αποχωρούν.
Φυσικά, κάποια παιδιά είναι ανταγωνιστικά από μόνα τους. Αλλά συνήθως αυτό συμβαίνει μάλλον όταν έχουν ίσους αντιπάλους και ο διαγωνισμός είναι ένας καλοπροαίρετος τρόπος να δοκιμάσουν ο ένας τον άλλον. Τέτοιος διαγωνισμός μπορεί κάλλιστα να είναι υγιής, ιδιαίτερα αν σχετίζεται περισσότερο με την καλή απόδοση παρά να κερδίσουμε τον άλλον.
Επιπλέον τα παιδιά κάποιες φορές θυμώνουν, μπορεί και να καυγαδίζουν, ακόμη και να εκφοβίζουν. Δεν είναι πάντα ευχάριστα, όπως και οι ενήλικες δεν είναι πάντα ευχάριστοι. Όμως η απόκτηση της γνώσης πώς να το αντιμετωπίζουν όλο αυτό χωρίς κάποιον ενήλικο με εξουσία να επεμβαίνει είναι επίσης ένα σημαντικό κομμάτι της ανάπτυξης.
Τα αδέλφια μπορεί να είναι ιδιαίτερα επιρρεπή στον ανταγωνισμό και στις φιλονικίες σε συγκεκριμένες φάσεις της ζωής τους, αλλά η αδελφική αντιζηλία είναι ένα θέμα που ξεπερνάει αυτό το κείμενο. Γενικά, πάντως, τα παιδιά συνεργάζονται όταν δεν έχουν τον έλεγχο οι ενήλικοι.
Διαβάστε σχετικά: Παιχνίδι! Η ψυχική υγεία του παιδιού απαιτεί παιχνίδι…Πολύ παιχνίδι
Πώς οι ενήλικες επιβάλλουν συνεχώς τον ανταγωνισμό στα παιδιά
Δυστυχώς, όταν εμείς οι ενήλικοι αναλαμβάνουμε τον έλεγχο των δραστηριοτήτων των παιδιών, όπως κάνουμε πάρα πολύ συχνά τη σημερινή εποχή, μετατρέπουμε τις δραστηριότητες σε διαγωνισμούς. Αυτό το κάνουμε τακτικά με διασκεδαστικές δραστηριότητες, όπως το μπάσκετ ή το τένις (ή το σκάκι, τον χορό, ή το ποδόσφαιρο). Μετατρέπουμε τη δραστηριότητα από κάτι που γίνεται για διασκέδαση, από εγγενές ενδιαφέρον, για να κάνουμε και να κρατάμε φίλους, σε κάτι που γίνεται για χάρη της νίκης και ίσως για ανταμοιβές και επαίνους.
Αυτός είναι ο λόγος που βλέπουμε σήμερα, ότι τα περισσότερα παιδιά που ξεκινούν αθλήματα και παιχνίδια όταν είναι μικρά, στα οποία τα κατευθύνουν οι ενήλικες, τα παρατάνε πολύ πριν φτάσουν την ενηλικίωση. Η δραστηριότητα έχει αδειάσει από την εγγενή χαρά. Αν δεν είσαι ανάμεσα στους συνήθεις νικητές, να δέχεσαι επαίνους και άλλες ανταμοιβές, δεν διασκεδάζεις. Οπότε, για την υπόλοιπη ζωή σου είσαι ένας θεατής που παχαίνεις καθισμένος στον καναπέ, παρακολουθώντας αντί να παίζεις.
Ίσως ακόμη πιο τραγικά, αυτό το κάνουμε με την εκπαίδευση. Τα παιδιά μαθαίνουν από τη φύση τους. Εξερευνούν συνεχώς τον κόσμο γύρω τους και συνεργάζονται σε αυτές τις δραστηριότητες. Εξερευνούν μαζί και μοιράζονται με ενθουσιασμό τις ανακαλύψεις τους.
Αλλά στο σχολείο, όπου είναι υπεύθυνοι οι ενήλικοι, όλα σχετίζονται με τον ανταγωνισμό, που κινητοποιείται με ανταμοιβές και επαίνους για τους νικητές και βαθμούς ποινής και ντροπή για τους χαμένους. Ποιος μπορεί να πάρει Α, να πάρει τον τιμητικό ρόλο, να επιτύχει την υψηλότερη βαθμολογία στο τεστ; Αυτό καταστρέφει τη διασκέδαση της ανακάλυψης και της μάθησης.
Όπως τα παιδιά σταματούν τα παιχνίδια εκτός σπιτιού όταν γίνονται ανταγωνιστικά και δεν είναι πλέον διασκεδαστικά, επίσης σταματούν και το σχολείο. Συνήθως δεν το σταματούν με την έννοια ότι φεύγουν και πηγαίνουν στο σπίτι, επειδή τα περισσότερα δεν έχουν το δικαίωμα να το κάνουν αυτό (είναι φυλακισμένα στο σχολείο), αλλά το παρατάνε νοητικά.
Εκείνοι που συνεχώς «κερδίζουν» μπορεί να συνεχίσουν με κάποια ενέργεια (συχνά ανακατεμένη με κυνισμό) όχι τόσο από αληθινό ενδιαφέρον σε αυτό που μελετούν, αλλά περισσότερο επειδή απολαμβάνουν τις νίκες και τον θαυμασμό που τις συνοδεύει.
Πώς, ως κοινωνία, υπερεκτιμούμε την ανταγωνιστικότητα
Θεωρούμε ότι ζούμε σε εξαιρετικά ανταγωνιστική κοινωνία. Πολλοί από εμάς είμαστε υπερήφανοι για αυτό. Κάποιοι το συνδέουν με μια λανθασμένη κατανόηση του Δαρβινισμού, ή της ελεύθερης αγοράς, ή της αξιοκρατίας, ή του σκληρού ατομικισμού.
Τείνουμε να αγνοούμε το γεγονός ότι όλοι μας εξαρτόμαστε, κάθε μέρα, από την ικανότητά μας να τα πηγαίνουμε καλά με τους συνανθρώπους μας και για να το κάνουμε αυτό πρέπει να ενδιαφερόμαστε πολύ περισσότερο για τη συνεργασία παρά για τον ανταγωνισμό. Δεν μπορούμε συνεχώς να προσπαθούμε να τους κερδίσουμε.
Οι αληθινά επιτυχημένοι άνθρωποι στη ζωή, οι άνθρωποι που είναι ευτυχισμένοι με τον εαυτό τους, που απολαμβάνουν την καριέρα και την οικογένεια τους, που εκτιμούνται ως φίλοι και συνάδελφοι, που προσφέρουν περισσότερα στον κόσμο από αυτά που παίρνουν, είναι άνθρωποι πολύ πιο προσανατολισμένοι στη συνεργασία παρά στον ανταγωνισμό.
Κανένας δεν επιτυγχάνει πραγματικά μόνος του. Αν επιτυγχάνουμε, αυτό συμβαίνει επειδή άλλοι μας βοηθούν στην πορεία, και μας βοηθούν επειδή μας συμπαθούν, και μας συμπαθούν επειδή τους συμπαθούμε και δεν προσπαθούμε να τους κερδίσουμε.
Αφήστε τα παιδιά σας να παίξουν, αφήστε τα να συνεργαστούν, αφήστε τα να ζήσουν τη ζωή που η Μητέρα Φύση προορίζει για αυτά, και η ενήλικη ζωή τους θα είναι μια χαρά αν δεν καταστρέψουμε το περιβάλλον που κληρονόμησαν. Δεν θα πρέπει να ανησυχούμε για τη διαμόρφωση των παιδιών μας αλλά για να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να καταπολεμήσουμε την κλιματική αλλαγή και τις άλλες καταστροφές που προκαλέσαμε, λόγω της απληστίας, στη γη, οι οποίες πραγματικά απειλούν τα παιδιά και τα εγγόνια μας.
Απόδοση: Έφη Μεσιτίδου – Ψυχολόγος
Επιμέλεια: PsychologyNow.gr
Πηγή
*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*