psychologist-banner-2
banner2
thumb

Μια ψυχολογική προσέγγιση του “ματιάσματος”

Είναι άραγε οι άλλοι τόσο δυνατοί ώστε μέσω μιας ζηλόφθονης ματιάς ή σκέψης να επιδράσουν σε αυτό που έχουμε, να το κλέψουν ή να το χαλάσουν; Ή μήπως πρόκειται για ένα παιχνίδι της φαντασίας μας που αναμοχλεύει δικές μας αγωνίες και αρνητικά συναισθήματα;


Πολλές φορές πιάνουμε τον εαυτό μας να ανησυχούμε μήπως το καλό που επιθυμούμε να μας συμβεί δεν πραγματοποιηθεί, να φοβόμαστε ότι ίσως δεν θα προκύψει ή ότι κι αν υλοποιηθεί κινδυνεύει να μην κρατήσει.

Εξίσου συχνά, όταν τελικά εκπληρώνεται, διστάζουμε να μοιραστούμε τη χαρά που μας προκαλεί από φόβο μήπως χαλάσει, καθώς αισθανόμαστε ότι όσοι περισσότεροι γνωρίζουν, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες το ωραίο που έχουμε κατακτήσει, που απολαμβάνουμε ή πρόκειται να απολαύσουμε στο άμεσο μέλλον, να ματαιωθεί καθώς φανταζόμαστε κάποιον τρίτο, -μέσω ενός μεταφυσικού, σχεδόν ανεξήγητου αλλά την ίδια στιγμή υπαρκτού φόβου– να μεταφέρει την κακή του ενέργεια, εποφθαλμιώντας την καλή μας τύχη και εν τέλει προκαλώντας την ανατροπή όσων σχεδιάζουμε ή έχουν ήδη συμβεί.

banner1

Η λαϊκή παράδοση έχει ενσωματώσει την αγωνία σε σχέση με το κακό που μπορεί να προκαλέσει ο άλλος στην έννοια του “ματιάσματος”. Το “κακό μάτι” ευθύνεται για το παραπάτημα σε μια σημαντική εκδήλωση όπου όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα επάνω μας, για την αδεξιότητα ή την αστοχία σε μια κίνηση ή για το φραστικό λάθος που χαλάει, έστω και προσωρινά, την αψεγάδιαστη εικόνα που επιθυμούμε να διατηρήσουμε στα μάτια των άλλων.

Πρόκειται για προλήψεις που σε πολλές περιπτώσεις παίρνουν τη μορφή προκαταβολικών συστάσεων με στόχο να προλάβουν τη βλάβη που μπορεί να υποστεί κανείς υπό μια φθονερή ματιά. Σε αρκετές περιπτώσεις η “προστασία” συνίσταται στο να “λεκιάσουμε” – κυριολεκτικά ή μεταφορικά – εκ των προτέρων αυτό που είναι σπουδαίο και μοναδικό, που όσο φοβόμαστε ή είμαστε πεπεισμένοι ότι μπορεί να προκαλέσει το φθόνο των άλλων, τόσο έχουμε ανάγκη να το εμφανίσουμε λιγότερο λαμπερό, να το μειώσουμε στα μάτια τους, να το χαλάσουμε πρώτοι εμείς προκειμένου να μειώσουμε την πιθανότητα να το “ματιάσουν” εκείνοι.

Προλήψεις όπως το νυφικό που η παράδοση “συστήνει” να έχει ένα λεκέ, το εσώρουχο που θα φορεθεί ανάποδα, το φυλαχτό σε σχήμα ματιού που θα μας προφυλάξει από την έξωθεν ζηλοφθονία αποτελούν ασπίδα απέναντι στην επιθυμία των τρίτων να χαλάσουν το όμορφο που απολαμβάνουμε, συνιστούν μια μορφή άμυνας με στόχο να ξορκίσουμε την κακή ενέργεια που μεταφέρεται με την κακόβουλη ματιά, να αποφύγουμε τη μοχθηρή διάθεση των τρίτων να κλέψουν το μοναδικό και ξεχωριστό που απολαμβάνουμε κατ’ αποκλειστικότητα, που διαισθανόμαστε ότι φθονούν όσο το ποθούν αλλά το στερούνται.

Ωστόσο, πίσω από την μεταφυσική διάσταση της επιρροής που φανταζόμαστε ότι μπορεί να έχει πάνω μας η ματιά του άλλου χρειάζεται ίσως να αναλογιστούμε και να αναζητήσουμε δικούς μας μύχιους φόβους και ανομολόγητες σκέψεις που ενίοτε δικαιολογούν και ενισχύουν την επίδρασή της πάνω μας.

Η πίστη στη βέβαιη βλάβη που θα προκαλέσει η φθονερή επιθυμία των τρίτων στη θέα όσων καλών χαιρόμαστε, πέρα από την όποια κακόβουλη διάθεσή τους, δεν αφορά μόνο στις πιθανές δικές τους προθέσεις. Η δύναμη της μαγικής σκέψης είναι εξίσου γνώριμη μέσα από δικά μας βιώματα, μέσα από την ένταση και την αναστάτωση που διακατέχει και εμάς τους ίδιους όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με αυτό που οι άλλοι απολαμβάνουν.

Η στιγμιαία αμηχανία που ανακινεί μέσα μας η αίσθηση ότι κάποιος άλλος εποφθαλμιά, ζηλεύει και επιθυμεί να κατέχει όσα εμείς χαιρόμαστε ενάντια στη δική του λιγότερο ευνοϊκή θέση, αναμοχλεύει δικά μας παρόμοια συναισθήματα, σε αντίστοιχες περιστάσεις. Πόσες φορές έχουμε επιθυμήσει αυτό που ο άλλος κατέχει, έχουμε ζηλέψει, έχουμε παιδευτεί ισορροπώντας ανάμεσα στην αυθόρμητη χαρά με το απόκτημα κάποιου και στην ανομολόγητη θλίψη ή θυμό γι’ αυτό που εμείς την ίδια στιγμή στερούμαστε; Πόσες φορές έχουμε ακροβατήσει στη δελεαστική όσο και απαγορευμένη φαντασίωση ότι με κάποιον τρόπο κατέχουμε και ‘μείς αυτό που ο άλλος απολαμβάνει, βιώνοντας μια σύντομη, φευγαλέα αίσθηση ότι “κλέβουμε”, αποσπούμε, στερούμε από εκείνον το πολύτιμο απόκτημά του, για να μπορέσουμε με κάποιον τρόπο να βρεθούμε εμείς στη δική του θέση.

Μια σκέψη που παρ’ όλη την ενοχή ή τη ντροπή που μπορεί να προκαλεί, την ίδια στιγμή κατακλύζει το μυαλό και κυριαρχεί στη διάθεσή μας, έστω και σαν ανομολόγητο στιγμιότυπο που αναστατώνει την καλοπροαίρετη πρόθεση που επιθυμούμε να διατηρούμε για τον εαυτό μας.

Όσο περισσότερο διαπιστώνουμε ότι είμαστε πιασμένοι στο φόβο της απώλειας των κεκτημένων μας έναντι στη δυσμενέστερη θέση των άλλων, η κτήση τους βιώνεται συχνά ως ύβρις, αποτρέποντάς μας από το να χαρούμε αυτά που έχουμε ή και να κατακτήσουμε όσα λαχταράμε. Πέρα από ξόρκια, προλήψεις ή μαγικές ιδέες, προκειμένου να ξορκίσουμε την κακή πρόθεση των άλλων, χρειάζεται κυρίως να είμαστε σε επαφή με τη δική μας αγωνία για όσα μας λείπουν.

Χρειάζεται να αναλογιστούμε τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες και τα πιο σκοτεινά συναισθήματα που ανακινούνται μέσα μας ως θεατές σε αυτό που οι άλλοι κατέχουν, καθώς η θέα όσων προσδοκούμε για τον εαυτό μας προκαλεί κατά περίπτωση ανομολόγητες σκέψεις και συναισθήματα για όσα μας λείπουν, που όσο βλέπουμε να υπάρχουν στους άλλους, τόσο αναστατωνόμαστε επιθυμώντας να τα κατέχουμε, αναβιώνοντας μια φαντασίωση κλοπής που η ενοχή πολλές φορές συγκαλύπτει ή καταχωρεί ως ανεπίτρεπτη. Είναι άραγε οι άλλοι τόσο δυνατοί ώστε μέσω μιας ζηλόφθονης ματιάς ή σκέψης να επιδράσουν σε αυτό που έχουμε, να το κλέψουν ή να το χαλάσουν; Ή μήπως πρόκειται για ένα παιχνίδι της φαντασίας μας που αναμοχλεύει δικές μας αγωνίες και αρνητικά συναισθήματα;

Όταν ο φόβος για το φθόνο των άλλων καταλήγει να καταλαμβάνει στο μυαλό μας περισσότερο χώρο από αυτόν που του αναλογεί, παρότι δυσάρεστος, συνιστά ωστόσο μια ευκαιρία. Επιτρέπει να αποστρέψουμε το βλέμμα και να αποποιηθούμε έστω και για λίγο αντίστοιχες δικές μας βασανιστικές σκέψεις, καθησυχάζοντας αγωνίες ή άλλα δύσκολα συναισθήματα που, αν και παροδικά, κλονίζουν έστω και προσωρινά την εικόνα της σταθερά καλής πρόθεσης που επιθυμούμε να μας διακατέχει, την αίσθηση επάρκειας που διεκδικούμε για τον εαυτό μας, θέτοντας παράλληλα σε αμφισβήτηση την ηθική μας υπόσταση.


Βιβλιογραφία

  • Klein, Melanie (2011). Envy and gratitude and other works 1946-1963. Random House.

*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*

2. banner diafhmishs mypsychologist koino

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Παρακολούθηση σχολίων
Ειδοποίηση για
0 Σχόλια
Νεότερο
Το πιο παλιό Περισσότεροι ψήφοι
Inline Feedbacks
Δείτε όλα τα σχόλια