Σε αυτό το άρθρο πρόκειται να εξηγηθεί τι είναι και με ποιον τρόπο βοηθά η ψυχολογική θεραπεία (ψυχοθεραπεία), να αποστιγματιστεί όσο το δυνατόν περισσότερο η “βαριά χροιά” που αφήνει ο όρος “Ψυχική Ασθένεια” και να κατανοηθεί ότι αυτή, δεν είναι τίποτα άλλο από ένα “καμπανάκι”, από ένα σήμα κινδύνου στη ζωή μας, που επιζητά τώρα την προσοχή μας, την ιατρική και την ψυχολογική βοήθεια.
Με τον όρο ψυχολογική βοήθεια μπορεί να εννοηθεί οποιουδήποτε είδους επιστημονική ψυχολογική παρέμβαση η οποία έχει προέλθει αρχικά από τους “θεωρητικούς” (Freud, Klein, Beck, Ellis, Rogers, Perls, Minuchin κτλ) και έχει αποδειχθεί στην συνέχεια (μέσω έρευνας ή κλινικής πρακτικής) είτε από τους ίδιους τους προαναφερθέντες δασκάλους είτε από τους συνεχιστές του πολύτιμου έργου τους που μας κληροδότησαν. Οι μεγαλύτερες Σχολές ως προς την απήχηση και την έρευνα όσον αφορά τη ψυχολογική θεραπεία είναι οι ψυχοδυναμικές, οι γνωσιακές συμπεριφοριστικές, οι ανθρωπιστικές και οι συστημικές.
Στη Ψυχοδυναμική Σχολή ανήκουν όλες εκείνες οι θεωρίες που κατασκευάστηκαν ή μετεξελίχθηκαν μετά από την αρχική θεωρία του S.Freud. Κατά κοινή ομολογία όμως, οι περισσότερες από αυτές στόχο έχουν την άρση της απώθησης (μηχανισμός άμυνας του Εγώ), και την επάνοδο στο συνειδητό λησμονημένων – απωθημένων βιωμάτων. Όταν το ασυνείδητο γίνει συνειδητό μετά από χρόνια και ενδελεχή ανάλυση του θεραπευόμενου οι ενδοψυχικές συγκρούσεις θα αρχίσουν να λύονται και οι επιδιορθωτικές εμπειρίες αρχικά μέσα από την μεταβίβαση στο θεραπευτή δεν θα αργήσουν να πραγματώνονται. Με αυτόν τον τρόπο σταδιακά η προσωπικότητα του ατόμου θα αρχίσει να μεταβάλλεται και να λειτουργεί με έναν πιο υγιή τρόπο.
Στη Γνωσιακή Σχολή στόχο έχουν την αναδόμηση του “γνωσιακού χάρτη” – του τρόπου δηλαδή που το άτομο προσλαμβάνει πληροφορίες, τις καταγράφει, τις ερμηνεύει κάτω από ένα πρίσμα καταστροφοποίησης και αρνητικού φίλτρου, έχοντας ως αποτέλεσμα να αισθάνεται, να πράττει και να βιώνει στο σώμα του ανάλογα συναισθήματα ή σωματικές αισθήσεις άμεσα επηρεασμένες από τον τρόπο που έχει σκεφτεί. Ο στόχος σε αυτή τη Σχολή είναι να “αλλάξει” ο τρόπος ο οποίος ο άνθρωπος βλέπει τον κόσμο, τον εαυτό του και τους άλλους. Όταν αυτή η νοητική αναπαράσταση διαφοροποιηθεί είτε μέσα από την αμφισβήτηση αυτόματων αρνητικών σκέψεων είτε μέσω αμφισβήτησης δυσλειτουργικών πεποιθήσεων και “σχημάτων” τότε θα διαφοροποιηθεί τόσο η συμπεριφορά (συμπεριφορικός στόχος) όσο και το συναίσθημα (συναισθηματικός στόχος) του ανθρώπου που έρχεται στη θεραπεία. Έρευνες δείχνουν ότι η συγκεκριμένη ψυχολογική θεραπεία αποτελεί ίσως τον πιο σημαντικό αρωγό στην καταπολέμηση των αγχωδών και συναισθηματικών διαταραχών.
Στις ανθρωπιστικές Σχολές, συνήθως με μη κατευθυντικό προσανατολισμό, βλέπουν το άτομο ως μία ξεχωριστή οντότητα, ολότητα, που δεν κατακερματίζεται – χωρίζεται η ψυχοσύνθεσή του σε διάφορα μέρη (σώμα, ψυχή κτλ). Η συγκεκριμένη σχολή πιστεύει ότι ο άνθρωπος από μόνος του έχει την εσωτερική τάση, (γνωστό και ως τάσεις ενεργοποίησης), την έμφυτη ικανότητα προς την υγεία ώστε να αγγίξει κάποια στιγμή την πληρότητά του ή να φτάσει στην “Επίγνωση” όπως αναφέρει ο ίδιος ο Perls. Σημαντικές έννοιες και εργαλεία σε αυτή την προσέγγιση είναι η αμεσότητα, η ενσυναίσθηση και η αμοιβαία αποδοχή. Πολύ σημαντική και βοηθητική αυτή η προσέγγιση ως “στάση ζωής” στους θεραπευόμενους αλλά και ως στάση θεραπευτική για τους υπόλοιπους θεραπευτές όποια σχολή και να ακολουθούν.
Οι Συστημικές σχολές προσπαθούν να αναλύσουν “ψυχολογικές δυσκολίες” κάτω από ένα συγκεκριμένο πλαίσιο (γάμος, οικογένεια κτλ). Οι συστημικές θεραπείες δεν στοχεύουν μόνο στην αρμονία και στην επαναδόμηση των ενδοπροσωπικών σχέσεων αλλά και στις σχέσεις, τη δυναμική των μελών μιας αλυσίδας, μίας ομάδας. Το σύστημα λοιπόν, είναι μια συλλογή δυναμικών στοιχείων που αμοιβαία δρουν, αλληλεπιδρούν και αλληλοεπηρεάζονται. Από τους σημαντικότερους αρωγούς τόσο στην εξήγηση ψυχολογικών φαινομένων όσο και στην επαναλειτουργία των σχέσεων μέσα στην οικογένεια.
Ψυχική Ασθένεια- Μια διαφορετική Σκοπιά
Μερικές φορές τα σήματα κινδύνου, όπως αναφέρθηκαν στην αρχή του άρθρου μπορεί να είναι πολλά, να έχουν ένταση ή και διάρκεια μέσα στο χρόνο. Αυτό πιθανόν μπορεί να συμβαίνει γιατί κάποιο ψυχοπιεστικό γεγονός έφερε στην επιφάνεια εσωτερικές συγκρούσεις ή “λανθασμένα” μοντέλα μάθησης από την παιδική μας ηλικία και έτσι μειώθηκαν κάπως οι τρόποι αντιμετώπισής μας. Συνέπεια όλων αυτών είναι το άτομο να δυσλειτουργεί, να σκέφτεται αρνητικά, να αισθάνεται κάποιο βαρύ μη-υγιές αρνητικό συναίσθημα (Ellis, 1955) και να συμπεριφέρεται με τέτοιο τρόπο που ουσιαστικά να βλάπτει τον εαυτό του ή και τους άλλους, διαταράσσοντας έτσι σταδιακά ολόκληρη την αλυσίδα μέσα στην οικογένεια. Εκεί τα πράγματα γίνονται σαφώς πιο δύσκολα τόσο για το ίδιο το άτομο όσο και για την οικείους του.
Σύμφωνα με το παραπάνω σκεπτικό έτσι μπορεί να προκύψει και ο ορισμός του παθολογικού- μη φυσιολογικού. Ως μη φυσιολογικό – παθολογικό (abnormal) μπορεί επακόλουθα να οριστεί όταν η συμπεριφορά και “η ολότητα” του ατόμου αποκλίνει του μέσου όρου στην κοινωνία στην οποία ζει, βιώνει κάποιο μη-φυσιολογική άγχος ενώ ταυτόχρονα μπορεί να βλάπτει τον εαυτό του ή και τους άλλους γύρω του (DSM-V). Υπάρχει μια μερική ή συνολική έκπτωση της λειτουργικότητας, εννοώντας ότι το άτομο φαίνεται να μην λειτουργεί με τρόπο εποικοδομητικό ή όσο καλά λειτουργούσε στο παρελθόν σε συγκεκριμένους τομείς της ζωής του (οικογενειακούς, ερωτικούς, επαγγελματικούς).
Η ψυχική ασθένεια όμως δεν είναι ολόκληρος ο άνθρωπος. Δεν πρέπει να χαρακτηρίζεται κάποιος από τις “Διαταραχές στην Προσωπικότητα” από “αγχώδεις κ συναισθηματικές διαταραχές” ή ακόμα και να χαρακτηρίζεται από κάποια ψυχωτική διαταραχή. Αναρωτιέμαι συχνά ως θεραπευτής πόσο πολύ μπορεί να επηρεάσει η πεποίθηση μας ότι αυτός είναι “οριακός” ή “ψυχωτικός” στη θεραπευτική δουλειά μας. Τι προσδοκίες μπορεί να έχουμε συνειδητά ή όχι συνειδητά, τόσο από εμάς τους ίδιους, όσο και από το άτομο για την θεραπεία του; Πιθανότατα λοιπόν να επηρεάσει τη δουλειά μας μαζί του βλέποντας τον ως παθολογία και όχι ως ξεχωριστή οντότητα με διαφορετικές ανάγκες. Έχουν γίνει αρκετές έρευνες για την σημαντικότητα των αρχικών πεποιθήσεων μας και κατά πόσο τα “πιστεύω” μας με τη σειρά τους μπορεί να επηρεάσουν το ρόλο μας, τα συναισθήματά μας και τις πράξεις μας. Ας φανταστούμε πώς μπορεί να αισθανθούμε εμείς που δεν έχουμε κάποια διαγνωσμένη διαταραχή εάν μας προσβάλλει κάποιος. Άραγε θα γινόμασταν επιθετικοί με κάποιον άμεσο ή έμμεσο τρόπο ; Πιθανότατα ναι , είτε αυτό γινόταν με τρόπο παθητικο- επιθετικό, είτε νοητικά είτε λεκτικά είτε συμπεριφορικά άμεσα ή έμμεσα. Έτσι και ένας άνθρωπος με κάποιου είδους ψυχική ασθένεια μπορεί να αντιδράσει εάν προσβληθεί και αισθανθεί εχθρικό το περιβάλλον του. Η διαφορά είναι ότι αυτόν τον άνθρωπο μετά θα τον κατηγορήσουμε ή θα τον κατηγοριοποιήσουμε στις ψυχοπαθολογικές κλίμακες μας έτσι ώστε να αισθανόμαστε εμείς πιο ασφαλείς…
Πόσες φορές μπορεί να έχουμε αισθανθεί φόβο ή άλλους είδους αρνητικά συναισθήματα μπροστά στη θέαση ανθρώπων με έντονο άγχος, θυμό ή ακόμα και παραλήρημα (ή έχουμε πράξει αντίστοιχες συμπεριφορές ως καθρέπτης αυτών). Με τον ίδιο τρόπο, τα ίδια συναισθήματα μπορεί και να αισθάνονται οι άνθρωποι αυτοί που έχουμε απέναντί μας. Εκεί κάπως χρησιμοποιείται (ασυνείδητα, όπως όλοι οι μηχανισμοί άμυνας) η προβλητική ταύτιση όπως υποστηρίζουν στη ψυχοδυναμική σχολή. Αισθανόμαστε και πράττουμε ταυτόχρονα αρνητικά ή με παρόμοιο τρόπο όπως πράττουν ή αισθάνονται αυτοί οι άνθρωποι που εκείνη την ώρα έχουν την ανάγκη μας, οποιονδήποτε ρόλο και να υπηρετούμε τότε (φιλικό, συγγενικό, συντροφικό, θεραπευτικό). Προβάλλουν σε εμάς, δικά τους συναισθήματα και σκέψεις και εμείς κατευθείαν ταυτιζόμαστε με αυτά φτάνοντας συχνά στο αδιέξοδο ή στην διακοπή των σχέσεων σε οποιαδήποτε μορφή ή με οποιοδήποτε κόστος.
Μία καλή άσκηση όπως προτείνει και το μοντέλο του Faloon για τις συμπεριφορικές οικογενειακές παρεμβάσεις είναι να αναρωτηθούμε ποιες από τις συμπεριφορές του ανθρώπου που έχουμε απέναντί μας ανήκουν στην προσωπικότητά του και ποιες από αυτές είναι στοιχεία της “διαταραχής” που έχει. Με αυτό τον τρόπο , ταυτόχρονα και με την εκμάθηση δεξιοτήτων επικοινωνίας από κάποιον ειδικό, ίσως να αρχίσουμε σιγά να μαθαίνουμε και να βλέπουμε το άτομο ως διαφορετική οντότητα από την παθολογία που εμφανίζει σε εκείνη την χρονική περίοδο.
Το ημερολόγιο ενός θεραπευτή:
Υπάρχουν κάποιες φορές γυρνώντας κουρασμένος στο σπίτι και αναρωτιέσαι με ποιον τρόπο, και εάν βοηθιούνται τελικά οι άνθρωποι που έρχονται σε εσένα. Πώς είναι όταν φεύγουν από την μεγάλη ξύλινη πόρτα του γραφείου σου ; Πόσο χρόνο άραγε κρατά ο προβληματισμός ή και η ευεξία που μπορεί να έχουν φεύγοντας από μία συνεδρία;
Κάποιοι λένε βοηθιούνται όσο θέλουν να βοηθηθούν, κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν ότι βοηθιούνται όσο αντέχουν και όσο είναι έτοιμοι να το κάνουν στην παρούσα χρονική περίοδο. Σύμφωνα με το Διαθεωρητικό μοντέλο (Prochaska & DiClemente,1983), από τα πιο χρήσιμα εργαλεία της Συνθετικής Ψυχοθεραπείας και κυρίως της “θεωρητικής Σύνθεσης” , αναφέρει ότι η αλλαγή στο άτομο μπορεί να πραγματοποιηθεί σε πέντε (5) στάδια σε διάρκεια χρόνου δίνοντας έτσι μία δυναμική στην αλλαγή, όντας μια διαδικασία που παίρνει χρόνο αντί του στοιχείου “όλα ή τίποτα”. Τα στάδια αυτά είναι τα εξής:”Μη προβληματισμός” , “Προβληματισμός”, “Προετοιμασία”, “Δράση” και “Διατήρηση”.
Τα ανωτέρω στάδια σίγουρα τα έχουμε περάσει όλοι στην αέναη πορεία μας προς την αυτοπραγμάτωσή μας. Συνήθως βρισκόμαστε στη πόρτα του θεραπευτή ενώ βρισκόμαστε στο στάδιο του “προβληματισμού” ή και σε αυτά που ακολουθούν. Στον “προβληματισμό” λοιπόν , πέρα από κάθε αμφιβολία κάτι έχει συμβεί στη ζωή μας, κάτι που μας έχει κάνει να σκεφτούμε ότι τα πράγματα μάλλον δεν πάνε τόσο καλά. Έχουμε αρχίσει να βιώνουμε εκτός των άλλων και μία “γνωστική ασυμφωνία”. Η γνωστική ασυμφωνία, αρχικά γνωστή ως όρος του Festinger (1957), είναι οτιδήποτε γνωρίζει κάποιος για τον εαυτό του, τις σκέψεις του τα συναισθήματά του, το σώμα του αλλά και τις συμπεριφορές του. Η Γνωστική ασυμφωνία πραγματώνεται όταν υπάρχει σύγκρουση μέσα στο ίδιο το άτομο (συνήθως μεταξύ δύο στοιχείων) και τα στοιχεία αυτά το ένα αναιρεί το άλλο. Πόσες φορές μπορεί ένα “σχήμα” μας, μία συνήθειά μας (που κάποτε ίσως να μας είχες βοηθήσει), προερχόμενη από τις πρώιμες εμπειρίες μας και την παιδική μας ζωή, να επιτάσσει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά μέχρις ότου να παρατηρήσουμε ότι αυτή μας κάνει να δυσλειτουργούμε; Πώς είναι δυνατόν να θέλουμε το υγιές αλλά να πράττουμε κάτι εντελώς αντίθετο; Ερωτήματα σαν αυτά είναι που πολλές φορές μας προβληματίζουν και έτσι κάπως ξεκινάμε για τον ειδικό ψυχικής υγείας προχωρώντας στα επόμενα στάδια όπως αυτά της Προετοιμασίας και της Δράσης όπου μπορεί να επέλθει μια ουσιαστική αλλαγή σε λιγότερο ή και περισσότερο απο έξι (6) μήνες όπως αναφέρει το μοντέλο.
Θα κλείσω με μία σκέψη από τα λόγια του καθηγητή Νέστορος (1993): “γιατί να μιλάμε για ίαση οργανικών δύσκολων ασθενειών που τα συμπτώματά τους μειώνονται και να μη μιλήσουμε για ίαση ψυχολογικών ή και ψυχιατρικών ακόμα διαταραχών όταν τα συμπτώματα αυτών αρχίζουν και υποχωρούν αισθητά δίνοντας τη θέση τους σε πιο υγιής συμπεριφορές σε πιο όμορφα και θετικά συναισθήματα”.
Αντί επιλόγου:
Όποιον ρόλο και αν έχουμε, σε όποια θέση και αν βρισκόμαστε σε οποιαδήποτε περίοδο της ζωή μας καλό θα ήταν να δούμε την δυσκολία μας όχι ως ατελέσφορη και καταστροφική αλλά ως μια σωτήρια απαρχή για να διερευνήσουμε ως μικροί επιστήμονες τι είναι αυτό που μας ταλαιπωρεί, ή τι είναι αυτό που εμποδίζει την έτσι και αλλιώς έμφυτη εξέλιξη μας. Σημαντικοί σταθμοί και βοηθοί μας μπορεί να είναι πρώτα η αγάπη για τον εαυτό μας και για τον άνθρωπο και έπειτα η ενσυναίσθηση, τα όρια, καθώς και η συνειδητότητα να κάνουμε θεραπεία γιατί η θεραπεία χρειάζεται και η ψυχική ασθένεια μπορεί να ιαθεί, μπορεί να καταπολεμηθεί.
Κουτελιέρης Στυλιανός, CPsychol, AsF, Bps Επιστημονικά Υπεύθυνος Ε.Ψ.Υ.ΘΕ
Διευθυντής Εκπαίδευσης στη Συνθετική Ψυχοθεραπεία,
Πειραϊκό Ινστιτούτο Συνθετικής Συμβουλευτικής κ Ψυχοθεραπείας email : info@epsythe.gr