Η συναρπαστική ιστορία που κρύβεται πίσω από αυτό το επιβλαβές στερεότυπο.
Το γυναικείο φύλο ανέκαθεν θεωρείτο ότι φλυαρεί και κουτσομπολεύει. Σκεφτείτε κάποιες παλιές παροιμίες για τη γλώσσα των γυναικών, όπως της πολυλογούς η γλώσσα, κι αν κοπεί, πάλι θα μιλήσει.
Ωστόσο, από πού προέκυψε αυτή η γενικευμένη ιδεολογία; Επίσης, γιατί συνεχίζει και διατηρείται παρά τις έρευνες που δείχνουν ότι η ομιλία των γυναικών είναι ιδιαίτερα ακριβής;
Όπως φαίνεται, αυτό συμβαίνει εξαιτίας μιας μακράς ιστορικής ιδεολογίας.
Η ανούσια φλυαρία των γυναικών και η σημαντική ομιλία των αντρών
Η σύνδεση των γυναικών με την ανούσια και πιθανώς ακόμη και επικίνδυνη ομιλία, φτάνει πίσω στους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους φιλοσόφους, των οποίων τα γραπτά συχνά τιμούσαν τους άντρες και επίκριναν τις συγκριτικές αδυναμίες των γυναικών. Στο βιβλίο του, Περί ζώων ιστορίας, για παράδειγμα, ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι οι γυναίκες μιλούν λανθασμένα και είναι περισσότερο επιρρεπείς στα παράπονα.
Για πολύ καιρό υπήρχε η άποψη ότι οι γυναικείες φωνές δεν ανήκαν στους δημόσιους χώρους. Ο Πλούταρχος πρότεινε ότι το διάσημο άγαλμα της χελώνας της Αφροδίτης εξυπηρετούσε την απεικόνιση της γυναίκας, όπου ο πρωταρχικός ρόλος της ήταν να είναι μέσα στο σπίτι και να μην μιλάει όταν έβγαινε από αυτό. Σίγουρα δεν ήταν μόνος του σε αυτή την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση, ότι η δημόσια ομιλία θα έπρεπε να είναι αντρικό προνόμιο στον αρχαίο κόσμο.
Οι ενάρετες γυναίκες, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, δεν έπρεπε να συμμετέχουν σε δημόσιες υποθέσεις.
Όσες γυναίκες διατάρασσαν την κοινωνική τάξη, για παράδειγμα, μιλώντας όταν δεν ήταν η σειρά τους ή συζητώντας για θέματα εκτός του οικιακού χώρου, αντιμετωπίζονταν με περιφρόνηση και χαρακτηρίζονταν ότι λειτουργούν εκτός των ορίων της θηλυκότητας.
Για παράδειγμα, ο Ρωμαίος πολιτικός Κάτων ο Πρεσβύτερος, επέπληττε γυναίκες που είχαν το θράσος να απευθυνθούν στους συζύγους άλλων γυναικών για να αναφέρουν τις ανησυχίες τους. Με άλλα λόγια, ενοχλήστε τους δικούς σας συζύγους, αλλά σας παρακαλώ μην ενοχλείτε κανενός άλλου.
Η ομιλία των γυναικών κατά τον Μεσαίωνα
Αυτή η παράδοση της αντιμετώπισης της δημόσιας ομιλίας των γυναικών ως αναξιόπιστη και ηθικά αμφισβητήσιμη, συνεχίστηκε στα θρησκευτικά κείμενα του 12ου και 13ου αιώνα, όπου τα γραπτά των κληρικών προειδοποιούσαν για τον κίνδυνο των λανθασμένων λόγων των γυναικών.
Μετά από έναν με δύο αιώνες, αρχίζουμε να βλέπουμε τις πραγματικές συνέπειες που αντιμετωπίζουν οι γυναικείες φωνές σε χώρους εκτός σπιτιού. Σε ένα βιβλίο που εξετάζει τη σύνδεση της δημόσιας ομιλίας, του φύλου και της τάξης κατά τον μεσαίωνα, η συγγραφέας Σάντρα Μπάρντσλεϊ εξετάζει πώς μετά τον «Μαύρο Θάνατο», προέκυψαν ευκαιρίες για την αγροτική τάξη καθώς οι μαζικοί θάνατοι στην Ευρώπη δημιούργησαν ένα οικονομικό και κοινωνικό κενό.
Ωστόσο, αυτό το όφελος σε κοινωνικό επίπεδο επέφερε αυξανόμενη πολιτική αταξία καθώς οι χαμηλότερες τάξεις άρχισαν να υψώνουν τις φωνές τους έναντι του ιδιαιτέρως άδικου συστήματος της τοπικής κυβέρνησης και φορολόγησης. Οι γυναίκες που εξέφραζαν ανησυχίες και διατύπωναν παράπονα σε ημι-δημόσιους χώρους, όπως στην αγορά, άρχισαν να θεωρούνται ότι διαταράσσουν το κοινωνικό σύστημα.
Ειδικότερα, σε μια πολύ πιο διαφορετική κοινωνία από αυτήν που έχουμε σήμερα, αυτός ο λόγος θεωρείτο ως πιθανώς εμπρηστικός ή επικίνδυνος. Η πληροφόρηση από στόμα σε στόμα, ουσιαστικά ήταν το διαδίκτυο του Μεσαίωνα. Ως συνέπεια, αντιμετωπιζόταν ως εγκληματική και διωκόταν ως «Η αμαρτία της γλώσσας». Στην πράξη, η επιβολή αυτών των κατηγοριών επέρριπτε ντροπή σε εκείνες τις γυναίκες που κατηγορούνταν ενώ έγινε μια πολύ αποτελεσματική μορφή κοινωνικού ελέγχου.
Μελετώντας δικαστικά αρχεία από αυτή την περίοδο, η Μπάρντσλεϊ βρήκε ότι οι γυναίκες αποτελούσαν την πλειοψηφία τέτοιων διώξεων για επίπληξη και δυσφήμιση. Η ιδέα της επίπληξης ήταν φυλετική και στήριξε πολλές μεταγενέστερες αρνητικές λογοτεχνικές απεικονίσεις του ανεξέλεγκτα φλύαρου θηλυκού φύλου, όπως Η Στρίγγλα που έγινε αρνάκι του Σαίξπηρ.
Επίσης, ο τύπος ομιλίας που αντιμετωπιζόταν ιδιαίτερα περιφρονητικά, ήταν το «κουτσομπολιό» που συσχετιζόταν με την ομιλία των γυναικών, οδηγώντας σε μια κληρονομιά χαρακτηρισμού της ως ρηχή και υποτιμημένη.
Ακόμη και η λέξη «κουτσομπολιό» αυτή καθαυτή απέκτησε μια απαξιωτική χροιά μόνο όταν συσχετίστηκε με την ομιλία των γυναικών. Αρχικά, η λέξη κουτσομπολιό στα Αγγλικά (gossip) προερχόταν από τις λέξεις god sib που σημαίνουν νονός και χρησιμοποιείτο για να περιγράψει όσους συγκεντρώνονταν σε μια βάφτιση.
Με την πάροδο του χρόνου, αναφερόταν μόνο σε γυναίκες που συμμετείχαν σε τέτοιες εκδηλώσεις ενώ, μετέπειτα, σε οποιαδήποτε συγκέντρωση από φίλες. Σε αυτό το χρονικό σημείο, ο όρος άρχισε να αλλοιώνεται σημασιολογικά και να αναφέρεται σε δυσφημιστικές συζητήσεις που σχετίζονταν με γυναίκες.
Καθώς περνάμε στον 18ο και 19ο αιώνα, έχουμε το φαινόμενο της δαιμονοποίησης της ομιλίας των γυναικών σε δημόσιους χώρους, παράλληλα με τις ολοένα αυξανόμενες ιδέες της ηθικής και της αγνότητας.
Οι έντιμες γυναίκες έπρεπε να είναι υπόδειγμα αγνής και ηθικής ομιλίας, ωστόσο συχνά κατηγορούνταν για ανεπάρκειες και αδύναμο λεξιλόγιο σε κείμενα της εποχής, όπως το λεξικό του Σάμιουελ Τζόνσον. Τα βιβλία προτύπων καλής συμπεριφοράς της εποχής, αξίωναν την ήσυχη γυναίκα που σεβόταν ενώ προειδοποιούσαν για τη γυναίκα που φώναζε και στρίγκλιζε.
Διαβάστε σχετικά: Η ομορφιά του απαιτητικού της γυναικείας φύσης στην μεταμοντέρνα εποχή
Η ομιλία των γυναικών στη μοντέρνα εποχή
Από αυτό το υπόβαθρο φτάνουμε στην εποχή του μοντέρνου λόγου. Οι φωνές των γυναικών έξω από εργασιακούς χώρους και δικαστικές αίθουσες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες να ακουστούν, ιδιαίτερα σε ανδροκρατούμενους κλάδους.
Ωστόσο, η υιοθέτηση αυτού που ονομάζουμε «ανδρικό στυλ ομιλίας», συχνά επικρίνεται, όπως αναλύεται στην έρευνα που διεξήχθη σχετικά με τις δυσμενείς αντιδράσεις στο στυλ ομιλίας της Χίλαρυ Κλίντον, από την καθηγήτρια επικοινωνίας, Καρλύν Κάμπελ.
Φαίνεται ότι ακόμη διατηρούμε έντονα την ιδέα ότι οι γυναίκες υποβαθμίζουν τον λόγο και ότι η ομιλία σε δημόσιους τομείς, καλύτερα να αφήνεται στους άντρες. Για παράδειγμα, μια πολύ γνωστή έρευνα βρήκε ότι τα αγόρια είναι αυτά που καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της ομιλίας στην τάξη. Παρομοίως, βρέθηκε ότι οι γυναίκες συνεισφέρουν λιγότερο σε επαγγελματικούς χώρους, όπου οι άντρες τείνουν να ελέγχουν το πεδίο συζήτησης.
Παρόλα αυτά αν ρωτήσετε, οι περισσότεροι άνθρωποι θα υποστηρίξουν ότι οι γυναίκες είναι το πιο ομιλητικό φύλο. Οι δάσκαλοι που συμμετείχαν σε αυτές τις μελέτες οι οποίες βρήκαν ότι τα αγόρια είχαν περισσότερο χρόνο ομιλίας, δήλωσαν ότι αισθάνονταν ότι τα κορίτσια ήταν αυτά που μιλούσαν περισσότερο στην τάξη.
Στην πραγματικότητα, έδιναν περισσότερη προσοχή στα αγόρια απευθυνόμενοι συχνότερα σε αυτά ενώ διέκοπταν συχνότερα την ομιλία των κοριτσιών. Από πολύ νωρίς λοιπόν, ξεκινά η μακρά διαδικασία αποδυνάμωσης των κοριτσιών αντιμετωπίζοντας την ομιλία τους ως περιθωριακή και ανεπιθύμητη.
Τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι οι μακραίωνες πεποιθήσεις μας σχετικά με την ομιλία των γυναικών δημιουργούν αμυδρά αλλά πολύ αληθινά εμπόδια στη συνεισφορά των γυναικών και την επιτυχία τους σε επαγγελματικά και εκπαιδευτικά πλαίσια. Οι γυναίκες είναι πιο επιφυλακτικές να μιλήσουν ή να προβάλλουν τον εαυτό τους όταν βρίσκονται σε ανδροκρατούμενα πλαίσια.
Αυτό φυσικά μπορεί να επηρεάσει την ανταγωνιστικότητά τους για τυχόν προαγωγές και ηγετικές θέσεις από τους υπεύθυνους, αν και δεν είναι ξεκάθαρο ότι οι γυναίκες που μιλάνε άφοβα, θα γινόντουσαν αρεστές.
Μία έρευνα της ψυχολόγου Βικτώρια Μπρέσκολ, η οποία εξετάζει την κατανομή της ομιλίας ανά φύλο, δείχνει ότι η θεσμική δύναμη ενθαρρύνει τους άντρες αλλά αποθαρρύνει τις γυναίκες να μιλάνε περισσότερο, καθώς οι ισχυρές γυναίκες φοβούνται ενδεχόμενο αρνητικό αντίκτυπο, γεγονός που δεν ισχύει για τους άντρες οι οποίοι καταλαμβάνουν μεγαλύτερο μερίδιο στο πεδίο συζήτησης.
Συνεπώς, ως εργοδότες, γονείς και σύζυγοι, οφείλουμε στις κόρες μας, στις συζύγους μας και στις γυναίκες συναδέλφους μας να τους δώσουμε χώρο να μιλήσουν και να βρούμε χρόνο να ακούσουμε αυτά που λένε, προβάλλοντας αντίσταση στην κοινωνικά και ιστορικά ενσταλαγμένη παρόρμηση ότι οι γυναίκες δεν έχουν πολλά να συνεισφέρουν.
Αν και είναι βαθιά ριζωμένα στην ιστορία μας, τα στερεότυπα της ομιλίας των γυναικών όχι μόνο δεν είναι ακριβή, αλλά έχουν επίσης μειονεκτήματα. Με τον αυξανόμενο αριθμό γυναικών σε θέσεις ισχύος τόσο στην οικονομία όσο και στην πολιτική, τώρα έχουμε την ευκαιρία να ενσωματώσουμε τις φωνές τους και να κατανοήσουμε την αξία του λόγου τους στο βαθμό που δεν έχουμε κάνει μέχρι σήμερα.
Απόδοση: Έφη Μεσιτίδου
Απόδοση – Επιμέλεια: PsychologyNow.gr
Πηγή