Δέσποινα Δριβάκου

Ενεργός γήρανση και ποιότητα ζωής στην ''τρίτη ηλικία''

Ενεργός γήρανση και ποιότητα ζωής στην ''τρίτη ηλικία''

Δέσποινα Δριβάκου

Ο όρος «ποιότητα ζωής»  έχει περάσει πολλές ιστορικές φάσεις και έχει λάβει πολλές ερμηνείες. Έχει απασχολήσει από αρχαιότατους χρόνους τους Έλληνες φιλοσόφους. 


Ο Αριστοτέλης ήταν ο μεγαλύτερος στοχαστής της αρχαιότητας, φιλόσοφος και θεμελιωτής πολλών επιστημών και δημιουργός της Λογικής. Στο σύγγραμμά του «Ηθικά Νικομάχεια» αναπτύσσεται από τον Αριστοτέλη η φιλοσοφική ανάλυση της λέξης ευδαιμονία και ορίζεται ως «ένα είδος (λογικής) ψυχικής ενέργειας στα μέτρα της τέλειας αρετής». Δηλαδή, στην έννοια αυτή υπάρχει συγκερασμός της συναισθηματικής- ψυχικής κατάστασης του ατόμου και ενός είδους «λογικής ενέργειας». Θεωρείται από τον φιλόσοφο η ευδαιμονία ως το «τέλειο και αυτάρκες αγαθό», που αποτελεί τον τελικό σκοπό των πράξεων του ανθρώπου. Ο φιλόσοφος υποστηρίζει ότι «οι περισσότεροι σχεδόν συμφωνούν, διότι και το πλήθος των απλών ανθρώπων όσο και οι μορφωμένοι παραδέχονται ότι το σπουδαιότερο αγαθό είναι η ευδαιμονία και θεωρούν πως η ποιότητα ζωής (ευ ζην) και η ευημερία (ευ πράττειν) είναι το ίδιο πράγμα με την ευδαιμονία».

Ο όρος «ποιότητα ζωής» αναδείχθηκε μέσα από τις έρευνες για τις συνθήκες ζωής που αναπτύχθηκαν προς τα τέλη του 19ου και στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα στις προηγμένες χώρες της Ευρώπης και στην Αμερική, αγκαλιάζοντας τελικά στη δεκαετία του ΄30 ένα φάσμα φαινομένων που οδήγησε στη χρησιμοποίηση του όρου. Με αυτή την έννοια η έρευνα για την ποιότητα της ζωής εμφανίσθηκε αρχικά στις Η.Π.Α. Το 1929 ιδρύθηκε στις Η.Π.Α. η πρώτη προεδρική επιτροπή για την καταγραφή των συνθηκών της ζωής διαφόρων στρωμάτων της αμερικανικής κοινωνίας και των τάσεων διαφοροποίησής τους. Ακολούθησαν κι άλλες μελέτες, κυρίως στις Η.Π.Α. στη δεκαετία του ΄30 για να συνεχισθούν, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στη δεκαετία του ΄50 και στις άλλες προηγμένες χώρες του κόσμου. Από το 1970 και μετά, έχουν γίνει πολλές επιστημονικές συζητήσεις και έχουν γραφεί αρκετές μελέτες με θέμα την ποιότητα της ζωής. Από τις έρευνες αυτές διαπιστώθηκε ότι η ποιότητα της ζωής είναι μια ιστορική κατηγορία, δηλαδή μία έννοια που το περιεχόμενό της αλλάζει σύμφωνα με τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που επικρατούν κάθε φορά, τις κυρίαρχες αξίες της ζωής και το δυναμισμό των κοινωνικών δυνάμεων, που βλέπουν μπροστά και αγωνίζονται για έναν ανώτερο τρόπο ζωής. Έχει, όμως, ο όρος ορισμένα σταθερά σημεία, που σχετίζονται με τη ‘φυσικότητα’ και την ‘κοινωνικότητα’ του ανθρώπου.

Η ποιότητα ζωής είναι ένας όρος, που έχει χρησιμοποιηθεί εκτενώς από φιλοσόφους, ψυχολόγους, θεολόγους, ποιητές και πολιτικούς. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να καθοριστεί ένας κοινά αποδεκτός ορισμός της «ποιότητας ζωής». Στην λογοτεχνία για την μέτρηση της υγείας ο όρος της ποιότητας της ζωής εμφανίζεται κατά την διάρκεια της δεκαετίας του ΄80. Μετά το 1980 αυτός ο ορισμός ενέπνευσε του ερευνητές της ποιότητας ζωής στο να επινοήσουν τεχνικές και να εξελίξουν εργαλεία για να αξιολογήσουν και να μετρήσουν την υγεία σε επίπεδο φυσικό, διανοητικό και κοινωνικών διαστάσεων της ευημερίας.

Η έννοια της ποιότητας ζωής αναπτύχθηκε κυρίως στις Κοινωνικές Επιστήμες, εφαρμόστηκε όμως και σε άλλα επιστημονικά πεδία, όπως στην Ιατρική και στον χώρο της υγείας γενικότερα ως καθημερινό ποθητό επίτευγμα. Στις δεκαετίες του 1960 και 1970, κοινωνικοί επιστήμονες, φιλόσοφοι και πολιτικοί άρχισαν να επιδεικνύουν ενδιαφέρον για τις έννοιες «ποιότητα ζωής» και «επίπεδο ζωής». Το ενδιαφέρον αυτό εκδηλώθηκε στην προσπάθεια των ειδικών να αντιμετωπίσουν προβλήματα που προκαλούνται από τις ανισότητες κατανομής των πόρων και αφορούν το γενικό «ευ ζην» της κοινωνίας, σε συσχετισμό και με τις ανησυχίες που γεννά η προοδευτική αύξηση του πληθυσμού συγκρινόμενη με το ρυθμό ανάπτυξης των φτωχών χωρών.

Η ποιότητα ζωής είναι μια πλούσια σε περιεχόμενο έννοια και αποτελεί ένα πολυδιάστατο φαινόμενο. Το πλούσιο περιεχόμενό της απαιτεί αφενός την προσέγγιση πολλαπλών διαστάσεων της ποιότητας ζωής και αφετέρου την εκτίμηση της κάθε διάστασης με πολλαπλές ερωτήσεις. Όταν επιχειρείται ο προσδιορισμός της ποιότητας ζωής με τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι δυνατή η εκτίμηση και μέτρησή της, τότε γίνεται αντιληπτό ότι ενέχει πολλαπλές και αλληλοεπιδρώμενες διατάσεις, που δυσχεραίνουν το έργο της μέτρησης. Είναι κοινώς αντιληπτό ότι η ποιότητα ζωής είναι μια πολυδιάστατη έννοια αποτελούμενη από διάφορες συνθήκες ή συστατικά. Αρκετές μελέτες έχουν αναλύσει ποιες συνθήκες εμπλέκονται σε διάφορα σημεία της ζωής και σε διάφορες κουλτούρες και πληθυσμούς.

Όπως με κάθε άλλη αφηρημένη ή πολυδιάστατη έννοια, η μέτρηση της ποιότητας ζωής μπορεί να επιτευχθεί με πολλούς και διάφορους τρόπους. Η ποιότητα ζωής έχει ερμηνευθεί ως η δυνατότητα διάθεσης πόρων προς κάλυψη των κοινωνικών αναγκών και η ύπαρξη των παραμέτρων εκείνων που σχετίζονται με την κοινωνία και το περιβάλλον. Άλλοι συγγραφείς τονίζουν την υποκειμενική εκτίμηση του ατόμου αναφορικά με την ποιότητα ζωής και το ευ ζην.

Όπως είναι εμφανές, στους παραπάνω ορισμούς της ποιότητας ζωής, παρατηρείται ένα διαχωρισμός μεταξύ των «αντικειμενικών» και «υποκειμενικών» παραμέτρων. Εντούτοις, ο  συνδυασμός αυτών των παραμέτρων είναι αναγκαίος. Η ποιότητα ζωής ορίζεται «ως το να είναι η ζωή καλή» και αξιολογείται με κριτήρια υποκειμενικά αλλά και αντικειμενικά, που καθορίζονται από την εκτίμηση των εξωτερικών συνθηκών. Έγκυροι δείκτες για τον προσδιορισμό της ποιότητας ζωής είναι η υγεία, το φυσικό περιβάλλον, η ποιότητα του χώρου στέγασης και άλλες προϋποθέσεις.

Η έρευνα έχει δείξει ότι η καλή υγεία, η λειτουργική δυνατότητα, η αίσθηση της προσωπικής επάρκειας ή η χρησιμότητα, η κοινωνική συμμετοχή, τα κοινωνικά δίκτυα, ειδικά η ύπαρξη των φίλων, η κοινωνική στήριξη και το επίπεδο εισοδήματος έχουν αναφερθεί συχνά ότι είναι σημαντικά. Η υποκειμενική αυτοαξιολόγηση της ευημερίας και η υγεία, έχουν αναφερθεί ότι είναι ισχυρότερες από τα αντικειμενικά οικονομικά ή κοινωνικοδημογραφικά κριτήρια στην εξήγηση της διαφοράς στις εκτιμήσεις της ποιότητας ζωής.

Οι πρόσθετοι κοινωνικοί παράγοντες, που έχουν αναφερθεί ότι είναι βασικά συστατικά της ποιότητας της ζωής, περιλαμβάνουν το κοινωνικό κεφάλαιο και τη συνοχή. Διάφορες άλλες ψυχολογικές μεταβλητές έχουν υποτεθεί επίσης ως βασικοί προφητικοί παράγοντες της αντιληπτής ποιότητας ζωής, αυτοί περιλαμβάνουν το επίπεδο προσαρμογής, την αυτοκυριαρχία, το ηθικό και τον αυτοσεβασμό, την αντίληψη για τον έλεγχο κατά τη διάρκεια της ζωής, των κοινωνικών συγκρίσεων και των προσδοκιών της ζωής, των προκαταλήψεων, των κοινωνικών αξιών αισιοδοξία-απαισιοδοξία, των πεποιθήσεων, των φιλοδοξιών και των κοινωνικών προτύπων σύγκρισης. Είναι κατά ένα μεγάλο μέρος άγνωστο που μεσολαβούν αυτές οι κοινωνικές και ψυχολογικές μεταβλητές. Οι άνθρωποι όμως  έχουν  διαφορετικές προτεραιότητες.

Παραδείγματος χάριν, οι ηλικιωμένοι ήταν πιθανότερο να δώσουν προτεραιότητα στην υγεία, ενώ οι νέοι ήταν πιθανότερο να δώσουν προτεραιότητα στην εργασία.

Διαστάσεις της Ποιότητας Ζωής

Τα τελευταία είκοσι χρόνια έχουν γίνει πολλές ερευνητικές προσπάθειες, για να σχεδιασθούν και να σταθμισθούν πίνακες, κατάλογοι, ερωτηματολόγια, δείκτες και βαθμολογήσεις, που στοχεύουν στην αποτύπωση διαφόρων πεδίων και διαστάσεων της ποιότητας ζωής. Έχουν χρησιμοποιηθεί εργαλεία μέτρησης λειτουργιών και δραστηριοτήτων, ψυχικών νόσων και ψυχικής υγείας, κοινωνικής υποστήριξης, αντίληψη του ατόμου για την υγεία του και την παροχή υπηρεσιών.

Διαστάσεις της ποιότητας ζωής είναι

α) καλή υγεία,

β) ανεξαρτησία,

γ) ενεργητικότητα,

δ) καλές κοινωνικές/υγειονομικές υπηρεσίες,

ε) καλές οικογενειακές και φιλικές σχέσεις,

στ) καλή σύνταξη/εισόδημα,

ζ) ικανοποίηση από τη ζωή,

η) ποιότητα της κατοικίας,

θ) ποιότητα περιβάλλοντος,

ι) νέες ευκαιρίες μάθησης,

Η μέτρηση της ποιότητας της ζωής, ειδικά μεταξύ των ηλικιωμένων εξαρτάται από έννοιες που είναι δύσκολο να προσδιορισθούν. 'Ενας διαφορετικός τρόπος ζωής μπορεί να είναι το αποτέλεσμα από περιστάσεις ή από επιλογή, ή από έναν συνδυασμό πολλών παραγόντων όπως η κατάσταση της υγείας, ερωτήσεις για το ηθικό και την ευημερία, υλικές συνθήκες και συνθήκες διαβίωσης. Επίσης, θεμελιώδους σημασίας πρέπει να είναι η φύση και η σημαντικότητα για το άτομο:

α) των άτυπων και επίσημων δικτύων στήριξης,

β) o βαθμός και η ποιότητα της καθημερινής φροντίδας.

Αλλά είναι, φυσικά, η αλληλεπίδραση αυτών των διαφορετικών επιρροών, που συνδέεται με την υποκειμενική απάντηση του ενδιαφερόμενου προσώπου, η οποία καθορίζει τελικά την ποιότητα της ζωής του ίδιου.

Η «ποιότητα ζωής» στην τρίτη ηλικία εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως  την καλή σωματική και ψυχική υγεία του ατόμου, την ικανότητά του να επιτελεί τις καθημερινές του συνήθεις δραστηριότητες ώστε να έχει μια ανεξάρτητη διαβίωση, την οικονομική του ανεξαρτησία, αλλά και την κοινωνική του συμμετοχή και στήριξη από τα κοινωνικά δίκτυα.

Η κοινωνική στήριξη είναι μια βασική έννοια στην κοινωνική γεροντολογία, ενώ υπάρχουν εμπειρικά στοιχεία της σχέσης της με την υγεία και τη συνολική ποιότητα της ζωής στα γηρατειά. Η συχνότητα των κοινωνικών σχέσεων του ηλικιωμένου, ο βαθμός στον οποίο αλληλεπιδρά με άλλα άτομα, σχετίζονται με τους δείκτες υγείας, και το πώς το άτομο αντιλαμβάνεται την προσωπική του ευημερία, και την ποιότητα της ζωής του.

Αυτόνομη Διαβίωση και Διαστάσεις της Ποιότητας Ζωής  

Άτομα με ανεξάρτητη διαβίωση έχουν καλή λειτουργικότητα, αλλά και θετική αντίληψη για την υγεία τους. Όσον αφορά στην στήριξη που λαμβάνουν (υποκειμενική) οι ηλικιωμένοι την αντιλαμβάνονται περισσότερο ως βοήθεια σε πρακτικά ζητήματα, παρά σε ουσιαστική κάλυψη των συναισθηματικών τους αναγκών. Επίσης, πολύ σημαντικός για τους ηλικιωμένους είναι ο ρόλος της οικογένειας και συγκεκριμένα του συζύγου και των παιδιών για την παροχή φροντίδας. Η ευαισθητοποίηση του ευρύτερου κοινού με ενημερωτικές ομιλίες και επαφές, που αποσκοπούν στην κατανόηση των ειδικών προβλημάτων των υπερηλίκων, βοηθά μακροπρόθεσμα στην αλλαγή των κοινωνικών στάσεων προς τους ηλικιωμένους, τους πάσχοντες και το συγγενικό τους περίγυρο. Κατά συνέπεια, η φροντίδα των υπερηλίκων που έχουν ανάγκη είναι ένα καθήκον για την επίτευξη του οποίου θα πρέπει να αναπτυχθούν όλοι οι μηχανισμοί αλληλεγγύης μεταξύ των ατόμων τόσο στο μικροκοινωνικό όσο και στο μακροκοινωνικό επίπεδο.

Σημαντική είναι η παρουσία του οικογενειακού περιβάλλοντος στην ζωή του ηλικιωμένου, όμως πέρα από την βοήθεια σε πρακτικά θέματα θα πρέπει να δοθεί περισσότερη έμφαση και στις συναισθηματικές ανάγκες των ηλικιωμένων καθώς είναι μια έλλειψη που την εντοπίζουν οι ίδιοι.

Από την άλλη, για να σχεδιαστεί αποτελεσματική κοινωνική πολιτική για την φροντίδα των ηλικιωμένων, χρειάζονται γνώσεις για πολλά θέματα που αφορούν στα άτυπα δίκτυα βοήθειας, όπως το πώς λειτουργούν, ποια είναι τα αγαθά ή οι υπηρεσίες που παρέχουν ή δεν παρέχουν, ποιοι είναι οι παράγοντες που επηρεάζουν τη λειτουργία τους και τα είδη που παρέχουν, ποιος είναι ο καταμερισμός της εργασίας- φροντίδας ανάμεσα στα μέλη του δικτύου, και τελευτάιο και σημαντικότερο ποιες είναι οι επιπτώσεις της παροχής άτυπης φροντίδας σε αυτούς που παρέχεται η φροντίδα και σε αυτούς που παρέχουν την φροντίδα.

Οι φορείς παροχής κοινωνικών υπηρεσιών κατατάσσονται σε τέσσερις τομείς. Είναι ο Δημόσιος τομέας, ο Εθελοντικός μη-κερδοσκοπικός, ο ιδιωτικός κερδοσκοπικός τομέας, και τα άτυπα δίκτυα φροντίδας.

Οι φορείς του Δημόσιου τομέα, του εθελοντικού μη κερδοσκοπικού και του ιδιωτικού κερδοσκοπικού αναφέρονται και ως επίσημα δίκτυα φροντίδας. Είναι αυτονόητο ότι η ταξινόμηση αυτή γίνεται για αναλυτικούς λόγους, γιατί στην καθημερινή επαγγελματική πρακτική είναι γνωστό ότι υπάρχει επικάλυψη των φορέων στην παροχή υπηρεσιών.

Προσαρμογή και ποιότητα ζωής κατά το γήρας

Η καλή προσαρμογή του ατόμου της μεγάλης ηλικίας στις δυνατότητες και περιορισμού του γήρατος είναι αυτό που αναφέρεται ως «πετυχημένα ή καλά γηρατειά». Ο Γεροντολογικός Σύλλογος των Η.Π.Α. το 1995, εν όψει των μεγάλων προβλημάτων που εμφανίζονται στην τρίτη ηλικία διατύπωσε το απόφθεγμα: “Add life to years, not just more years to life” (να προσθέτουμε ζωή στα χρόνια, και όχι απλώς περισσότερα χρόνια στη ζωή). Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ενδιαφερόμαστε για την ποιότητα ζωής των ηλικιωμένων ή πώς να επιτύχουμε καλά γηρατειά.

Κριτήρια επιτυχών γηρατειών είναι τα εξής:

α) Η διάρκεια ζωής.

β) Η βιολογική υγεία.

γ) Η ψυχική υγεία.

δ) Η γνωστική αποτελεσματικότητα.

ε) Η κοινωνική ικανότητα και παραγωγικότητα.

στ) Η ικανότητα ελέγχου της ζωής μας.

ζ) Η ικανοποίηση από τη ζωή.

Οι μετρήσεις για την αποτίμηση των παραπάνω κριτηρίων, ώστε να μπορούμε να αποφανθούμε για την ποιότητα ζωής των ηλικιωμένων ατόμων είναι:

α) αντικειμενικές, όπως στατιστικές μετρήσεις, μετρήσεις με διαγνωστικά μέτρα, κανονιστικά κριτήρια, και

β) υποκειμενικές, όπως η ικανοποίηση που φέρει το άτομο, η αυτοεικόνα και η αυτοεκτίμησή του.

Βρέθηκε, λοιπόν, ότι οι άνθρωποι συχνά αντισταθμίζουν στις υποκειμενικές εκτιμήσεις τη δυσμενή αντικειμενική πραγματικότητα, και έτσι μπορούμε να έχουμε ίδια ικανοποίηση από άτομα που ζουν σε τελείως αντίθετες συνθήκες ζωής.

Για παράδειγμα, παρά την κακή προσωπική του υγεία, το άτομο αισθάνεται ψυχικά ικανοποιημένο γιατί «θα μπορούσε να ήταν χειρότερα» ή γιατί «οι άλλοι υποφέρουν περισσότερο». Αυτό σημαίνει ότι οι υποκειμενικές εκτιμήσεις δεν αρκούν για την αποτίμηση των πετυχημένων γηρατειών. Είναι αναγκαίες αλλά όχι επαρκείς συνθήκες για τον ορισμό των «επιτυχών γηρατειών». Για κάτι τέτοιο χρειάζονται αντικειμενικά κριτήρια.

Τα αντικειμενικά κριτήρια μπορεί να είναι:

Κανονιστικά, δηλαδή κριτήρια που ορίζουν ποια είναι η ιδανική κατάσταση (π.χ. ιδανικά γηρατειά είναι αυτά της «προσφοράς και σοφίας»). Οι ιδανικές αυτές καταστάσεις, όμως, αντανακλούν κυρίως προτεραιότητες της μεσαίας και ανώτερης κοινωνικής τάξης. Δεν ισχύουν για όλους τους ανθρώπους.

Προσαρμοστικά (δηλαδή, σε σχέση με την ευελιξία στη συμπεριφορά). Τα κριτήρια αυτά αφορούν στην αποτελεσματικότητα του ατόμου στην αντιμετώπιση ποικίλων απαιτήσεων της ζωής. Η προσαρμοστικότητα φαίνεται π.χ. στην ποιότητα της μνήμης και του γνωστικού συστήματος στην αντιμετώπιση δύσκολων καταστάσεων. Επομένως τέτοιου είδους υποκειμενικές και αντικειμενικές μετρήσεις δίνουν δείκτες της ευπροσαρμοστίας και του δυναμικού του ατόμου.

Υποκειμενική αντίληψη για την ποιότητα της ζωής στα γηρατειά

Στη δεκαετίες του '80 και του '90 έγινε πολλή έρευνα και συζήτηση αναφορικά με την ποιότητα της ζωής των ηλικιωμένων, πώς αυτή μπορεί να οριστεί και να μετρηθεί, καθώς και ποιοι παράγοντες την επηρεάζουν.

Ο όρος «ποιότητα ζωής» αναφέρεται στην αξιολόγηση των συνθηκών της ζωής ενός ατόμου, μιας ομάδας, ή ενός πληθυσμού. Υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια ή πρότυπα τα όποια μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη μέτρηση της ποιότητας ζωής. Αυτά συνήθως περιλαμβάνουν την ποιότητα του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντος, τη σωματική και ψυχική υγεία και τα διαθέσιμα υποστηρικτικά συστήματα. Η ποιότητα της ζωής είναι ένας συναισθηματικά ουδέτερος όρος και αναφέρεται στη γνωστική αξιολόγηση της κατάστασης της ζωής ενός ατόμου σύμφωνα με ορισμένα κριτήρια.

Εντούτοις, υπάρχουν επίσης υποκειμενικά κριτήρια που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να μετρήσουν την ποιότητα της ζωής, δηλαδή πόσο καλή θεωρεί τη ζωή του το ίδιο το άτομο. Αυτά τα κριτήρια αποτελούνται από κρίσεις της ικανοποίησης ζωής, την αντίληψη του ατόμου για την σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική και κοινωνική του λειτουργία, την υγεία του και την οικονομική του κατάσταση, την δυνατότητα του να ακολουθεί ενδιαφέροντα και ψυχαγωγικές δραστηριότητες, την ενέργεια και τη ζωτικότητα του κ.λπ. Εντούτοις στα κριτήρια της υποκειμενικής ποιότητας ζωής συμπεριλαμβάνονται όχι μόνο την ικανοποίηση για τη ζωή, αλλά και την υποκειμενική ευημερία και το ηθικό.

• Η ικανοποίηση από τη ζωή, αντικατοπτρίζει το βαθμό που ένα άτομο πιστεύει ότι η ζωή του ικανοποιεί τα δικά του κριτήρια για την ποιότητα ζωής. Είναι μια εκτίμηση του κατά πόσο συγκλίνουν οι στόχοι, οι προσπάθειες, και οι προσδοκίες ενός ατόμου στη ζωή. Ενέχει μια σύγκριση των επιτευγμάτων ενός ατόμου με τις προσδοκίες του.

Αυτό υπονοεί ότι οι κρίσεις για την ικανοποίηση από τη ζωή έχουν και ένα γνωστικό (αξιολόγηση) και ένα συναισθηματικό (ικανοποίηση) μέρος.

Η υποκειμενική ευημερία σχετίζεται με την ικανοποίηση από τη ζωή αλλά επίσης

διαφέρει, καθώς περιλαμβάνει την αίσθηση της ευτυχίας. Η ευτυχία ορίζεται ως μια παροδική κατάσταση διάθεσης με ενθουσιασμό και χαρά, η οποία αντικατοπτρίζει την κατάσταση του ατόμου σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση του. Είναι μια συναισθηματική αντίδραση σε πρόσφατα ή σε ψυχολογικά τρέχοντα γεγονότα. Η ευτυχία σαν το βαθμό κατά τον οποίο η θετική κατάσταση επικρατεί έναντι της αρνητικής. Η ικανοποίηση από τη ζωή συνεισφέρει στην υποκειμενική ευημερία , αλλά η δεύτερη έχει ένα πιο συναισθηματικό χαρακτήρα.

Το ηθικό, από την άλλη, αντικατοπτρίζει το κουράγιο, την αυτοπειθαρχία, την

αποτελεσματικότητα και τον ενθουσιασμό ενός ατόμου. Απεικονίζει την τοποθέτηση ενός ατόμου απέναντι στο μέλλον, την αισιοδοξία ή την απαισιοδοξία του. Επομένως, το ηθικό έχει ένα γνωστικό και ένα συναισθηματικό χαρακτήρα, αν και η έμφαση δίνεται στις προσδοκίες για το μέλλον, βασισμένες στην αίσθηση ελέγχου και ανεξαρτησίας του ατόμου.

Μαζί, αυτές οι τρεις ιδιότητες της υποκειμενικής ποιότητας της ζωής δεικνύουν ότι η ικανοποίηση από τη ζωή είναι ουσιαστικά μια κρίση βασισμένη στο παρελθόν του ατόμου, η υποκειμενική ευημερία αναφέρεται στο παρόν, ενώ το ηθικό αναφέρεται στο μέλλον. Από τα τρία στοιχεία της ποιότητας ζωής, η υποκειμενική ευημερία είναι η περισσότερο συναισθηματικά φορτισμένη έννοια με όρους θετικών και αρνητικών συνεπειών ενώ η ικανοποίηση ζωής και το ηθικόν λιγότερο.

2012 - Ευρωπαϊκό Έτος Ενεργού Γήρανσης και Αλληλεγγύης μεταξύ των Γενεών

Στόχος αυτού του έτους ήταν να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση σχετικά με τη συμβολή των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας στην κοινωνία. Επιδίωξη ήταν, η ενθάρρυνση των φορέων χάραξης πολιτικής και των ενδιαφερόμενων μερών σε όλα τα επίπεδα να αναλάβουν δράση για να δημιουργηθούν καλύτερες ευκαιρίες παράτασης του επαγγελματικού βίου και να ενισχυθεί η αλληλεγγύη μεταξύ των γενεών.

Τι είναι η ενεργός γήρανση;

Ενεργός γήρανση σημαίνει να μεγαλώνουμε με καλή υγεία και ως ισότιμα μέλη της κοινωνίας, να αισθανόμαστε πιο ικανοποιημένοι από τη δουλειά μας, πιο ανεξάρτητοι στην καθημερινή μας ζωή και πιο ενεργοί πολίτες. Άσχετα από την ηλικία μας, μπορούμε πάντα να συμμετέχουμε δραστήρια στην κοινωνία και να απολαμβάνουμε μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Στόχος μας πρέπει να είναι η όσο το δυνατόν καλύτερη αξιοποίηση του τεράστιου δυναμικού που διαθέτουμε, ακόμη και σε πιο προχωρημένη ηλικία. Το Ευρωπαϊκό Έτος 2012, επιδιώχθηκε να προωθηθεί η ενεργός γήρανση σε τρεις τομείς:

Απασχόληση: καθώς το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται σε όλη την Ευρώπη, αυξάνεται και η ηλικία συνταξιοδότησης. Πολλοί όμως φοβούνται ότι δεν θα μπορούν να παραμείνουν στη σημερινή δουλειά τους ή να βρουν άλλη μέχρις ότου μπορέσουν να εξασφαλίσουν μια αξιοπρεπή σύνταξη. Πρέπει να προσφέρουμε στους εργαζόμενους μεγαλύτερης ηλικίας καλύτερες προοπτικές συμμετοχής στην αγορά εργασίας.

Συμμετοχή στην κοινωνία: το να συνταξιοδοτηθεί κάποιος δεν σημαίνει ότι θα μπει στο περιθώριο. Συχνά παραβλέπεται η κοινωνική συμβολή των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας είτε με τη μορφή φροντίδας που παρέχουν σε άλλους, στους γονείς, στους συζύγους ή στα εγγόνια τους, είτε με τη μορφή εθελοντικής εργασίας. Το Ευρωπαϊκό Έτος επιδιώκει να διασφαλίσει μεγαλύτερη αναγνώριση της συμβολής των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας στην κοινωνία και να δημιουργήσει για αυτούς ευνοϊκότερες συνθήκες.

Ανεξάρτητη διαβίωση: καθώς γερνούμε, έχουμε όλο και περισσότερα προβλήματα υγείας, αλλά μπορούμε να κάνουμε πολλά για να αντιμετωπίσουμε αυτή την κατάσταση. Πολύ μικρές αλλαγές στο περιβάλλον μας μπορούν να έχουν τεράστιο όφελος για τα άτομα με διάφορα προβλήματα υγείας ή αναπηρίες. Ενεργός γήρανση σημαίνει επίσης να έχουμε τη δυνατότητα καθώς γερνούμε να ορίζουμε τη ζωή μας για όσο το δυνατόν περισσότερα χρόνια.

Οι στόχοι και οι κατευθυντήριες γραμμές συνίστανται στο πλαίσιο της ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς, της προαγωγής ενός υγιούς και ενεργού γηράσκοντος πληθυσμού, της προώθησης της κοινωνικής δικαιοσύνης και προστασίας, της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών και της αλληλεγγύης μεταξύ των γενεών, που θα συμβάλει, μεταξύ άλλων, στην επίτευξη υψηλής απασχόλησης, στην επένδυση στις δεξιότητες και στη μείωση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού.

Η προώθηση της ενεργού γήρανσης συνεπάγεται τη δημιουργία καλύτερων ευκαιριών ώστε οι ηλικιωμένοι, γυναίκες και άνδρες, να μπορούν να διαδραματίσουν τον ρόλο που τους αναλογεί στην αγορά εργασίας, καταπολεμώντας τη φτώχεια, ιδίως τη φτώχεια των γυναικών, και τον κοινωνικό αποκλεισμό, προάγοντας τον εθελοντισμό και την ενεργό συμμετοχή στην οικογενειακή ζωή και την κοινωνία και ενθαρρύνοντας την υγιή και αξιοπρεπή γήρανση. Αυτό προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, την προσαρμογή των συνθηκών εργασίας, την καταπολέμηση των αρνητικών στερεοτύπων και διακρίσεων λόγω ηλικίας, τη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας στην εργασία, τον προσανατολισμό των προγραμμάτων διά βίου μάθησης στις ανάγκες ενός γηράσκοντας εργατικού δυναμικού και την εξασφάλιση της επάρκειας των συστημάτων κοινωνικής προστασίας και της παροχής των κατάλληλων κινήτρων.

Γενικός στόχος του ευρωπαϊκού έτους ήταν να διευκολύνει τη δημιουργία μιας κουλτούρας ενεργού γήρανσης στην Ευρώπη που θα βασίζεται σε μια κοινωνία για όλες τις ηλικίες. Στο πλαίσιο αυτό, ενθαρρύνονται και υποστηρίζονται οι προσπάθειες που καταβάλλουν τα κράτη μέλη, οι περιφερειακές και τοπικές αρχές τους, οι κοινωνικοί εταίροι, η κοινωνία των πολιτών και η επιχειρηματική κοινότητα, περιλαμβανομένων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, για να προωθήσουν την ενεργό γήρανση και να αξιοποιήσουν αποτελεσματικότερα το δυναμικό του ταχέως αυξανόμενου πληθυσμού ηλικίας πλησίον ή άνω των 60 ετών. Με αυτό τον τρόπο ενισχύει την αλληλεγγύη και τη συνεργασία μεταξύ των γενεών,

Λαμβάνοντας υπόψη την πολυμορφία είναι σημαντικό να υπάρχει:

  • Ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με την αξία της ενεργού γήρανσης και τις ποικίλες διαστάσεις της.
  •  Διασφάλιση απόδοσης προτεραιότητας στο θέμα αυτό στην πολιτική ατζέντα των ενδιαφερόμενων μερών σε όλα τα επίπεδα, προκειμένου να τονιστεί η χρήσιμη συμβολή των ηλικιωμένων στην κοινωνία και την οικονομία.
  • Προώθηση της ενεργού γήρανση, της αλληλεγγύη μεταξύ των γενεών, αξιοποίηση αποτελεσματικότερα του δυναμικού των ηλικιωμένων, και να δοθεί η δυνατότητα μιας αξιοπρεπής και ανεξάρτητης γήρανσης.
  • Ενίσχυση του διαλόγου, ανταλλαγή πληροφοριών και ανάπτυξη της αμοιβαίας μάθησης μεταξύ των κρατών μελών και των ενδιαφερόμενων μερών σε όλα τα επίπεδα, προκειμένου να προωθηθούν οι πολιτικές για την ενεργό γήρανση, να προσδιοριστούν και να διαδοθούν ορθές πρακτικές και να ενθαρρυνθούν η συνεργασία και οι συμπράξεις.
  • Διαμόρφωση ενός πλαισίου για ανάληψη δεσμεύσεων και συγκεκριμένων δράσεων, ώστε να είναι σε θέση η Ευρωπαϊκή Ένωση, τα κράτη μέλη και τα ενδιαφερόμενα μέρη σε όλα τα επίπεδα (με τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, των κοινωνικών εταίρων και των επιχειρήσεων) να διαμορφώσουν καινοτόμες λύσεις, πολιτικές και μακροπρόθεσμες στρατηγικές, με ιδιαίτερη έμφαση στην προώθηση στρατηγικών πληροφόρησης. Επιδίωξη για την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων σχετικά με την ενεργό γήρανση και την αλληλεγγύη μεταξύ των γενεών.
  • Προαγωγή δραστηριοτήτων που θα βοηθήσουν να καταπολεμηθούν οι διακρίσεις λόγω ηλικίας, να ξεπεραστούν τα σχετικά με την ηλικία στερεότυπα και να αρθούν τα εμπόδια, ιδίως όσον αφορά την ικανότητα απασχόλησης.

Πολύ συχνά η γήρανση αντιμετωπίζεται τόσο σε συλλογικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο ως απειλή και όχι ως επίτευγμα. Οι εργαζόμενοι που ηλικιακά φτάνουν να δικαιούνται σύνταξη θεωρούνται βάρος για τους πιο νέους εργαζομένους. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat (Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης), η μέση ηλικία στην Ε.Ε. είναι 39,8 έτη, ενώ έως το 2060 η μέση ηλικία των πολιτών της Ε.Ε. αναμένεται να φτάσει στα 47,2 έτη. Το ποσοστό των ατόμων ηλικίας από 65 ετών και άνω αναμένεται να φτάσει σχεδόν στο 30% του συνολικού πληθυσμού της Ε.Ε. έως το 2060 (αντί για ποσοστό 16% το 2010). Και όμως, σήμερα η υγεία των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας τείνει να είναι πολύ καλύτερη από αυτή των προηγούμενων γενεών.

Επίσης, οι νεότεροι σε ηλικία μπορεί να επωφεληθούν από τις πολύτιμες δεξιότητες και εμπειρίες των γηραιότερων. Το κλειδί για να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της γήρανσης είναι να παραμείνουμε ενεργοί. Η διαγενεακή αλληλεγγύη είναι εξαιρετικά σημαντική ειδικά στη σημερινή εποχή που τα κοινωνικο-οικονομικά συστήματα περνούν κρίση.

Παράδειγμα για το πώς μπορούν να συνεργαστούν άριστα οι διαφορετικές γενιές αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες, η οποία λόγω της αλλαγής των μηχανημάτων της και της ελλιπούς κατάρτισης των μεγαλύτερων σε ηλικία υπαλλήλων προχώρησε σε μαζικές απολύσεις/πρόωρες συνταξιοδοτήσεις. Το αποτέλεσμα ήταν μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα να αποσύρει μεγάλο αριθμό αυτοκινήτων νέας τεχνολογίας από την αγορά λόγω τεχνικών προβλημάτων (ζημιά πολλών εκατομμυρίων ευρώ).

Σκέφτηκαν λοιπόν να καλέσουν τους παλιούς υπαλλήλους και να ζητήσουν τη γνώμη τους. Όταν ρώτησαν έναν συνταξιούχο για ποιο λόγο πιστεύει πως δεν πήγε καλά η νέα γενιά αυτοκινήτων, απάντησε: «Εγώ δεν γνωρίζω από νέες τεχνολογίες...εγώ το αυτοκίνητο πρέπει να το ακούσω για να σας πω τι βλάβη έχει». Από εκείνη τη μέρα η εταιρεία προσέλαβε συνταξιούχους ως μέντορες δίπλα στους νεότερους. Πρόκειται για μια τρανταχτή απόδειξη του πώς μπορούν να προκύψουν πραγματικά υπέροχες συνεργασίες, με εξαιρετικά αποτελέσματα, όταν οι νέοι ενώνουν τις δυνάμεις τους με τους γηραιότερους.


Βιβλιογραφία:

  1.  Κωσταρίδου –Ευκλείδη Α., 2008, ΘΕΜΑΤΑ ΓΗΡΟΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ, Ελληνικά Γράμματα.
  2. Δαρδαβέσης θ. & all, 1995, O οικονομικά ενεργός πληθυσμός των υπερηλίκων στην Ελλάδα, Κοινωνία Οικονομία και Υγεία.
  3. Γρηγοριάδου Α. & all , 1991, Ωρίμανση και γήρανση του ελληνικού πληθυσμού, Ελληνική Ιατρική.
Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...