Οι κοινωνικές επιστήμες και η επιστήμη της ψυχολογίας, έχουν εναποθέσει βαρύ φορτίο μελάνης, σε άπειρες ερευνητικές εργασίες, μελετώντας και αναζητώντας τους ψυχολογικούς μηχανισμούς, στους οποίους εδρεύουν και από τους οποίους παράγονται συμπεριφορές εξουσίας, κατάκτησης αλλά και υποταγής και υπακοής.
Ο σκοτεινός σεβασμός του φόβου και της δουλοπρέπειας είναι που κρατά τα σκυλιά υπάκουα και θα τα κρατάει όσο αυτή η στέγη κρατάει έξω τη νύχτα, δήλωσε κατηγορηματικά ο Μαρκήσιος, με ύφος υπεροπτικό. Αυτή η φράση προέρχεται από ένα εκ των εκφραστικότερων και αντιπροσωπευτικότερων λογοτεχνικών έργων, που ζωγραφίζουν το χρονικό των παραμονών της Γαλλικής Επανάστασης. Είναι το κληροδότημα του Κ. Ντίκενς, που ακούει στον μυθιστορηματικό τίτλο Ιστορία δύο πόλεων, (Εκδ. Κέδρος, 2004).
Το παραπάνω απόφθεγμα, ανακινεί έντονα στις αρτηρίες του μυαλού μας και των συναισθηματικών στενών της καρδιάς μας, ερωτήματα γύρω από την αυταρχική στάση της εξουσίας αλλά και περιφερειακά της υποτακτικής και δουλοπρεπούς στάσης απέναντι στην πρώτη. Οι έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί στο πεδίο της εξουσίας και της υπακοής σε αυτή, είναι πολυάριθμες. Οι κοινωνικές επιστήμες και η επιστήμη της ψυχολογίας, έχουν εναποθέσει βαρύ φορτίο μελάνης, σε άπειρες ερευνητικές εργασίες, μελετώντας και αναζητώντας τους ψυχολογικούς μηχανισμούς, στους οποίους εδρεύουν και από τους οποίους παράγονται συμπεριφορές εξουσίας, κατάκτησης αλλά και υποταγής και υπακοής.
Η εξουσία, αναφέρεται ως ένα θεμελιώδες στοιχείο της κοινωνικής ζωής. Μερικά συστήματα εξουσίας, είναι απαιτούμενα της κοινωνικής ύπαρξης και μόνο ένας άνθρωπος, ο οποίος κατοικεί απομονωμένος, δεν είναι αναγκασμένος να ανταποκριθεί είτε με περιφρονητικό τρόπο είτε με υποτακτικό στις διαταγές των άλλων. Η υπακοή είναι ένας ψυχολογικός μηχανισμός, ο οποίος συνδέει τη δράση του ατόμου με πολιτικούς σκοπούς. Δια της υπακοής εξυπηρετούνται πολυάριθμες παραγωγικές λειτουργίες. Είναι η υπακοή που ίσως εξευγενίζει και εκπαιδεύει δράσεις φιλανθρωπίας και ευγένειας όσο και δράσεις καταστρεπτικές και αποκαρδιωτικές, (Milgram,1963).
Ερχόμαστε ωστόσο αντιμέτωποι με μια σειρά αυταρχικών συμπεριφορών ορισμένες φορές, οι οποίες είναι ενάντια στη θέληση μας, στις αξίες μας, στα ήθη και στις οικογενειακές καταβολές μας. Σε αυτές τις συμπεριφορές καλούμαστε να συμμορφωθούμε ή να τις παρακάμψουμε και να τις περιφρονήσουμε, γνωρίζοντας ότι θα πληρώσουμε ένα τίμημα. Αυτό το τίμημα πολλές φορές είναι ιδιαίτερα βαρύ, ένα τίμημα το οποίο μπορεί να προκαλέσει απώλεια της ελευθερίας μας αλλά και μια τιμωρία η οποία μπορεί να είναι περισσότερο οντολογική και να αφορά στο φορτίο τον ενοχών που θα κουβαλήσουμε ασκώντας μια διαταγή αντιθετική της ιδεολογίας μας και της ιδιοσυγκρασίας μας.
Πρόσφατα γεγονότα δημόσιου σχίσματος, όπως διαδηλώσεις ενάντια στις πολιτικές των G8, έχουν εγείρει την υποστήριξη για μια περισσότερο θεμελιώδη εστίαση στη σημασία της ανυπακοής, μέσα στα δημοκρατικά συστήματα. Το ερώτημα που αναδύεται, είναι το κατά πόσο αυτές οι δράσεις ανυπακοής είναι μια μορφή μη θεσμοθετημένης πολιτικής δράσης ή περισσότερο μια μορφή κοινωνικής παρέκκλισης. Όπως προαναφέρθηκε, το πλαίσιο της εξουσίας έχει μια ζωτική σημασία στο πεδίο των κοινωνικών επιστημών, ως ένα θεμελιακό χαρακτηριστικό για την οργάνωση της κοινωνικής ζωής.
Όπως αναφέρουν οι Passini & Morselli, (2009) από κοινωνικό-ψυχολογικής άποψης, σύμφωνα με τους Kelman & Hamilton, (1989), η χρήση της εξουσίας είναι μια μορφή κοινωνικής επιρροής, η οποία εξυπηρετεί τους σκοπούς είτε της διατήρησης των κοινωνικών νορμών (κοινωνικός έλεγχος) είτε της αλλαγής αυτών (κοινωνική αλλαγή). Έτσι κάθε τύπος συλλογικής ζωής είναι βασισμένος σε ένα σύστημα εξουσίας, το οποίο δύναται να είναι περισσότερο ή λιγότερο θεσμοθετημένο ή ιεραρχικοποιημένο. Σύμφωνα με τους Kelman & Hamilton, (1989) η ιστορία διδάσκει ότι οι άνθρωποι μπορούν να διαπράξουν παράνομες ή ανήθικες ενέργειες απατώντας στους εντολοδόχους της εξουσίας, (Passini & Morselli, 2009).
Ακολουθώντας τις αναλύσεις των Reicher & Haslam (2006), παρατηρούμε ότι δεν υποστηρίζεται η άποψη, που πρεσβεύει την ιδέα πως κανονικοί άνθρωποι διαπράττουν θηριωδίες χωρίς επίγνωση ή επιλογή. Ήδη από την πρώιμη παιδική ηλικία μαθαίνεται η εκτίμηση της υπακοής και η εμπιστοσύνη στη νομιμότητα της εξουσίας. Αυτό το χαρακτηριστικό της νομιμότητας, υποκύπτει στη διαδικασία τριών διαφορετικών επιπέδων. Η διαδικασία αυτή, αφορά αρχικά στη νομιμότητα του συστήματος όπου ασκείται η εξουσία. Έπειτα αφορά στη νομιμότητα της ίδιας της εξουσίας και των μορφών που αυτή λαμβάνει. Τέλος, αφορά στη νομιμότητα των απαιτήσεων της εξουσίας απέναντι στα μέλη της ομάδας. Έτσι η επίδραση της εξουσίας προς τους υφισταμένους, εξαρτάται από τη νομιμότητα αυτών των τριών σταδίων, (σύμφωνα με τους Passini & Morselli, 2009).
Το ερώτημα που αναδύεται, άπτεται των χαρακτηριστικών που αρθρώνουν τη νομιμότητα. Ποιο είναι εκείνο το στοιχείο, που καθιστά τη νομιμότητα ως ένα παράγοντα υπακοής στην εξουσία και ουσιαστικά αποδίδει στη ίδια την έννοια της νομιμότητας το αλάνθαστο της άσκησής της; Μοιάζει η νομιμότητα να απεικονίζεται στον κόσμο των εννοιολογικών κατασκευών σαν μια αυθεντία, αυθύπαρκτης υπόστασης, η οποία κινείται ανεξαρτήτως της ανθρώπινης συμμετοχής στην κατασκευή των εννοιών και των θεσμών.
Η νομιμότητα αποτελεί πηγή δύναμης για τις εξουσίες επειδή προωθεί την εθελοντική συμμόρφωση μέρους των υφισταμένων. Από την άποψη ενός συστήματος δικαιοσύνης, υπάρχει επίσης ένας λόγος να πιστεύεται ότι η δύναμη είναι πηγή νομιμότητας. Έρευνες, δείχνουν ότι οι εξουσίες είναι περισσότερο αποτελεσματικές όταν δύνανται να προσεγγίσουν το αίσθημα υπευθυνότητας των ακολούθων τους καθώς και την αίσθηση της υποχρέωσης στην εθελοντική υπακοή. Αυτή η αίσθηση υποχρέωσης, απορρέει από την κρίση, ότι είναι κατάλληλη για τα άτομα, να προβούν στην ανάληψη αποφάσεων που επηρεάζουν τους άλλους. Η αντίληψη της νομιμότητας οδηγεί τους υφισταμένους στην πεποίθηση ότι είναι δική τους υποχρέωση να υπακούσουν στις αποφάσεις και στους κανόνες που θέτουν.
Όταν οι άνθρωποι αξιολογούν την διαδικασία μέσω της οποίας οι ηγέτες ασκούν την εξουσία τους ως δίκαιη και αξιολογούν τα αποτελέσματα αυτής ως συμφέροντα για τους ίδιους, τείνουν να βλέπουν τους ηγέτες ως κομιστές μεγαλύτερης νομιμότητας και είναι πιο πρόθυμοι να συμμορφωθούν με τις εντολές τους, (Van der Toorn, Tyler, Jost, 2011).
Κλείνοντας, γίνεται αντιληπτό, ότι η συλλογική ζωή, υφίσταται μαζί με την ύπαρξη λιγότερο ή περισσότερο εξουσιαστικών μηχανισμών. Οι εξουσιαστικοί αυτοί μηχανισμοί, άλλοτε ορθώνονται ως ερείσματα της εποικοδομητικής εξέλιξης της κοινωνικής ζωής και άλλοτε όπως φαίνεται στην ιστορία του μαρκήσιου, ως θέσφατα και ως καταπιεστικοί παράγοντες του κοινού συμφέροντος.
Η δύναμη που αποδίδεται στη νομιμότητα της εξουσίας, είτε αυτή η εξουσία είναι αγκάθι προς το κοινό συμφέρον είτε είναι εργαλείο εξυπηρέτησης των συλλογικοτήτων, απορρέει από την υπευθυνότητα των ανθρώπων καθώς και από το περί δικαίου αίσθημα αυτών. Το ρήγμα στη σχέση με την εξουσία, επέρχεται όταν αυτή, γίνεται καταπιεστική για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού μιας ομάδας και ιδίως όταν αυτή η καταπίεση στρέφεται ενάντια στο κοινό συμφέρον.
Συγγραφέας: Δημήτρης-Ζώης Σπύρου, Ψυχολόγος
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
Passini, S., & Morselli, D. (2009). Authority relationships between obedience and disobedience. New Ideas in Psychology, 27, 96-106.
Van der Toorn, J., Tyler, T., & Jost, J. (2011). More than fair: Outcome dependence, system justification, and the perceived legitimacy of authority figures. Journal of Experience Social Psychology, 47, 127-138.
Κ. Ντίκενς. (2004). Ιστορία δύο Πόλεων, (εκδ. Κέδρος).