Χρειάζεται εμείς οι ψυχολόγοι να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν μπορούμε να τους βοηθήσουμε όλους. Η ζωή του καθενός δεν έχει τον ίδιο τελικό σκοπό, είτε το λέμε αυτοπραγμάτωση, είτε ευτυχία, είτε αυτογνωσία.
Μια από τις πιο μαγικές στιγμές στο ταξίδι της αυτογνωσίας και της ζωής είναι όταν αλλάζουν οι πεποιθήσεις μας. Και είναι ακόμα πιο τρανταχτό όταν τυγχάνει να είμαστε θεραπευτές. Που αφενός έχουμε ανάγκη μια σταθερή θεωρία για να στηριζόμαστε και να πορευόμαστε και αφετέρου πάνω σε αυτή τη θεωρία πασχίζουμε να είμαστε βοηθητικοί στα ανθρώπινα δράματα.
Μα ας φύγω από το εμείς και ας πάω στο εγώ. Με έκπληξη και σοκ άκουσα τον εαυτό μου να λέει σε ομάδα εποπτείας «Μα δεν είμαστε όλοι γεννημένοι να ανθίσουμε. Κάποιοι από μας ήρθαμε να θυσιαστούμε. Όπως τα παιδιά της Παλαιστίνης.» Δεν έχω ιδέα αν μια τέτοια ιδέα είναι θρησκευτική αρχή και είναι ριζωμένη μέσα μου αρχετυπικά. Ούτε ξέρω αν αποτελεί ύβρις, τελικά, θεολογικά. Ξέρω όμως ότι είναι μια ιδέα εντελώς κόντρα στην έως τώρα δική μου κοσμοθεωρία.
Και όχι μόνο στη δική μου. Ολόκληρος ο ουμανισμός ως θεωρία προσωπικότητας στηρίχτηκε πάνω στην ιδέα της αυτοπραγμάτωσης και όρισε ως βασική αρχή αυτογνωσίας την αυθεντικότητα. Την ταύτιση της ζωής με το προσωπικό τελικό αίτιο του καθενός μας. Ο Abraham Maslow έχει την αυτοπραγμάτωση στην κορφή της πυραμίδας του των ανθρώπινων αναγκών. Ο Carl Rogers εργάζονταν όλη του τη ζωή να μας πείσει ότι στην αυτοπραγμάτωση θα βρούμε τη θεραπεία. Ακόμα και οι υπαρξιστές φιλόσοφοι και θεραπευτές, που δεν φημίζονται για την αισιοδοξία τους, στην αναζήτηση του νοήματος μέσα στην παραδοξότητα της ύπαρξης μίλησαν για τον μικρό θεό μέσα μας και το καθήκον μας να δρούμε με γνώμονα τον έρωτα (Ελεύθω προς το έρως- ελευθερία).
Ποια ήμουν εγώ, λοιπόν, να αμφισβητήσω αυτή την θεωρία; Και γιατί να την αμφισβητήσω άλλωστε; Είναι ανακουφιστικό να πιστεύεις ότι η ζωή σου έχει νόημα και ότι είσαι ξεχωριστά μοναδικός. Και ματαιόδοξο, βεβαίως. Και εμείς οι θεραπευτές-ψυχοθεραπευτές ή γιατροί- έχουμε περίσσευμα ματαιοδοξίας, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να βοηθήσουμε- και σε ακραίο ιδεασμό μεγαλείου- να σώσουμε τον κόσμο. Οι περισσότεροι ταλαίπωροι από εμάς ζήσαμε σε οικογένειες που μας έλαχε να πάρουμε το ρόλο του Σωτήρα. Όλη μας η αυταξία χτίστηκε στο πόσο απαραίτητοι είμαστε για την επιβίωση του οικογενειακού μας συστήματος. Και διαιωνίσαμε αυτήν την έπαρση, σπουδάζοντας ψυχοθεραπευτές, καλύπτοντάς την με ένα πέπλο λειτουργήματος και αλτρουισμού. Είμαστε τα καλά παιδιά.
Οι προθέσεις, παραμορφωμένες ή όχι, είναι ασφαλώς καλές. Όπως λένε άλλωστε και οι Αμερικάνοι: « Το κάνω για τα λεφτά. Δεν είπε ποτέ κανένας θεραπευτής». Κρύβουν όμως από κάτω ένα σφάλμα. Κανέναν δεν μπορούμε να βοηθήσουμε, αν ο ίδιος δε θέλει να βοηθηθεί. Και ενώ λογικά το ξέρουμε, γραμμικά μας γεννιέται η αίσθηση ότι όλοι δυνητικά, εφόσον απλά το αποφασίσουν μπορούν να σωθούν. Κι αντίστροφα: «όποιος δε σώζεται, δεν το ήθελε πολύ». Πέφτουμε σε μια λογική παγίδα που εγκλωβίζει όλη τη θεραπευτική εργασία τελικά.
Ο Bert Hellinger έλεγε: «Σεβασμός στη μοίρα του άλλου». Μου αρέσει αυτό το απόφθεγμα και το χρησιμοποιώ συχνά για να αποτρέψω τους θεραπευόμενους ή τους εποπτευόμενους θεραπευτές να κρίνουν τους άλλους. Σήμερα μόνο συνειδητοποιώ τι εννοούσε. Ότι δηλαδή η ζωή του καθενός δεν έχει τον ίδιο τελικό σκοπό, είτε το λέμε αυτοπραγμάτωση, είτε ευτυχία, είτε αυτογνωσία. Μερικές ψυχές, είναι μικροί Χριστοί. Ήρθαν για να υποφέρουν και να φύγουν. Αδιανόητα σκληρό. Αδιανόητα άδικο, και μακρινό από έναν ευσπλαχνικό Θεό. Άλλα ανατριχιαστικά αληθινό. Και εντελώς ρεαλιστικό. Αν τα πάντα εν σοφία εποίησε, αν όλα λειτουργούν με μια υπερβατική τάξη, τότε η ευτυχία είναι δρόμος κάποιων και η θυσία κάποιων άλλων. Είναι μάταιο να πασχίζουμε να υπερβούμε αυτήν την τάξη και να θεωρούμε ότι όλοι μπορούν να «σωθούν».
Είναι ταυτόχρονα πολύ δύσκολο να συνειδητοποιείς αυτή την αλήθεια, όταν σε ολόκληρη την καριέρα σου γαλουχήθηκες να βρίσκεις ακριβώς αυτούς τους ατομικούς, ξεχωριστούς πόρους του καθενός που θα τον κάνουν υγιή και ευτυχή. Πώς να αντέξεις την αλήθεια; Ότι δεν είναι ο δρόμος όλων; Ότι ό,τι και να κάνεις, κάποιες ψυχές δεν μπορούν να βοηθηθούν; Όχι γιατί δεν θέλουν, αλλά γιατί δεν είναι αυτός ο προορισμός τους; Και ακόμα πιο πολύπλοκα: πώς μπορείς να ξεχωρίσεις ποιές είναι αυτές οι ψυχές για να μην ματαιώνεσαι διαρκώς; Και να μη χρησιμοποιήσεις αυτό το τσιτάτο ως δικαιολογία για την δική σου ανικανότητα να είσαι αποτελεσματικός;
Δεν έχω απάντηση. Μόλις μου γεννήθηκε το ερώτημα. Νιώθω όμως βαθιά ταπεινή. Περισσότερο από ποτέ. Νιώθω ότι έχω ενσωματώσει την φράση του Hellinger που βοήθησε χιλιάδες ανθρώπους, και είμαι πια μια άλλη. Σεβασμός στη Μοίρα του Άλλου. Νιώθω λιγότερη έπαρση, λιγότερη θλίψη και λιγότερο φόβο να αντέξω μια σκληρή, κυνική, διόλου δίκαιη αλήθεια. Ο δρόμος της ευτυχίας έχει φρουρούς. Δεν μπορούν όλοι να τον διαβούν. Αν μπορούσαν, δεν θα υπήρχε η ανάγκη για τόσες θρησκείες και υποσχέσεις δίκαιου κόσμου, χλοερού και αναπαυτικού στην άλλη ζωή. Έτσι δεν είναι;