Ερχόμενοι στην επιλογή του κατάλληλου για εμάς ειδικού ψυχικής υγείας φαίνεται ότι αρκετοί άνθρωποι θεωρούν ότι είναι σημαντικό ο ειδικός να είναι κοντά στην ηλικία τους, ή να έχει παρόμοιες καταβολές και εμπειρίες ζωής. Κριτήρια δηλαδή που συνήθως δεν βάζουμε όταν πρόκειται να επισκεφθούμε για παράδειγμα, έναν παθολόγο.
Αυτό το άρθρο επιδιώκει να διευκολύνει και να δώσει μια απάντηση σε ένα θέμα που μπερδεύει ή δυσκολεύει τους ανθρώπους οι οποίοι σκέφτονται να απευθυνθούν σ’ έναν ειδικό ψυχικής υγείας.
Όταν διαλέγουμε ειδικό για να μας υποστηρίξει σε κάποιο ζήτημά μας, υπάρχουν διάφορα κριτήρια στα οποία εστιάζουμε ώστε να κάνουμε την επιλογή μας. Οι περισσότεροι θα συμφωνήσουμε πως παρά τ’ αρχικά μας κριτήρια, καθοριστικό ρόλο στην επιλογή ή όχι του ειδικού είναι η πρώτη επαφή που θα έχουμε μαζί του.
Ερχόμενοι στην επιλογή του κατάλληλου για εμάς ειδικού ψυχικής υγείας, είτε είναι ψυχολόγος, είτε ψυχοθεραπευτής, είτε ψυχίατρος, είτε σύμβουλος ψυχικής υγείας, φαίνεται ότι αρκετοί άνθρωποι θεωρούν ότι είναι σημαντικό ο ειδικός που θα διαλέξουν να είναι για παράδειγμα, κοντά στην ηλικία τους, ή να έχουν παρόμοιες καταβολές και εμπειρίες ζωής. Κριτήρια δηλαδή που συνήθως δεν βάζουμε όταν πρόκειται να επισκεφθούμε για παράδειγμα, έναν παθολόγο. Αυτό πιθανό στηρίζεται στην πεποίθηση ότι αν ο ειδικός έχει κάποια κοινά με την ιστορία μου αυτό θα τον βοηθήσει να με καταλάβει περισσότερο, ώστε να με κατευθύνει και να με συμβουλεύσει καλύτερα.
Αυτό αναδεικνύει την ανάγκη των ανθρώπων να γίνουν κατανοητοί, ειδικά όταν πρόκειται να αγγίξουν ευαίσθητα προσωπικά ζητήματα. Σ’ αυτή την ανάγκη απαντάει η καλλιέργεια της ενσυναίσθησης, η οποία έχει καθοριστική σημασία στην ψυχοθεραπεία, ή σε όποια υποστήριξη παρέχουμε σε ανθρώπους. Η ενσυναίσθηση επομένως είναι μια ικανότητα που ως θεραπευτές καλούμαστε να καλλιεργήσουμε και εμπεριέχει την αποδοχή και το σεβασμό. Και αυτή η ικανότητα είναι που μας επιτρέπει ή όχι να “μπούμε στα παπούτσια του άλλου”, αυτή η ικανότητα είναι που επιτρέπει να καταλάβουμε, να νιώσουμε, να αποδεχθούμε τους “διαφορετικούς άλλους”.
Ας έχουμε στο νου μας ότι όσο διαφορετικά βιώματα κι αν έχουν οι άνθρωποι μεταξύ τους, υπάρχουν κάποια πανανθρώπινα, οικουμενικά στοιχεία, συναισθήματα, αποχρώσεις που σ’ αυτά βασιζόμαστε και καταφέρνουμε να συνδεόμαστε έπειτα συνολικότερα. Καθώς όσο κοινά βιώματα κι αν έχει ο θεραπευτής μαζί μου άλλο τόσο διαφορετικά και μοναδικά ο καθένας μας τα αισθάνεται. Κι αυτή η μοναδικότητα είναι σπουδαία και δεν αποτελεί απαραίτητα δυσκολία στην σύνδεση των ανθρώπων.
Κλείνοντας θα έλεγα ότι το σημαντικότερο κριτήριο στην επιλογή ειδικού ψυχικής υγείας είναι το πόσο νιώσαμε να μας σέβεται, να μας αποδέχεται, να μας συναισθάνεται. Να σέβεται, να αποδέχεται και να συναισθάνεται αυτή τη μοναδικότητά μας αλλά και συνολικά ολόκληρη την ανθρώπινη υπόστασή μας. Κι αυτό είναι κάτι που μόνο μέσα από τη προσωπική επαφή μπορούμε να διαπιστώσουμε. Μιας και οι “καλές συμβουλές” ή καλύτερα, οι προτάσεις που θα μας ταιριάζουν περισσότερο, δεν είναι προϊόν ηλικίας, εμπειριών ή και γνώσεων ακόμα, αλλά προϊόν καλής ενσυναίσθησης και ενεργητικής παρουσίας.
Εξαρτάται λοιπόν από το πόσο ανοιχτός, διαθέσιμος και ικανός είναι να αποδεχθεί και να σεβαστεί το βίωμα μας, τη διαφορετικότητά μας ή ακόμα πόσο μια κοινή εμπειρία θα την δει μέσα από τα δικά μας μάτια και όχι από τα δικά του φίλτρα, καθώς αυτό είναι που θα οδηγήσει την θεραπεία ή την υποστήριξη που δεχόμαστε.
Ας ακούσουμε επομένως και ας εμπιστευθούμε τον εαυτό μας, αυτός ξέρει!