Ο διπλός δεσμός μπορεί να περιγραφεί ως ένα παραμορφωμένο και παράδοξο πρότυπο επικοινωνίας που μπορεί να οδηγήσει ένα μέλος της οικογένειας να αναπτύξει σχιζοφρένεια. Επομένως, η σχιζοφρένεια θεωρείται ως παθολογία της επικοινωνίας σε ένα οικογενειακό σύστημα.
Η παράδοξη εντολή λειτουργεί κάπως έτσι: Σε αγαπώ, είπε με φωνή μίσους. Αγκαλιάστε με, είπε με σταυρωμένα χέρια.
Γνωρίζουμε πλέον με βεβαιότητα, ότι η σημαντικότερη σχέση που θα αναπτύξει ένας άνθρωπος είναι ο δεσμός με τον φροντιστή του, είτε πρόκειται για τη βιολογική μητέρα ενός βρέφους, είτε για τον άνθρωπο που θα αναπτύξει το δεσμό του (attachment). Χάρη σε αυτήν την σχέση ένα παιδί θα μπορέσει να αναπτυχθεί βιολογικά και ψυχολογικά, μεγαλώνοντας σε έναν υγιή ενήλικα.
Γνωρίζουμε πως η σχέση της μητέρας με το παιδί ξεκινάει ήδη πριν γεννηθεί, ενώ μετά τη γέννηση υπάρχει αποδεδειγμένα η βιολογική προτίμηση του παιδιού προς τη μητέρα (αναγνωρίζει τη φωνή της, την μυρωδιά και το γάλα της).
Από αυτό το σημείο κι έπειτα, που ένα παιδί θα ξεκινήσει να μεγαλώνει, θα λάβει αμέτρητα μηνύματα από τους γονείς του, που θα έχουν λεκτικό και μη λεκτικό χαρακτήρα, και που θα επηρεάσουν την ανάπτυξη του και τα πιστεύω του για τον κόσμο. Υπάρχουν πολυάριθμες έρευνες και θεωρίες που φαίνεται να επιβεβαιώνουν τη σημασία της σχέσης με τον φροντιστή, καθώς και αυτή της ποιότητας της σχέσης για την ομαλή διανοητική λειτουργία ενός παιδιού.
Όπως είναι φυσικό, η σχέση με την μητέρα κάποιες φορές θα διαταραχθεί, είτε μιλάμε για απλές ρωγμές στη σχέση που επανορθώνονται άμεσα (mismatch) είτε για πιο σοβαρές όπως αυτές που θα οδηγήσουν σε μια διαταραχή δεσμού με τη μητέρα (attachment disorder), και πάλι δεν μπορούμε να μιλήσουμε για περιβάλλον που να προωθεί μια ψυχωτική συμπεριφορά στο παιδί.
Ποια είναι λοιπόν τα στοιχεία που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν τις βάσεις για μελλοντικές διαταραχές; Οι μεγαλύτερες έρευνες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα, αφορούν στη γέννηση της σχιζοφρένειας.
Διαβάστε σχετικά: Η σχιζοφρένεια σαν απόρροια δυσλειτουργίας του οικογενειακού συστήματος
Οι πρώτες θεωρίες
Η Frieda Fromm-Reichmann το 1948 ανέπτυξε τη θεωρία της σχιζοφρενογενούς μητέρας. Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις της, τα χαρακτηριστικά αυτών των μητέρων ήταν η υπερβολική αυστηρότητα, η συναισθηματική ψυχρότητα. Αυτές οι μητέρες δεν απαντούσαν στις προσπάθειες του παιδιού για σωματική επαφή, καθώς και στις συναισθηματικές του ανάγκες ακόμα και αν φαίνονταν ιδιαίτερα προσεκτικές και υπερπροστατευτικές έως και παρεμβατικές.
Οι πρώτες παρατηρήσεις της Reichmann περιγράφουν μια μητέρα «εγωιστική» και «εχθρική» η οποία αποδέχεται το παιδί μόνο υπό κάποιες συνθήκες, και εφόσον το παιδί ζει κοντά σε αυτή, χωρίς καμία αυτονομία.
Στη συνέχεια ο John Rosen, ιδρυτής της άμεσης ανάλυσης (Direct analysis) στο άρθρο του με τίτλο H διεστραμμένη μητέρα (the perverse mother) μιλούσε για τις μητέρες των ασθενών με σχιζοφρένεια αποδίδοντας τους μια «βαθιά διαστροφή του μητρικού ενστίκτου».
Φυσικά οι έρευνες ασχολήθηκαν και με τα πατρικά χαρακτηριστικά. Συγκεκριμένα, ο Theodor Lidz (1957) αναφέρει πέντε διαφορετικές τυπολογίες πατρικού μοντέλου, ανάμεσα τους ο τύπος του πατέρα που εκπέμπει εχθρότητα, εκείνος που καλλιεργεί στο παιδί συναισθήματα αποτυχίας, και εκείνου με υπερτροφική αίσθηση του Εγώ.
Η θεωρία του διπλού δεσμού
Η θεωρία του διπλού δεσμού (Double bind) είναι το αποτέλεσμα μιας συνεργασίας ενός από τους πιο λαμπρούς ανθρώπους και της ομάδας του η οποία προερχόταν από διαφορετικό επαγγελματικό υπόβαθρο και ιδρύθηκε από τον Gregory Bateson.
Το 1952 Bateson κατάφερε να πάρει ουσιαστική χρηματοδότηση από το Ίδρυμα Ροκφέλερ, η οποία του επέτρεψε να προσλάβει τους δύο πρώτες συνεργάτες του, Jay Haley, ειδικό στην επικοινωνία, και John Weakland, χημικό μηχανικό και ανθρωπολόγο, με ένα έντονο ενδιαφέρον για την κινεζική κουλτούρα. Ένα χρόνο αργότερα προσχώρησε στην ομάδα του ο William Fry ως σύμβουλος. Το 1954 τα κεφάλαια εξαντλήθηκαν, και η ανάγκη λήψης νέων χρηματοδοτήσεων υποχρέωσε τους επιστήμονες να περιορίσουν το πεδίο της έρευνας στη μελέτη της σχιζοφρένειας.
Η υπόθεση του διπλού δεσμού εμφανίζεται δύο χρόνια αργότερα, το 1956, ύστερα από τη δημοσίευση του άρθρου που γράφτηκε από τους Bateson, Jackson, Haley και Weakland με τίτλο Προς μια θεωρία της σχιζοφρένειας. Η πρόθεση του άρθρου είναι να προτείνει ένα επεξηγηματικό μοντέλο της σχιζοφρένειας μέσω της έννοιας του διπλού δεσμού, αλλάζοντας τα μέχρι τότε δεδομένα σχετικά με την παθολογία της σχιζοφρένειας και την κλασσική ψυχιατρική προσέγγιση.
Ο διπλός δεσμός μπορεί να περιγραφεί ως ένα παραμορφωμένο και παράδοξο πρότυπο επικοινωνίας που μπορεί να οδηγήσει ένα μέλος της οικογένειας να αναπτύξει σχιζοφρένεια. Επομένως, η σχιζοφρένεια θεωρείται ως παθολογία της επικοινωνίας σε ένα οικογενειακό σύστημα.
Αυτή η μορφή παράδοξης επικοινωνίας, η οποία είναι δομημένη ως κάτι το απόλυτα λογικό, δεν αφήνει καμία διέξοδο σε εκείνους που παραμένουν «παγιδευμένοι».
Για πρώτη φορά λοιπόν, ανατρέπεται η πεποίθηση πως η σχιζοφρένεια είναι αποτέλεσμα ενδοψυχικών συγκρούσεων ή οφείλεται αμιγώς σε κληρονομικούς παράγοντες, μεταθέτοντας την προσοχή στην σχέση, και στις δυναμικές που δημιουργούνται μέσα σε μια νοσηρή διάδραση.
Ο διπλός δεσμός, σύμφωνα με την θεωρία του Bateson, θα πρέπει να παρουσιάζει κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά:
1) Θα πρέπει να αφορά δύο ή περισσότερους ανθρώπους που εμπλέκονται σε μια έντονη συναισθηματική σχέση (για παράδειγμα, μητέρα-γιος).
2) Θα πρέπει να αφορά ένα μήνυμα που διαβιβάζεται από τον γονέα και χαρακτηρίζεται από:
α) Μία πρωταρχική αρνητική εντολή, η οποία μπορεί να έχει τη μορφή Μην το κάνεις αυτό αλλιώς θα σε τιμωρήσω ή Εάν δεν το κάνεις αυτό θα σε τιμωρήσω.
β) Μία δευτερεύουσα διαταγή που έρχεται σε αντίθεση με την πρώτη σε πιο αφηρημένο επίπεδο, δηλαδή γνωστοποιείται στο παιδί με μη λεκτικά μέσα
γ) Μία αρνητική τριτογενής εντολή που απαγορεύει στο θύμα να εγκαταλείψει την εντολή αυτή ή να απελευθερωθεί γνωστικά από το μοτίβο που καθορίζει το μήνυμα.
3) Επανάληψη της εμπειρίας. Το χαρακτηριστικό το οποίο διαφοροποιεί έναν άνθρωπο, ο οποίος έχει παγιδευτεί σε μια κατάσταση διπλού δεσμού από αυτόν που θα εμφανίσει σχιζοφρένεια, είναι πως στην πρώτη περίπτωση μιλάμε για ένα περιστασιακό επεισόδιο, ενώ στη δεύτερη γίνεται ο συνήθης τρόπος επικοινωνίας εντός του οποίου λαμβάνουν χώρα οι πιο σημαντικές αλληλεπιδράσεις.
Ο διπλός δεσμός, για να γίνει παθογόνος, δεν πρέπει να είναι ένα απομονωμένο τραύμα, αλλά μια επαναλαμβανόμενη εμπειρία στην καθημερινότητα ενός ανθρώπου.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι λίγα χρόνια αργότερα, οι συγγραφείς θα διευκρινίσουν ότι στην πραγματικότητα η θεωρία του διπλού δεσμού δεν είναι μια αιτιολογική θεωρία της σχιζοφρένειας, αλλά ένα μοντέλο που επιτρέπει να εξηγηθεί η γενικότερη ψυχική διαταραχή σε μια επικοινωνιακή θεώρηση και η εστία της οποίας είναι οι δυσλειτουργίες διαδικασίες επικοινωνίας. Το σχιζοφρενικό σύνδρομο χρησιμοποιήθηκε ως ιδιαίτερο παράδειγμα για να δείξει μια γενικότερη υπόθεση.
Διαβάστε σχετικά: Οι αιτίες για την εκδήλωση της σχιζοφρένειας
Η θεωρία του Bateson, ήταν η πρώτη προσπάθεια εξήγησης της ψυχοπαθολογίας με συστημικό τρόπο.
Αν και η θεωρία των διπλών ζευγών ήταν πολύ σημαντική για την ανάπτυξη της συστημικής ψυχολογίας, έχει αρκετούς περιορισμούς.
Αυτή η μονομερής εικόνα αποτελούμενη από έναν “διώκτη ” που ασκεί την εξουσία του πάνω στο “θύμα” έχει αμφισβητηθεί από διάφορους ερευνητές. Ο Weakland, σε ένα άρθρο του 1960, για παράδειγμα, έχει δηλώσει ότι εκείνο το οποίο ορίζεται «θύμα» σύντομα μαθαίνει να χρησιμοποιεί παρόμοιες μορφές επικοινωνίας με αυτά της μητρικής και να στέλνει με τη τη σειρά του διαστρεβλωμένα και παράδοξα μηνύματα, βοηθώντας έτσι να διατηρηθούν αμετάβλητα τα γενικά μοντέλα επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης, τυπικά των οικογενειών των ατόμων με σχιζοφρένεια.
Δύο χρόνια αργότερα, στο άρθρο Μια σημείωση σχετικά με το διπλό δεσμό, οι ίδιοι οι συγγραφείς είχαν προβεί σε μια σημαντική διευκρίνιση σχετικά με τη δυαδική φύση του διπλού δεσμού. Η θεωρία, στην πραγματικότητα, θεωρεί μόνο δύο σχεσιακές θέσεις: το υποκείμενο που ασκεί τον διπλό δεσμό και το υποκείμενο που πρέπει να το αντιμετωπίσει, μην λαμβάνοντας υπόψιν άλλες δυναμικές, τριαδικές σχέσεις και την γενικότερη ισορροπία του οικογενειακού συστήματος.
Επιπλέον, η θεωρία δεν παρέχει τα κριτήρια που εξηγούν γιατί ένα μέλος της οικογένειας αναπτύσσει μια συγκεκριμένη ψυχοπαθολογία. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο διπλός δεσμός παρέχει μόνο την αλληλεπίδραση μεταξύ δύο υποκειμένων, αποκλείοντας έτσι τα άλλα μέλη του σχεσιακού συστήματος.
Βιβλιογραφία:
- 1956, Bateson, G., Jackson, D. D., Jay Haley & Weakland, J., “Toward a Theory of Schizophrenia”, Behavioral Science, vol.1, 1956, 251–264. (Reprinted in Steps to an Ecology of Mind)
- Bateson, G.; Jackson, D. (1964). “Some varieties of pathogenic organization. In Disorders of Communication”. Research Publications. Association for Research in Nervous and Mental Disease. 42: 270–283.
- Bateson, Gregory (21 April 1966). “”Versailles to Cybernetics””. Steps to an Ecology of Mind. pp. 477–485. Retrieved 15 August 2012. “This is what mammals are about. They are concerned with patterns of relationship, with where they stand in love, hate, respect, dependency, trust, and similar abstractions, vis-à-vis somebody else.”
- Weakland, J. H . (1960). The ‘Double-Bind’ Hypothesis of Schizophrenia and Three-Party Interaction. In D. D. Jackson (Ed.), The etiology of schizophrenia (pp. 373-388). Oxford, England: Basic Books.
- Francesco Tramonti, Steps to an Ecology of Psychotherapy: The Legacy of Gregory Bateson, Systems Research and Behavioral Science, 36, 1, (128-139), (2018).
- Silver, Ann-Louise S. (2000). “The 2000 Frieda Fromm-Reichmann Lecture: The Current Relevance of Fromm-Reichmann’s Works”. Psychiatry. 63 (4).
*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*