banner2
psychologist-banner-2
thumb

Οι αποσυνδετικές διαταραχές είναι σχεδόν το ίδιο συχνές με την κατάθλιψη, γιατί όμως δεν μας απασχολούν το ίδιο;

Οι αποσυνδετικές διαταραχές παρουσιάζουν συνήθως υποδιάγνωση καθώς και λανθασμένη διάγνωση.


Ακούγεται ότι οι αποσυνδετικές (διασχιστικές) διαταραχές είναι σπάνιες. Ωστόσο, η ανάλυση διεθνών μελετών υποδεικνύει ότι επηρεάζουν το 10-11% του πληθυσμού σε κάποια φάση της ζωής του. Αυτό τις καθιστά σχεδόν το ίδιο συχνές με τις διαταραχές διάθεσης, όπως, για παράδειγμα, η κλινική κατάθλιψη.

Επομένως, τι είναι οι αποσυνδετικές διαταραχές, γιατί η διάγνωσή τους είναι αμφιλεγόμενη και πώς μπορούμε να θεραπευτούμε από αυτές;

banner1

Τι είναι η αποσύνδεση ή αλλιώς διάσχιση

Η αποσύνδεση εμφανίζεται όταν ένα άτομο αισθάνεται αποκομμένο από τον εαυτό του, συμπεριλαμβανομένων των αναμνήσεων, των συναισθημάτων, των πράξεων, των σκέψεων, του σώματος, ακόμη και της ταυτότητάς του.

Οι άνθρωποι με αποσυνδετικές διαταραχές εμφανίζουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα:
– αμνησία και άλλα προβλήματα μνήμης
– μια αίσθηση αποστασιοποίησης ή αποσύνδεσης από τον εαυτό τους, τους οικείους τους ή το περιβάλλον τους
– μια εσωτερική πάλη σχετικά με την αίσθηση του εαυτού και της ταυτότητά τους
– συμπεριφέρονται σαν να είναι διαφορετικά πρόσωπα (αλλαγή ταυτότητας)

Σε κάποιους ανθρώπους, τα συμπτώματα μπορεί να διαρκούν για μέρες ή εβδομάδες, ενώ σε άλλους μπορεί να επιμένουν για μήνες, χρόνια ή για μια ολόκληρη ζωή.

Η αποσύνδεση επιτρέπει στο άτομο να τμηματοποιεί και να αποσυνδέεται από πτυχές τραυματικών και επίπονων εμπειριών, οι οποίες θα μπορούσαν ενδεχομένως να υπερισχύσουν της ικανότητάς του να τις διαχειριστεί.

Ένα άτομο το οποίο έχει χάσει τον/την σύντροφό του μπορεί να γίνει συναισθηματικά απαθές, επιτρέποντας στον εαυτό του να επικεντρωθεί στην οργάνωση της κηδείας. Ένας άντρας που έχει χωρίσει με την σύζυγό του και έχει χάσει τη δουλειά του ίσως να αποσυνδεθεί σε τόσο μεγάλο βαθμό από την ταυτότητά του που να μην αναγνωρίζει πλέον τον εαυτό του και να νιώθει ότι η ζωή του συμβαίνει σε κάποιον άλλον.

Μια νεαρή γυναίκα που έχει κακοποιηθεί σεξουαλικά, ίσως να θυμάται αυτόν που της επιτέθηκε να κινείται γρήγορα προς το μέρος της, να αναπολεί την επιστροφή της στην ασφάλεια του πατρικού της, αλλά να μην μπορεί να θυμηθεί την κακοποίηση.

Εάν οι τραυματικές και επώδυνες εμπειρίες συμβαίνουν επαναλαμβανόμενα για μεγάλο χρονικό διάστημα, η προσωπικότητα του ατόμου ίσως να κατακερματιστεί.Το τραυματισμένο κομμάτι της προσωπικότητας το οποίο περιέχει τα συναισθήματα, τις σκέψεις, τις αισθήσεις και τις εμπειρίες που σχετίζονται με το τραύμα διαχωρίζεται από το κομμάτι της προσωπικότητας που προσπαθεί να συνεχίσει να είναι λειτουργικό στην καθημερινότητα.

Κάτι τέτοιο επιτρέπει σε νέα παιδιά να ζουν με τρομακτικούς και βίαιους φροντιστές, που δεν μπορούν ούτε να τους αντιμετωπίσουν, ούτε να τραπούν σε φυγή, λόγω ότι εξαρτώνται από αυτούς.

Το άτομο μπορεί να μην έχει καμία ή να έχει μερική συνειδητή επίγνωση των τμηματοποιημένων αναμνήσεων, σκέψεων, συναισθημάτων και εμπειριών του.

Αυτά ενδέχεται, ωστόσο, να «εισβάλλουν» στην αντίληψη του ατόμου. Για παράδειγμα, το άτομο μπορεί να έχει συναίσθηση των σκέψεων, των συναισθημάτων και των εσωτερικών φωνών που δεν του «ανήκουν» ή μπορεί να μιλάει και να συμπεριφέρεται με τρόπους που είναι εντελώς αντίθετοι με τον χαρακτήρα του.

Η πιο ακραία μορφή δομικής αποσύνδεσης είναι η διασχιστική διαταραχή ταυτότητας, γνωστή κάποτε ως διαταραχή πολλαπλής προσωπικότητας. Πρόκειται για μια διαταραχή όπου το άτομο εμφανίζει τουλάχιστον δύο ξεχωριστές προσωπικότητες οι οποίες υφίστανται ανεξάρτητα η μια από την άλλη και εμφανίζονται σε διαφορετικές χρονικές στιγμές.

Αυτές οι διαφορές προσωπικότητας δεν είναι απλώς ψυχολογικές. Η νευροαπεικόνιση επιβεβαιώνει δομικές διαφορές στους εγκεφάλους ανθρώπων με διασχιστική διαταραχή ταυτότητας.


Διαβάστε σχετικά: Η εξελικτική προσέγγιση της κατάθλιψης


Μια αμφιλεγόμενη διάγνωση

Υπάρχουν δύο ανταγωνιστικές θεωρίες σχετικά με το τι προκαλεί την αποσύνδεση: η θεωρία του τραύματος και η θεωρία της φαντασίας.

Στο μοντέλο του τραύματος, τα αποσυνδετικά συμπτώματα προκύπτουν:

– από τη σωματική, σεξουαλική και συναισθηματική κακοποίηση

– την παραμέληση, ιδιαίτερα στην παιδική ηλικία

– τα προβλήματα προσκόλλησης. Για παράδειγμα, όταν ένα παιδί φοβάται τον γονέα του ή όταν ο γονέας δεν είναι επαρκώς εναρμονισμένος με τις συναισθηματικές ανάγκες ή την ανάγκη για ασφάλεια του παιδιού

– κάποιου άλλου είδους σοβαρό στρες ή τραύμα, όπως το να βιώνει κανείς ή να γίνεται μάρτυρας οικογενειακής βίας.

Αυτό το μοντέλο τραύματος αντανακλάται στα παλιότερα και τωρινά διαγνωστικά κριτήρια του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και της Αμερικάνικης Ψυχιατρικής Ένωσης.

Ωστόσο, το μοντέλο της φαντασίας βασίζεται στην ιδέα ότι οι αποσυνδετικές διαταραχές δεν είναι «πραγματικές». Αντ’ αυτού, αποτελούν μια ψευδαίσθηση των ανθρώπων οι οποίοι αντιμετωπίζουν προβλήματα, συνήθως έχουν βιώσει τραύμα, είναι ευεπηρέαστοι, είναι επιρρεπείς στην φαντασία και υποφέρουν από στέρηση ύπνου.

Ωστόσο, η μετα-ανάλυση από 98 μελέτες αποκάλυψε ότι τα ποσοστά εμφάνισης διασχιστικών διαταραχών δεν παρουσιάζουν πτωτική πορεία. Στην πραγματικότητα, η αποσύνδεση είναι ένα διεθνές φαινόμενο περισσότερο συχνό σε χώρες που είναι σχετικά επισφαλείς. Το εύρημα αυτό υποστηρίζεται και από μια άλλη έρευνα η οποία βρήκε ότι η αποσύνδεση είναι πιο συχνή σε ανθρώπους που έχουν βιώσει τραύμα, όπως για παράδειγμα οι πρόσφυγες.

Συνοπτικά, τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι οι αποσυνδετικές διαταραχές είναι πραγματικές και όχι φανταστικές και προκαλούνται από το τραύμα και όχι από τη φαντασία.

Οι αποσυνδετικές διαταραχές παρουσιάζουν υποδιάγνωση και λανθασμένη διάγνωση

Παρ’ όλο που υπάρχουν ακριβείς τρόποι διάγνωσης των αποσυνδετικών διαταραχών, οι περισσότεροι άνθρωποι μπορεί να μη λάβουν ποτέ τη συγκεκριμένη διάγνωση. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας της έλλειψης επαγγελματικής εκπαίδευσης στον τομέα της υγείας σχετικά με την αποσύνδεση, λόγω του ότι τα συμπτώματα είναι λιγότερο φανερά και εξαιτίας του σκεπτικισμού ακόμη και για την ύπαρξη της ίδιας της διαταραχής.

Επίσης, ένα άτομο μπορεί να μην συνειδητοποιεί ότι έχει συμπτώματα αποσύνδεσης. Ακόμη και αν το συνειδητοποιήσει, μπορεί να μην τα αποκαλύψει λόγω φόβου ή ντροπής ή μπορεί να του είναι δύσκολο να τα εκφράσει με λέξεις.

Τουλάχιστον το 75% των ανθρώπων που υποφέρουν από μια αποσυνδετική διαταραχή εμφανίζουν μια ή περισσότερες ακόμα ψυχικές διαταραχές. Μπορεί να διαγνωστούν και να λάβουν θεραπεία για άλλα προβλήματα ψυχικής υγείας, όπως η διαταραχή μετατραυματικού στρες, οι διαταραχές διάθεσης, οι αγχώδεις διαταραχές, οι διαταραχές ύπνου, η οριακή διαταραχή προσωπικότητας ή η ψύχωση. Μπορεί, επίσης, να λαμβάνουν θεραπεία για τις εξαρτήσεις, τον αυτοτραυματισμό, και / ή τις αυτοκτονικές σκέψεις (το 2% όσων διαγιγνώσκονται με αυτές, συνήθως προχωρούν σε αυτοκτονία).

Μπορεί, επίσης, να διαγνωστούν εσφαλμένα με σχιζοφρένεια, επειδή το άκουσμα φωνών είναι κοινό και στις δύο διαταραχές.

Ωστόσο, η αποσυνδετική διαταραχή συνήθως παραμένει χωρίς διάγνωση και η θεραπεία για άλλα προβλήματα ψυχικής υγείας είναι πιθανόν να μην είναι αποτελεσματική, αν δεν αντιμετωπιστεί η υποβόσκουσα αποσύνδεση.


Διαβάστε σχετικά: Πώς οι σκέψεις μας επηρεάζουν τον εγκέφαλο, τα κύτταρα και τα γονίδιά μας


Πώς αντιμετωπίζεται; Τι έχει αποτέλεσμα σύμφωνα με τα ευρήματα;

Η ψυχική υγεία και η ποιότητα ζωής των ανθρώπων που ζουν με μια αποσυνδετική διαταραχή βελτιώνεται σημαντικά με την ψυχοθεραπεία η οποία αναγνωρίζει ότι η επίδραση του τραύματος είναι τόσο σωματική (επηρεάζοντας τον εγκέφαλο και το σώμα) όσο και ψυχολογική.

Κατά τη θεραπεία η οποία είναι σύμφωνη με τις διεθνείς οδηγίες, οι άνθρωποι μπορούν να μάθουν δεξιότητες για να διαχειρίζονται ανυπόφορα συναισθήματα, σκέψεις και σωματικές αισθήσεις.

Μόλις έχουν σταθεροποιηθεί και έχουν αποκτήσει εποικοδομητικές στρατηγικές διαχείρισης, οι θεραπευτές μπορούν να τους βοηθήσουν να επεξεργαστούν τραυματικές και αποσυνδεμένες αναμνήσεις. Τα αποσυνδετικά, μετατραυματικά και καταθλιπτικά συμπτώματα βελτιώνονται και οι εισαγωγές στο νοσοκομείο, ο αυτοτραυματισμός, η χρήση ουσιών και ο σωματικός πόνος ελαττώνονται.

Δεν υπάρχει φαρμακευτική αγωγή που να θεραπεύει συγκεκριμένα την αποσύνδεση.

Πού να ζητήσετε βοήθεια

Οι αποσυνδετικές διαταραχές είναι μια από τις πιο συχνές, αλλά λιγότερο διαδεδομένες ψυχικές διαταραχές. Τα συμπτώματα συχνά προκαλούν εξασθένηση, αλλά είναι εφικτή η σημαντική βελτίωση, εφόσον η αποσύνδεση διαγνωστεί και αντιμετωπιστεί με το σωστό τρόπο.

Μπορείτε να απευθυνθείτε στον παθολόγο σας και να ζητήσετε μια παραπομπή σε έναν ψυχοθεραπευτή που να ειδικεύεται στο τραύμα και την αποσύνδεση.


Elen Xristo
Απόδοση: Χριστοδουλάκη Ελένη – Ψυχολόγος

Επιμέλεια: PsychologyNow.gr
Πηγή

 

*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*

2. banner diafhmishs mypsychologist koino

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Παρακολούθηση σχολίων
Ειδοποίηση για
0 Σχόλια
Νεότερο
Το πιο παλιό Περισσότεροι ψήφοι
Inline Feedbacks
Δείτε όλα τα σχόλια