Τόσο η θλίψη όσο και η κατάθλιψη χαρακτηρίζονται από μία αίσθηση έντονης λύπης και κακή διάθεση. Είναι επομένως συχνό φαινόμενο αυτά τα δύο να συγχέονται.
Καλώς ή κακώς η ζωή δεν είναι πάντα τέλεια. Διάφορα αρνητικά γεγονότα συμβαίνουν συχνά με αποτέλεσμα να μας προκαλούν θλίψη και απογοήτευση. Τέτοιου είδους συναισθήματα επομένως αποτελούν μέρος της ζωής μας και έως ένα βαθμό ίσως να την κάνουν και πιο ενδιαφέρουσα, καθώς χάρις σε αυτά εκτιμάμε περισσότερο τα θετικά της. Το πρόβλημα, ωστόσο, εμφανίζεται όταν η θλίψη εμμένει και τη θέση της παίρνει η κατάθλιψη, χωρίς φυσικά καμία προειδοποίηση.
Τόσο η θλίψη όσο και η κατάθλιψη χαρακτηρίζονται από μία αίσθηση έντονης λύπης και κακή διάθεση. Είναι επομένως συχνό φαινόμενο αυτά τα δύο να συγχέονται. Πολλοί άνθρωποι με κατάθλιψη πιστεύουν ότι βιώνουν έντονη θλίψη και αντιθέτως, άτομα που βιώνουν τη φυσιολογική αντίδραση της θλίψης φοβούνται ότι περνάνε κατάθλιψη. Μία τέτοιου είδους σύγχυση μπορεί να έχει σοβαρότατες συνέπειες στην ψυχική υγεία του ατόμου, καθώς στη μία περίπτωση αγνοεί το γεγονός ότι χρήζει θεραπείας, ενώ στην άλλη αγχώνεται υπερβολικά για μία φυσιολογική συναισθηματική αντίδραση. Είναι σημαντικό επομένως να ξεκαθαρίσουμε ότι αποτελούν δύο ανόμοιες καταστάσεις και να κατανοήσουμε τις διαφορές τους.
Θλίψη
Η θλίψη αποτελεί ένα φυσιολογικό συναίσθημα. Ο Paul Ekman -γνωστός για τη μελέτη του στον τομέα των συναισθημάτων και της αναγνώρισής τους μέσα από τις εκφράσεις του προσώπου- την συμπεριέλαβε στη λίστα των «έξι βασικών συναισθημάτων». Ακολουθεί συνήθως δύσκολες καταστάσεις, προβλήματα, αποτυχίες, απογοητεύσεις και δεν υπάρχει τίποτα το παράλογο στη βίωση της όταν οι συνθήκες το απαιτούν. Συνδέεται επομένως με συγκεκριμένα γεγονότα με δυσάρεστη χροιά, τα οποία, μη μπορώντας να τα διαχειριστούμε, διαταράσσουν την ψυχική μας ισορροπία. Δεν επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τη ζωή μας και την καθημερινότητά μας, καθώς μόλις καταφέρουμε να διαχειριστούμε τις καταστάσεις αυτές ξεπερνάμε αυτόματα και το συναίσθημα αυτό που τις συνοδεύει.
Κατάθλιψη
Η κατάθλιψη, από την άλλη, αποτελεί μία ψυχική διαταραχή που δρα σε μεγάλο βαθμό στα συναισθήματα, την αντίληψη και τη συμπεριφορά μας. Σύμφωνα με το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο των Ψυχικών Διαταραχών (DSM-5), για να διαγνωστεί κάποιος με κατάθλιψη πρέπει για μία περίοδο τουλάχιστον 2 εβδομάδων να παρουσιάζει είτε καταθλιπτική διάθεση σε σχεδόν καθημερινή βάση είτε έλλειψη ενδιαφέροντος και ευχαρίστησης για δραστηριότητες που προηγουμένως θεωρούνταν ευχάριστες. Σε συνδυασμό με αυτό, θα πρέπει να συνυπάρχουν τουλάχιστον τέσσερα από τα εξής συμπτώματα: σημαντική απώλεια ή αύξηση της όρεξης και κατ’ επέκταση του σωματικού βάρους, αϋπνία ή υπερυπνία, κόπωση, έλλειψη συγκέντρωσης, ψυχοκινητική διέγερση ή επιβράδυνση, αισθήματα αναξιότητας και ενοχής, αυτοκτονικές τάσεις. Τα συμπτώματα αυτά θα πρέπει να επηρεάζουν την προηγούμενη λειτουργικότητά του ατόμου, συμπεριλαμβανομένων της κοινωνικής και επαγγελματικής του ζωής, και φυσικά να μην οφείλονται σε παράγοντες όπως η χρήση ουσιών (APA, 2013).
Το χαρακτηριστικό της κατάθλιψης είναι ότι δεν υπάρχει νόημα σε τίποτα. Ακόμα και πράγματα που προηγουμένως προκαλούσαν θετικά συναισθήματα, πλέον αντιμετωπίζονται ως βαρετά, ασήμαντα και κουραστικά. Παρόλο που η αρχική θλίψη συνδέεται με κάποιο συγκεκριμένο γεγονός, η κατάθλιψη που επέρχεται στη συνέχεια σταματά να αφορά μόνο σε αυτό, αλλά αντιθέτως υπονομεύει την ικανότητα του ατόμου να νιώσει ικανοποίηση, χαρά, ενθουσιασμό από το σύνολο των καθημερινών δραστηριοτήτων. Μπορεί για παράδειγμα να μειωθεί το ενδιαφέρον για τη σεξουαλική του ζωή, για την εξωτερική του εμφάνιση ή ακόμη και για την αφιέρωση χρόνου στην οικογένειά του.
Θεραπεία
Βασική προϋπόθεση για την πρόληψη της κατάθλιψης είναι να κατανοήσουμε ότι η θλίψη αποτελεί έναν υγιή τρόπο αντίδρασης σε μία δυσάρεστη αλλαγή. Έτσι θα επιτρέπουμε στον εαυτό μας να τη βιώνει φυσιολογικά και να την καταπραΰνει ομαλά. Ωστόσο, είτε το συναίσθημα αυτό οδηγεί σε κατάθλιψη είτε όχι, η συμβουλή ενός ειδικού ψυχικής υγείας είναι σίγουρα χρήσιμη. Η αναζήτηση βοήθειας είναι ιδιαίτερα σημαντική και αποτελεί το πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης. Η διαταραχή αυτή θεραπεύεται είτε με ψυχοθεραπεία, είτε με φαρμακοθεραπεία, είτε με τον συνδυασμό των δύο για καλύτερα αποτελέσματα. Η Γνωσιακή – Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία έχει αποκτήσει έδαφος τα τελευταία χρόνια και έχει αποδειχθεί ως ιδιαίτερα αποτελεσματική για τη θεραπεία της κατάθλιψης, καθώς βοηθάει στην αντικατάσταση των αρνητικών πεποιθήσεων από νέες πιο θετικές. Όσον αφορά στη φαρμακοθεραπεία, οι συνηθέστερες επιλογές είναι οι αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs) και οι αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης και νοραδρεναλίνης (SNRIs).
Βιβλιογραφία:
American Psychiatric Association. (2013). Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders (5th ed.).Washington, DC: American Psychiatric Publishing.