Οι φοβίες αποτελούν μια υποκατηγορία των αγχωδών διαταραχών που παρατηρείται με μεγάλη συχνότητα στον γενικό πληθυσμό. Τα αίτια πρόκλησής τους εδράζονται στο “παράλογο” κομμάτι του εγκεφάλου μας, δηλαδή σε αυτό που ρυθμίζει τις συναισθηματικές μας αντιδράσεις και ιδιαίτερα αυτές που προκαλούνται αυτόματα, ή αντανακλαστικά.
Για να εξηγήσουμε τις φοβικές αντιδράσεις θα πρέπει να ανατρέξουμε στο μακρινό ή και πιο πρόσφατο παρελθόν μας. Για παράδειγμα, στην περίπτωση της φοβίας των αραχνών (αραχνοφοβία) πιθανώς το άτομο που φοβάται τις αράχνες να είχε ακούσει όταν ήταν παιδί ιστορίες για την δυνητική επικινδυνότητα των εντόμων αυτών. Βεβαίως υπάρχουν αράχνες που μπορούν να μας θέσουν σε κίνδυνο, ωστόσο η γενίκευση των χαρακτηριστικών τους σε ολόκληρο το είδος τους αποτελεί μια νοητική διαστρέβλωση.
Η τάση μας να φοβόμαστε συγκεκριμένα ζώα, αντικείμενα και καταστάσεις σχετίζεται με την εξελικτική πορεία του ανθρώπινου είδους. Ο προϊστορικός άνθρωπος πιθανότατα είχε αναπτύξει φοβικές αντιδράσεις για απειλητικά φυσικά φαινόμενα, όπως είναι οι καταιγίδες και οι σεισμοί.
Καθώς τα φαινόμενα αυτά, αναλόγως με την έντασή τους, μπορούν να προκαλέσουν έως και έντονες ψυχοσωματικές αντιδράσεις είναι φυσιολογικό ο προϊστορικός άνθρωπος να κατέγραψε αυτού του είδους τις εμπειρίες ανεξίτηλα στο νευρικό του σύστημα και να τις μετέδωσε μέσω του γενετικού του υλικού (DNA) στις επόμενες γενιές.
Ως εκ τούτου οι ειδικού τύπου φοβίες, δηλαδή οι φοβίες που αφορούν συγκεκριμένα αντικείμενα, ζώα ή καταστάσεις, συχνά σχετίζονται με επικείμενες απειλές που θα μπορούσε κάλλιστα να τις είχε βιώσει και ένας μακρινός μας πρόγονος, όπως είναι η θέαση άγριων ζώων και οι φυσικές καταστροφές. Είναι πιθανότερο, λοιπόν, να αναπτύξει κανείς μια φοβία για τους κεραυνούς παρά μια αντίστοιχη για την ηλεκτροπληξία από την επαφή με ένα “γυμνό” καλώδιο ρεύματος υψηλής τάσης, το οποίο είναι προϊόν του σύγχρονου πολιτισμού.
Συχνές αιτίες έναρξης των φοβιών αποτελούν οι προσωπικές εμπειρίες του καθενός μας. Είναι συνηθισμένο το φαινόμενο μια τραυματική παρελθοντική εμπειρία να έχει συντελέσει στην εμφάνιση μιας ειδικής φοβίας, είτε άμεσα είτε σε ένα μεταγενέστερο στάδιο της αναπτυξιακής μας πορείας. Αυτό μπορεί να συμβεί ακόμα και στην περίπτωση που το φοβικό αντικείμενο ουσιαστικά δεν μας απείλησε ούτε και μας προκάλεσε κάποια βλάβη.
Παραδείγματος χάριν, μπορεί δύο άνθρωποι να υποφέρουν από φοβία για τα τρένα λόγω κάποιου τραυματικού βιώματος που σχετίζεται με αυτά, αλλά η φύση των βιωμάτων τους να είναι εντελώς διαφορετική. Ο ένας μπορεί να είναι επιζήσαντας ενός θανατηφόρου ατυχήματος ως επιβάτης τρένου κι ο άλλος να έζησε την τραυματική εμπειρία της ανακοίνωσης της απόλυσής του ενώ ταξίδευε με τρένο. Το αποτέλεσμα τελικά είναι ότι και οι δύο έχουν αναπτύξει φοβία για τα τρένα αλλά ο καθένας για εντελώς διαφορετικό λόγο.
Μια ακόμα πιθανή αιτία για την ανάπτυξη των φοβιών είναι η απόδοση απειλητικών ιδιοτήτων σε ένα αντικείμενο ή μια κατάσταση που συνδέεται με βαθύτερους, ασυνείδητους φόβους μας. Για παράδειγμα, μια γυναίκα που έχει υποστεί ψυχική ή/και σωματική κακοποίηση από συγγενικό της πρόσωπο του άλλου φύλου μπορεί να γίνει στο μέλλον φοβική ως προς τη σύναψη στενών σχέσεων με άντρες, ακόμα και όταν αυτοί της φέρονται στοργικά.
Όπως και αν αναπτυχθεί μια φοβία παραμένει ένα φαινόμενο ιδιαίτερα δύσκολο στην αντιμετώπισή του καθώς μπορεί να μας οδηγήσει έως και την απόσυρση από ευχάριστες δραστηριότητες, την απώλεια της εργασίας μας, ή ακόμα και τη διάλυση σημαντικών σχέσεων. Όλα αυτά γιατί αδυνατούμε να ελέγξουμε τις αντιδράσεις που μας προκαλούν τα φοβικά ερεθίσματα και έτσι αναπτύσσουμε μια αποφευκτική στάση ως προς αυτά, αλλά και με οτιδήποτε μας τα θυμίζει.
Για παράδειγμα, ένας άνθρωπος που φοβάται τις καταιγίδες μπορεί να απορρίψει μια σημαντική πρόταση επαγγελματικής συνεργασίας σε μια πόλη που γνωρίζει ότι πλήττεται συχνά από τέτοιου είδους φυσικά φαινόμενα. Ή, σε μια άλλη περίπτωση, κάποιος που φοβάται τα ταξίδια με πλοίο μπορεί να χάσει την ευκαιρία να επισκεφθεί τους συγγενείς του που μένουν σε ένα νησί προσβάσιμο μόνο μέσω θαλάσσης.
Διαβάστε σχετικά: Φοβίες: Πόσο μας δυσκολεύουν, από που πηγάζουν και πως μπορούμε να κάνουμε τη ζωή μας πιο εύκολη;
Αντιμετώπιση των φοβιών:
Εδώ γεννάται το ερώτημα του τί μπορούμε να κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε τις φοβίες μας. Η ερώτηση αυτή δεν μπορεί να απαντηθεί εύκολα αν λάβουμε υπ’όψιν τον αριθμό και τα είδη των διαφορετικών φοβιών, καθώς και τις διαφορές στον τρόπο που βιώνονται και στην ανοχή του κάθε ανθρώπου στο οδυνηρό συναίσθημα του φόβου. Μπορούμε ωστόσο να αναφέρουμε κάποιους τρόπους προσέγγισης του εν λόγω φαινομένου.
Κατ’αρχήν είναι σημαντικό ο φοβικός να καταλάβει ότι για να ξεπεράσει το πρόβλημά του χρειάζεται να καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια, αλλά συγχρόνως να έχει και υπομονή. Ένα πρόβλημα που έχει τα θεμέλιά του στα βαθύτερα στρώματα του ψυχισμού μας δεν είναι δυνατόν να ξεπεραστεί από τη μια στιγμή στην άλλη.
Βέβαια, ακόμα κι αν κάποιος καταφέρει να ξεπεράσει μια φοβία χωρίς παράλληλα να αναζητήσει τα γενεσιουργά της αίτια είναι πιθανόν στο μέλλον να αντιμετωπίσει κάποιο άλλο ψυχολογικό πρόβλημα, ή σύμπτωμα, το οποίο θα έρθει ως κατάλοιπο της ελλιπούς αντιμετώπισης της φοβίας.
Κρατώντας τα παραπάνω υπ’όψιν, μπορεί αρχικά κανείς να ωφεληθεί από μια συμπεριφορικού τύπου αντιμετώπιση της φοβίας, όπως είναι η συστηματική απευαισθητοποίηση. Η συμπεριφορική αυτή τεχνική αφορά τον έλεγχο των φοβικών αντιδράσεων μέσω της σταδιακής έκθεσης στο φοβικό ερέθισμα.
Για παράδειγμα, κάποιος που αντιμετωπίζει φοβία για τα σκυλιά (ή κυνοφοβία) μπορεί αρχικά να εκτεθεί σε εικόνες σκύλων και έπειτα σιγά σιγά να έρθει σε επαφή με αληθινούς σκύλους, αρχικά από απόσταση κι έπειτα όλο και από πιο κοντά. Η διαδικασία αυτή μπορεί να γίνει με τη βοήθεια ενός συνοδού που θα βοηθάει το άτομο να κρατάει την ψυχραιμία του και να μη χάνει τον έλεγχο, έως ότου καταφέρει να ελέγξει τις φοβικές του αντιδράσεις.
Παρ΄όλα αυτά, όπως αναφέραμε και παραπάνω, αν δεν αντιμετωπιστεί παράλληλα η γενεσιουργός αιτία της εκάστοτε φοβίας υπάρχει περίπτωση να μετασχηματιστεί στο μέλλον είτε σε μια άλλη φοβία, είτε σε κάποια άλλη αγχώδη διαταραχή, όπως για παράδειγμα μια διαταραχή πανικού. Αυτό γιατί το ψυχικό υπόστρωμα που θρέφει και συντηρεί μια φοβία δεν εξαλείφεται τη στιγμή που θα πάψουν να εμφανίζονται οι φοβικές αντιδράσεις.
Για να αναπτύξουμε, λοιπόν, μια αποτελεσματικότερη άμυνα ενάντια στη δημιουργία φοβιών θα πρέπει να αναζητήσουμε τα βαθύτερα αίτια που μας κάνουν επιρρεπείς σε αυτές. Η επεξεργασία των τραυματικών μας εμπειριών, είτε πρόκειται για πρόσφατες είτε για παλαιότερες, μπορεί να μας προσφέρει πλούσιο υλικό για την κατανόηση του τρόπου που αντιδρά ο οργανισμός μας ως σύνολο σε καταστάσεις που εκλύουν φόβο.
Για παράδειγμα, ένας άνθρωπος με άγχος επίδοσης το οποίο του δημιουργεί την ανάγκη για όλο και υψηλότερα επιτεύγματα στον εργασιακό τομέα μπορεί να αναπτύξει σε βάθος χρόνου μια φοβία απειλητική ως προς την επαγγελματική του ανέλιξη. Η φοβία αυτή, αν και εκ πρώτης όψεως φαίνεται σαν το βασικό πρόβλημα του ανθρώπου αυτού πιθανώς να μην είναι παρά μιας μορφής ψυχική άμυνα ενάντια στη σοβαρότερη απειλή της επαγγελματικής εξουθένωσης.
Αν ο άνθρωπος αυτός καταφέρει να ξεπεράσει τη φοβία χωρίς να αναζητήσει συγχρόνως τα αίτια της εμφάνισής της πιθανότατα θα συνεχίσει στο ίδιο συμπεριφορικό μοτίβο. Αυτό στο μέλλον ίσως τον οδηγήσει στην αντιμετώπιση άλλων φοβιών, ή και σε ακόμα σοβαρότερα προβλήματα ψυχικής ή/και σωματικής υγείας.
Γι’αυτό, λοιπόν, καλό είναι να μη σταματάμε την προσπάθειά μας στην εξάλειψη της φοβικής αντίδρασης αλλά να συνεχίζουμε περαιτέρω στην αναζήτηση των βαθύτερων αιτίων της. Άλλωστε το ίδιο το σύστημα του φόβου στον άνθρωπο έχει αναπτυχθεί εξελικτικά για να μας προστατεύει από τους κάθε λογής κινδύνους.
Όσο κι αν αγνοούμε την εσωτερική μας σοφία τελικά θα καταφέρει να βρεί τρόπο έκφρασης, ακόμα κι αν αυτός είναι οδυνηρός. Είναι φυσιολογικό να θέλουμε να ξεφορτωθούμε τις φοβίες σαν ένα αχρείαστο βάρος, δεν θα πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι μπορούμε και να διδαχθούμε κάτι από την οδυνηρή εμπειρία στην οποία μας υποβάλλουν.
Είναι στο χέρι μας, λοιπόν, να απαλλαγούμε από τις φοβίες χωρίς όμως να χάσουμε την ευκαιρία που μας δίνεται να βελτιώσουμε συνολικότερα τον τρόπο ζωής μας.
Πηγές αρθρογραφίας:
- Merckelbach, H., De Jong, P. J., Van Den Hout, M. A. (1996). The Etiology of Specific Phobias: A Review, Clinical Psychology Review, 16 (4), 337-361.
- Magalhães Coelho, C., Purkis, H. (2009). The Origins of Specific Phobias: Influential Theories and Current Perspectives, Review of General Psychology, 13 (4), 335-348.
*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*