Ο διαβήτης είναι μια χρόνια ασθένεια που εμφανίζεται ως μια μεταβολική διαταραχή προκαλούμενη από την έλλειψη ινσουλίνης, την ορμόνη που είναι υπεύθυνη για τη μεταφορά και την αποθήκευση γλυκόζης, δηλαδή του σακχάρου του αίματος, στο σώμα μας. Η δυσκολία αυτή στο μεταβολισμό πρωτεϊνών, υδατανθράκων και λίπους οφείλεται στην ανεπαρκή έκκριση ινσουλίνης, σε διαταραχές στη δράση της ή σε συνδυασμό και των δύο.
Υπάρχουν διάφοροι τύποι Διαβήτη: Τύπος Ι (παλιά αναφερόμενος ως παιδικός διαβήτης), Τύπος II, ο τύπος διαβήτη που εμφανίζεται σε εγκύους, γνωστός ως “Gravidarum” και ο δευτερογενής διαβήτης, δηλαδή αυτός που εμφανίζεται δευτερευόντως λόγω άλλων ασθενειών. Ο διαβήτης τύπου Ι σε αντίθεση με το τί θεωρούσαν παλιότερα, μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία (συνηθέστερα όμως έχει έναρξη στην παιδική ηλικία).
Στο διαβήτη τύπου Ι, το σώμα καταστρέφει τα κύτταρα που παράγουν ινσουλίνη στο πάγκρεας, καθιστώντας αναγκαία την πρόσληψη ινσουλίνης από κάποια εξωτερική πηγή, αλλιώς ο οργανισμός θα πεθάνει. Επειδή λοιπόν η πεπτική διαδικασία καταστρέφει την ινσουλίνη, η πρόσληψή της δεν μπορεί να γίνει στοματικώς κι έτσι χορηγείται μέσω ενέσεων.
Στο διαβήτη τύπου II, η παραγωγή ή πρόσληψη ινσουλίνης αρχίζει να διαταράσσεται, αν και αρχικά δεν υπάρχει κάποια εξάρτηση από την ινσουλίνη. Μερικά συμπτώματα του διαβήτη τύπου ΙΙ περιλαμβάνουν: μεταβολές της διάθεσης, πονοκέφαλο, κόπωση, πείνα, ζάλη, θολή όραση, πολυουρία, υπνηλία, ξηροστομία, δίψα, απώλεια βάρους, κώμα ακόμη και θάνατο σε περιπτώσεις ανεπαρκούς θεραπείας.
Σε βάθος χρόνου, ο διαβήτης μπορεί να προκαλέσει νευροπάθεια, νεφροπάθεια, αμφιβληστροειδοπάθεια, ακρωτηριασμό, σεξουαλική δυσλειτουργία και αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων. Τα πρότυπα τρόπου ζωής (π.χ. σωματικό βάρος) είναι σημαντικοί παράγοντες για την ανάπτυξη του διαβήτη τύπου II. Περίπου 422 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο διαγνώστηκαν με διαβήτη μέχρι το 2014 και το 90-95% από αυτούς με διαβήτη τύπου ΙΙ. Το 2015, περίπου 1,6 εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας του διαβήτη (ΠΟΥ, 2017).
Διαβάστε σχετικά: Η σύνδεση της διάθεσης και της διατροφικής συμπεριφοράς
Ο διαβήτης ως χρόνια ασθένεια έχει σημαντικές ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις, επηρεάζοντας την ποιότητα της ζωής των ασθενών. Άτομα με διαβήτη βιώνουν αναπόφευκτα μια γκάμα αρνητικών συναισθημάτων είτε ως σύμπτωμα είτε ως συνέπεια της ασθένειας: θυμός, θλίψη, ντροπή, φόβος, αποθάρρυνση, δυσφορία. Επιπλέον, είναι πολύ πιθανό να εμφανιστεί κάποια ψυχική διαταραχή ή να επιδεινωθεί κάποια ήδη υπάρχουσα, όπως κατάθλιψη, άγχος ή κάποιου είδους διατροφική διαταραχή (π.χ. ανορεξία ή βουλιμία).
Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται η περίπτωση των διατροφικών διαταραχών, καθώς δυσκολεύουν τη συμμόρφωση με τη θεραπεία. Λόγω των ενέσεων ινσουλίνης υπάρχει μεγάλος κίνδυνος αύξησης βάρους, κάτι που πολλά άτομα το φοβούνται και στην προσπάθειά τους να το αποφύγουν δεν είναι συνεπή στη θεραπεία τους και στο συγκεκριμένο πρόγραμμα διατροφής τους που ορίζεται από το γιατρό τους (συγκεκριμένες τροφές, σε συγκεκριμένες ώρες και έλεγχος των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα).
Όταν τα επίπεδα της γλυκόζης πέφτουν, ο ασθενής έχει υπογλυκαιμία (ταχυπαλμία, τρόμος, εφίδρωση, ζαλάδα, ρίγη, δυσκολία ομιλίας, ναυτία, κεφαλαγία, σπασμοί, κώμα) κι όταν ανεβαίνουν, υπεργλυκαιμία (έντονη δίψα, συχνοουρία, ατονία, κόπωση, μειωμένη όρεξη, θολή όραση, πονοκέφαλος, πόνος στην κοιλιακή χώρα). Διαβητικοί ασθενείς και κυρίως γυναίκες στην προσπάθειά τους να ελέγξουν το βάρος τους σκόπιμα παραλείπουν την πρόσληψη δόσεων ινσουλίνης ή προσλαμβάνουν μειωμένη δόση της.
Φυσικά οι επιπτώσεις είναι αναπόφευκτες στην υγεία τους, εφόσον είναι μια ασθένεια που απαιτεί μεγάλη πειθαρχία και συμμόρφωση στη θεραπεία και τις οδηγίες του γιατρού. Ο συνηθέστερος λόγος που κάποιοι άνδρες με διαβήτη μπορεί να παραλείψουν κάποια δόση της θεραπείας τους είναι οι σεξουαλικές δυσλειτουργίες που εμφανίζουν ως παρενέργεια της φαρμακοθεραπείας (π.χ. στυτική δυσλειτουργία).
Ο διαβήτης συνδέεται με προβλήματα ύπνου, στρες, κατάχρηση ουσιών και κυρίως αλκοόλ και αυξημένο φόβο για τον κίνδυνο της υπογλυκαιμίας, της υπεργλυκαιμίας και τις ενέσεις (λόγω της ινσουλίνης). Σε επαγγελματικό επίπεδο έχει φανεί πως άτομα με διαβήτη είναι πιο πιθανόν να απουσιάσουν από τη δουλειά τους λόγω κόπωσης, επαγγελματικής εξουθένωσης (burn out) ή άλλων παρενεργειών της ασθένειας.
Σε κοινωνικό επίπεδο, παρατηρούνται προβλήματα επικοινωνίας, μειωμένες κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, απόσυρση κι αίσθηση μοναξιάς. Το οικογενειακό πλαίσιο των ασθενών μπορεί να αρχίσει να υπερεμπλέκεται στην κατάσταση ή να τηρήσει μια πιο αμέτοχη και αδιάφορη στάση.
Και οι δύο περιπτώσεις μπορεί να αποβούν επιζήμιες για τους ασθενείς που χρειάζονται στήριξη και κατανόηση, αλλά παράλληλα και το δικό τους χώρο και χρόνο, ώστε να αναπνέουν ελεύθερα, να επεξεργαστούν την όλη κατάσταση, να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα και να αισθάνονται ικανοί και αυτάρκεις.
*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*