Μια μεγάλη μελέτη του 2021 παρουσιάζει στοιχεία για υπερδιάγνωση της ΔΕΠ-Υ, και οι συγγραφείς σημειώνουν ότι άνθρωποι με άλλες παθήσεις μπορεί, μερικές φορές, να λαμβάνουν διάγνωση για ΔΕΠ-Υ.
Μια δημοφιλής άποψη στην κάλυψη της ΔΕΠ-Υ (Διαταραχή ελλειμματικής προσοχής-υπερκινητικότητα) από τα μέσα ενημέρωσης είναι ότι οι γιατροί κάνουν υπερδιάγνωση και υπερθεραπεία, ειδικά σε παιδιά με δυσκολίες συμπεριφοράς.
Μια μεγάλη μελέτη του 2021 παρουσιάζει στοιχεία για υπερδιάγνωση της ΔΕΠ-Υ, και οι συγγραφείς σημειώνουν ότι άνθρωποι με άλλες παθήσεις μπορεί, μερικές φορές, να λαμβάνουν διάγνωση για ΔΕΠ-Υ. Άλλα δεδομένα υποδηλώνουν ότι τα παιδιά που είναι ανάμεσα στα μικρότερα στην τάξη τους μπορεί να έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να διαγνωστούν με ΔΕΠ-Υ. Η σχετική ανωριμότητά τους και τα προβλήματα συμπεριφοράς στα οποία οδηγεί μπορεί να μοιάζουν με συμπτώματα ΔΕΠ-Υ, ενώ, στην πραγματικότητα, οφείλονται στην ηλικία.
Η αντίληψη ενός ατόμου για την υπερδιάγνωση της ΔΕΠ-Υ μπορεί να εξαρτάται από προσωπικές εμπειρίες και προκαταλήψεις. Υπάρχει ένα ρεύμα που αντιτίθεται στην ψυχιατρική για να δυσφημίσει την ιδέα της ΔΕΠ-Υ. Αντίθετα, οι υποστηρικτές της ΔΕΠ-Υ μπορεί να ασκούν πίεση για πιο συχνές διαγνώσεις και διαγνώσεις που θα γίνονται πιο νωρίς.
Η πιθανή υπερδιάγνωση της ΔΕΠ-Υ παραμένει αμφιλεγόμενη και είναι δύσκολο να μετρηθεί. Αυτό που είναι ξεκάθαρο, ωστόσο, είναι ότι συχνά η ΔΕΠ-Υ μένει χωρίς θεραπεία ή αντιμετωπίζεται με λάθος θεραπεία. Σχεδόν 3 στα 4 παιδιά με ΔΕΠ-Υ λαμβάνουν κάποιο τύπο θεραπείας, αλλά μόνο το 32% λαμβάνει τον συνδυασμό φαρμακευτικής αγωγής και συμπεριφορικής θεραπείας που προτείνουν οι περισσότεροι ειδικοί, συμπεριλαμβανομένης της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής.
Η αναζήτηση βοήθειας από έναν πιστοποιημένο πάροχο φροντίδας, η χρήση συγκεκριμένων διαγνωστικών κριτηρίων και ο αποκλεισμός άλλων πιθανών διαγνώσεων μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο της υπερδιάγνωσης και της λάθος διάγνωσης.
Γίνεται υπερδιάγνωση για τη ΔΕΠ-Υ;
Υπάρχουν δεδομένα που υποδηλώνουν ότι όντως γίνεται υπερδιάγνωση της ΔΕΠ-Υ. Ο αριθμός των παιδιών ηλικίας 3-17 ετών που λαμβάνουν διάγνωση για ΔΕΠ-Υ έχει αυξηθεί μέσα στα χρόνια από 5,5% το 1997 σε 9,8% το 2018. Αυτή η αύξηση δεν υποδεικνύει απαραίτητα μια κρίση υπερδιάγνωσης. Άλλα δεδομένα, ωστόσο, δείχνουν ότι οι υπέρμετρες διαγνώσεις παίζουν έναν ρόλο σε αυτή την τάση.
Ηλικιακά τυπικές συμπεριφορές για μικρά παιδιά μπορεί να είναι συμπτώματα ΔΕΠ-Υ σε ένα μεγαλύτερο παιδί. Ένα μέρος της έρευνας προτείνει ότι αυτή η συγκριτική ανωριμότητα ίσως παίζει ρόλο στην υπερδιάγνωση. Μια μελέτη του 2016 σε παιδιά σχολείου στο Ισραήλ βρήκε ότι το ένα τρίτο με τους μικρότερους μαθητές σε μια τάξη ήταν πιο πιθανό να παίρνει φάρμακα για ΔΕΠ-Υ σε σχέση με το ένα τρίτο με τα μεγαλύτερα παιδιά.
Σε πολύ μικρά παιδιά, μερικοί μήνες μπορούν να κάνουν τη διαφορά σε δεξιότητες και ωριμότητα, έτσι είναι πιθανό ότι κάποια παιδιά λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή εξαιτίας της συγκριτικής ανωριμότητάς τους και όχι λόγω ΔΕΠΥ.
Σε μια συστηματική ανασκόπηση του 2021, οι συγγραφείς εξέτασαν 334 μελέτες και βρήκαν τα εξής:
- Ο αριθμός των διαγνώσεων ΔΕΠ-Υ έχει αυξηθεί.
- Η αντιμετώπιση της ΔΕΠ-Υ με φαρμακευτική αγωγή έχει αυξηθεί.
- Η αύξηση στη ΔΕΠ-Υ μπορεί να οφείλεται εν μέρει στη διάγνωση ατόμων που έχουν μόνο ήπια ΔΕΠ-Υ.
Επιπλέον, οι πέντε μελέτες που αξιολογούσαν τους κινδύνους και τα οφέλη της θεραπείας βρήκαν ότι για πιο ήπιες περιπτώσεις ΔΕΠ-Υ, οι βλαπτικές συνέπειες της θεραπείας μπορεί να υπερέχουν των πλεονεκτημάτων.
Γιατί συμβαίνει αυτό;
Αν και μερικές μελέτες υποδεικνύουν μια υπερδιάγνωση της ΔΕΠ-Υ, δεν υπάρχει οριστική έρευνα που να αναγνωρίζει τους λόγους γι’ αυτό. Μερικές πιθανές εξηγήσεις περιλαμβάνουν:
Τα παιδιά που είναι πιο μικρά από τους συμμαθητές τους, κι επομένως έχουν λιγότερη αναπτυξιακή ωριμότητα, μπορεί να λάβουν διάγνωση για ΔΕΠ-Υ.
Ένα άτομο μπορεί να λάβει λανθασμένη διάγνωση όταν έχει άλλη πάθηση. Τα συμπτώματα των διαταραχών αισθητηριακής επεξεργασίας, για παράδειγμα, μπορεί να μιμηθούν αυτά της ΔΕΠ-Υ.
Οι μη αποτελεσματικές πρακτικές των γονιών μπορεί να παίζουν κάποιο ρόλο. Μια μελέτη του 2015 βρήκε ότι οι μη αποτελεσματικοί τρόποι ανατροφής μπορεί να συμβάλλουν σε προβλήματα συμπεριφοράς σε παιδιά με ΔΕΠ-Υ.
Αν και αυτό δεν είναι παράγοντας υπερδιάγνωσης, θα μπορούσε να εξηγήσει μια εμφανή αύξηση σε προβλήματα συμπεριφοράς σχετιζόμενα με ΔΕΠ-Υ. Οι ερευνητές βρήκαν μια συσχέτιση ανάμεσα στη χρήση τιμωρίας και στα συμπτώματα έλλειψης προσοχής. Η παραμέληση επίσης συσχετίστηκε με συμπτώματα ΔΕΠ-Υ.
Η αυξημένη αναγνώριση της ΔΕΠ-Υ είναι επίσης ένα παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη. Η αυξημένη επίγνωση για θέματα ΔΕΠ-Υ μπορεί να κάνει γονείς, φροντιστές και επαγγελματίες υγείας να ψάχνουν για συμπτώματα που δεν έγιναν αντιληπτά. Ως αποτέλεσμα, περισσότεροι άνθρωποι με ήπια συμπτώματα μπορεί να λαμβάνουν διάγνωση για ΔΕΠ-Υ.
Ποια προβλήματα προκύπτουν με την υπερδιάγνωση;
Η σωστή θεραπεία της ΔΕΠ-Υ μπορεί να βελτιώσει τη ζωή των ανθρώπων με αυτή τη διάγνωση, όμως η υπερδιάγνωση μπορεί να είναι επιβλαβής. Καμιά θεραπεία δεν είναι τελείως απαλλαγμένη από παρενέργειες. Μερικές από αυτές είναι:
- Καθυστερήσεις στην ανάπτυξη
- Άγχος
- Γρήγορος καρδιακός ρυθμός
- Υψηλή πίεση
- Απώλεια όρεξης
- Προβλήματα με τον ύπνο
Η διάγνωση της ΔΕΠ-Υ με βάση την ανωριμότητα μπορεί να στιγματίσει αναπτυξιακά φυσιολογικές συμπεριφορές. Μπορεί επίσης να κάνει ένα άτομο και τους γονείς ή τους φροντιστές του να ανησυχούν για πιθανές μακροπρόθεσμες επιδράσεις μιας διάγνωσης που δεν είναι σωστή.
Διαβάστε σχετικά: Πώς τα παιδιά με Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής – Υπερκινητικότητας (ΔΕΠ-Υ) μπορούν να ωφεληθούν από την Παιγνιοθεραπεία;
Ζητήματα που συνδέονται με την υπερβολική θεραπεία
Ενώ τα δεδομένα υποστηρίζουν την ιδέα της υπερδιάγνωσης, η έρευνα για την υπερθεραπεία τείνει στην αντίθετη κατεύθυνση. Αν και είναι σωστό ότι η υπερδιάγνωση σημαίνει πως μερικοί άνθρωποι χωρίς ΔΕΠ-Υ λαμβάνουν θεραπεία, συνολικά, οι άνθρωποι με ΔΕΠΥ στην πραγματικότητα λαμβάνουν ανεπαρκή θεραπεία.
Οι περισσότερες κατευθυντήριες γραμμές για τη θεραπεία δείχνουν προς το όφελος της φαρμακευτικής αγωγής και των παρεμβάσεων στον τρόπο ζωής. Για παράδειγμα, η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής συμβουλεύει ότι τα παιδιά άνω των έξι ετών θα πρέπει να λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή και συμπεριφορικές παρεμβάσεις, όπως υποστήριξη στην τάξη και ψυχοθεραπεία.
Τα παιδιά που είναι μικρότερα των έξι ετών, θα πρέπει να παίρνουν φαρμακευτική αγωγή όταν οι άλλες παρεμβάσεις αποδεικνύονται μη αποτελεσματικές. Σύμφωνα με τα Κέντρα για τον Έλεγχο της Ασθένειας και την Πρόληψη, μια μελέτη του 2016 σε γονείς βρήκε ότι τα περισσότερα παιδιά με ΔΕΠΥ δεν λάμβαναν θεραπεία που ακολουθούσε αυτές τις οδηγίες. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι:
- Σχεδόν το 23% των παιδιών με ΔΕΠΥ δεν λάμβανε καθόλου θεραπεία.
- Σχεδόν το 30% λάμβανε μόνο φαρμακοθεραπεία.
- Σχεδόν το 15% λάμβανε συμπεριφορικές θεραπείες.
- Σχεδόν το 32% λάμβανε και φάρμακα και συμπεριφορικές παρεμβάσεις.
Αντιμετωπίζοντας την υπερδιάγνωση και την υπερβολική θεραπεία
Μερικές από τις επιλογές για την πρόληψη από την υπερδιάγνωση είναι:
- Η χρήση επιστημονικά τεκμηριωμένων κλιμάκων αξιολόγησης για τη διάγνωση, όπως είναι η Conners Rating Scale, η Vanderbilt ADHD Parent Rating Scale και η Child Behavior Checklist.
- Ο έλεγχος για άλλες διαγνώσεις. Δεν έχουν ΔΕΠΥ όλοι οι άνθρωποι με υπερκινητικότητα και έλλειψη προσοχής. Ένας αριθμός άλλων καταστάσεων μπορεί να προκαλεί αυτά τα συμπτώματα.
- Η αξιολόγηση της συνέπειας των συμπτωμάτων. Μια περίοδος έλλειψης προσοχής σε καινούριο περιβάλλον ή η υπερκινητικότητα που εμφανίζεται μόνο σε συγκεκριμένες συνθήκες μπορεί να μην υποδεικνύουν ΔΕΠΥ. Αντιθέτως, αυτά τα συμπτώματα μπορεί να δείχνουν ένα πρόβλημα με το περιβάλλον, όπως μη αποτελεσματικές γονικές πρακτικές ή ένα σχολείο που προκαλεί στρες.
Να λαμβάνεται υπόψη η ωριμότητα και το πώς επηρεάζει τη διάγνωση. Ένα παιδί που συμπεριφέρεται διαφορετικά από τα άλλα παιδιά στην τάξη δεν έχει απαραίτητα ΔΕΠΥ, ειδικά αν είναι αρκετούς μήνες μικρότερο από τους συμμαθητές του.
Η αξιολόγηση του πόσο καλά λειτουργεί η θεραπεία. Οι γονείς και οι επαγγελματίες υγείας θα πρέπει να παρακολουθούν τα αποτελέσματα της θεραπείας για να καθορίζουν αν βελτιώνει τη συμπεριφορά και υποστηρίζει το παιδί. Οι ενήλικες με ΔΕΠΥ θα πρέπει να σκέφτονται αν λειτουργούν σημαντικά καλύτερα με τη φαρμακοθεραπεία.
Για τους ανθρώπους που έχουν μόνο ήπια συμπτώματα ΔΕΠ-Υ, μπορεί να είναι ωφέλιμο να δοκιμάσουν συμπεριφορικές παρεμβάσεις πρώτα και να κάνουν χρήση φαρμάκων μόνο αν αυτές οι στρατηγικές δεν λειτουργήσουν.
Είναι πιθανό η ΔΕΠ-Υ να σχετίζεται συγχρόνως με υπερδιάγνωση και υποδιάγνωση, καθώς επίσης με υποθεραπεία και υπερθεραπεία. Τα στοιχεία υποδηλώνουν ότι μερικοί άνθρωποι που όντως χρειάζονται θεραπεία λαμβάνουν ανεπαρκή θεραπεία. Παρομοίως, είναι πιθανό να γίνεται σε υπερβολικό βαθμό διάγνωση ΔΕΠ-Υ μεταξύ συγκεκριμένων ομάδων παιδιών, ενώ άλλα παιδιά δεν λαμβάνουν καθόλου διάγνωση. Τα δεδομένα δεν είναι οριστικά, και οι μεμονωμένοι ορισμοί για την υπερδιάγνωση και την υπερθεραπεία ποικίλλουν.
Οι άνθρωποι με ΔΕΠ-Υ χρειάζονται θεραπεία, και η ΔΕΠ-Υ είναι πραγματική διάγνωση. Αυτά τα δεδομένα υπονομεύουν τους ισχυρισμούς των πιο σκληρών αντιπάλων της θεραπείας για τη ΔΕΠ-Υ. Ωστόσο, είναι ξεκάθαρο ότι κάποιοι άνθρωποι που παίρνουν αγωγή για ΔΕΠ-Υ ίσως δεν τη χρειάζονται και μπορεί να είναι λιγότερο υγιείς ως αποτέλεσμα αυτής της θεραπείας.
Απόδοση – Επιμέλεια: Ισμήνη Τσοχαλή, επιμελήτρια κειμένων
Πηγή
Πηγές:
Overdiagnosis of Attention-Deficit/Hyperactivity Disorder in Children and Adolescents
Stimulant use for ADHD and relative age in class among children in Israel
Data and Statistics About ADHD
ADHD Treatment Recommendations
Misdiagnosis of attention deficit hyperactivity disorder: ‘Normal behaviour’ and relative maturity
Executive Functioning Skills of Children with Suspected Auditory Processing Disorder
*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*