thumb

Η αντίσταση στην ινσουλίνη διπλασιάζει τον κίνδυνο για μείζονα καταθλιπτική διαταραχή

- Ψυχιατρική
4 Οκτωβρίου 2021

Περίπου το 40% των ασθενών που υποφέρουν από διαταραχές διάθεσης έχουν αντίσταση στην ινσουλίνη.


Επιστήμονες από την Ιατρική Σχολή του Στάνφορντ συσχέτισαν την αντίσταση στην ινσουλίνη με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής. Τα σχετικά ευρήματα παρουσιάζονται σε μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο American Journal of Psychiatry.

Αν παρουσιάζεις αντίσταση στην ινσουλίνη, ο κίνδυνος να αναπτύξεις μείζονα καταθλιπτική διαταραχή είναι διπλάσιος απ’ ό,τι για κάποιον που δεν παρουσιάζει τέτοια αντίσταση, ακόμα κι αν δεν έχεις εμφανίσει κατάθλιψη στο παρελθόν, δήλωσε η Νάταλι Ράσγκον, ιατρός και καθηγήτρια Ψυχιατρικής και Συμπεριφορικών Επιστημών.

banner1

Ένας στους πέντε Αμερικανούς αντιμετωπίζει μείζονα καταθλιπτική διαταραχή κάποια στιγμή στη ζωή του. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν βαθιά θλίψη, απελπισία, νωθρότητα, διαταραχές ύπνου και απώλεια όρεξης. Κάποιοι παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτή τη διαταραχή, όπως παιδικά τραύματα, η απώλεια ενός αγαπημένου ή το στρες της πανδημίας, για παράδειγμα, είναι πράγματα που δεν μπορούμε να αποτρέψουμε.

Όμως, η αντίσταση στην ινσουλίνη μπορεί να προληφθεί: μπορεί να μειωθεί ή να εξαλειφθεί με δίαιτα, άσκηση και, αν χρειαστεί, με φαρμακευτική αγωγή.

NEO BANNER ODHGOS SPOUDWN 21 22 ARXIKH

Μια κοινή αλλά σιωπηλή πάθηση

Είναι επιβεβαιωμένο μέσω μελετών ότι τουλάχιστον 1 στους 3 ανθρώπους έχει αντίσταση στην ινσουλίνη, συχνά χωρίς να το γνωρίζει. Η πάθηση προκύπτει από τη μειωμένη ικανότητα των κυττάρων σε όλο το σώμα να ακολουθήσουν την εντολή αυτής της ορμόνης. Η δουλειά της ινσουλίνης είναι να λέει στα κύτταρα ότι είναι ώρα να επεξεργαστούν τη γλυκόζη, που πλημμυρίζει το αίμα μας λόγω της πρόσληψής της από τη διατροφή, της παραγωγής της στο συκώτι, ή και τα δύο.

Κάθε κύτταρο στο σώμα χρησιμοποιεί τη γλυκόζη ως καύσιμο, και καθένα από αυτά τα κύτταρα έχει υποδοχείς στην επιφάνειά του, οι οποίοι συνδέονται με την ινσουλίνη και δίνουν σήμα στο κύτταρο να απορροφήσει την πολύτιμη πηγή ενέργειας. Όμως ένα αυξανόμενο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού παρουσιάζει αντίσταση στην ινσουλίνη.

Για διάφορους λόγους, όπως υπερβολική πρόσληψη θερμίδων, έλλειψη άσκησης, στρες και έλλειψη ύπνου, οι υποδοχείς της ινσουλίνης στα κύτταρα αυτών των ανθρώπων αδυνατούν να συνδεθούν με την ινσουλίνη σωστά. Τελικά, το επίπεδο σακχάρου στο αίμα τους γίνεται χρόνια υψηλό.

Από τη στιγμή που τα επίπεδα του σακχάρου παραμένουν πάνω από ένα όριο, η διάγνωση είναι διαβήτης τύπου 2, μια αντιμετωπίσιμη αλλά ανίατη πάθηση, που μπορεί να οδηγήσει σε καρδιαγγειακές και εγκεφαλοαγγειακές διαταραχές, νευροπάθεια, νεφροπάθεια και άλλα επιζήμια για την υγεία αποτελέσματα.

Σύμφωνα με τη Ράσγκον, έχουν ήδη αναγνωριστεί συσχετίσεις ανάμεσα στην αντίσταση στην ινσουλίνη και σε αρκετές ψυχικές διαταραχές. Για παράδειγμα, έχει αποδειχτεί ότι περίπου το 40% των ασθενών που υποφέρουν από διαταραχές διάθεσης έχουν αντίσταση στην ινσουλίνη.

Οι ερευνητές απέκτησαν πρόσβαση σε δεδομένα από μια συνεχιζόμενη μακροχρόνια μελέτη που παρακολουθεί πάνω από 3.000 συμμετέχοντες, για να συλλέξει πληροφορίες σχετικά με τις αιτίες και τις συνέπειες της κατάθλιψης (Μελέτη της Ολλανδίας για την Κατάθλιψη και το Άγχος).

Η ερευνητική ομάδα του Στάνφορντ ανέλυσε δεδομένα από 601 άντρες και γυναίκες που λειτούργησαν ως περιπτώσεις ελέγχου για την ολλανδική έρευνα. Ως τη στιγμή της συμμετοχής τους, δεν είχαν ποτέ πρόβλημα με κατάθλιψη ή άγχος. Η μέση ηλικία τους ήταν τα 41 έτη.


Διαβάστε σχετικά: Διαβήτης και Ψυχολογία


Η ομάδα μέτρησε τρεις μεταβλητές της αντίστασης στην ινσουλίνη: τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, την περιφέρεια μέσης και την αναλογία των τριγλυκεριδίων προς τη λιποπρωτεΐνη υψηλής πυκνότητας (HDL). Εξέτασαν τα δεδομένα για να δουν αν τα άτομα που είχαν βρεθεί να έχουν αντίσταση στην ινσουλίνη παρουσίαζαν αυξημένο κίνδυνο εννέα χρόνων για ανάπτυξη μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής. Με βάση και τις τρεις μετρήσεις, η απάντηση ήταν θετική.

Ενώ ο αριθμός των συμμετεχόντων ήταν μικρός για να έχει στατιστική σημασία για την περιφέρεια μέσης και την αναλογία τριγλυκεριδίων-HDL, τα αποτελέσματα για τη γλυκόζη αίματος ήταν σημαντικά και στατιστικά αλλά και κλινικά. Εκείνοι που ανέπτυξαν προδιαβήτη τα πρώτα δύο χρόνια της μελέτης αντιμετώπιζαν 2,66 φορές παραπάνω τον κίνδυνο για μείζονα καταθλιπτική διαταραχή ως το όριο των εννέα χρόνων, σε σύγκριση με εκείνους που είχαν φυσιολογικές τιμές γλυκόζης αίματος στα πρώτα δύο χρόνια.

Το συμπέρασμα είναι ότι η αντίσταση στην ινσουλίνη είναι ένας ισχυρός παράγοντας κινδύνου για σοβαρά προβλήματα, όπως διαβήτη τύπου 2 και κατάθλιψη.

Για να αποτρέψουν την κατάθλιψη, οι γιατροί πρέπει να ελέγχουν την ευαισθησία των ασθενών τους στην ινσουλίνη. Αυτές οι εξετάσεις είναι διαθέσιμες σε εργαστήρια σε όλο τον κόσμο και δεν είναι πολύ ακριβές. Μπορούμε να περιορίσουμε την ανάπτυξη παθήσεων ζωής που καταβάλλουν ιδιαίτερα τον ασθενή, πρόσθεσε η Ράσγκον.


Ism Tsox
Επιμέλεια – Απόδοση: Ισμήνη Τσοχαλή, επιμελήτρια κειμένων

Πηγή

*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*

2. banner diafhmishs mypsychologist koino

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Παρακολούθηση σχολίων
Ειδοποίηση για
0 Σχόλια
Νεότερο
Το πιο παλιό Περισσότεροι ψήφοι
Inline Feedbacks
Δείτε όλα τα σχόλια