PsychologyNow Team

Μπορεί η ψυχοθεραπεία να βοηθήσει στην αϋπνία πριν τη φαρμακευτική αγωγή;

Μπορεί η ψυχοθεραπεία να βοηθήσει στην αϋπνία πριν τη φαρμακευτική αγωγή;

PsychologyNow Team

Το Αμερικάνικο Κολέγιο Ιατρών συστήνει στους ανθρώπους με μακροχρόνια προβλήματα ύπνου, να κάνουν ψυχοθεραπεία για την επανεκκίνηση του φυσιολογικού μοτίβου του ύπνου τους, πριν προσπαθήσουν να πάρουν υπνωτικά χάπια.


Συγκεκριμένα, τα άτομα με χρόνια αϋπνία θα πρέπει να προσπαθήσουν τη γνωσιακή συμπεριφοριστική θεραπεία (ΓΣΘ), δήλωσαν οι εμπειρογνώμονες, μία θεραπεία που συνδυάζει συμπεριφορικές παρεμβάσεις και εκπαίδευση. Αν η ΓΣΘ δε λειτουργήσει, οι ασθενείς και οι γιατροί τους, θα πρέπει στη συνέχεια να αποφασίσουν από κοινού αν θέλουν να προσθέσουν φαρμακευτική θεραπεία, δήλωσαν οι υπεύθυνοι στις νέες κατευθυντήριες γραμμές για την αϋπνία.

«Γνωρίζουμε ότι η χρόνια αϋπνία είναι ένα πραγματικό πρόβλημα που οι ασθενείς φέρνουν στα ιατρεία μας», είπε ο Dr. Wayne Riley, πρόεδρος του Αμερικανικού Κολεγίου Ιατρών (ACP). «Θέλουμε να ξεφύγουμε από την υπερβολική τάση να συνταγογραφούμε υπνωτικά χάπια και σαφώς η ΓΣΘ μπορεί να αποτελέσει ένα πολύ καλό εργαλείο στην καταπολέμηση της αϋπνίας».

Ένα μεγάλο ποσοστό των ενηλίκων που αγγίζει το 10% υποφέρει από αϋπνία, η οποία ορίζεται ως η δυσκολία να πέσει κάποιος για ύπνο ή να παραμείνει κοιμισμένος. Καθώς η αϋπνία, παρουσιάζεται πιο συχνά σε γυναίκες και ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας, μπορεί να επιφέρει κόπωση, κακή νοητική επεξεργασία και διαταραχές της διάθεσης και έχει ως αποτέλεσμα τον επωμισμό ενός βαρύτατου κόστος στην παραγωγικότητα στο χώρο εργασίας, σύμφωνα με τους ιατρούς.

Κατά την έκδοση της πρώτης πρακτικής κατευθυντήριας γραμμής για τη θεραπεία της χρόνιας αϋπνίας, το Αμερικάνικο Κολέγιο Ιατρών δεν βρήκε αρκετά στοιχεία για να συγκρίνει άμεσα τη συμπεριφοριστική θεραπεία και τη φαρμακευτική αγωγή. Όμως η ομάδα ενσωμάτωσε μια ανασκόπηση δημοσιευμένων έρευνων που δείχνει ότι η συμπεριφοριστική θεραπεία είναι αποτελεσματική και μπορεί να ενσωματωθεί σε ένα περιβάλλον πρωτοβάθμιας φροντίδας.

Πριν τη σύσταση της συμπεριφορικής θεραπείας σε ασθενείς, οι γιατροί θα πρέπει να αποκλείσουν τις ιατρικές καταστάσεις που μπορούν να προκαλέσουν αϋπνία - συμπεριλαμβανομένων της αποφρακτικής άπνοιας ύπνου, το σύνδρομο ανήσυχων ποδιών και της διεύρυνσης του αδένα του προστάτη - και συμβουλεύουν τους ασθενείς για τους παράγοντες συμπεριφοράς που μπορεί να συμβάλλουν στον κακό ύπνο, όπως η υπερκατανάλωση αλκοόλ.

«Το σημαντικό πλεονέκτημα της ΓΣΘ είναι ότι έχει μακροχρόνια αποτελεσματικότητα και διδάσκει τους ασθενείς πώς να διαχειριστούν τα συμπτώματα αϋπνίας τους και τις δυσκολίες τους», συμπληρώνουν οι ερευνητές.

«Βοηθά ουσιαστικά τους ασθενείς για την αντιμετώπιση της αϋπνίας τους», προσθέτουν οι ερευνητές. «Και δεδομένου ότι δεν εμπλέκεται φαρμακευτική αγωγή, μπορείτε να αποφύγετε το κόστος και τις πιθανές μακροπρόθεσμες παρενέργειες των φαρμάκων».

Και συνεχίζουν: «Κοιτάξαμε αυτό το θέμα ανοιχτόμυαλα. Δεν λέμε στους ιατρούς να μη δίνουν φάρμακα, λέμε όμως να κάνουν με τον ασθενή τους μια δοκιμή ... και αν επιστρέψει εξακολουθώντας να έχει προβλήματα ύπνου, ίσως να προστεθεί μία βραχυπρόθεσμη χρήση ενός φαρμάκου. Προσπαθούμε να αποτρέψουμε τη χρήση των φαρμάκων για περισσότερες από 14 ημέρες, επειδή γνωρίζουμε ότι μπορεί οι ασθενείς να εξαρτηθούν από αυτά».

Επίσης, παρουσιάζονται και άλλες παρενέργειες των συνταγογραφημένων χαπιών ύπνου όπως υπνηλία την επόμενη ημέρα στην οδήγηση ή το φαγητό και αλλεργικές αντιδράσεις.

Η Γνωστική συμπεριφορική θεραπεία για την αϋπνία χορηγείται συνήθως από ιατρούς ή ψυχολόγους εκπαιδευμένους σε αυτό το είδος της ψυχοθεραπείας. Συνήθως απαιτούνται τέσσερις με έξι συνεδρίες συμπεριφορικής θεραπείας για τη βελτίωση της αϋπνίας.

Η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία για την αϋπνία αντιμετωπίζει τα τυπικά θέματα υγιεινής του ύπνου, όπως την αλλαγή επιπέδων φωτός, της θερμοκρασίας και άλλων πτυχών του περιβάλλοντος ύπνου του ατόμου, καθώς και τις προσωπικές συνήθειες συμπεριλαμβανομένης της μείωσης του χρόνου που περνάει κάποιος μπροστά από μια οθόνη πριν κοιμηθεί.

Οι ασθενείς διδάσκονται, επίσης, ρεαλιστικές προσδοκίες του ύπνου. «Ο καθένας μας έχει μια κακή νύχτα ύπνου κάποιες φορές. Είναι μέρος της ζωής μας», δήλωσαν.

«Θα ήθελα να ενθαρρύνω τους ανθρώπους να δώσουν προτεραιότητα στον ύπνο στη ζωή τους, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας ενός καλύτερου περιβάλλοντος ύπνου. Η κρεβατοκάμαρα πρέπει να χρησιμοποιείται για τρείς λόγους: για τον ύπνο, το σεξ και την ασθένεια. Οι γονείς θα πρέπει να διαμορφώσουν ένα καλό περιβάλλον ύπνου στα παιδιά τους, συμπεριλαμβανομένης της προώθησης συνεπών ωρών ύπνου και τις ώρες που πρέπει να ξυπνάνε τις καθημερινές και τα Σαββατοκύριακα», συμπλήρωσε ο Riley.


Πηγή: webmed.com

Κάντε like στην σελίδα μας στο Facebook 
Ακολουθήστε μας στο Twitter 

Βρείτε μας στα...