Ο Όνειρος υπόσχεται να μας ανυψώσει σε ένα σημείο θέασης, εις το οποίο αναιρούνται οι αντιληπτικοί περιορισμοί του υλικού μας επιπέδου, εμείς δυνάμεθα να κατανοήσουμε την ενότητα του χρόνου και της υπόστασής μας, όπου παρελθόν παρόν και μέλλον συγχωνεύονται σε μια στιγμή και το θείο συνυπάρχει με το φθαρτό. Ο Όνειρος είναι μια συγχρονικότητα που συνενώνει την εξωτερική με την εσωτερική μας ζωή και της δίνει ένα άλλο νόημα, όπως ένας οιωνός που χτυπάει το γυαλί στο παράθυρό μας.
Τότε η ιέρεια θα εξηγούσε ότι η εσωτερική εργασία, η αυτογνωσία και η άσκηση στην αρετή, μέσα από την προσπάθεια επίγνωσης και μετριασμού των προσωπικών ελλείψεων και περιορισμών, μέσα από την αναγνώριση των ικανοτήτων και την πραγμάτωσή τους στο υλικό επίπεδο, οδηγεί τον άνθρωπο σε μια εκλέπτυνση και ηθική τελείωση, που τον καθιστά ικανό να ψυχανεμιστεί την ενότητα του άνω με το κάτω, του ορατού με το αόρατο.
Επιθυμείς να αναζητήσεις και να κατακτήσεις αυτήν την ενότητα, και είναι η επιθυμία σου αυτή σφοδρή και βεβαιωμένη, ώστε να ισοδυναμεί με την βούληση στον υπερθετικό βαθμό, τον Έρωτα; Τότε, κάποια στιγμή, θα επικοινωνήσεις με το θείο και θα αντιληφθείς το νόημα του χρησμού. Τότε η ενότητα που αγαπάς θα σου δοθεί ως Θεία Χάρις, ως οιωνός και συγχρονικότητα, ως θεόπεμπτος Όνειρος, ως Θεοφάνεια. Γιατί, όπως θα σου διδάξουν οι φιλόσοφοι, ο θεός που κυβερνάει τον τόπο τούτο, ο Απόλλων, ανάγει το πλήθος εις την μονάδα.
Αν ο ικέτης δίσταζε, η ιέρεια πιθανόν να του έδινε μια διορία για να το ξανασκεφτεί ή πάλι θα τον παρέπεμπε στον Τροφώνιο, στην γειτονική Λειβαδιά, ώστε με νηστείες, καθαρμούς και ψυχρολουσίες στις διπλές πηγές της Έρκυνας να υποβληθεί στην κατάλληλη προετοιμασία.
Διασώζεται ότι κάποτε εμφανίστηκε ένας πλούσιος και πολυπράγμων στην Επίδαυρο και έφερε κοπάδι ολόκληρο από βόδια για να θυσιάσει στον βωμό. Ο ιατρός/ ιερέας ήταν επιφυλακτικός αν έπρεπε να τον δεχθεί αλλά δυσκολευόταν και να αρνηθεί ευθέως να τον θεραπεύσει. Τότε, ο Απολλώνιος ο Τυανεύς που βρισκόταν εκείνες τις ημέρες στο Ασκληπιείο υπέδειξε στον ιατρό να εκδιώξει τον βέβηλο.
Σήμερα, προσπαθώντας να ετυμολογήσουμε την λέξη όνειρο θα βρούμε στο ότι προέρχεται από το ρήμα ονώ και κατ’ άλλους από το ρήμα ονίνημι. Και τα δύο σημαίνουν ωφελούμαι.
Ποιό είναι στ’ αλήθεια το όφελος από την ανάλυση του ονείρου;
Ονείρω, εξηγεί το Μεγάλο Ετυμολογικό σημαίνει ον – είρω, δηλαδή λέγω περί των όντων, περί του παρόντος και του μέλλοντος, διάκριση βάσει της οποίας ο Αρτεμίδωρος στο «Ονειροκριτικόν» του κατατάσσει τα μεν στα ενύπνια, τα δε στα κατ’ εξοχήν όνειρα.
Όμως αρκεί η απλή γνώση εκείνων που πρόκειται να συμβούν ώστε να μας κινητοποιήσει για να δράσουμε; Γιατί στην ψυχολογία, όπως και στην πολιτική άλλωστε, η συνειδητότητα ισοδυναμεί με την επίγνωση μίας κατάστασης αλλά και την ανάληψη της προς αυτήν την επίγνωση αρμόζουσας δραστηριότητας. Αν πάλι για μια στιγμή κάναμε την υπόθεση ότι αρκεί, τότε τι άλλα σημάδια των μελλόντων θα χρειαζόμασταν, ώστε να αντιληφθούμε ότι η γενιά μας έχει κινήσει για ένα ταξίδι χωρίς επιστροφή; Μήπως μία υπόδειξη του είδους ότι ο ‘Αψινθος, το λαμπερό αστέρι της Αποκάλυψης που στο τρίτο σάλπισμα του αγγέλου καταβυθίζεται και δηλητηριάζει νερά και ανθρώπους, στα ουκρανικά ονομάζεται Τσερνομπίλ;
Δεν μιλώ για τον φόβο ή όχι μόνον. Ο φόβος συνήθως μας οδηγεί στην φυγή ή στην παράλυση και πολύ σπανιότερα στην μάχη. (Αυτό το γνωρίζουν καλά όσοι αποφασίζουν χρόνια τώρα τον συγκεκριμένο τρόπο που παρουσιάζονται οι ειδήσεις στα δελτία). Μιλώ για μια μύχια ενέργεια του ανθρώπου που οδηγεί στην μεταμόρφωση, για το ύστατο στάδιο της μάθησης, στο οποίο η συσσωρευθείσα γνώση δεν αποθηκεύεται απλώς σ’ ένα ντουλάπι του μυαλού αλλά καταφέρνει να συνάψει μία σχέση με το βαθύτερο είναι μας. Τότε το κτήμα γίνεται ουσία. Η ποσότητα μετατρέπεται σε ποιότητα. Ο άνθρωπος πορεύεται με την εντελέχεια της ψυχής του προς την αναγέννηση, την μεταμόρφωση, την συνειδητοποίηση.
Ο Αρτεμίδωρος επιχειρεί έναν αναγραμματισμό του ονείρω σε ορείνω (= διεγείρω, παρακινώ σε δράση) και επιμένει: «Και είναι η φύση του ονείρου τέτοια που να ξυπνάει και να διεγείρει την ψυχή, παρακινώντας την σε δράση». (Μετάφραση Γιώργου Παπασταμόπουλου, εκδόσεις Αιγόκερως).
Έχω διδαχθεί επίσης την ακόλουθη εξήγηση: «’Oναρ σημαίνει ον – αρ, δηλαδή αίρω, εξυψώνω το όν».
Ποια είναι λοιπόν η φύση του Ονείρου, ποια είναι η οντολογική του υπόσταση, ώστε να διεγείρει την ψυχή και να εξυψώνει το ανθρώπινο ον; Ποια οργανική θέση καταλαμβάνει στο αρχέτυπο του Ηνιόχου; Και πώς συνδέεται με τον ειδικότερο στόχο της αυτογνωσίας, όπως αυτός μας αποκαλύπτεται από τα Χρυσά Έπη, στους στίχους 61 και 62:
Ζευ πάτερ, θα απήλαττες από τα δεινά πάντας αν τοις ενδείκνυες ποίον θείον δαίμονα έχουν εντός των
(μετάφραση Πέτρου Γκράββιγκερ, εκδόσεις Ιδεοθέατρο)
Πιστεύω ότι το κλειδί δίδεται, περνώντας ωστόσο απαρατήρητο, στις απαρχές κάθε γνωστής Θεολογίας και Φιλοσοφίας, τους Ορφικούς Ύμνους. Έτσι ο ύμνος υπ’ αριθμόν 86, ο ύμνος του Ονείρου, ξεκινάει με τα λόγια:
Κικλήσκω σε, μάκαρ, τανυσίπτερε ούλε Όνειρε…
Εσένα καλώ, ω θείε, που έχεις απλωμένα τα φτερά, Όνειρε ολοκληρωμένε…
Είναι η εικόνα της ολότητας το θείο δώρο που κομίζει το όνειρο και, μεταξύ των πολλών μονοπατιών που λαμβάνει το ταξίδι της αυτογνωσίας στην ζωή καθενός, η εργασία με τα όνειρα σ’ αυτό ακριβώς υπερέχει: ότι μας παρουσιάζει μία σφαιρική εικόνα του εαυτού και της προσωπικότητάς μας, την οποίαν δεν μπορούμε να αποκτήσουμε περιοριζόμενοι μόνο στην εργασία κατά την εγρήγορση.
Το εγώ της εγρήγορσης, δηλαδή ο πυρήνας της προσωπικότητας, αρέσκεται στο να είναι μονόπλευρο και να λογοκρίνει το περιεχόμενο της συνειδητότητάς μας. Είναι σαν να φοράμε παραμορφωτικούς φακούς, οι οποίοι μας επιτρέπουν να βλέπουμε τα γεγονότα της εξωτερικής και της εσωτερικής ζωής μόνο με έναν ιδιότυπο υποκειμενισμό.
Η λειτουργία της λογοκρισίας, κατά τον Freud, συνίσταται σε ένα σύνολο αμυντικών μηχανισμών, είναι δηλαδή μία νευρωτική στρατηγική επιβίωσης προκειμένου να μετριαστεί το άγχος, η αίσθηση πίεσης που αποκομίζει το εγώ συνθλιβόμενο ανάμεσα στις μυλόπετρες της απόλαυσης (Εκείνο) και των ηθικών επιταγών (Υπερεγώ). Ο Jung αντίθετα ισχυρίζεται ότι η νεύρωση αποσκοπεί στην αντιμετώπιση και/ή την αποφυγή του πραγματικού πόνου, που κατ’ αυτόν οφείλεται στο αίσθημα χωριστικότητας από τον Θεό.
Διαβάστε σχετικά: Το ονειρικό ταξίδι – Από την αρχαία εγκοίμηση στην σύγχρονη ψυχοθεραπεία – Μέρος πρώτο
Οι υπαρξιστές, με την σειρά τους υποστηρίζουν ότι το άγχος, που ουσιαστικά είναι ένας φόβος, προκαλείται, όταν ο άνθρωπος αναγνωρίζει τα μεγάλα θέματα της ύπαρξής του, τον θάνατο, την μοναξιά, την ελευθερία και την ευθύνη. Ενώ, τέλος, οι γνωσιακοί τονίζουν την σημασία των προσωπικών απαντήσεων που δίδει κανείς αναφερόμενος στα θέματα αυτά.
Γιατί όπως μας διδάσκει ο Επίκτητος: «Ταράσσει τους ανθρώπους ου τα πράγματα, αλλά τα περί των πραγμάτων δόγματα». Αυτό δηλαδή που δημιουργεί ταραχή στον άνθρωπο δεν είναι τα ίδια τα γεγονότα αλλά η ερμηνεία που δίνει εκείνος σε αυτά. Και επεξηγεί: Οίον ο θάνατος ουδέν δεινόν, επεί και Σωκράτει αν εφαίνετο.
Βεβαίως αυτή η μονομερής κατάσταση, από φιλοσοφικής απόψεως, αντιστοιχεί στην βαθύτερη φύση του ανθρώπου. Καθώς η μονάδα εξαπλώνεται στο Σύμπαν και δημιουργείται η πολλαπλότητα, μοιάζει με μία ακτίνα λευκού φωτός που διέρχεται μέσα από ένα πρίσμα. Εισδύοντας σε πεδία διαφορετικής πυκνότητας πολλαπλασιάζεται σε δέσμη, αποκλίνει από την κατεύθυνσή του και μεταβάλλεται ως προς την συχνότητα, παράγοντας το γνωστό χρωματικό φάσμα.
Κατά την διάρκεια του ονείρου η λειτουργία της λογοκρισίας αναιρείται και η πραγματικότητα μάς εμφανίζεται από μία πρωτογνώριστη οπτική γωνία που εμπλουτίζει την επίγνωσή μας και μας βοηθάει να απαλλαγούμε σταδιακά από πεποιθήσεις και στάσεις, συνειδητές και ασυνείδητες, οι οποίες είναι περιοριστικές, λανθασμένες, ηττοπαθείς και προβληματικές. Γιατί το γεγονός ότι κάτι είναι ασυνείδητο δεν σημαίνει ότι παραμένει αδρανές και ανενεργό.
Οι περισσότερες σωματικές λειτουργίες παραδείγματος χάριν είναι ασυνείδητες και δεν μπορούν να διακοπούν με την άσκηση της θέλησής μας. Και ευτυχώς που είναι έτσι, θα συμπλήρωνα. Όμως είναι απόλυτα υπαρκτές και από αυτές εξαρτάται η υγεία και η ζωή μας. Έτσι και ορισμένα ψυχικά περιεχόμενα. Μπορεί να βρίσκονται στο σκοτάδι, ασκούν ωστόσο μία πανίσχυρη επίδραση στην συμπεριφορά μας, ίσως ακριβώς εξαιτίας της ανεπίγνωστης κατάστασής τους.
Το όνειρο όμως δεν εξαντλείται στην απεικόνιση της ψυχοπνευματικής υγείας μας αλλά ταυτόχρονα προσφέρει διέξοδο και θεραπεία. Είπαμε προηγουμένως, πως όταν ταυτιζόμαστε με κάποιες πτυχές της προσωπικότητάς μας, εκείνο αντισταθμίζει και εξισορροπεί όπως κατέδειξε ο Jung, αποκαλύπτοντας την ακριβώς αντίθετη όψη, που μέχρι σήμερα κρατούσαμε επιμελώς κρυφή. Κρυφή δε σημαίνει ότι είναι απαραίτητα και αρνητική. Σε μία στιγμή απόγνωσης μπορεί να μας φανερωθεί ανέλπιστα ένα χάρισμα, το οποίο δεν υποψιαζόματαν ότι κατέχουμε και το οποίο μπορεί να μας δώσει ελπίδα και προοπτική.
Οι επιμέρους λειτουργίες του ονείρου είναι ποικίλες και ο χώρος δεν επαρκεί για να τις εξετάσουμε διεξοδικά. Θέλω όμως να επικεντρωθώ σε μία επισήμανση: ότι η εργασία με τα όνειρα είναι σε θέση να μας φέρει σε επαφή με το άγνωστο όν που ενοικεί μέσα μας, το οποίο στην ελληνική παράδοση έχει ταυτιστεί με το δαιμόνιο του Σωκράτους, σε άλλες παραδόσεις ονομάζεται ανώτερος εαυτός ή Εγώ ή φύλακας άγγελος, και το οποίο καθημερινά, στον ύπνο και τον ξύπνιο, μας καθοδηγεί και μας προσφέρει αφειδώς ψήγματα της θείας σοφίας, προκειμένου να ανταπεξέλθουμε με τις δυσκολίες της ζωής και να οδηγηθούμε στα ανώτερα πεπρωμένα μας.
Ο ίδιος ο Σωκράτης ομολογούσε ότι η επικοινωνία του με τον θείο δαίμονα δεν ήταν μία ευκαιριακή αναλαμπή αλλά μία μόνιμη κατάκτηση, δείχνοντας την ευγένεια της καταγωγής του. Το ηθικό όμως ανάστημα του Ανθρώπου καταδεικνύεται από το γεγονός ότι προκειμένου να μας αποκαλύψει την τρομερή αυτή αλήθεια, για την οποίαν και μόνο θα άξιζε να του αποδοθεί το επίθετο Σωτήρ, δέχθηκε να περιγελασθεί και να κατηγορηθεί για ασέβεια. Ενώ με την εκούσια αποδοχή του θανάτου, σεβόμενος τον νόμο και την θεία προέλευσή του, γιατί «ο Νόμος είναι διανεμημένος Νους» σύμφωνα με τον μεγαλύτερο μαθητή του, κέρδισε την αθανασία.
«Ήθος ανθρώπωι δαίμων», είχε ήδη προφητεύσει ο Ηράκλειτος.
Από την πλευρά της ψυχολογίας πρέπει να σημειώσουμε ότι το υπερσυνειδητό μεθοδολογικά αλλά και ουσιαστικά ανήκει στην σφαίρα του ασυνειδήτου. Είναι δυνάμει αλλά όχι ενεργεία συνειδητό. Όσο απέχουμε από την φώτιση, εκείνη παραμένει στο σκοτάδι της ψυχής μας, κι εκεί πρέπει να ανατρέξουμε ώστε να την συναντήσουμε. Εξάλλου το ασυνείδητο αποτελείται από το προσωπικό και το συλλογικό ασυνείδητο ή με άλλα λόγια η ατομική μας ψυχή μετέχει της παγκοσμίου ψυχής, η οποία μεταφέρει στην πρώτη τις ιδέες και τις συλλήψεις του νου.
Το υπερσυνειδητό αποτελεί μια υπερπραγματικότητα, γι’ αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο πώς οι υπερρεαλιστές αναφέρονται εκτενώς στα όνειρα. Στο Α’ Σουρεαλιστικό Μανιφέστο (1924) ο Αντρέ Μπρετόν γράφει: Εφ’ όσον η πραγματικοτητα που με απασχολεί συνεχίζει να υπάρχει στην κατάσταση του ονείρου και δε βουλιάζει μέσα στη λήθη, γιατί να μην παραχωρήσω στο όνειρο αυτό που πολλές φορές αρνούμαι στην πραγματικότητα, δηλαδή, εκείνο το χάρισμα της πίστης στον εαυτό του, που, όσο διαρκεί, δεν υπόκειται καθόλου στην αμφισβήτησή μου;
Γιατί να μην περιμένω από την νύξη του ονείρου περισσότερα απ’ όσα περιμένω από έναν όλο και ψηλότερο βαθμό συνειδητότητας;.. Και λίγο πιο κάτω: Πιστεύω στη μελλοντική συγχώνευση αυτών των δύο καταστάσεων -του ονείρου και της πραγματικότητας- των τόσο αντιφατικών φαινομενικά, σε ένα είδος απόλυτης πραγματικότητας, υπερπραγματικότητας θα μπορούσα να πω… (Πάτρικ Βαλντμπεργκ, Σουρεαλισμός, μετάφραση Αλεξάνδρα Παπαθανασοπούλου, εκδόσεις Υποδομή).
Ο Όνειρος υπόσχεται να μας ανυψώσει σε ένα σημείο θέασης, εις το οποίο αναιρούνται οι αντιληπτικοί περιορισμοί του υλικού μας επιπέδου, εμείς δυνάμεθα να κατανοήσουμε την ενότητα του χρόνου και της υπόστασής μας, όπου παρελθόν παρόν και μέλλον συγχωνεύονται σε μια στιγμή και το θείο συνυπάρχει με το φθαρτό. Ο Όνειρος είναι μια συγχρονικότητα που συνενώνει την εξωτερική με την εσωτερική μας ζωή και της δίνει ένα άλλο νόημα, όπως ένας οιωνός που χτυπάει το γυαλί στο παράθυρό μας.
Ο ‘Ονειρος, τέλος, μπορεί να είναι η Επιφάνεια του ίδιου του θεού που από μόνη της επιφέρει την ίαση, αφού βέβαια έχει προηγουμένως προκαλέσει και την νόσο για να μας διδάξει κάτι σημαντικό για την ύπαρξή μας. Έτσι τουλάχιστον πίστευαν επί χιλιετίες οι ικέτες των Ασκληπιείων και αναρίθμητες θαυματουργές θεραπείες χαραγμένες σε επιγραφές το πιστοποιούν.
Το αντάλλαγμα που ο δαίμων ζητάει από εμάς είναι όχι να περιμένουμε παθητικά την εκπλήρωση του ονείρου αλλά αντιθέτως να ενασχοληθούμε ενεργητικά με αυτό και να το πραγματώσουμε, προϋποθέτει την προσπάθεια αποκωδικοποίησης των συμβόλων και νοημάτων, την μεταβολή στάσεων και συμπεριφορών, την συνειδητοποίηση, την λήψη σημαντικών αποφάσεων που μπορούν να αλλάξουν τον φαινομενικά καθορισμένο ρου της ζωής μας και της ιστορίας γενικότερα, ενεργοποιώντας το σημαντικότερο όπλο που μας έχει δοθεί: την ελεύθερη βούλησή μας.
Γιατί το πεπρωμένο μας το κατασκευάζουμε κάθε ημέρα με τις πράξεις, τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας, όπως η υφάντρα συνταιριάζει στον αργαλειό υφάδι και στημόνι, συνδέοντας κόμπο στον κόμπο και πλέξη στην πλέξη. Δεν μας χαρίζεται ούτε αποτελεί μια αδιαπραγμάτευτη καταχώρηση στο βιβλίου του κόσμου, ένα κισμέτ.
Για όσους αμφιβάλλουν αν ο αγώνας και η επιμονή θα δικαιωθούν κάποτε, ο μέγας θεολόγος στον Ύμνο του Ονείρου υπόσχεται: Ευσεβέσιν γαρ αεί το τέλος γλυκερώτερόν εστιν.
*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*