banner2
banner2
thumb

Η “κακή” πλευρά της ενσυναίσθησης

- Εγκέφαλος
8 Φεβρουαρίου 2017

Οι τελευταίες ψυχολογικές έρευνες, υποστηρίζουν ότι η ενσυναίσθηση είναι μια ισχυρή δύναμη, ικανή να κάνει και καλό και κακό, ανατρέποντας την καλή πτυχή της που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα.


Ορισμένοι μάλιστα ψυχολόγοι πιστεύουν ότι η ανθρωπότητα θα ήταν ωφελημένη, αν την αποφεύγαμε εξ’ ολοκλήρου και στηριζόμασταν στην ορθολογική, αιτιολογημένη σκέψη.

Καθημερινά βλέπουμε εικόνες που προκαλούν θλίψη: στιγμιότυπα από τον τρομακτικό απόηχο των τρομοκρατικών επιθέσεων, πρόσφυγες που προσπαθούν να ξεφύγουν από τον πόλεμο στην πατρίδα τους και οικογένειες που θρηνούν θύματα αστυνομικής βίας. Πολλοί άνθρωποι θεωρούν την ικανότητα να κατανοούν και να αισθάνονται τι νιώθει ο άλλος, την ενσυναίσθηση δηλαδή, ως την κύρια πηγή ηθικής και τον παράγοντα που κρατά τις κοινωνίες ενωμένες.

Η ενσυναίσθηση είναι ένα δομικό στοιχείο των σχέσεων μας και σε πολλές περιπτώσεις, παρακινεί τους ανθρώπους να βοηθήσουν αυτούς που έχουν ανάγκη. Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει πάντα. Πρόσφατες ψυχολογικές μελέτες υποστηρίζουν ότι η ενσυναίσθηση δεν είναι ακριβώς η κοινωνική πανάκεια που συχνά πιστεύουμε ότι είναι. Ενώ μπορεί να συμβάλλει στην προώθηση της συνεργασίας και στην κινητοποίηση προκοινωνικών συμπεριφορών, η ενσυναίσθηση μπορεί στην πραγματικότητα να εμβαθύνει τις διακρίσεις ανάμεσα σε ομάδες και να δημιουργήσει μία επιθετικότητα εναντίον τρίτων.

Είναι η ενσυναίσθηση μία δύναμη για το κοινό καλό;

Οι περισσότεροι άνθρωποι βλέπουν την ενσυναίσθηση σαν κάτι καλό. Ο προβληματισμός σχετικά με την απουσία ενσυναίσθησης, φέρνει στο νου μας την εικόνα ενός εν ψυχρώ δολοφόνου ή ενός αδίστακτου απατεώνα που δεν λαμβάνει υπ’ όψιν τα συναισθήματα των άλλων ή την ευημερία τους. Και πράγματι, μια εκτεταμένη σειρά από μελέτες έχει δείξει ότι η ενσυναίσθηση μπορεί να προκαλέσει θετική προκοινωνική συμπεριφορά.

Μερικά από τα πρώτα πειράματα για την ενσυναίσθηση, διεξήχθησαν στη δεκαετία του ’90 από τον κοινωνικό ψυχολόγο C. Daniel Batson, έναν από τους ηγέτες της έρευνας για την ενσυναίσθηση και τους συνεργάτες του. Σε μια μελέτη, ζήτησαν από τους συμμετέχοντες να φανταστούν πώς ένιωθε ένα άτομο από μια στιγματισμένη ομάδα, όπως ένα άτομο με AIDS, ένας άστεγος άνδρας και ένας καταδικασμένος δολοφόνος, διαπιστώνοντας ότι αυτή η πειραματική χειραγώγηση θα μπορούσε να βελτιώσει τη στάση τους προς τα εν λόγω άτομα. Άλλες μελέτες έχουν επίσης αποκαλύψει, ότι η ενσυναίσθηση μπορεί να μειώσει τη βούληση μας να βλάψουμε τους άλλους και να βελτιώσει τις σχέσεις μεταξύ ομάδων.

Στην πραγματικότητα, επισημαίνει ο ίδιος, πολλά μυθιστορήματα γράφτηκαν με στόχο να προκαλέσουν μία ανησυχία σε άτομα που δεν ανήκαν στην ίδια ομάδα, βάζοντας τον αναγνώστη στη δική τους θέση. Συχνά αυτό που (οι συγγραφείς) προσπαθούν να κάνουν, είναι να δημιουργήσουν αυτό το νοιάξιμο, αυτήν την εκτίμηση της ευημερίας του άλλου για να προκαλέσουν το ενδιαφέρον, λέει ο Batson. Ο αναγνώστης ξέρει ότι πρόκειται για ψεύτικους χαρακτήρες, αλλά αυτά τα συναισθήματα μπορεί στη συνέχεια να γενικευθούν και σε άλλους.

Mε τον ίδιο τρόπο, οι σύγχρονοι καλλιτέχνες χρησιμοποιούν διάφορες μορφές των μέσων ενημέρωσης για να ευαισθητοποιήσουν και να προκαλέσουν το ενδιαφέρον για την κακομεταχείριση κάποιων ομάδων. Για παράδειγμα, η δημοφιλής τηλεοπτική σειρά “Orange is the New Black” επιτρέπει στους τηλεθεατές να εμβαθύνουν περισσότερο μέσα στις ζωές των τρανσέξουαλ, των ομοφυλόφιλων και των μειονοτήτων των κρατουμένων, ενώ ρίχνει φως στις πραγματικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν αυτές οι ομάδες μέσα στο αμερικανικό σύστημα ποινικής δικαιοσύνης.

Ενώ η ενσυναίσθηση μπορεί να είναι ένα ισχυρό κίνητρο για μια ηθικά καλή ή αλτρουιστική συμπεριφορά, η επιρροή της μπορεί επίσης να οδηγήσει και προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Η αντίληψη ότι η ενσυναίσθηση δεν είναι πάντα καλή, υποστηρίχθηκε πρόσφατα από τον ψυχολόγο Paul Bloom στο Πανεπιστήμιο του Yale, με ευρέως συζητημένα άρθρα σε δημοφιλή μέσα ενημέρωσης, όπως στις εφημερίδες New Yorker και  Boston Review. Το βασικό επιχείρημα του Bloom είναι ότι η ενσυναίσθηση, την οποία ορίζει ως να αισθανόμαστε αυτό που αισθάνονται οι άλλοι άνθρωποι, δεν είναι ο καλύτερος οδηγός για τη λήψη ηθικών αποφάσεων.

Ο Bloom δεν είναι ο πρώτος που πήρε αυτή τη θέση για την ενσυναίσθηση. Ο φιλόσοφος Jesse Prinz διατύπωσε ένα παρόμοιο επιχείρημα το 2011, όπου ισχυρίζεται ότι η ενσυναίσθηση δεν είναι απαραίτητη για τις ηθικές αποφάσεις. Ακόμη και πριν από αυτούς, διάσημοι στοχαστές όπως ο Immanuel Kant υποστήριξαν γενικότερα ότι, όταν πρόκειται να παρθούν ηθικές αποφάσεις, οι ορθολογικές εκτιμήσεις υπερισχύουν των συναισθηματικών αντιδράσεων.

Πρόσφατα στοιχεία υποστηρίζουν αυτή την ιδέα. Υπό ορισμένες συνθήκες, παρά την παροχή κινήτρων θετικής κοινωνικής συμπεριφοράς, η ενσυναίσθηση καλλιεργεί την εχθρότητα και την επιθετικότητα. Σε μια μελέτη του 2014, οι ψυχολόγοι του Πανεπιστημίου του Μπάφαλο, διαπίστωσαν ότι οι συμμετέχοντες ένιωθαν ότι ήθελαν να προκαλέσουν δυσφορία στον ανταγωνιστή ενός συγκεκριμένου ατόμου σε ένα τεστ μαθηματικών, σε ένα σχετικά μη απειλητικό περιβάλλον, ακόμα και όταν ο ανταγωνιστής δεν αποτελούσε άμεση απειλή.

Οπότε, η ενσυναίσθηση μας προκαλεί να κάνουμε καλό ή κακό;

Ορισμένες μελέτες δείχνουν ότι δεν ισχύει τίποτα απ’ τα δύο. Μια μετα-ανάλυση για την ενσυναίσθηση και την επιθετικότητα, με επικεφαλή τον ψυχολόγο David Vachon στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα, απεκάλυψε ότι ουσιαστικά δεν υπάρχει σχέση μεταξύ της χαμηλής ενσυναίσθησης και της επιθυμίας να κάνει κάποιος κακό μέσω διαφόρων μορφών επιθετικότητας, συμπεριλαμβανομένων των λεκτικών, σωματικών και σεξουαλικών επιθέσεων. Αποδεικνύεται δεν είναι αρκετό να γνωρίζουμε πόση ενσυναίσθηση διαθέτει κάποιος, ώστε να δούμε πόσο πιθανό είναι να βοηθήσει άλλους ανθρώπους ή να προσφέρει σε φιλανθρωπικούς σκοπούς ή να είναι ένα καλό άτομο, λέει ο Bloom.

Ακόμη και οι ρητορίες, οι οποίες αποτελούν ισχυρές μεθόδους για να προκαλέσουν συμπάθεια για καταπιεσμένες ή κακομεταχειρισμένες ομάδες, δεν χρησιμοποιούνται πάντα για το καλό. Αυτό είναι εμφανές στην πολιτική ρητορική, όπου οι πολιτικοί, όπως ο Donald Trump χρησιμοποιούν την ενσυναίσθηση για να χειραγωγήσουν. Ο Trump αξιοποιεί τις ισχυρές συναισθηματικές αντιδράσεις που προκαλούνται στα θύματα των τρομοκρατικών επιθέσεων στις δυτικές χώρες από τη ρητορική του, για να τους ενθαρρύνει να υποστηρίξουν τις πολιτικές κατά της μετανάστευσης και να διώχνουν τους πρόσφυγες. Ο Donald Trump μιλά πολύ για τους ανθρώπους που έχουν δεχτεί επίθεση από λαθρομετανάστες, έχουν βιαστεί ή δολοφονηθεί, λέει ο Bloom. Εύχομαι σε κάποιο βαθμό το πλήθος να μπορούσε να αποκτήσει περισσότερη ανοσοποίηση κατά της εν λόγω συναισθηματικής απήχησης.

Φίλοι και εχθροί

Οι περιορισμοί της ενσυναίσθησης γίνονται πιο εμφανείς σε πλαίσιο σύγκρουσης και ανταγωνισμού. Η ενσυναίσθηση είναι τότε προκατειλημμένη: είναι πιθανότερο να συμπάσχουμε με τους ανθρώπους που προέρχονται από παρόμοιους κοινωνικούς, φυλετικούς και πολιτικούς κύκλους. Η δημιουργία ισχυρής ενσυναίσθησης απέναντι στις ωμότητες που βιώνουν ορισμένες ομάδες, είναι ένα ισχυρό εργαλείο για να κινητοποιήσει τους ανθρώπους προς ένα σκοπό. Η ενσυναίσθηση έχει χρησιμοποιηθεί ιστορικά ως ένα σημαντικό εργαλείο για να παρακινήσει τους ανθρώπους στον πόλεμο, λέει ο Bloom.

Όταν οι άνθρωποι βρίσκονται σε ανταγωνιστικές συνθήκες, αντί να αισθάνονται θλίψη όταν βλέπουν ένα μέλος που δεν ανήκει στην ομάδα τους να υποφέρει, έχουν την τάση να αισθάνονται ευχαρίστηση μετον πόνο του άλλου ή ικανοποίηση από την κακοτυχία του και δεν θα αισθανθούν κινητοποιημένοι για να τον βοηθήσουν. Υπάρχουν ακόμη ξεχωριστά νευρωνικά κυκλώματα που καθορίζουν πώς αντιδρούμε στον πόνο μίας άλλης ομάδας. Μια μελέτη του 2010 με επικεφαλή την ψυχολόγο Grit Hein στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης, διαπίστωσε ότι οι διακριτές νευρωνικές αποκρίσεις σε περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την ενσυναίσθηση, προέβλεψαν αν ποδοσφαιρικοί οπαδοί ήταν πρόθυμοι να αντέξουν τη δυσφορία τους για να βοηθήσουν τους οπαδούς της ίδιας ομάδας ή τους οπαδούς της αντίπαλης ομάδας.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, δεν είναι απλά οι κίνδυνοι της χαμηλής ενσυναίσθησης προς τις εξωκοινωνικές ομάδες που μπορούν να οδηγήσουν τους ανθρώπους να λάβουν ακραία μέτρα, όπως το να θυσιάσουν τον εαυτό τους και να πληγώσουν τους άλλους στην πορεία αλλά ο κίνδυνος ακραίας ενσυναίσθησης για τις εσωκοινωνικές ομάδες. Αυτό είναι ενδιαφέρον, διότι υποδηλώνει κάτι αντιφατικό, το οποίο μας λέει ότι ίσως ένας τρόπος χαλάρωσης της προκατάληψης μεταξύ των ομάδων, είναι στην πραγματικότητα να κάνουμε τους ανθρώπους να είναι λίγο λιγότερο δεκτικοί στον πόνο των εσωκοινωνικών ομάδων, ανέφεραν.

Πρόσφατες έρευνες υποστηρίζουν την ιδέα ότι οι διομαδικές συγκρούσεις θα μπορούσαν να μετριαστούν με τη μείωση του χάσματος μεταξύ της ενσυναίσθησης για την ομάδα του καθενός και εκείνων που βρίσκεται σε σύγκρουση. Για παράδειγμα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι μετατοπίζοντας την ιδιότητα του μέλους της ομάδας από το επίκεντρο της σκέψης των ανθρώπων χρησιμοποιώντας σύντομες περιγραφές των ατόμων και των δύο ομάδων, μείωσε με επιτυχία αυτή την προκατάληψη.

Ρυθμίζοντας την ενσυναίσθηση, καλλιεργώντας τη συμπόνια

Πώς μπορούμε να εκμεταλλευτούμε τη δύναμη της ενσυναίσθησης γνωρίζοντας ότι είναι ένα καλό εργαλείο; Οι περισσότεροι από εμάς θεωρούμε την ενσυναίσθηση ως μια αυτόματη, ανεξέλεγκτη αντίδραση στον πόνο και την αγωνία των ανθρώπων γύρω μας. Πειραματικές ενδείξεις από μελέτες σε βρέφη και σε ζώα, δείχνουν ότι η ενσυναίσθηση είναι έμφυτη: τα μωρά κλαίνε όταν ακούν ένα άλλο μωρό να κλαίει και οι αρουραίοι θα βοηθήσουν να ελευθερωθεί ένας άλλος αρουραίος που είναι παγιδευμένος σε ένα κλουβί χωρίς να έχουν την ανάλογη εκπαίδευση ή την υπόσχεση για μια ανταμοιβή.

Πρόσφατα στοιχεία, ωστόσο, δείχνουν ότι μπορούμε να ρυθμίσουμε την ποσότητα της ενσυναίσθησης που αισθανόμαστε. Ο Jamil Zaki, κοινωνικός ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ και οι συνεργάτες του, διαπίστωσαν ότι όταν οι άνθρωποι πιστεύουν έχουν έλεγχο της ενσυναίσθησής τους, είναι πιο πιθανό να συμπάσχουν ακόμα και σε δύσκολες καταστάσεις, όπως στην ανταπόκρισή τους σε κάποιον με αντίθετες κοινωνιολογικές απόψεις ή να ακούν τις συναισθηματικές ιστορίες κάποιου που ανήκει σε μια εξωκοινωνική φυλετική ομάδα. Αποδεικνύεται ότι όταν πιστεύεται πως η ενσυναίσθηση είναι κάτι που μπορεί να διαφοροποιηθεί, τότε φαίνεται να κινητοποιεί τους ανθρώπους να δώσουν μεγαλύτερο βάρος σε αυτήν, ειδικά σε περιπτώσεις όπου η ενσυναίσθηση μπορεί να μην βοηθήσει με φυσικό τρόπο τους ανθρώπους να κάνουν το σωστό, ανέφερε ο Zaki.

Σύμφωνα με τον Zaki, οι άνθρωποι μπορούν από μόνοι τους να ρυθμίζουν διαρκώς την ενσυναίσθηση. Οι γιατροί, λέει, μπορούν να μειώνουν τα επίπεδα της ενσυναίσθησής τους για να αποφύγουν την εξάντληση που νιώθουν από τον πόνο των ασθενών τους. Όπως και άλλα συναισθήματα, η δυνατότητά μας να ρυθμίζουμε τις ενσυναισθητικές αντιδράσεις μας σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να μας βοηθήσει στην αξιοποίηση της δυνητικής της οφέλειας. Η ρύθμιση των συναισθημάτων μας, μπορεί να συμβάλλει στη βελτίωση των πολιτικών στάσεων απέναντι στις συγκρούσεις: μια ομάδα ψυχολόγων ανακάλυψε ότι η εκπαίδευση των Ισραηλινών στη ρύθμιση των συναισθημάτων τους, συνέβαλε στην υποστήριξη της διαλλακτικότητας τους παρά στην υιοθέτηση επιθετικών στρατηγικών στην ισραηλινο-παλαιστινιακή πολιτική.

Με έναν παρόμοιο τρόπο, μαθαίνοντας να ελέγχουμε τις αντιδράσεις μας στην κατανόηση, μπορεί να είναι βοηθητικό στη βελτίωση των διομαδικών σχέσεων. Αν έχετε καταλάβει ότι ένας πολιτικός χρησιμοποιεί χειραγωγικές ιστορίες συναισθηματικού χαρακτήρα, ίσως να πρέπει να ρυθμίσετε την ενσυναίσθησή σας, μειώνοντάς τη. Από την άλλη πλευρά, θα θέλετε να την αυξήσετε σε καταστάσεις όπου είστε αντιμέτωποι με ανθρώπους από διαφορετικές ομάδες ή υπόβαθρα.

Άλλοι ψυχολόγοι ακολουθούν μια εντελώς διαφορετική στρατηγική. Αντί να εργάζονται με την ενσυναίσθηση, πιστεύουν ότι η καλλιέργεια της συμπόνιας, μιας πιο αποστασιοποιημένης μορφής φροντίδας και μέριμνας για την ευημερία των άλλων, είναι μια πιο αποτελεσματική λύση.

Η Singer έχει εργαστεί σε τεχνικές κατάρτισης συμπόνιας, αντλώντας στοιχεία από τη βουδιστική πρακτική της στοργικής και καλοσυνάτης διαμεσολάβησης, η οποία περιλαμβάνει τη διακριτική εστίαση στην επέκταση των συναισθημάτων φροντίδας από τους αγαπημένους, σε ξένους και τελικά σε όλα τα έμβια όντα. Μελέτες αποκαλύπτουν ότι η συμπόνια, σε αντίθεση με την ενσυναίσθηση, δεν έχει το ίδιο είδος περιορισμών. Ενεργοποιεί επίσης ένα εντελώς διαφορετικό δίκτυο περιοχών του εγκεφάλου και αυξάνει την θετική κοινωνική συμπεριφορά, βελτιώνοντας ταυτόχρονα τη συναισθηματική ευημερία.

Η εύρεση της περιοχής της ενσυναίσθησης στον εγκέφαλο

Οι ψυχολόγοι ορίζουν την ενσυναίσθηση με άπειρους τρόπους και ορισμένοι θεωρούν τη συμπόνια ως συστατικό της ενσυναίσθησης και όχι ως κάτι ξεχωριστό από αυτή. «Μπορείτε να βρείτε σχεδόν τόσους ορισμούς της ενσυναίσθησης, όσους και ανθρώπους που γράφουν για αυτήν», υποστηρίζουν οι ερευνητές.

Η ενσυναίσθηση συχνά περιγράφεται ως ένας συνδυασμός τριών παραγόντων:

  • γνωστική ενσυναίσθηση (να σκεφτόμαστε τα συναισθήματα κάποιου άλλου)
  • συναισθηματική ενσυναίσθηση (να μοιραζόμαστετα συναισθήματα κάποιου άλλου)
  • κινητήρια ενσυναίσθηση (να νοιαζόμαστε για τα συναισθήματα κάποιου άλλου – ή αλλιώς συμπόνια)

«Η ενσυναίσθηση δεν είναι ένα μόνο πράγμα, αλλά είναι ένας γενικός όρος που περιγράφει τους διάφορους τρόπους που οι άνθρωποι ανταποκρίνονται στα συναισθήματα του άλλου», εξηγούν.

Κάθε ένας από αυτούς τους τρόπους, αν και συνδέονται στενά, αποτελούν στην πραγματικότητα ανεξάρτητες ψυχολογικές και νευρολογικές διαδικασίες. Τα τελευταία χρόνια, οι ερευνητές έχουν αρχίσει να εξετάζουν τον εγκέφαλο ώστε να κατανοήσουν καλύτερα πώς λειτουργεί η ενσυναίσθηση στο νευρωνικό επίπεδο και μελέτες έχουν αρχίσει να δείχνουν πώς αυτά τα τρία συστατικά μπορούν να διαχωριστούν στον εγκέφαλο.

Στο πολύ βασικό επίπεδο, οι νευροεπιστήμονες ανακάλυψαν ότι η ενσυναίσθηση διεγείρει αναπαραστάσεις στον εγκέφαλο: οι συμμετέχοντες στις μελέτες, ενεργοποιούν τις ίδιες νευρωνικές περιοχές ως απάντηση στο αίσθημα του πόνου και στην παρατήρηση του πόνου στους άλλους. Κοινωνικοί νευροεπιστήμονες έχουν χρησιμοποιήσει μια ποικιλία τεχνικών νευροαπεικόνισης για τη μελέτη των υποκείμενων εγκεφαλικών μηχανισμών της ενσυναίσθησης. Η κλασική προσέγγιση για τη μελέτη αυτή, είναι το παράδειγμα του πόνου, όπου οι ερευνητές τοποθετούν τους συμμετέχοντες σε ένα μαγνητικό τομογράφο και καταγράφουν τη νευρωνική δραστηριότητα τους, καθώς λαμβάνουν επώδυνα σοκ ή ενώ παρατηρούν άλλους να λαμβάνουν επώδυνα σοκ.

Σε πρόσφατες μελέτες ανακάλυψαν ότι αυτές οι ενεργοποιήσεις μπορεί να αλλοιωθούν τεχνητά. Συγκεκριμένα, δίνοντας στους συμμετέχοντες placebo παυσίπονα, εμφανίστηκε μειωμένη ενεργοποίηση στις περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με τον πόνο και την ενσυναίσθηση για τον πόνο. Επιπλέον, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι οπιοειδείς αναστολείς μπορεί να εμποδίσουν τη μείωση του placebo τόσο στην απόκριση του πόνου του ίδιου του ατόμου, καθώς και την ενσυναισθητική αντίδραση προς τον πόνο του άλλου.

Μελέτες έχουν επίσης δείξει ότι η γνωστική ενσυναίσθηση, η συναισθηματική ενσυναίσθηση και η συμπόνια, ενεργοποιούν μοναδικά δίκτυα στον εγκέφαλο και ότι αυτή η ενεργοποίηση προβλέπει διαφορετικά συμπεριφορικά αποτελέσματα. Αυτό που κάνει η νευροεπιστημονική έρευνα είναι ότι ουσιαστικά επιβεβαιώνει αυτό που οι κοινωνικοί ψυχολόγοι έχουν προτείνει εδώ και αρκετό καιρό ήδη.

Μια δύναμη για το καλό και το κακό

Ίσως ο καλύτερος τρόπος για να σκεφτεί κανείς την ενσυναίσθηση είναι σαν μια οντότητα ξεχωριστή από την ηθική. Ο ίδιος ο Batson το πρότεινε αυτό σε ένα άρθρο του το 2009, όπου έγραψε: Η ενσυναίσθηση που προκαλείται από τον αλτρουισμό, προτείνουμε, ότι είναι καλύτερο να θεωρείται όχι ως ηθική ή ανήθικη, αλλά ως ουδέτερη.

Η ενσυναίσθηση είναι μια ισχυρή δύναμη, ικανή να κάνει και καλό και κακό. Ορισμένοι ψυχολόγοι πιστεύουν ότι τελικά θα ωφελούσε την ανθρωπότητα, αν την αποφεύγαμε εξ’ ολοκλήρου και στηριζόμασταν στην ορθολογική, αιτιολογημένη σκέψη. Άλλοι βλέπουν μια πιο λεπτή ισορροπία: ότι και τα δύο είναι απαραίτητα για να κάνουν τον κόσμο ένα καλύτερο μέρος. «Αυτό που λέει ο Paul είναι ότι η ενσυναίσθηση που προκαλείται από τον αλτρουισμό δεν είναι απαραίτητα ο καλύτερος τρόπος αν θέλει κάποιος να βρεί ισότητα και δικαιοσύνη στην κοινωνία», λέει ο Batson. Η δική μου προκατάληψη είναι ότι η αιτιολογημένη ηθική σκέψη από μόνη της δεν είναι ούτε αυτή ο καλύτερος τρόπος. Το είδος της αλλαγής για το οποίο μιλάει ο Paul χρειάζεται και τις δύο διαστάσεις να εργάζονται αρμονικά.

Σε γενικές γραμμές, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε πότε να συμπάσχουμε και πότε να αξιολογούμε τα κίνητρα των ανθρώπων που προσπαθούν να μπερδέψουν τα συναισθήματά μας, χρησιμοποιώντας την κρίση μας. Μπορεί τελικά να κάνουμε τον κόσμο μας ένα καλύτερο μέρος, αν μάθουμε να σκεφτόμαστε λογικά στο άκουσμα ιστοριών ορισμένων πολιτικών που στοχεύουν στο συναίσθημά μας.

Επανεξετάζοντας τις διαταραχές της ενσυναίσθησης

Η κοινωνία βάζει συχνά στερεότυπα στα άτομα με αυτισμό και με σύνδρομο Asperger, ως αντικοινωνικά, απαθή και χωρίς ενσυναίσθηση. Τα επιστημονικά στοιχεία, όμως, αποκαλύπτουν ότι ενώ οι άνθρωποι με αυτισμό μπορεί να έχουν δυσκολίες με τη γνωστική ενσυναίσθηση (την κατανόηση του τι αισθάνεται ένα άλλο άτομο), η συναισθηματική ενσυναίσθησή τους όμως (η ικανότητα να αισθάνονται τι αισθάνεται ο άλλος) είναι άθικτη.

Ένα αυξανόμενο σύνολο ερευνών δείχνει ότι η μειωμένη ικανότητα ορισμένων ατόμων με αυτισμό να συμπάσχουν, οφείλεται στην πραγματικότητα στην αλεξιθυμία, μια ξεχωριστή κατάσταση που βλάπτει τη συναισθηματική επεξεργασία. Η αλεξιθυμία είναι παρούσα σε περίπου 10% του γενικού πληθυσμού και περίπου στο ήμισυ των ατόμων με αυτισμό.

Μια μελέτη του 2011, αποκάλυψε ότι η αποφυγή του βλέμματος, η τάση δηλαδή να αφιερώνουν λιγότερο χρόνο στην ανάλυση μερών του προσώπου που εμφανίζουν συναίσθημα, όπως το στόμα και τα μάτια, ήταν ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της αλεξιθυμίας και όχι του αυτισμού.

Σε μια άλλη πρόσφατη μελέτη μια ομάδα νευροεπιστημόνων στην Ιταλία και την Αυστρία διαπίστωσε ότι οι συμμετέχοντες με αυτισμό εμφάνισαν παρόμοιες αποκρίσεις ενσυναίσθησης σε ηθικά διλήμματα, με εκείνους που δεν είχαν την πάθηση. Στην πραγματικότητα, τα άτομα με αυτισμό εμφάνισαν ισχυρότερη συναισθηματική δυσφορία όταν βρέθηκαν αντιμέτωπα με ένα ωφελιμιστικό δίλημμα (θυσιάζοντας έναν για να σώσουν πολλούς) και ήταν λιγότερο πιθανό να υποστηρίξουν τις επιλογές που προκαλούσαν άμεση βλάβη σε ένα άλλο άτομο.

Οι άνθρωποι με ψυχοπάθεια επίσης συχνά ορίζονται ως ανάλγητοι και χωρίς ενσυναίσθηση. Οι δημοφιλείς απεικονίσεις των ψυχοπαθών περιλαμβάνουν τους κατά συρροή δολοφόνους όπως ο φανταστικός Hannibal Lecter.

Τα τελευταία χρόνια, οι ψυχολόγοι έχουν αρχίσει να ερευνούν σε άτομα με ψυχοπάθεια το ζήτημα της στέρησης κατανόησης της ικανότητας του να κατανοούν και να αισθάνονται εντελώς τι νιώθουν οι άλλοι ή απλά αν είναι λιγότερο πιθανό να το πράξουν σε ορισμένες περιπτώσεις.

Τα στοιχεία υποστηρίζουν το τελευταίο. Πρόσφατες μελέτες νευροαπεικόνισης δείχνουν ότι ενώ τα άτομα με υψηλότερα επίπεδα ψυχοπάθειας αναστατώνονται λιγότερο από τα συναισθηματικά ερεθίσματα, όταν προετοιμάζονται να αντιδράσουν σε συναισθηματικά σήματα, οι διαφορές μεταξύ των ψυχοπαθών και των μη ψυχοπαθών εξαφανίζονται σε μεγάλο βαθμό.

Σε μια μελέτη για τον εγκέφαλο του 2013, για παράδειγμα, η ομάδα του Christian Keyser στο Ολλανδικό Ινστιτούτο Νευροεπιστημών, ανακάλυψε σημαντικά λιγότερη νευρωνική δραστηριότητα σε συμμετέχοντες με ψυχοπάθεια που είδαν παθητικά βίντεο της συναισθηματικής αλληλεπίδρασης με χειρονομίες, σε σύγκριση με τα μη-ψυχοπαθή υποκείμενα. Ωστόσο, όταν οι πειραματιστές τους ζήτησαν να συμπάσχουν με τους ηθοποιούς στα βίντεο, αυτές οι διαφορές μειώθηκαν σημαντικά.

Οι ψυχοπαθείς συνθέτουν ένα δυσανάλογα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού των φυλακών. Η κατανόηση των νευροβιολογικών προελεύσεων των ψυχοπαθών μπορεί να βοηθήσει στην αποκατάσταση των παραβατών και τη δημιουργία στρατηγικών έγκαιρης πρόληψης. Αν η ψυχοπάθεια είναι το αποτέλεσμα της μειωμένης τάσης και όχι της έλλειψης της ικανότητας να δείχνουν ενσυναίσθηση, η εκπαίδευση αυτών των ατόμων να ανταποκρίνονται σε συναισθηματικά ερεθίσματα μπορεί να αποτρέψει την αντικοινωνική συμπεριφορά αργότερα στη ζωή τους.


Πηγή: thepsychoblogist.bps.org.uk
Απόδοση – Επιμέλεια: PsychologyΝow.gr

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Παρακολούθηση σχολίων
Ειδοποίηση για
0 Σχόλια
Νεότερο
Το πιο παλιό Περισσότεροι ψήφοι
Inline Feedbacks
Δείτε όλα τα σχόλια