Η εγκεφαλική δραστηριότητα δύο ανθρώπων που επικοινωνούν «συγχρονίζεται» για να επιτρέψει τη μεταξύ τους «σύνδεση».
Οι ρυθμοί των εγκεφαλικών κυμάτων δύο ανθρώπων αρχίζουν να συντονίζονται όταν συζητούν, σύμφωνα με μία νέα μελέτη του Basque Centre on Cognition, Brain and Language (BCBL) της Ισπανίας.
Οι ερευνητές λένε ότι αυτός ο συγχρονισμός μεταξύ των εγκεφάλων μπορεί να είναι κύριος παράγοντας στην κατανόηση της γλώσσας και της διαπροσωπικής επικοινωνίας.
Προηγούμενη έρευνα έδειξε ότι ο εγκέφαλος «συγχρονίζεται» με αυτό που ακούει και προσαρμόζει αντίστοιχα τους ρυθμούς του με το ακουστικό ερέθισμα. Σε αυτήν την νέα έρευνα, οι ερευνητές πήγαν ένα βήμα μακρύτερα και ανέλυσαν ταυτόχρονα την περίπλοκη δραστηριότητα των νευρώνων δύο αγνώστων που μιλάνε για πρώτη φορά.
Βρήκαν ότι κάτι τόσο απλό όσο μία καθημερινή συζήτηση, οδηγεί στην ταυτόχρονη λειτουργία των εγκεφάλων των συμμετεχόντων.
Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι καταγράφοντας την εγκεφαλική ηλεκτρική δραστηριότητα, η νευρωνική δραστηριότητα δύο ανθρώπων που επικοινωνούν «συγχρονίζεται» για να επιτρέψει τη μεταξύ τους «σύνδεση».
«Ο συγχρονισμός αυτός περιλαμβάνει μία δια-εγκεφαλική σχέση που πηγαίνει πέρα από την γλώσσα αυτή καθ’ αυτή και μπορεί να αποτελεί κύριο παράγοντα στις διαπροσωπικές σχέσεις και την κατανόηση της γλώσσας», δήλωσε ο ερευνητής Dr. Jon Andoni Duñabeitia.
Συνολικά, οι ρυθμοί των εγκεφαλικών κυμάτων του ομιλητή και του ακροατή προσαρμόζονται σύμφωνα με τον ήχο των λεκτικών μηνυμάτων που εκφράζονται στην συζήτηση. Αυτό δημιουργεί μία σύνδεση μεταξύ των δύο εγκεφάλων, που αρχίζουν να εργάζονται μαζί προς ένα κοινό στόχο: την επικοινωνία.
«Οι εγκέφαλοι των δύο ανθρώπων έρχονται κοντά χάρη στη γλώσσα και η επικοινωνία δημιουργεί συνδέσεις μεταξύ των ανθρώπων που πηγαίνουν πέρα από αυτό που μπορούμε να αντιληφθούμε από έξω» πρόσθεσε ο ερευνητής. «Μπορούμε να καταλάβουμε αν δύο άνθρωποι συζητάνε μόνο αναλύοντας τα εγκεφαλικά τους κύματα».
Για τους σκοπούς της μελέτης, οι ερευνητές αξιολόγησαν 15 ζευγάρια ανθρώπων του ίδιου φύλου, τελείως αγνώστων μεταξύ τους, που τους χώριζε ένα διαχωριστικό. Αυτό διασφάλιζε ότι η σύνδεση που θα δημιουργείτο, οφειλόταν αποκλειστικά στην επικοινωνία τους.
Χρησιμοποιώντας ένα γραπτό κείμενο, τα μέρη κάθε ζευγαριού συζητούσαν και άλλαζαν μεταξύ τους, τους ρόλους του ομιλητή και του ακροατή.
Μέσω ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος (ΕΕΓ), οι ερευνητές μέτρησαν την κίνηση των εγκεφαλικών κυμάτων των συμμετεχόντων ταυτόχρονα και ανακάλυψαν ότι οι ταλαντώσεις καταγράφονταν την ίδια στιγμή.
«Το να μπορούμε να καταλάβουμε αν δύο άνθρωποι μιλάνε μεταξύ τους και ακόμη και για ποιο θέμα μιλάνε, βασισμένοι αποκλειστικά στην εγκεφαλική τους δραστηριότητα, είναι κάτι πραγματικά υπέροχο. Τώρα μπορούμε να εξερευνήσουμε νέες εφαρμογές, που είναι εξαιρετικά χρήσιμες σε ιδιαίτερα πλαίσια επικοινωνίας, όπως στην περίπτωση ανθρώπων που δυσκολεύονται στην επικοινωνία» είπε ο Duñabeitia.
Στο μέλλον, η κατανόηση αυτής της αλληλεπίδρασης μεταξύ δύο εγκεφάλων θα μπορούσε να επιτρέψει την ανάλυση ιδιαίτερα περίπλοκων πτυχών των πεδίων της ψυχολογίας, κοινωνιολογίας, ψυχιατρικής ή εκπαίδευσης.
«Η απόδειξη της ύπαρξης νευρωνικού συγχρονισμού μεταξύ δύο ανθρώπων που συζητάνε είναι μόνο το πρώτο βήμα», είπε ο ερευνητής Dr. Alejandro Pérez. «Υπάρχουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα και προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν».
Ο Pérez προσθέτει ότι οι δυνατότητες πρακτικής εφαρμογής της έρευνας είναι τεράστιες. Και κατέληξε λέγοντας: «Προβλήματα στην επικοινωνία υπάρχουν κάθε μέρα. Σκοπός μας είναι να εκμεταλλευτούμε όσο μπορούμε περισσότερο αυτήν την ανακάλυψη του δια-εγκεφαλικού συγχρονισμού με στόχο να βελτιώσουμε την επικοινωνία».
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Scientific Reports1.
Απόδοση: Έφη Μεσιτίδου
Πηγή: Sinc
Έρευνα: 1. Brain-to-brain entrainment: EEG interbrain synchronization while speaking and listening
Επιμέλεια: PsychologyNow.gr