Αναρωτηθήκατε ποτέ πόσες σκέψεις περνούν απ’ το νου σας καθημερινά; Αναρωτηθήκατε ποτέ πόσες από αυτές τις σκέψεις είναι αποτέλεσμα εκούσιας προσπάθειάς σας ή πόσες είναι σκέψεις προερχόμενες από το πολιτισμικό πλαίσιο στο οποίο μεγαλώσατε ή και συνεχίζετε να εξελίσσεστε; Αναρωτηθήκατε ποτέ για την ακρίβεια και την εγκυρότητα αυτών των σκέψεων;
Πολλοί από μας δεν έχουμε θέσει αυτά τα ερωτήματα ακόμη περισσότερο δεν έχουμε απαντήσει σε αυτά τα ερωτήματα. Αν προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στο πρώτο ερώτημα θα έρθουμε αντιμέτωποι με μια απάντηση που θα μας εκπλήξει. Στα υπόλοιπα ερωτήματα επίσης δεν μπορούμε να δώσουμε μια απόλυτη και τετελεσμένη απόκριση. Εκείνο που μπορούμε όμως να κάνουμε είναι να διερευνήσουμε.
Οι σκέψεις μας είναι άμεσα αλληλοεξαρτώμενες από το συναίσθημα που βιώνουμε σε μια δεδομένη κατάσταση και από τη συμπεριφορά που επιλέγουμε να έχουμε στην ίδια αυτή κατάσταση. Μέσα σε αυτή την αλληλεξάρτηση μπορούμε να δούμε μια ολόκληρη ιστορία να ξεδιπλώνεται. Το συναίσθημα μας είναι ο οδηγός για την ανακάλυψη των σκέψεων που περνούν απ’ το νου μας και την απεικόνιση ενός μωσαϊκου από αυτές τις σκέψεις.
Φανταστείτε για παράδειγμα ότι στέκεστε σε μια πεζοδιάβαση και θέλετε να περάσετε στο απέναντι πεζοδρόμιο. Το δρόμο διασχίζουν αυτοκίνητα των οποίων οι οδηγοί δεν ενδιαφέρονται ή δεν έχουν το νου τους σε εσας που πασχίζετε να περάσετε απέναντι. Κοιτάτε υπομονετικά δεξιά και αριστερά μέχρι να παύσει η κίνηση ή να δείτε κάποιο φιλότιμο οδηγό να μειώνει ταχύτητα και να σας γνέφει με το χέρι. Τι είναι αυτό που σας κρατάει σε αυτή τη καρτερική αναμονή;
Οι περισσότεροι απο μας θα απαντήσουμε λίγο ή πολύ ότι δε θέλω να με πατήσουν, θα τραυματιστώ, θα με σκοτώσουν αν δοκιμάσω να περάσω αδιάφορα απέναντι. Αυτά είναι λοιπόν σκέψεις. Σκέψεις οι οποίες άμεσα συνδέονται με το συναίσθημα του φόβου. Συγκεκριμένα φοβάμαι ότι θα με πατήσουν.
Και αυτά συνδέονται άμεσα με την στάση μας να ελέγξουμε το δρόμο και να αναμένουμε μέχρι να κοπάσει η ροή της κυκλοφορίας. Αυτή είναι μια συμπεριφορά άμεσα συνδεδεμένη με το συναίσθημα του φόβου και τις σκέψεις θα με πατήσουν ή θα τραυματιστώ. Το συναίσθημα λοιπόν είναι ο οδηγός για να ανακαλύψουμε όλες εκείνες τις σκέψεις που περνούν απ’ το νου μας και τις συμπεριφορές που επιλέγουμε σε μια δεδομένη περίσταση.
Οι περισσότεροι από μας δεν καταβάλλουμε καμια προσπάθεια ώστε να επιλέξουμε αυτή τη συμπεριφορά. Είναι μαθημένη από την παιδική μας ηλικία. Είναι μια αυτοματοποιημένη συμπεριφορά την οποία έχουμε υιοθετήσει και πλέον χωρίς καμιά αξιολόγηση την εκτελούμε.
Αν παρατηρήσουμε ένα παιδί που τώρα μαθαίνει ουσιαστικά να διασχιζει τον ίδιο δρόμο, μπορούμε να φανταστούμε ότι αυτό το παιδί καταβάλει προσπάθεια ώστε να θυμηθεί τις διδαχές του γονέα που του λέει πρέπει να κοιτάς το δρόμο πριν περάσεις απέναντι γιατί οι οδηγοί μπορεί να είναι αφηρημένοι.
Το παιδί αυτό καταβάλει μια εκούσια προσπάθεια στα πρώτα του βήματα ανακαλώντας τις διδαχές ή και τις νουθεσίες του γονέα. Μετά από αρκετή έκθεση και εξάσκηση όλη αυτή η διαδικασία θα είναι το ίδιο αυτοματοποιημένη όσο είναι και στους ενήλικες και μάλλον θα είναι χάσιμο χρόνου να σκέφτεται όλα αυτά.
Οι σκέψεις και τα συναισθήματα έβαλαν το χεράκι τους ώστε να αποφύγουμε να μας πατήσουν τα αυτοκίνητα. Ο φόβος λειτούργησε προστατευτικά καθώς οι σκέψεις μας μπορούν να αποδειχθούν έγκυρες και αρκετά ακριβείς ειδικά αν διασχίζουμε μεγάλους αστικούς δρόμους. Τι γίνεται όμως αν ο φόβος, η θλίψη, το άγχος ο θυμός βιώνονται ως οδυνηρά συναισθήματα από κάποιον.
Εξακολουθώ να πιστεύω ότι διατηρούν την ίδια προστατευτική τους δράση. Πιστεύω ότι τα οδυνηρά συναισθήματα και οι συνοδές σκέψεις και συμπεριφορές αποτελούν μοχλούς κινητοποίησης ώστε κάποιος να προστατευτεί, να αναζητήσει βοήθεια, να προσπαθήσει να σχεδιάσει ένα ασφαλές για εκείνον μέλλον.
Την ίδια στιγμή πιστεύω στη δύναμη που έχει η δεξιότητα να εντοπίζω τις σκέψεις που συνδέονται με το εκάστοτε συναίσθημα προκειμένου να ισορροπήσω και να δω τα πράγματα με ένα πιο αντικειμενικό τρόπο.
Όταν είμαστε συναισθηματικά φορτισμένοι ο νους μας έχει την τάση να εστιάζει σε όλα εκείνα τα στοιχεία που επιβεβαιώνουν κατά κάποιο τρόπο τη συναισθηματική μας φόρτιση. Οι επιλογές που κάνουμε όντας υπό συναισθηματική πίεση ακόμη και αν αυτή είναι ένας έντονος ενθουσιασμός δεν είναι ποτέ επιλογές που θα μας ικανοποιήσουν ή θα μας βοηθήσουν.
Για παράδειγμα η Μαρία βρίσκεται στο σπίτι με το σύντροφό της Τάσο και συζητούν για μια κοινή τους φίλη η οποία αντιμετωπίζει παρόμοιες δυσκολίες στη δουλειά με τη Μαρία. Ο Τάσος λέει στη σύντροφό του η φίλη μας είναι αδύναμη, δεν μπορεί να ανταπεξέλθει.
Η Μαρία αναπτύσσει το συναίσθημα του θυμού. Περνάει απ’ το νου της ότι ο Τάσος αδικεί τη φίλη τους. Έπειτα στεναχωριέται και απογοητεύεται καθώς σκέφτεται ακούσια το ίδιο πιστεύει και για ‘μενα που αντιμετωπίζω την ίδια δυσκολία. Είμαι αδύναμη. Η Μαρία σηκώνεται αιφνίδια από τον καναπέ και αποσύρεται στη κουζίνα μόνη της και έντονα πληγωμένη.
Αυτά τα συναισθήματα είναι έντονα δυσφορικά. Αλληλεπιδρούν με σκέψεις για τις οποίες η ακρίβειά και η εγκυρότητά τους ίσως να είναι περιορισμένη. Ίσως αυτές οι σκέψεις να μην είναι 100% ακριβείς.
Αυτά όμως τα συναισθήματα ενώ μπορεί να είναι επώδυνα τη δεδομένη στιγμή, είναι κινητοποιητικά ώστε να βοηθήσουν τη Μαρία να ρωτήσει αρχικά το σύντροφό της αν πιστεύει κάτι τέτοιο και για την ίδια. Ταυτόχρονα μπορούν να βοηθήσουν να αξιολογηθεί κατά πόσο όντως μπορεί η ίδια να παραγνωρίζει κάποιες πληροφορίες που την καθιστούν μάλλον όχι αδύναμη.
Τα παραπάνω δεν υπόσχονται την εξαφάνιση απαραίτητα ενός συναισθήματος αλλά προωθούν την ισορροπία του και την διερεύνηση εναλλακτικών εξηγήσεων και συμπεριφορών. Η άμεση αλληλεξάρτηση και η χαρτογράφηση των σκέψεων μας για μια δεδομένη στιγμή παρέχει τη δύναμη να ισορροπήσουμε το συναίσθημά μας και να επιλέξουμε την καταλληλότερη απάντηση και συμπεριφορά προκειμένου να πάμε παρακάτω.
*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*