Οι ερευνητές στρέφονται στην κατανόηση της βάσης της ενδοδεκτικότητας για να απαντήσουν σε ερωτήσεις-κλειδιά για τις διατροφικές διαταραχές, την παχυσαρκία, την τοξικοεξάρτηση και μια πληθώρα άλλων ασθενειών.
Η Ενδοδεκτικότητα (interoception) είναι η επίγνωση της φυσιολογικής κατάστασης μας, είναι ο τρόπος με τον οποίο τα ζώα και οι άνθρωποι ξέρουν ότι είναι πεινασμένοι ή διψασμένοι και ο τρόπος με τον οποίο καταλαβαίνουν ότι έχουν φάει ή πιει αρκετά.
Αλλά το πώς ακριβώς ο εγκέφαλος εκτιμά την κατάσταση του σώματος και αντιδρά σε αυτή, παραμένει ασαφές.
Σε μια έρευνα που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Neuron, νευροεπιστήμονες από το Ιατρικό Κέντρο Beth Israel Deaconess (BIDMC) ρίχνουν φως σε αυτή τη διαδικασία, υποδεικνύοντας ότι ο νησιωτικός φλοιός ελέγχει το πώς ερμηνεύονται τα σήματα από το σώμα και ποιες ενέργειες διενεργεί μετά.
Η εργασία τους είναι το πρώτο βήμα προς την κατανόηση της νευρικής βάσης της ενδοδεκτικότητας, που με τη σειρά της θα μπορούσε να επιτρέψει στους ερευνητές να θέσουν επί τάπητος τις ερωτήσεις-κλειδιά που συνδέονται με τις διατροφικές διαταραχές, την παχυσαρκία, την τοξικοεξάρτηση και μια πληθώρα άλλων ασθενειών.
Διαβάστε σχετικά: Βουλιμία και υπερφαγία: όταν το φαγητό γίνεται εμμονή
Χρησιμοποιώντας ένα νέο μοντέλο που ανέπτυξαν στο εργαστήριο, οι ερευνητές κατέγραψαν τη δραστηριότητα εκατοντάδων ατομικών εγκεφαλικών κυττάρων στο νησιωτικό φλοιό ποντικιών για να καθορίσουν ακριβώς τι συμβαίνει στα πεινασμένα ζώα ενώ τρώνε.
Η ομάδα παρατήρησε ότι όταν τα ποντίκια δεν είχαν φάει για πολλές ώρες, το μοτίβο της δραστηριότητας των νευρώνων του νησιωτικού φλοιού, ταυτιζόταν με τα τρέχοντα επίπεδα πείνας. Ενώ τα ποντίκια έτρωγαν, αυτό το μοτίβο σταδιακά άλλαξε με το πέρασμα των ωρών σε ένα νέο μοτίβο, αντανακλώντας τον κορεσμό.
Όταν στη συνέχεια, έδειξαν στα ποντίκια ένα οπτικό σήμα που προέβλεπε την επικείμενη διαθεσιμότητα τροφής- όμοιο με το να δει ένα άτομο μια διαφήμιση φαγητού ή το λογότυπο ενός εστιατορίου– ο νησιωτικός φλοιός φάνηκε να προσομοιάζει την μελλοντική κορεσμένη κατάσταση για μερικά δευτερόλεπτα, και μετά επέστρεψε σε ένα μοτίβο δραστηριότητας που συνδέεται με την πείνα.
Τα ευρήματα επιβεβαίωσαν τις ερευνητικές υποθέσεις ότι ο νησιωτικός φλοιός εμπλέκεται στο πώς θα νιώθουμε αφού έχουμε φάει ή πιει.
Είναι σαν ο νησιωτικός φλοιός να εκτιμά, ή να προσομοιάζει, στα γρήγορα τις φυσιολογικές συνέπειες της κατανάλωσης ενός γεύματος, υποστηρίζουν οι ερευνητές. Σε κατάσταση πείνας, αυτό θα ήταν μια προσομοίωση κορεσμού. Αλλά όταν σκεφτόμαστε να φάμε ή όχι, ενώ δεν πεινάμε, για παράδειγμα όταν τρώμε επιδόρπιο μετά από ένα μεγάλο γεύμα, αυτή θα μπορούσε να είναι μια προσομοίωση των επιπτώσεων της υπερβολικής κατανάλωσης φαγητού.
Η ερευνητική υπόθεσή μας ήταν ότι όταν η δραστηριότητα του νησιωτικού φλοιού αλλάζει από ένα μοτίβο που αντανακλά την τρέχουσα σωματική κατάσταση σε ένα μοτίβο που αντανακλά μια μελλοντική κατάσταση κορεσμού, το μέγεθος της αλλαγής στην πραγματικότητα προβλέπει πόση επιβράβευση θα προσφέρει η κατανάλωση του φαγητού.
Ένα δεύτερο πείραμα στο οποίο έδειξαν νερό σε διψασμένα ποντίκια, απέφερε σχεδόν ολόιδια αποτελέσματα – με μια σημαντική διαφορά. Τα μοτίβα της δραστηριότητας που σχετίζονται με την πείνα και τη δίψα ήταν αρκετά διαφορετικά, επιτρέποντας στο νησιωτικό φλοιό να επιτηρεί πολλαπλές καταστάσεις του σώματος ταυτόχρονα.
Ένα ακόμα εύρημα που προκάλεσε έκπληξη ήταν ότι η δραστηριότητα του νησιωτικού φλοιού που αντανακλά τη σωματική κατάσταση ήταν ανεξάρτητη από τον υποθάλαμο, που κανονικά θεωρείται ως ο μεγάλος ρυθμιστής των καταστάσεων φυσιολογικών αναγκών στον εγκέφαλο, υποστηρίζουν οι ερευνητές.
Διαβάστε σχετικά: Χρήση ουσιών επί της ουσίας
Σε αντίθεση με αυτό, βρήκαμε ότι ακόμα και όταν ενεργοποιούμε τεχνητά τον υποθάλαμο με ένα τρόπο που αναγκάζει τα κορεσμένα ποντίκια να φάνε, η δραστηριότητα του νησιωτικού φλοιού δεν μπορεί να ξεγελαστεί και αντανακλά ακόμα την τρέχουσα φυσιολογική κατάσταση του σώματος.
Οι ερευνητές στη συνέχεια σχεδιάζουν να χειραγωγήσουν κατευθείαν συγκεκριμένα μοτίβα της δραστηριότητας του νησιωτικού φλοιού με το στόχο να αλλάξουν την πρόβλεψη που κάνει ο εγκέφαλος όταν του παρουσιάζεται φαγητό ή νερό, κάνοντας έτσι το φαγητό και το ποτό να προσφέρουν περισσότερη ή λιγότερη ευχαρίστηση.
Αν αυτή η προσέγγιση είναι επιτυχής, ίσως αποτελέσει μια παρέμβαση που θα μπορούσε να μειώσει την αναζήτηση ανθυγιεινών επιβραβεύσεων (όπως ανθυγιεινά φαγητά ή ναρκωτικά που οδηγούν σε κατάχρηση) χωρίς να επηρεάζεται η αναζήτηση άλλων, πιο υγιεινών επιβραβεύσεων. Μια τέτοια παρέμβαση θα μπορούσε δυνητικά να έχει μεγάλη αξία στην ιατρική και την ψυχιατρική, υποστηρίζουν οι ερευνητές.
Πηγή: Science Daily
Έρευνα: bidmc.org
Απόδοση: Μαρία Τομπουλίδη – Φοιτήτρια Ψυχολογίας
Επιμέλεια: PsychologyNow.gr