Τα ευρήματα αυτά είναι τα πρώτα που αποδεικνύουν ότι η μη-συναισθηματική εκπαίδευση, μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένες αντιδράσεις του εγκεφάλου σε συναισθηματικές εκδηλώσεις και να αλλάξει τις συνδέσεις του εγκεφάλου, λέει η Dr. Noga Cohen.
Οι αλλαγές που φανερώθηκαν συνοδεύτηκαν από την ενίσχυση των νευρικών συνδέσεων μεταξύ των εγκεφαλικών περιοχών που εμπλέκονται στην αναστολή συναισθηματικών αντιδράσεων.
Οι ερευνητές ελπίζουν να εξετάσουν τον αντίκτυπο αυτής της μη-συναισθηματικής εκπαίδευσης στα άτομα που πάσχουν από κατάθλιψη ή άγχος. Μπορεί επίσης να είναι βοηθητικό και για όσους διατρέχουν υψηλό κίνδυνο να αναπτύξουν υψηλή πίεση μέσα από τις συναισθηματικές αντιδράσεις του, όταν δέχονται πληροφορίες.
Τέτοιες μελλοντικές κατευθύνσεις μπορούν να αποφέρουν σημαντικά θετικές κλινικές επιπτώσεις σε ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού, εξηγούν οι ερευνητές.
Αυτή η νοητική άσκηση μπορεί εύκολα να χρησιμοποιηθεί σε διαφορετικούς πληθυσμούς, όπως είναι τα παιδιά, οι ηλικιωμένοι ενήλικες και τα άτομα με νευρολογικές ή ψυχιατρικές διαταραχές.
Στη μελέτη, οι εγκέφαλοι των 26 υγιών εθελοντών παρακολουθήθηκαν δύο φορές, πριν και μετά τη μηχανογραφημένη εκπαίδευση. Η εκπαίδευση αφορά σε μία απλή άσκηση, η οποία διεξήχθη τρεις φορές την ημέρα για περίπου 15 λεπτά, για έξι ημέρες. Κατά τη διάρκεια της άσκησης, οι συμμετέχοντες έπρεπε να προσδιορίσουν εάν ένα βέλος δείχνει προς τα δεξιά ή προς τα αριστερά, αγνοώντας την κατεύθυνση των βελών σε κάθε πλευρά.
Το κεντρικό βέλος θα μπορούσε να δείχνει προς την ίδια κατεύθυνση, όπως τα γειτονικά βέλη (àààààή ßßßß)ή στην αντίθετη κατεύθυνση (ßßàßß ή ààßàà). Στους μισούς από τους συμμετέχοντες έγινε μια έντονη εκπαίδευση στην οποία το 80% των δοκιμών ήταν με τα αντίθετα βέλη (ßßàßß ή ààßàà). Οι άλλοι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν μια ευκολότερη διάσταση της άσκησης ελέγχου στην οποία μόνο το 20% των δοκιμών περιείχε αντίθετα βέλη.
Οι ερευνητές πραγματοποίησαν μια fMRI σάρωση όταν οι συμμετέχοντες ήταν ήρεμοι για να αξιολογήσουν τις συνδέσεις μεταξύ των περιοχών του εγκεφάλου κατά τη διάρκεια που δεν εκτελούσαν μία συγκεκριμένη εργασία και αργότερα, κατά τη διάρκεια μιας συναισθηματικής άσκησης στην οποία οι συμμετέχοντες έπρεπε να αγνοήσουν την προβολή αρνητικών εικόνων, που χρησιμοποιούνται στη μελέτη συναισθημάτων.
Όπως ήταν αναμενόμενο, οι συμμετέχοντες οι οποίοι ολοκλήρωσαν την πιο έντονη εκδοχή της εκπαίδευσης (αλλά όχι οι άλλοι συμμετέχοντες) έδειξαν μειωμένη ενεργοποίηση της αμυγδαλής τους (μια περιοχή του εγκεφάλου που εμπλέκονται τα αρνητικά συναισθήματα, συμπεριλαμβανομένων της θλίψης και του άγχος). Επιπλέον, η έντονη εκπαίδευση οδήγησε σε αυξημένη συνδεσιμότητα μεταξύ της αμυγδαλής των συμμετεχόντων και μια περιοχής στον μετωπιαίο φλοιό που φαίνεται να εμπλέκεται στη ρύθμιση του συναισθήματος, είπε η Dr. Cohen.
Ελπίζουμε ότι οι τρέχουσες εργασίες θα οδηγήσουν σε περαιτέρω έλεγχο και ενδεχομένως στην ανάπτυξη αποτελεσματικών παρεμβάσεων για τα άτομα που πάσχουν από δυσπροσαρμοστική συναισθηματική συμπεριφορά, λέει η Dr. Cohen. Αν και αναγνωρίζουμε τους περιορισμούς της μελέτης αυτής, η οποία βασίστηκε σε ένα σχετικά μικρό αριθμό υγιών συμμετεχόντων και επικεντρώθηκε σε βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα της εκπαίδευσης, μπορεί να αποβεί αποτελεσματική για τα άτομα που πάσχουν από συναισθηματική δυσλειτουργία.
Μια προηγούμενη μελέτη με επικεφαλείς τους ίδιους ερευνητές έχει ήδη δείξει ότι τέτοιου είδους εκπαίδευση, μπορεί να μειώσει την τάση βύθισης των ανθρώπων σε έναν φαύλο κύκλο αρνητικής σκέψης σχετικά με ένα δυσάρεστο ή τραυματικό γεγονός ζωής.
Πηγή: Ben-Gurion University of the Negev
Πηγή έρευνας: NeuroImage
Απόδοση – Επιμέλεια: PsychologyNow.gr