Λιγότερη από μία ώρα εκγύμνασης του εγκεφάλου με τη μέθοδο της νευροανάδρασης μπορεί να οδηγήσει στην ενίσχυση των νευρικών συνάψεων και την αποτελεσματική επικοινωνία μεταξύ των περιοχών του εγκεφάλου.
Αυτό είναι το κύριο εύρημα μιας νέας μελέτης, η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Neuroimage. Σύμφωνα με τους ερευνητές, η μελέτη μπορεί να ανοίξει το δρόμο για τη βελτιστοποίηση και την ανάπτυξη θεραπευτικών προσεγγίσεων κατά των εγκεφαλικών επεισοδίων και της νόσου του Πάρκινσον, για παράδειγμα.
Γνωρίζαμε ότι ο εγκέφαλος διαθέτει μια καταπληκτική ικανότητα να μαθαίνει να κάνει πράγματα, ωστόσο δεν ήμασταν σίγουροι ότι θα μπορούσαμε να διαπιστώσουμε τέτοιες αλλαγές σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Η κατανόηση του πώς μπορούμε να επηρεάσουμε την «καλωδίωση» και τη λειτουργία του εγκεφάλου αποτελεί το κλειδί για τη θεραπεία των νευρολογικών διαταραχών, υποστηρίζουν οι ερευνητές.
Η νευροανάδραση θεωρείται ως μια πολλά υποσχόμενη μέθοδος για τη ρύθμιση των δυσλειτουργικών περιοχών του εγκεφάλου που σχετίζονται με διαταραχές, όπως για παράδειγμα ο χρόνιος πόνος και η κατάθλιψη. Μέσω αυτής της τεχνικής, ο εξοπλισμός απεικόνισης μαγνητικού συντονισμού βοηθά τα άτομα να έχουν πρόσβαση στην εγκεφαλική τους δραστηριότητα σε πραγματικό χρόνο και να αποκτήσουν γρήγορα τον έλεγχό της.
Στόχος της μελέτης στην οποία συμμετείχαν τριάντα έξι υγιείς ενήλικες ήταν να αυξηθεί η δραστηριότητα των περιοχών του εγκεφάλου οι οποίες σχετίζονται με τις κινήσεις των χεριών. Ωστόσο, αντί να μετακινήσουν πραγματικά το χέρι τους, οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να φανταστούν μόνο την κίνηση, ενώ βρίσκονταν σε απόλυτη ανάπαυση. Δεκαέξι από αυτούς υπεβλήθησαν στη διαδικασία πραγματικής «εκγύμνασης» του εγκεφάλου και οι υπόλοιποι δεκαεπτά υπεβλήθησαν στη διαδικασία εικονικής νευροανάδρασης (placebo) για σκοπούς σύγκρισης.
Πριν και αμέσως μετά την «εκγύμναση» του εγκεφάλου, η οποία διήρκεσε περίπου 30 λεπτά, πραγματοποιήθηκε σάρωση των νευρωνικών δικτύων του εγκεφάλου τους με στόχο τη διερεύνηση της επίδρασης της μεθόδου της πραγματικής νευροανάδρασης ή της εικονικής νευροανάδρασης στην «καλωδίωση» και την επικοινωνία των περιοχών του εγκεφάλου, γνωστές και ως δομική και λειτουργική συνδεσιμότητα αντίστοιχα.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το μεσολόβιο – ο κύριος εγκεφαλικός σύνδεσμος που συνδέει το δεξί και το αριστερό ημισφαίριο – παρουσίασε αυξημένη ακεραιότητα και ενισχύθηκε επίσης το νευρωνικό δίκτυο που ελέγχει τις κινήσεις του σώματος. Φαίνεται ότι όλο το σύστημα έγινε πιο ισχυρό. Παρομοίως, η «εκγύμναση» του εγκεφάλου είχε επίσης θετικό αντίκτυπο στο δίκτυο του προεπιλεγμένου τρόπου λειτουργίας, ένα δίκτυο του εγκεφάλου το οποίο ενδεχομένως να είχε εξασθενήσει, για παράδειγμα, μετά από ένα εγκεφαλικό επεισόδιο, τη νόσο του Πάρκινσον και την κατάθλιψη. Αυτές οι αλλαγές δεν παρατηρήθηκαν στην ομάδα ελέγχου.
Τα ευρήματα της μελέτης έδειξαν ότι η μέθοδος της νευροανάδρασης μπορεί να θεωρηθεί ισχυρό εργαλείο για την πρόκληση επιθυμητών αλλαγών στον εγκέφαλο σε χρόνο ρεκόρ. Στόχος μας είναι να αναπτύξουμε νέες μελέτες προκειμένου να ερευνήσουμε αν μπορούν επίσης και οι ασθενείς με νευρολογικές διαταραχές να επωφεληθούν από αυτή, καταλήγουν οι ερευνητές.
Μελέτη: Structural and functional connectivity changes in response to short-term neurofeedback training with motor imagery
Απόδοση: Ραφαέλα Βουδουραγκάκη
Επιμέλεια: PsychologyNow.gr