Οι άνθρωποι μαθαίνουν ότι το να ανέχονται λίγη δυσφορία, είναι ένα τίμημα που αξίζει να πληρώσουν για να ζήσουν τη ζωή τους ολοκληρωμένα και σύμφωνα με τις αξίες τους.
Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν βιώσει, ως ένα βαθμό, το κοινωνικό άγχος, είτε πριν από κάποια επαγγελματική παρουσίαση, είτε πριν το πρώτο ραντεβού ή κάνοντας νέες γνωριμίες. Ενώ η εμπειρία του κοινωνικού άγχους, αυτή καθαυτή, συχνά δεν είναι προβληματική, η αντίδρασή μας στο άγχος είναι αυτή που δημιουργεί τη διαταραχή. Το ερώτημα λοιπόν που προκύπτει είναι πότε το κοινωνικό άγχος μετατρέπεται σε διαταράχη;
Σύμφωνα με το DSM-5, η συχνότητα του άγχους και η επίδρασή του στη ζωή του ατόμου αποτελεί διαταραχή.
Συγκεκριμένα, το DSM-5 ορίζει τη Διαταραχή Κοινωνικού Άγχους (SAD) ως:
-
- Τη συχνή εμπειρία έντονου φόβου για κοινωνικές συναναστροφές όπου κάποιος θα μπορούσε να εκτεθεί σε κριτική ή απόρριψη από άλλους.
-
- Τη σημαντική βλάβη που προκαλεί στη ζωή του ατόμου το κοινωνικό άγχος και τη σχετιζόμενη αποφυγή τέτοιων καταστάσεων.
Το κοινωνικό άγχος είναι η τέταρτη πιο συχνή ψυχική διαταραχή μετά την κατάθλιψη, τη χρήση αλκοόλ και συγκεκριμένα είδη φοβιών. Περίπου το 12,1% του γενικού πληθυσμού θα εμφανίσει κοινωνικό άγχος στη ζωή του (Kessler et al., 2012).
Υπάρχουν πολλές συνυπάρχουσες με το κοινωνικό άγχος διαταραχές, εκ των οποίων η κατάθλιψη και οι διαταραχές κατανάλωσης αλκοόλ είναι οι πιο συχνές. Τα άτομα με διαταραχές διατροφής, ψύχωση ή διαταραχές του φάσματος του αυτισμού έχουν επίσης αυξημένο ποσοστό κοινωνικού άγχους σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό.
Τελευταία, υπήρξε έντονο ενδιαφέρον για τον ρόλο της ρύθμισης του συναισθήματος στο κοινωνικό άγχος. Συναισθηματική ρύθμιση είναι η προσπάθεια που καταβάλλεται για να επηρεαστούν συγκεκριμένα συναισθήματα που έχει κάποιος, όσον αφορά την έναρξη, τον τερματισμό και τον τρόπο που αυτά βιώνονται ή εκφράζονται (ή και όχι). (Jazaieri et al., 2014, p. 2).
Το μοντέλο της διαδικασίας ρύθμισης συναισθημάτων (Gross, 1998) αναφέρεται σε πέντε διαφορετικά στάδια, όπου μπορούν να εφαρμοστούν οι διάφορες στρατηγικές που θα επηρεάσουν τη συναισθηματική εμπειρία και έκφραση κάποιου. Αυτό το μοντέλο συναισθηματικής ρύθμισης είναι χρήσιμο στον εντοπισμό των παραγόντων που διατηρούν το κοινωνικό άγχος και εξηγεί γιατί αυτό συνυπάρχει με άλλες διαταραχές.
Σε ένα πιο πρόσφατο μοντέλο κοινωνικού άγχους, οι Heimberg, Brozovich και Rapee (2010) εντοπίζουν τον τρόπο με τον οποίο οι στρατηγικές ρύθμισης των συναισθημάτων και τα ελλείμματα κατά την εφαρμογή τους εμπλέκονται στο κοινωνικό άγχος κατά τη διάρκεια των επιμέρους σταδίων της συναισθηματικής ρύθμισης:
1. Επιλογή κατάστασης: Η επιλογή των καταστάσεων που προσεγγίζουμε και, στην περίπτωση κάποιου με κοινωνικό άγχος, η επιλογή να αποφύγουμε ένα κοινωνικό γεγονός για να γλιτώσουμε την ταλαιπωρία που μπορεί να προκύψει με την κοινωνικοποίηση.
2. Τροποποίηση κατάστασης: Τροποποίηση ορισμένων παραμέτρων του κοινωνικού γεγονότος για να αλλάξουμε την εμπειρία μας, όπως το να σταθούμε στην πιο απομακρυσμένη γωνία για αποφυγή αλληλεπίδρασης με άλλους.
3. Ανάπτυξη προσοχής: Εστίαση σε συγκεκριμένα εσωτερικά ή εξωτερικά στοιχεία, όπως δυσάρεστες σωματικές εκδηλώσεις (π.χ. ταχυκαρδία, αδιάφορο πρόσωπο) ή στο πώς αντιδρούν οι άλλοι στη συνομιλία.
4. Γνωστική αλλαγή: Ερμηνεία μιας κατάστασης, όπως π.χ. όταν θεωρούμε ότι ένας συνομιλητής μας δεν ενδιαφέρεται για τη συνομιλία μας επειδή αποσπάται η προσοχή του.
5. Διαμόρφωση απόκρισης: Όλα τα παραπάνω στάδια μπορούν να προκαλέσουν μια σειρά συναισθηματικών αντιδράσεων όπως το άγχος. Πολλοί άνθρωποι, αντί να αποδεχτούν την εμπειρία, προσπαθούν να την αλλάξουν ή να την αποκρύψουν, είτε αποφεύγοντας είτε καταπιέζοντας τα συναισθήματα.
Σε όλα τα στάδια της ρύθμισης των συναισθημάτων, η συχνή επιλογή, κατά βάση, της ίδιας στρατηγικής (π.χ. αποφυγή) και η μη ευέλικτη εφαρμογή ποικίλων άλλων στρατηγικών είναι προβληματική. Το κοινωνικό άγχος έχει συσχετιστεί με την υποαξιοποίηση της γνωστικής επανεκτίμησης και την υπερβολική χρήση της συναισθηματικής καταστολής (Jazaieri et al., 2014).
Γνωστική επανεκτίμηση: Συμπεριλαμβανόμενη στο στάδιο της γνωστικής αλλαγής της ρύθμισης των συναισθημάτων, η γνωστική επανεκτίμηση είναι μια προσπάθεια αναδιαμόρφωσης σκέψεων ή συμπερασμάτων σχετικά με μια κατάσταση. Για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να αλλάξει την αρχική αντίδρασή του «Αυτή η παρουσίαση ήταν απόλυτη αποτυχία» σε κάτι πιο ρεαλιστικό όπως «Μπέρδεψα τα λόγια μου στην αρχή, αλλά η υπόλοιπη παρουσίαση ήταν ικανοποιητική».
Συναισθηματική καταστολή: Συμπεριλαμβανόμενη στο στάδιο διαμόρφωσης απόκρισης της ρύθμισης συναισθημάτων, η συναισθηματική καταστολή είναι μια προσπάθεια ελέγχου του συναισθήματος που εκφράζεται εξωτερικά. Για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να προσπαθεί να κρύψει το άγχος του κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης εργασίας και, ενδεχομένως, να δίνει την εντύπωση του δύσκαμπτου και αδιάφορου.
Οι δυσπροσαρμοστικές στρατηγικές ρύθμισης συναισθημάτων, πέρα από την αύξηση του άγχους που επιφέρουν μακροπρόθεσμα, μπορεί επίσης να σχετίζονται με την τάση που έχουν τα άτομα με κοινωνικό άγχος να βιώνουν λιγότερο θετικά και περισσότερο αρνητικά συναισθήματα.
Για παράδειγμα, μια μελέτη διαπίστωσε ότι οι συμμετέχοντες με υψηλό κοινωνικό άγχος χρησιμοποιούσαν συναισθηματική καταστολή συχνότερα και βίωναν λιγότερα θετικά συναισθήματα και θετικά κοινωνικά γεγονότα (Farmer & Kashdan, 2012).
Το χαμηλό θετικό συναίσθημα, η γνωστική επανεκτίμηση και η συναισθηματική καταστολή εμπλέκονται επίσης στην κατάθλιψη, γεγονός που θα μπορούσε να εξηγήσει τα υψηλά ποσοστά συννοσηρότητας μεταξύ της διαταραχής του κοινωνικού άγχους και της κατάθλιψης (Dryman & Heimberg, 2018).
Η κατανόηση των μηχανισμών που διέπουν το κοινωνικό άγχος είναι κρίσιμη για τη δημιουργία αποτελεσματικών θεραπειών. Αυτές οι ψυχοθεραπείες επικεντρώνονται και στις γνωστικές παραμορφώσεις (π.χ. μη ρεαλιστικές κοινωνικές προσδοκίες, υπερεκτίμηση των αρνητικών συνεπειών, επεξεργασία μετά το γεγονός, αυτο-εστιασμένη προσοχή) και στις δυσπροσαρμοστικές συμπεριφορές (π.χ. αποφυγή κοινωνικών καταστάσεων, συμπεριφορές ασφάλειας όπως η χρήση ουσιών), που διατηρούν τα συμπτώματα κοινωνικού άγχους.
Οι συμπεριφορικές θεραπείες συνήθως περιλαμβάνουν θεραπεία έκθεσης, όπου το άτομο εκτίθεται στοχευμένα σε καταστάσεις που προκαλούν άγχος. Η έκθεση που γίνεται σε θεραπευτικό πλαίσιο μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους να συνειδητοποιήσουν ότι οι καταστάσεις που τους φοβίζουν δεν συμβαίνουν τόσο συχνά όσο πίστευαν και ότι, όταν συμβαίνουν, είναι σε καλύτερη θέση να τις αντιμετωπίσουν και να ανταποκριθούν συναισθηματικά.
Το πιο σημαντικό είναι ότι οι άνθρωποι μαθαίνουν ότι το να ανέχονται λίγη δυσφορία είναι ένα τίμημα που αξίζει να πληρώσουν για να ζήσουν τη ζωή τους ολοκληρωμένα και σύμφωνα με τις αξίες τους.
Αναφορές:
-
- Dryman, M. T., & Heimberg, R. G. (2018). Emotion regulation in social anxiety and depression: a systematic review of expressive suppression and cognitive reappraisal. In Clinical Psychology Review (Vol. 65, pp. 17–42). Elsevier Inc. https://doi.org/10.1016/j.cpr.2018.07.004
-
- Farmer, A. S., & Kashdan, T. B. (2012). Social anxiety and emotion regulation in daily life: Spillover effects on positive and negative social events. Cognitive Behaviour Therapy, 41(2), 152–162. https://doi.org/10.1080/16506073.2012.666561
-
- Gross, J. J. (1998). Antecedent-and Response-Focused Emotion Regulation: Divergent Consequences for Experience, Expression, and Physiology (Vol. 74, Issue 1). Psychological Association, Inc.
Απόδοση: Μαρίλια Γιακουμή – Ειδική παιδαγωγός- Φιλόλογος
Επιμέλεια: Ισμήνη Τσοχαλή, επιμελήτρια κειμένων
Πηγή
*Απαγορεύεται ρητώς η αναπαραγωγή χωρίς προηγούμενη άδεια των υπευθύνων της ιστοσελίδας*