Η θεωρία του Festinger, από τις σπουδαιότερες στην Κοινωνική Ψυχολογία, αναφέρεται στην ψυχολογική κατάσταση που δηµιουργείται, όταν κανείς αναγκάζεται από τους άλλους να συµπεριφερθεί µε τρόπο αντίθετο µε τις στάσεις του.
Η θεωρία της γνωστικής ασυµφωνίας αναφέρεται σε καταστάσεις όπου υπάρχει ασυµφωνία µεταξύ των γνωστικών στοιχείων των στάσεων καθώς και ασυµφωνία µεταξύ στάσης και συµπεριφοράς. Το πρώτο σκέλος της προσφοράς του Festinger έγκειται στη διευκρίνιση που αφορά στην επακόλουθη ψυχολογική κατάσταση του ατόµου µετά από την απόφαση του να επιλέξει µία από τις δύο στάσεις, ώστε να µειώσει τα συναισθήµατα και την ένταση που συνοδεύουν την ανισορροπία. Δηλαδή, η θεωρία του Festinger αναφέρεται στην ψυχολογική κατάσταση που δηµιουργείται, όταν κανείς αναγκάζεται από τους άλλους να συµπεριφερθεί µε τρόπο αντίθετο µε τις στάσεις του.
Για παράδειγµα:
Α) το άτοµο πιστεύει ότι το κάπνισµα είναι επικίνδυνο για την υγεία του και µπορεί γι΄ αυτό το λόγο να προσβληθεί από καρκίνο
Β) το άτοµο γνωρίζει ότι το ίδιο καπνίζει και απολαµβάνει το τσιγάρο
Γ) οι δυο στάσεις είναι ασυµβίβαστες, επειδή παρά το γεγονός ότι συνειδητοποιεί ότι καπνίζει, συνειδητοποιεί επίσης ότι το κάπνισµα είναι επικίνδυνο για την υγεία του.
Μια ενδεχόµενη απόφαση του ατόµου θα ήταν να σταµατήσει το κάπνισµα. Ποιες θα ήταν οι επιπτώσεις της απόφασης αυτής για τις αρχικές του στάσεις; Η γνωστική ασυµφωνία του θα µειωθεί, επειδή α’ θα ενισχυθούν οι αιτιολογίες του για τους κινδύνους του καπνίσµατος, και β’ θα µειωθούν οι αιτιολογίες του για τις απολαύσεις του καπνίσµατος.
Ο Festinger υποθέτει ότι η κάθε µια από τις δυο στάσεις υποστηρίζεται, τόσο µε θετικά, όσο και µε αρνητικά επιχειρήµατα ή αιτιολογίες. Δηλαδή ή στάση του ατόµου, το κάπνισµα είναι επικίνδυνο για την υγεία µου, ενδέχεται να έχει τα επακόλουθα θετικά επιχειρήµατα: προγράµµατα στην τηλεόραση και άρθρα σε περιοδικά έχουν δώσει πληροφορίες για το συσχετισµό µεταξύ καπνίσµατος και καρκίνου, ο θείος µου πέθανε από καρκίνο του πνεύµονα. Ωστόσο υπάρχουν και αρνητικά επιχειρήµατα που δεν υποστηρίζουν τη στάση αυτή, π.χ. εάν προσέχουµε όλα όσα µας λένε οι γιατροί τότε δεν θα µας µείνει τίποτα να απολαύσουµε, εάν το κάπνισµα είναι τόσο επικίνδυνο για την υγεία, τότε γιατί καπνίζει και ο γιατρός µου;
Η δεύτερη στάση του, το τσιγάρο είναι απόλαυση ενδέχεται να έχει τα εξής θετικά επιχειρήµατα: όταν γυρίζω στο σπίτι µετά από µια δύσκολη µέρα το τσιγάρο µε ξεκουράζει, τι ωραίο πράγµα είναι το τσιγάρο µε τον καφέ το πρωί. Τα αρνητικά επιχειρήµατα µπορεί να είναι βρωµάω τσιγάρο. Ο Festinger υποθέτει ότι σε κάποια δεδοµένη στιγµή το κάθε ένα από τα θετικά και αρνητικά επιχειρήµατα δεν έχει την ίδια βαρύτητα. Επίσης η γενική ένταση των επιχειρηµάτων µπορεί να είναι σε χαµηλότερο επίπεδο, οπότε δεν υπάρχει καµία ουσιαστική γνωστική ασυµφωνία.
Από την άλλη πλευρά, κάποια συγκυρία, π.χ. ο θάνατος ενός θείου µπορεί να ενισχύσει τη φόρτιση ενός από τα επιχειρήµατα, ή µπορεί να διεγείρει την ένταση της γνωστικής ασυµφωνίας. Κάτω από αυτές τις συνθήκες το άτοµο παρακινείται να πάρει µια απόφαση, ώστε να µειώσει την ένταση της γνωστικής ασυµφωνίας. Εάν για παράδειγµα, πάρει την απόφαση να σταµατήσει το κάπνισµα, το αποτέλεσµά θα είναι να αλλάξουν οι στάσεις του, οπότε τα επιχειρήµατα που υποστηρίζουν την απόφαση του να σταµατήσει αποκτούν µεγαλύτερη βαρύτητα. Για παράδειγµα, είναι γεγονός πια ότι το τσιγάρο σηµαίνει θάνατο. Αντιθέτως τα επιχειρήµατα που υποστήριζαν τη στάση του ότι το κάπνισµα είναι απόλαυση µειώνονται σε βαρύτητα, ή αντιστρέφονται, για παράδειγµα, τώρα απολαµβάνω τον καφέ µου καλύτερα, ο γιατρός µου πρέπει να είναι ανεύθυνος εάν συνεχίζει να καπνίζει. Έχει παρατηρηθεί ότι οι µετέπειτα δικαιολογίες για την αλλαγή της στάσης, είναι όµοιες µε τους µηχανισµούς άµυνας του Φρόιντ, για παράδειγµα την εκλογίκευση, ή την άρνηση. Δηλαδή η µετέπειτα δικαιολογίες λειτουργούν ασυνείδητα και έχουν σκοπό την υποστήριξη της αυτοπροστασίας του εγώ του ατόµου από την απειλή που δηµιουργείται µε την αλλαγή της στάσης. Πάντως η άποψη αυτή είναι σύµφωνη µε την εξήγηση του Festinger ότι το αποτέλεσµα της απόφασης να επιλέξει κανείς µία από της δύο στάσεις είναι η µείωση της συνδεόµενης µε την γνωστική ασυµφωνία της έντασης. Επισηµαίνεται ότι η µέχρι τώρα συζήτηση αναφέρεται στην περίπτωση που το ίδιο το άτοµο παίρνει την απόφαση να επιβλέψει µία από τις δύο αντικρουόµενες στάσεις, καταλήγοντας έτσι σε µια κατάσταση κατά την οποία η συµπεριφορά του είναι ασυµβίβαστη µε τη µια από τις δυο στάσεις. Ωστόσο η θεωρία του Festinger ερευνά και ένα δεύτερο πρόβληµα, εκείνο του ατόµου που αναγκάζεται από τις συνθήκες της ζωής του να συµπεριφερθεί µε τρόπο αντίθετο από τις πεποιθήσεις του.
Τι γίνεται, όταν το άτοµο απειλείται να συµµορφωθεί, δηλαδή να αλλάξει την συµπεριφορά του, τις αρχές της οµάδας του; Επίσης τι γίνεται όταν δίνεται στο άτοµο κάποια αµοιβή για να αλλάξει τη συµπεριφορά του, ώστε να συµµορφωθεί µε την οµάδα του; Δηλαδή «εξαγοράζεται»; Ο Festinger υποθέτει ότι το αποτέλεσµα της αλλαγής της συµπεριφοράς, είτε αναγκαστική είναι, είτε ηθεληµένη, είναι η γνωστική ασυµφωνία, η σύγκρουση µεταξύ α΄ της στάσης του προς τη σωστή συµπεριφορά, και β΄ της επίγνωσής του ότι συµπεριφέρεται αντίθετα από τις πεποιθήσεις του. Ποια θα είναι η ψυχολογική αντίδραση του ατόµου µετά την αλλαγή της συµπεριφοράς του; Πως, δηλαδή το άτοµο δικαιολόγεί την αλλαγή της συµπεριφοράς του, η οποία είναι ασυµβίβαστη µε τις προηγούµενες του πεποιθήσεις.
Δυο παραδείγµατα διευκρινίζουν τις δυο περιπτώσεις. Στο πρώτο παράδειγµα, κάποιος πολίτης είναι πρόεδρος µιας επιτροπής που έχει οργανώσει µε επιτυχία µια διαδήλωση εναντίον του υπουργείου για το θέµα της ατµοσφαιρικής ρύπανσης. Το υπουργείο του προτείνει να λάβει µέρος σε µια επιτροπή που θα µελετήσει τις ενδεχόµενες λύσεις του προβλήµατος, και στη συνέχεια του προτείνει µια µόνιµη θέση στο υπουργείο, την οποία αποδέχεται. Θα αλλάξει η συµπεριφορά του και οι στάσεις του προς τα αίτια της ατµοσφαιρικής ρύπανσης; Στο δεύτερο παράδειγµα, κάποιος γενικός γραµµατέας ενός υπουργείου έχει µια σαφή στάση προς κάποιο θέµα.
Αντιθέτως, η κυβέρνηση του ετοιµάζει µια δήλωση που αντίκειται στις πεποιθήσεις του. Ο γενικός γραµµατέας αισθάνεται υποχρεωµένος να υποκύψει στις πιέσεις της κυβέρνησης και πράγµατι κάνει τη δήλωση του. Θα αλλάξει η στάση του, ώστε να µειωθεί η ασυµφωνία µεταξύ της καινούργιας συµπεριφοράς και των προηγούµενων πεποιθήσεων; Βέβαια και στις δυο περιπτώσεις το άτοµο µπορεί να επιλέξει και ή να αρνηθεί την πρόταση του υπουργείου ή να παραιτηθεί από το υπουργείο. Ο Festinger ενδιαφέρεται για την περίπτωση εκείνη κατά την οποία το άτοµο δέχεται την αλλαγή της συµπεριφοράς του. Ο Festinger υποθέτει ότι η ασυνέπεια µεταξύ της δηλωµένης συµπεριφοράς και της προηγούµενης σχέσης δηµιουργεί την κατάσταση της γνωστικής ασυµφωνίας.
Ωστόσο, για να επιτευχθεί µια κατάσταση γνωστικής συµφωνίας, δηλαδή ισορροπίας, ένα από τα δυο στοιχεία είτε η συµπεριφορά είτε η προηγούµενη στάση, πρέπει να αλλάξει. Επισηµαίνεται ότι το άτοµο δεν µπορεί να αρνηθεί ότι η συµπεριφορά του άλλαξε. Δηλαδή µόλις εκφράσει τη στάση του, µόλις κάνει τη δήλωση του, δεν µπορεί να αρνηθεί ότι την έκανε. Οπότε η εκφραζόµενη συµπεριφορά του τον δεσµεύει. Εποµένως το µόνο στοιχείο που µπορεί να αλλάξει, ώστε το άτοµο να µειώσει τη γνωστική του ασυµφωνία είναι το γνωστικό στοιχείο- η στάση. Ο Festinger υποθέτει πως το µέγεθος της γνωστικής ασυµφωνίας εξαρτάται:
Α) από τη σπουδαιότητα της στάσης του σε σχέση µε το αξιοκρατικό του σύστηµα
Β) το µέγεθος της αµοιβής ή της απειλής που ανάγκασαν το άτοµο να αλλάξει τη συµπεριφορά του.
Πηγή: Κοινωνική Ψυχολογία, Δ. Γεώργας