banner2
psychologist-banner-2
thumb

O ρόλος των γονιδίων στην ενσυναίσθηση

- Ψυχιατρική
16 Μαρτίου 2018

Γεννιόμαστε με την ενσυναίσθηση ή την μαθαίνουμε;


Μια νέα μελέτη υποδηλώνει ότι το επίπεδο της ενσυναίσθησής μας δεν είναι μόνο αποτέλεσμα της ανατροφής και των εμπειριών μας, αλλά και εν μέρει αποτέλεσμα των γονιδίων μας.

Η ενσυναίσθηση έχει δύο μέρη: την ικανότητα να αναγνωρίζουμε τις σκέψεις και τα συναισθήματα των άλλων και την ικανότητα να ανταποκρινόμαστε με το κατάλληλο συναίσθημα στις σκέψεις και τα συναισθήματα των άλλων. Το πρώτο μέρος ονομάζεται «γνωστική ενσυναίσθηση» και το δεύτερο «συγκινησιακή ενσυναίσθηση».

banner1

Πριν από δεκαπέντε χρόνια, μια ομάδα επιστημόνων από το Πανεπιστήμιο του Cambridge ανέπτυξε το δείκτη αξιολόγησης της ενσυναίσθησης (Empathy Quotient-EQ), μία συνοπτική αυτοαξιολόγηση της ενσυναίσθησης. Ο δείκτης αυτός μετρά και τα δύο μέρη της ενσυναίσθησης.

Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι κάποιοι ταυτιζόμαστε περισσότερο συναισθηματικά με τους άλλους και ότι κατά μέσο όρο οι γυναίκες είναι λίγο πιο συμπονετικές από τους άνδρες. Επίσης, έδειξαν ότι, κατά μέσο όρο, οι αυτιστικοί άνθρωποι εμφανίζουν χαμηλότερο δείκτη αξιολόγησης της ενσυναίσθησης και ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δυσκολεύονται με τη «γνωστική ενσυναίσθηση», παρόλο που η «συγκινησιακή ενσυναίσθηση» τους μπορεί να παραμένει άθικτη.

Σε μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Translational Psychiatry, η επιστημονική ομάδα του Cambridge σε συνεργασία με την εταιρεία γενετικής 23andMe και μια ομάδα διεθνών επιστημόνων, φέρνει στο φως τα αποτελέσματα της μεγαλύτερης γενετικής μελέτης που έχει γίνει για την ενσυναίσθηση, χρησιμοποιώντας πληροφορίες από περισσότερους από 46.000 πελάτες της εταιρίας 23andMe. Οι πελάτες ολοκλήρωσαν την αξιολόγηση της ενσυναίσθησης (EQ) διαδικτυακά και παρείχαν δείγμα σάλιου για γενετική ανάλυση.

Η νέα μελέτη παρουσιάζει τρία σημαντικά αποτελέσματα:

1. Διαπίστωσε ότι το ποσοστό που ταυτιζόμαστε συναισθηματικά με τους άλλους οφείλεται εν μέρει στα γονιδιώματά μας. Πράγματι, 1/10 αυτής της διακύμανσης οφείλεται σε γενετικούς παράγοντες. Αυτό επιβεβαιώνουν και τα αποτελέσματα προηγούμενης έρευνας που αξιολόγησε την ενσυναίσθηση σε μονοζυγωτικά και διζυγωτικά δίδυμα.

2. Επιβεβαίωσε ότι οι γυναίκες παρουσιάζουν κατά μέσο όρο μεγαλύτερη ενσυναίσθηση από τους άνδρες. Ωστόσο, αυτή η διαφορά δεν οφείλεται στο DNA μας, καθώς δεν υπήρξαν διαφορές στα γονίδια που συμβάλλουν στην ενσυναίσθηση σε άνδρες και γυναίκες.

Αυτό δείχνει ότι η διαφορά φύλου στην ενσυναίσθηση είναι το αποτέλεσμα και άλλων μη γενετικών βιολογικών παραγόντων, όπως οι επιρροές προγεννητικών ορμονών ή μη βιολογικών παραγόντων όπως η κοινωνικοποίηση, οι οποίοι επίσης διαφέρουν και μεταξύ των δύο φύλων.

3. Τέλος, η νέα μελέτη διαπίστωσε ότι οι γενετικές μεταβλητές που σχετίζονται με χαμηλότερα επίπεδα ενσυναίσθησης σχετίζονται επίσης με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης αυτισμού.

Σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα: Αυτό αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για την κατανόηση του μικρού αλλά σημαντικού ρόλου που παίζει η γενετική στην ενσυναίσθηση. Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μόνο το ένα δέκατο των μεμονωμένων διαφορών στην ενσυναίσθηση οφείλεται στη γενετική. Χρειάζεται να κατανοήσουμε και τους μη γενετικούς παράγοντες που διευκρινίζουν το άλλο 90%.

Οι ερευνητές υποστηρίζουν επίσης: Αυτή η καινούργια μελέτη δείχνει το ρόλο που παίζουν τα γονίδια στην ενσυναίσθηση, αλλά δεν έχουμε εντοπίσει ακόμη τα συγκεκριμένα γονίδια που εμπλέκονται. Το επόμενο βήμα μας είναι να συλλέξουμε μεγαλύτερα δείγματα για να επαναλάβουμε αυτά τα ευρήματα και να καθορίσουμε τις ακριβείς βιολογικές οδούς που συνδέονται με τις ατομικές διαφορές στην ενσυναίσθηση.

Η ανακάλυψη ότι έστω και ένα μικρό στοιχείο της διαφοράς μας ως προς την ενσυναίσθηση, οφείλεται σε γενετικούς παράγοντες, μας βοηθά να κατανοήσουμε ανθρώπους όπως εκείνους με αυτισμό και εκείνους που δυσκολεύονται να κατανοήσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματα των άλλων. Αυτό μπορεί να πυροδοτήσει και άλλες μορφές δυσκολιών, όπως η δυσλεξία ή προβληματα όρασης. Η κοινωνία μας πρέπει να υποστηρίξει τα άτομα με αναπηρίες, με νέες μεθόδους διδασκαλίας, εργασιακές προσεγγίσεις ή λογικές προσαρμογές, για να προωθήσουμε την ένταξή τους, δηλώνουν οι ερευνητές.


Πηγή: medicalxpress.com
Έρευνα: Genome-wide analyses of self-reported empathy: correlations with autism, schizophrenia, and anorexia nervosa.
Απόδοση – Επιμέλεια: PsychologyNow.gr

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Παρακολούθηση σχολίων
Ειδοποίηση για
0 Σχόλια
Νεότερο
Το πιο παλιό Περισσότεροι ψήφοι
Inline Feedbacks
Δείτε όλα τα σχόλια