banner2
banner2
thumb

Σχεδόν το 80% του κινδύνου ανάπτυξης της σχιζοφρένειας μπορεί να οφείλεται σε βιολογικούς παράγοντες

- Ψυχιατρική
10 Δεκεμβρίου 2017

Η μεγαλύτερη, μέχρι σήμερα, μελέτη σε διδύμους για τη σχιζοφρένεια, ενισχύει το ρόλο των γονιδίων σαν παράγοντες κινδύνου εμφάνισης, υποστηρίζοντας ότι το 79% της πιθανότητας ανάπτυξης αυτής της διαταραχής, οφείλεται στην κληρονομικότητα.


Η σχιζοφρένεια ορίζεται ως μια χρόνια ψυχική διαταραχή και ως σοβαρή και σημαντική αιτία αναπηρίας που επηρεάζει το 1,1% των ενηλίκων.

Αν και η μέση ηλικία εμφάνισης της διαταραχής δεν έχει καθοριστεί, τα συμπτώματα της σχιζοφρένειας εμφανίζονται συνήθως μεταξύ της ηλικίας 16 και 30 ετών.

banner1

Είναι γνωστό ότι ψυχοκοινωνικοί, περιβαλλοντικοί και γενετικοί παράγοντες συμβάλλουν στον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου, αλλά σε ποιο βαθμό; Μία νέα έρευνα που διεξήχθη από επιστήμονες στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης στη Δανία υποδηλώνει ότι σχεδόν το 80% της πιθανότητας εμφάνισης σχιζοφρένειας, μπορεί να είναι γενετικό.

Τα ευρήματά της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Biological Psychiatry.


Διαβάστε σχετικά: Η γέννηση της σχιζοφρένειας στην οικογένεια: όταν τα αντιφατικά μηνύματα βλάπτουν


Μελετώντας την κληρονομικότητα στη σχιζοφρένεια

H Dr. Hilker και οι συνεργάτες της σε αυτή την έρευνα, χρησιμοποίησαν στοιχεία από το μητρώο διδύμων της Δανίας και το Μητρώο Ψυχιατρικής Έρευνας στη Δανία για να προσδιορίσουν περισσότερα από 31.000 ζευγάρια δίδυμων που γεννήθηκαν μεταξύ του 1951 και του 2000.

Αυτό το δείγμα μελέτης παρακολουθήθηκε κλινικά για σχεδόν 11 χρόνια και οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν σύνθετα στατιστικά μοντέλα για να αξιολογήσουν τους δείκτες σύγκρισης των διδύμων.

Συνήθως, οι στατιστικές μελέτες για την κληρονομικότητα εξετάζουν ανθρώπους οι οποίοι, μέχρι το τέλος της μελέτης, είτε έχουν διαγνωσθεί με την ασθένεια είτε όχι.

Ωστόσο, δεν συνυπολογίζουν τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου μετά την ολοκλήρωση της έρευνας. Αλλά αυτή η έρευνα περιελάμβανε μια πιο πρόσφατη στατιστική μέθοδο που ονομάζεται αντίστροφος υπολογισμός πιθανοτήτων.

Έχοντας εφαρμόσει αυτές τις μεθόδους, οι ερευνητές εκτίμησαν ότι το ποσοστό κληρονομικότητας στη σχιζοφρένεια ανέρχεται στο 79%.

Επίσης, όταν οι ερευνητές συμπεριέλαβαν τις διαταραχές φάσματος σχιζοφρένειας, όπως σχιζοσυναισθηματικές διαταραχές ή σχιζότυπες και σχιζοειδείς διαταραχές προσωπικότητας, το ποσοστό κληρονομικότητας ήταν συγκριτικά υψηλό: 73%.

schizbiol1

Photo Credit: Kim J, Matthews NL, Park S./PLoS One

 Η σπουδαιότητα της μελέτης

Αυτά τα αποτελέσματα, σημειώνουν οι συγγραφείς, είναι σημαντικά για την κοινότητα της ιατρικής έρευνας, ειδικά για τις μελλοντικές μελέτες που συνδέονται με τα γονιδιώματα.

Τα νέα ευρήματα φαίνεται να ενισχύουν προηγούμενες μελέτες. Η νέα εκτίμηση για την κληρονομικότητα της σχιζοφρένειας, που είναι 79%, βρίσκεται πολύ κοντά με τις προηγούμενες εκτιμήσεις για την κληρονομικότητά της, εξηγεί ο Dr. John Krystal, ο οποίος είναι ο εκδότης του περιοδικού Biological Psychiatry.

Υποστηρίζει τις εντατικές προσπάθειες που καταβάλλονται για να προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε τα γονίδια που συμβάλλουν στον κίνδυνο ανάπτυξης της σχιζοφρένειας, προσθέτει. Το περιοδικό Medical News Today έχει καλύψει τέτοιου είδους προσπάθειες, συμπεριλαμβανομένης μίας μελέτης που εντόπισε 80 νέα γονίδια που σχετίζονται με την ασθένεια.


Διαβάστε σχετικά: Οι αιτίες για την εκδήλωση της σχιζοφρένειας 


Η Dr. Hilker σχολιάζει επίσης τα νέα ευρήματα, λέγοντας:

Αυτή η μελέτη αποτελεί τώρα την πιο ολοκληρωμένη και εμπεριστατωμένη εκτίμηση για την κληρονομικότητα της σχιζοφρένειας και της διαγνωστικής ποικιλομορφίας της. Υποδηλώνει ότι ο γενετικός κίνδυνος για τη νόσο φαίνεται σχεδόν εξίσου σημαντικός σε όλο το φάσμα της σχιζοφρένειας.

Ως εκ τούτου, ο γενετικός κίνδυνος φαίνεται να μην περιορίζεται σε έναν στενό ορισμό της ασθένειας, αλλά αντιθέτως περιλαμβάνει ένα ευρύτερο διαγνωστικό προφίλ.

Οι συγγραφείς της μελέτης σχολιάζουν επίσης τα πλεονεκτήματα και τους περιορισμούς της έρευνας τους, λέγοντας: Το βασικό πλεονέκτημα αυτής της μελέτης είναι η εφαρμογή μιας νέας στατιστικής μεθόδου που λαμβάνει υπόψη της την αξιολόγηση της επαναληπτικής εξέτασης σε ένα πανεθνικό δείγμα δίδυμων στις ΗΠΑ.

Ωστόσο, παραδέχονται ότι η μελέτη τους βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στη συνοχή και την εγκυρότητα των διαγνώσεων που υπάρχουν στα μητρώα υγείας.

Θα μπορούσαν επίσης να υπάρχουν περιπτώσεις μη διαγνωσμένης σχιζοφρένειας που δεν υπολογίστηκαν και τα αποτελέσματα της έρευνας δεν ισχύουν σε περιπτώσεις όπου η νόσος αναπτύχθηκε μετά την ηλικία των 40 ετών.


Πηγή: medicalnewstoday.com
Έρευνα: Heritability of Schizophrenia and Schizophrenia Spectrum Based on the Nationwide Danish Twin Register
Απόδοση – Επιμέλεια: PsychologyNow.gr

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Παρακολούθηση σχολίων
Ειδοποίηση για
3 Σχόλια
Νεότερο
Το πιο παλιό Περισσότεροι ψήφοι
Inline Feedbacks
Δείτε όλα τα σχόλια
Ανώνυμος
11 μήνες πριν

ΠΩΣ ΘΑ ΔΕΧΤΟΥΝ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΤΗΝ ΕΝΕΣΗ ? ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΠΟΣΑ ΧΡΟΝΙΑ ?

Ανώνυμος
4 χρόνια πριν

Sincharitiria gia tin orimotita su

Ανώνυμος
6 χρόνια πριν

Ο αδελφός μου πάσχει από αυτή την ασθένεια, που δυστυχώς δεν περνάει ποτέ και είναι εφόρου ζωής. Όταν παίρνουν τα φάρμακά τους οι σχιζοφρενείς, νομίζουν ότι είναι απολύτως καλά και ότι δεν τα χρειάζονται, όμως με το που τα σταματήσουν επανέρχονται πάντα στην προηγούμενή τους κατάσταση και τρελαίνονται. Για αυτό η θεραπεία των ασθενών με σχιζοφρένεια πρέπει να γίνεται με ενέσεις, θα έπρεπε οι ενέσεις να γίνουν ο κανόνας και όλο και περισσότεροι γιατροί διαλέγουν τις ενέσεις ως βασική θεραπεία. Τα περισσότερα αντιψυχωσικά βγαίνουν σε δύο μορφές, δηλαδή είτε σε χάπια, είτε σε ένεση. Αν το φάρμακο δοθεί σε χάπια, τότε πρέπει ο ασθενής να παίρνει κάθε μέρα για όλη του τη ζωή τα χάπια. Μπορεί όμως να τα ξεχάσει ή να χάσει τη δόση, ενώ συχνά μπορεί να τα σταματήσει γιατί θεωρεί ότι δεν έχει τίποτα. Επειδή το φάρμακο είναι το ίδιο, σύμφωνα με τα όσα μου έχουν πει οι γιατροί, άσχετα με ποια μορφή θα χορηγηθεί, έχει την ίδια ακριβώς δράση και τις ίδιες πιθανές παρενέργειες. Η ένεση όμως έχει μεγάλη διάρκεια και δεν χρειάζεται να γίνεται κάθε μέρα! Τώρα πλέον έχουν βγει μηνιαίες και τριμηνιαίες δόσεις. Οπότε τη σημερινή εποχή ο ασθενής τυπικά θα χρειάζεται να κάνει μόνο τέσσερις ενέσεις κάθε χρόνο. Με τέσσερα τσιμπηματάκια θα ζει μια πιο ποιοτική και αξιοπρεπή ζωή διότι δε θα χρειάζεται κάθε μέρα να καταπίνει χάπια που θα του θυμίζουν ότι είναι άρρωστος και δε θα έχει τον κίνδυνο να υποτροπιάσει αφού με την ένεση ελέγχεται ότι λαμβάνει σωστά την αγωγή του. Επίσης τα νέας γενιάς αντιψυχωσικά δεν κάνουν τον άνθρωπο ζόμπι και έτσι λειτουργεί σαν φυσιολογικός στην κοινωνία, για παράδειγμα τον αδελφό μου δεν τον καταλαβαίνει κανείς ότι έχει ή ότι παίρνει κάτι. Τέλος οι ενέσεις γίνονται από κάποια νοσηλεύτρια στους γλουτούς του ασθενή και από ότι μου λέει ο αδελφός μου δεν πονάνε καθόλου.