Ως ιδρυτής μίας από τις πλέον σημαίνουσες σχολές της ψυχολογικής σκέψης – της αναλυτικής ψυχολογίας – ο Καρλ Γιουνγκ (επίσης γνωστός ως C.G. Jung) παρουσίασε κατά τη διάρκεια της ζωής του, αυτό που σήμερα θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε μια μορφή ψύχωσης. Κατά πάσα πιθανότητα, να μην είχε εκφραστεί ως πλήρης ψύχωση καθώς ο Jung παρέμενε λειτουργικός στην καθημερινότητά του.
Οι ψυχωτικές του εμπειρίες ξεκίνησαν στην ηλικία των 38 ετών, όταν άρχισε να στοιχειώνεται από οράματα στο κεφάλι του και να ακούει φωνές. Ο Γιουνγκ ο ίδιος, ανησυχούσε για αυτή την “ψύχωση” – συμπτώματα που σήμερα θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι παρόμοια με τα συμπτώματα της σχιζοφρένειας (ένας όρος που χρησιμοποιείται επίσης για να περιγράψει τον εαυτό του κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου).
Ο Γιουνγκ δεν άφησε αυτά τα οράματα και τις παραισθήσεις να τον επηρεάσουν και συνέχισε να βλέπει ασθενείς και να είναι ενεργητικός στην επαγγελματική του ζωή. Στην πραγματικότητα, ο ίδιος έδειχνε να απολαμβάνει αυτό το ασυνείδητο μέρος του εαυτού του και μάλιστα βρήκε έναν τρόπο για να το ανακαλεί όποτε ήθελε.
1. Ο Γιούνγκ προκαλούσε ενεργά τις παραισθήσεις και τα οράματά του.
Οι περισσότεροι άνθρωποι που έχουν ψύχωση ή παραισθήσεις, επιδιώκουν να ελαχιστοποιήσουν τα συμπτώματα τους, να ελευθερωθούν από τα οράματα και τις παραισθήσεις. Μετά την πρώτη του επαφή με αυτά τα οράματα, ο Γιουνγκ έκανε ακριβώς το αντίθετο. Βρήκε αυτή την εμπειρία τόσο συναρπαστική και γεμάτη από υλικό του ασυνειδήτου του που θα μπορούσε να εξετάσει περαιτέρω, ώστε δεν περίμενε απλώς τα οράματα να εμφανιστούν από μόνα τους. Αντ’ αυτού, ο ίδιος ενθάρρυνε την εμφάνισή τους κατά τη διάρκεια της ημέρας, για χρόνια.
Μετά το δείπνο του κάθε βράδυ και ενδιάμεσα των συνεδριών του κατά τη διάρκεια της ημέρας, ο Γιουνγκ αφιέρωνε χρόνο να μελετά και να προκαλεί τα οράματα και τις παραισθήσεις του. Αυτό το επιχειρούσε όχι μέσω της χρήσης ναρκωτικών προφανώς, αλλά αντίθετα, μέσα από τη δική του προσωπική μέθοδο που επέτρεπε στις αισθήσεις του και στο μυαλό του, να ανοίγουν εντελώς και να ρέουν προς τα μπροστά.
2. Ο Γιουνγκ κατέγραψε τα πάντα από την ψύχωση του.
Αν και το 1913, όταν άρχισαν οι παραισθήσεις και τα οράματα, δεν υπήρχε σύγχρονος εξοπλισμός καταγραφής, ο Γιουνγκ, ωστόσο, κρατούσε σχολαστικά την καταγραφή της ψύχωσης του. Ο Γιουνγκ θα έγραφε ό, τι έβλεπε και άκουγε, σε μικρά μαύρα περιοδικά. Αργότερα, μετέφερε μερικό από αυτό το υλικό σε ένα μεγάλο, κόκκινο, δερματόδετο περιοδικό.
Κατά τη διάρκεια των 16 ετών, ο Γιουνγκ κατέγραψε όλα όσα βίωσε σε αυτά τα ταξίδια του ασυνειδήτου. Με το υλικό του, συμπλήρωσε 205 μεγάλες σελίδες σε ένα κόκκινο βιβλίο. Το βιβλίο αποτελείται από περίτεχνα, πολύχρωμα, άγρια και λεπτομερή σχέδια και γραπτά. “Το Κόκκινο Βιβλίο”, όπως ονομάστηκε αργότερα, έμεινε κλειδωμένο σε ένα θησαυροφυλάκιο μετά το θάνατο του Γιουνγκ. Τελικά δημοσιεύθηκε το 2009 ως «Το Κόκκινο Βιβλίο» και είναι τώρα διαθέσιμο προς πώληση.
Η New York Times περιγράφει την ιστορία του Κόκκινου Βιβλίου:
«Το βιβλίο αφηγείται την ιστορία του Γιουνγκ που προσπαθεί να αντιμετωπίσει τους δικούς του δαίμονες, όπως αυτοί προέκυψαν από τις σκιές. Τα αποτελέσματα είναι ταπεινωτικά, μερικές φορές δυσάρεστα. Σε αυτό το βιβλίο, ο Γιουνγκ ταξιδεύει στη γη των νεκρών, ερωτεύεται μια γυναίκα που αργότερα συνειδητοποιεί είναι η αδελφή του, ασφυκτιά από ένα γιγαντιαίο φίδι και, σε μια τρομακτική στιγμή, τρώει το συκώτι ενός μικρού παιδιού».
3. Το ασυνείδητο ταξίδι του Jung πιθανότατα δεν είναι το ίδιο με την ανεπιθύμητη ψυχωτική εμπειρία των ανθρώπων σήμερα.
Ενώ ο Γιουνγκ περιέγραφε τα οράματά του ως ένα είδος «ψύχωσης» ή «σχιζοφρένειας», οι όροι αυτοί σήμαιναν κάτι διαφορετικό, πριν από εκατό χρόνια, από ό, τι σήμερα. Σήμερα, οι όροι περιγράφουν ένα συγκεκριμένο σύμπλεγμα συμπτωμάτων, ένα εκ των οποίων είναι η ουσιαστική και σημαντική δυσλειτουργία και διακοπή στην συνηθισμένη, καθημερινή ζωή ενός ατόμου, που προκαλείται από την ψυχική ασθένεια.
Η ζωή του Γιουνγκ όμως δεν διακόπηκε από τις ασυνείδητες σκέψεις του. Συνέχισε να τις βιώνει για 16 χρόνια, με μεσοδιαστήματα αποχής, ενώ όλο αυτό το χρονικό διάστημα ταξιδεύει, μιλά σε διάφορες επαγγελματικές συναντήσεις, μεταφράζει και δημοσιεύει κείμενά του στα αγγλικά.
Ο Γιουνγκ όντως όμως υπέφερε από την απομόνωση, αλλά είναι πιθανό αυτή να οφείλεται περισσότερο στη διακοπή των σχέσεών του από τον Σίγκμουντ Φρόυντ το 1915. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος σαφέστατα και επηρέασε αρνητικά σχεδόν τη ζωή όλων των ανθρώπων εκείνο το διάστημα, συμπεριλαμβανομένης και του Γιουνγκ.
Επίσης, ο Γιουνγκ φέρεται να είχε βρει έναν τρόπο για να εμφανίζει, κατά βούληση, την ασυνείδητη ροή των σκέψεών του και των οραμάτων του – κάτι που οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα που βιώνουν ψύχωση ή σχιζοφρένεια, δεν μπορούν να κάνουν. Ούτε μπορούν να κάνουν το αντίθετο, να έχουν την θέληση να τα διώξουν μακριά. Αν οι ψυχικές διαταραχές θα μπορούσαν απλά να καθορίζονται από τη δύναμη της θέλησης, θα είχαμε ίσως λιγότερη ανάγκη για ψυχολόγους και ψυχιάτρους σήμερα.
Ο ίδιος ο Γιούνγκ αναφέρει για το «Κόκκινο Βιβλίο»:
«Δούλεψα για αυτό το βιβλίο 16 χρόνια. Πάντα ήξερα ότι αυτές οι εμπειρίες περιείχαν κάτι πολύτιμο και ως εκ τούτου ήξερα ότι τίποτα δεν είναι καλύτερο από το να τα γράψω σε ένα βιβλίο που θα θεωρείται “πολύτιμο”, ζωγραφίζοντας σε αυτό, τις εικόνες που προέκυπταν μέσα από την ίδια την εμπειρία. Ήξερα πόσο φοβερά δύσκολη ήταν η ανάκληση των εμπειριών αυτών, αλλά παρά την πολύ δουλειά που είχα και τους πολλούς αντιπερισπασμούς, παρέμεινα πιστός σε αυτό, σαν να μην είχα καμία άλλη δυνατότητα να κάνω διαφορετικά… »
Πηγή: nytimes.com