Ο Gary Slutkin, ιατρός και επιδημιολόγος, ολοκληρώνοντας την εξειδίκευσή του στο Σαν Φρανσίσκο των Ηνωμένων Πολιτειών αποφάσισε να μετοικήσει στη Σομαλία για να εργασθεί σε χώρους συγκέντρωσης προσφύγων.
Βρέθηκα σε μια περιοχή όπου υπήρχαν 4 χώροι συγκέντρωσης που φιλοξενούσαν 1,000,000 πρόσφυγες. Ήμασταν μόνο 6 γιατροί και υπήρχε επιδημία φυματίωσης και στη συνέχεια χολέρας. Δουλειά μου ήταν να τις σταματήσω. Καθώς ο αριθμός των ιατρών ήταν εξαιρετικά περιορισμένος, δεν είχα άλλη επιλογή από το να επιστρατεύσω εθελοντές πρόσφυγες και να τους εκπαιδεύσω, δημιουργώντας μια νέα κατηγορία εξειδικευμένων ειδικών υγείας.
Στη συνέχεια εργάστηκε για τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (World Health Organisation) ασχολούμενος με τον έλεγχο της μετάδοσης του AIDSστην αφρικανική ήπειρο και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στην επιδημία σε εθνικό και κοινοτικό επίπεδο.
Επιστρέφοντας στις Η.Π.Α. περίπου 10 χρόνια αργότερα, ο Δρ. Slutkinδεν περίμενε να ασχοληθεί ξανά με τον τομέα της διαχείρισης επιδημιών. «Είχα έρθει σε αρκετή πια επαφή με το θάνατο, και συγκεκριμένα με το θάνατο από επιδημία · αυτού του είδους ο θάνατος έχει μια δική του ξεχωριστή αίσθηση. Είναι γεμάτος πανικόκαι φόβο, είχα ακούσει γυναίκες να θρηνούν και να σφαδάζουν στην έρημο. Ήθελα να γυρίσω πίσω και να κάνω ένα διάλειμμα, να ξεκινήσω από την αρχή με κάτι διαφορετικό».
«Δεν είχα υπόψη μου την ύπαρξη κάποιας επιδημίας στην Αμερική. (…) Δεν είχα ιδέα με τι επρόκειτο να ασχοληθώ, μέχρι που κάποιοι φίλοι μου ανέφεραν περιστατικά παιδιών που πυροβολούσαν άλλα παιδιά, με πραγματικά όπλα».
Βλέποντας πως οι δύο υπάρχουσες προσεγγίσεις στην αντιμετώπιση του ζητήματος (η τιμωρία και η αντίληψη ότι πρέπει να αλλάξουν ριζικά τα πάντα-η κοινωνία, το εκπαιδευτικό σύστημα, η οικογενεια, το κράτος κλπ) δεν επιτυγχάνουν το στόχο τους, ο Δρ. Slutkinαρχισε να μελετά το ζήτημα, προσεγγίζοντάς το με τον τρόπο που συνήθιζε να μελετά τις επιδημίες: αναλύοντας τα δεδομένα.
Σύντομα παρατήρησε ότι η διασπορά των κρουσμάτων ένοπλης βίας δεν ήταν τυχαία. Αντιθέτως ήταν κατανεμημένα σε συστάδες και παρουσιάζονταν κατά κύματα, βασικά χαρακτηριστικά μιας επιδημίας, και μάλιστα λοιμώδους. Επιπλέον, ανακάλυψε ότι ο ισχυρότερος προγνωστικός παράγοντας ενός κρούσματος ένοπλης βίας ήτανη ύπαρξη προηγούμενου κρούσματος, όπως ακριβώς και στη γρίπη.
Η βία λοιπόν φαίνεται να είναι μεταδοτική, και να λειτουργεί όπως οι επιδημίες: Με αυτό το σκεπτικό δημιούργησε την οργάνωση CureViolence. Το μοντέλο βάσει του οποίου λειτουργεί είναι το τρίπτυχο Διακοπή της μετάδοσης (Interrupt transmission) – Εντοπισμός των πιθανών μεταδοτών και αλλαγή νοοτροπίας (Identify and change the thinking of highest potential transmitters) – Μεταβολή στις κοινωνικές νόρμες (Change group norms).
Πως λειτουργεί; Η οργάνωση επιστρατεύει άτομα που ζουν στις προβληματικές περιοχές, είναι γνώριμα στους πιθανούς παραβάτες ή/και έχουν υπάρξει και οι ίδιοι παραβάτες και τα εκπαιδεύει σε εξειδικευμένες μεθόδους πρόγνωσης εγκλημάτων και τη διαμεσολάβηση σε διαμάχες. Στόχος τους είναι να επεμβαίνουν και να «ηρεμούν τα πνεύματα» σε κρίσιμες στιγμές(Διακοπή της μετάδοσης). Άλλες ομάδες (outreachworkers) εκπαιδεύονται στη συμβουλευτικήκαι λειτουργούν ως μέντορες, αναλαμβάνοντας «μαθητές» τους οποίους συναντούν αρκετές φορές εβδομαδιαίως και εκπαιδεύουν σε εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης διενέξεων, βοηθούν να απευθυνθούν σε δομές απεξάρτησης, υποστηρίζουν στην ανεύρεση εργασίας κ.λπ..
Οι μέντορες λειτουργούν και ως πρόσωπα εκτάκτου ανάγκης, αφού οι συμμετέχοντες μπορούν να τους καλέςσουν εκτάκτως σε περίπτωση που βρεθούν μπλεγμένοι σε επικίνδυνες καταστάσεις ή αισθάνονται ότι θα ξανακυλήσουν. Τέλος, προκειμένου να επιτευχθεί μακρόχρονη αλλαγή σε μια κοινωνική ομάδα, θα πρέπει να αλλάξουν και οι νόρμες της. Για το σκοπό αυτόν, η CureViolence οργανώνει ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα, εκδηλώσεις στην κοινότητα, κοινοτικές «απαντήσεις» σε κάθε συμβάν ένοπλης βίας κ.λπ..
Το πρώτο «πείραμα» του Δρ.Slutkin οδήγησε σε 67% μείωση των κρουσμάτων ένοπλης βίας στην περιοχή με το υψηλότερο ποσοστό σε τέτοια κρούσματα στις Η.Π.Α. (West Garfieldneighborhood,Chicago). Πλέον, 15 χρόνια αργότερα, το μοντέλο χρησιμοποιείται σε πολλές πολιτείες από την αστυνομία, τις δημοτικές αρχές, νοσοκομεία και κέντρα αποκατάστασης. Έχει χρησιμοποιηθεί από πολλά ακόμη κράτη εκτός Η.Π.Α. τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και στοχευμένα για τηδιαχείριση επεισοδίων σε συγκεκριμένες περιστάσεις (Κένυα, εκλογές 2013). Μέχρι σήμερα έχουν εκπονηθεί 3 ερευνητικές αξιολογητικές μελέτες από ανεξάρτητους φορείς που καταλήγουν ότι το μοντέλο επιφέρει 30-70% μείωση των κρουσμάτων ένοπλης βίας.
Θα μπορούσε άραγε η αντιμετώπιση της βίας ως επιδημία να έχει εφαρμογή και σε άλλους χώρους και τομείς; Σε σχολεία για την καταπολέμηση του bullying; Να συμβάλει στον πραγματικό σωφρονισμό των κρατουμένων στις φυλακές; Και, τελικά, μήπως η κοινωνία μας έχει διαγνώσει λανθασμένα τη βία;
Περισσότερες πληροφορίες για το μοντέλο, τις δράσεις και την οργάνωση μπορεί να κανείς να βρει στο http://cureviolence.org/ .
Λίγα λόγια για τη συγγραφέα:
Συγγραφέας: Η Στέλλα Πρίντεζη είναι Ψυχολόγος με εξειδίκευση στην Ψυχολογία Υγείας και την Κλινική Ψυχοπαθολογία Παιδιού και Ενήλικα. Σε επίπεδο κλινικής, ασχολείται με την αξιολόγηση και υποστήριξη παιδιών και εφήβων και τη συμβουλευτική γονέων. Σε ερευνητικό επίπεδο ασχολείται με τη σύνδεση σωματικών και ψυχολογικών συμπτωμάτων σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Psychobiology Group, University College London.